Πληρώνω για κάτι - συνήθως αδρά - ενίοτε και χωρίς τη θέλησή μου.

(Σε καφετέρια-φαρμακείο της Κηφισιάς)

- ΟΚ παίδες, έφτασε ο λογαριασμός. Ξηλωθείτε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένας από τους πάμπολλους βωδλερισμούς της λέξης πούστης όπως φούστης, λούστης κτλ.

- Ουπς, νομίζω ότι μόλις χάσαμε το τελευταίο λεωφορείο.
- Όχι ρε παούστη μου, πάλι θα χαλάσω τα ωραία μου ευρά στους ταρίφες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ελεεινός, μπίχλας, τελειωμένος τύπος. Ο υιοθετών το αυτοκαταστροφικό / μοιρολατρικό λαηφστάηλ ήρωα του Bukowski.

- Καλά ρε, η Σούζη έχει γκόμενο;
- Ναι ρε, εδώ και δύο μήνες τα έχει με έναν παράκμα που έμενε σε ένα χαρτόκουτο στο Μοναστηράκι και πούλαγε ληγμένα προφυλακτικά «Τρούμαν Καπότες».

Ο Μπουκόφσκι με παρακμομούνα (από Khan, 04/10/09)Η υπέροχη Lila Kedrova, ως παρηκμασμένη Madame Hortense. (από Jim Blondos, 07/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χιουμοριστική παραλλαγή του τίτλου τραγουδιού «Έρωτά μου αγιάτρευτε».

Έκφραση που θα μπορούσε να αναφωνηθεί όταν γινόμαστε μάρτυρες της διέλευσης σε κοντινή απόσταση, μιας αιθέριας υπάρξεως -λ.χ ενός Λίλιαν. Υπονοούμε φυσικά ότι ο μόνος τρόπος για να θεραπευθεί ο tweety μας είναι η συνεύρεση με την εν λόγω ύπαρξη.

- Ρε για δες ένα γκομενάκι που έχει σταματήσει μπροστά από τη βιτρίνα του ρουχάδικου!
- Αχ.... πέοντά μου αγιάτρευτεεεε...

Το ορίτζιναλ του Κόλια (από Khan, 09/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλλαγή της ισπανικής φράσης «muchas gracias» (μούτσας γκράσιας/γκράθιας ανάλογα με την περιοχή της Ισπανίας/Νοτίου Αμερικής) που σημαίνει «ευχαριστώ πολύ».

Χρησιμοποιείται για να καταδείξει ότι στην πραγματικότητα δεν εκτιμούμε ιδιαίτερα κάτι που έκανε για εμάς ο συνομιλητής μας, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος επιζητά την επιβράβευσή μας. Μπορεί λ.χ. μια εξυπηρέτηση που μας έκανε να έγινε με μεγάλη χρονική καθυστέρηση ή να είναι «δώρον-άδωρον». Συνεπώς το «πούτσας γκράσιας» είναι σαν «ευχαριστώ» με μια γερή δόση ειρωνείας.

- Μη στενοχωριέσαι ρε που τράκαρες το μερσεντικό! Σου δανείζω το δικό μου αμάξι για να βγεις το βράδυ!
- Πούτσας γκράσιας σενιόρ! Εισαι καλά ρε, που θα σκάσω στο Güzel με το Λάντα Νίβα;!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μεταχειριζόμενος τις τεχνολογίες τηλεπικοινωνιών για να προσομοιώσει ερωτική επαφή με απομεμακρυσμένο/η παρτενέρ.

Οι πιο συνήθεις μέθοδοι είναι η τηλεφωνική συνουσία και η κυβερνοσυνουσία. Πολλοί οδηγούνται στην τηλεσυνουσία λόγω μόνιμης σχέσεως εξ αποστάσεως, οπότε δυνητικά ο όρος θα μπορούσε καταχρηστικά να περιγράψει και τον έχοντα «λονγκ ντίστανς ρηλέσιονσιπ».

- Τι κάνουν ρε ο Βαγγέλας και το Λίλιαν; Καιρό έχω να τους δω!
- Άστα να πάνε. Από τότε που το Λίλιαν μετακόμισε στο Πούτσεστερ για MPhil ο Βαγγέλας είναι ολονυχτίς στο Skype παριστάνοντας τον τηλεγαμιά της γειτονιάς. Τώρα λέει θα αγοράσει και ολοκληρωμένο σύστημα Cisco Telepresence για άγριες φάσεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εμπνευσμένο από παλαιά διαφήμιση ελληνικής αλυσίδας καταστημάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να διακωμωδήσει την εξιδανίκευση των ανεπτυγμένων χωρών του εξωτερικού.

Διάλογος μεταξύ του «κομπιουτερόπληκτου» και του «χαλαρού»:

- Ρε κοίτα τι λέει εδώ: Σύνδεση οπτικών ινών σε κάθε σπίτι στη Σουηδία απο το 2011. Και εμείς τότε θα είμαστε ακόμα το άθλιο DSL των 3 Mbit που βάραει d/c κάθε 10 λεπτά. Πίκρα!
- Έλα ρε... πώωωπω ζημιάαα... το' χει ο Χανς κι' εσύ το χάν' ς!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καραφλιαστικής σωματικής διάπλασης σφίχτης (1.90+ ύψος, πιο στεγνός από την έρημο Mojave και με εξαπάκετο που τρίβει ροκφόρ).

- Λοιπόν, το αποφάσισα: θα πάω να την πέσω στο Λίλιαν και ό,τι κάτσει.
- Χμμ, ευχήσου μονάχα να μην το μάθει ο τρίπατος γκομενός της ο Χόλγκερ. To 2005 είχε βγει Mr Vorarlberg!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καταβροχθίζω ένα -συνήθως πρόχειρο ή/και ανθυγιεινό- έδεσμα.

  1. -Κατά τις 4 το πρωί βγήκαμε τελικά από το κλαμπ και μιας και μας έκοψε η πείνα, τσακίσαμε απο δύο πιτόγυρα ο καθένας. Ας είναι καλά το γυράδικο του Βαγγέλα που λειτουργεί 24/7!

  2. Λουτσιάνο Βαρελότι: «- Ρε λούστη μου, πάλι 220 κιλά έχω πάει. Τι θα κάνω;»
    Χωσέ το Τέρας: «- Εμ πως να χάσεις βάρος όταν τσακίζεις τα ντόνατς 5-5;»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γλοιώδης απόδοση του αγγλικουρέζικου όρου superstar που αναφέρεται σε ένα πρόσωπο στο οποίο η δραστηριοποίηση στους τομείς λ.χ της ζώου μπίζνας ή του αθλητισμού, προσφέρει μεγάλη αναγνωρισιμότητα.

« Η πανσυμπαντική πρεμιέρα της ταινίας του Τζουζέπε Λουγκρατόρε »Bésame Βutzo« στελεχώθηκε από πολυάριθμους υπεραστέρες των καλών τεχνών όπως τον Schaquis Roewas και την Effie Θώδη»

Από το περιοδικό «Ιλ Πουστίνο» - 2007, τεύχος 69

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία