Από το ανγκλέζικο spot.

Καταδεικνύει ένα στόχο που τον έχομε σποτάρει, δηλαδή σημαδέψει.

Του σποτάρησε με τον δείκτη της την είσοδο της τρύπας της και αυτός όρμησε να χαρεί... (μα τι μαλάκας, θεέ μου)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με το ανωτέρω που βασίζεται στο «με το νι και με το σίγμα», δηλαδή «πέστα μου τα πάντα όλα», «πέστα με λεπτομέρεια».

Έτσι, και το «θα κάνω την εργασία» ή και «θα έρθω» στο πι και φι, δηλαδή σε χρόνο dt, αν παντρευτεί με το «με το νι και με το σίγμα» γίνεται «με το πι και το φι»και έτσι μετατρέπεται σε πέστα όλα και γρήγορα.

(Ντριν ντριν ντριν - ήχος τηλεφώνου από το παρελθόν - ντριν ντριν ντριν):
-Έλα, ποιος... α εσύ είσαι Μαριάνα... τί; τί είπες;;; Έλα μωρή τώρα για καφέ και θα μου τα πεις με το πι και το φι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα λέει μια παλιά σοφή παροιμία και να σας εξηγήσω τι εννοεί:

Ότι, εάν δεν κοπιάσεις να αποκτήσεις κάποιο αγαθό στην ζωή σου τότε είναι καταδικασμένο να το χάσεις αυτό το αγαθό. Προφανώς, δεν πρόκειται να το εκτιμήσεις επειδή δεν κόπιασες για την απόκτησή του και έτσι δεν το αξιολογείς με την σωστή του τιμή.

- Ωραίο το σπίτι σου, φίλε μου.
- Ναι μωρέ, καλό είναι.
- Τι καλό είναι, μου τσαμπούνας, τα έχει όλα μέχρι και πισίνα εκτός τα 6 δωμάτια και είναι και στο Σούνιο με θέα στον Ατλαντικό.
- Έλα ρε, καλό είναι αλλά θα το πουλήσω, το κληρονόμησα από τον θείο στο Chicago.
- Και ποσό σκέπτεσαι να το δώσεις ;;;
- Καμία κατοστή χιλιάρικα. - Φιλαράκι, αν σοβαρολογείς το παίρνω εγώ.
- Έγινε, αύριο πάμε για τα χαρτιά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προαισθάνομαι, διαισθάνομαι κάτι:

  1. Ψυχανεμίζουνταν τι την ήθελε ο Μανολιός.
  2. Με την καρδιά βαριά κι ο Αμφίνομος, την κεφαλή σκυμμένη, πίσω γυρνάει ψυχανεμίζουνταν μαθές το χαλασμό του.
  3. Υποψιάζομαι κάτι, μυρίζομαι.
  4. Ψυχανεμίζομαι εκλογές.

Εκ των ψυχή και άνεμος.

Έτσι μου έρχεται μια σπερματίλα στα ρουθούνια μου όταν πάω να την φιλήσω... Ψυχανεμίζομαι ότι έχει πιπώσει κάποιον πριν από μένα.

βλ. και αραχνοαίσθηση

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπάρμπας ή και μπαρμπάδι είναι ο θείος (βλ. έχω μπάρμπα στην Κορώνη), άσχετα αν η λέξη μας φέρνει στον νου μια φωτογραφία ενός σοβαρού ανδρός, μυστακοφόρου και κάπως ομιχλώδους (ας μη γελιόμαστε, έτσι θυμάμαι τον μπάρμπα μου εγώ).

Ένας μπάρμπας λοιπόν, είναι μιας κάποιας ηλικίας και δεν τα καταφέρνει όπως οι νεαροί -είναι ένα από τα γνωρίσματα ενός ηλικιωμένου το να είναι αργός. Δεν παύει όμως, ακολουθώντας τον κανόνα της ζωής που λέει «ποτέ δεν κερδίζεις χωρείς να χάσεις» (και το αντίθετο), να έχει κάποια προτερήματα έναντι των νεαρών ανδρών, όπως:

στριφτό μουστάκι βαριά φωνή
μαγκιά
γνωριμίες σε πάνω και κάτω
τρόπους
και πάνω από όλα εκπαιδευμένη ΨΩΛΑΡΑ

Από εδώ η γυναίκα μου και από εδώ το αισθη.. εεεε ο μπάρμπας μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Full of juice ready to use η αλλιώς διώξιμο των χοντραδιών.

Συμβαίνει όταν έχει συγκεντρωθεί αρκετό σπερματικό υγρό και θέλει κάπου να πάει. Το πού – χμμμ! -- τη σήμερον ημέρα δεν ξέρω. Με παζολιάρη η σημερινή νεολαία, τι στα κομμάτια, δεν γαμούν;

- Άντε Δημητράκη θα πάμε μπουρδελότσαρκα, τυχερούλη!

- Ναι, ναι να πάμε, I am full of juice ready to use, κολλητέ μου! (προσέξατε αγγλικούρα ο Μητσάκος ε ;)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μετά το πτυχίο ένας φοιτητής πάει για μεταπτυχιακό στην ξενιτιά και καμιά φορά μπορεί και να μείνει εκεί για βιοποριστικούς λόγους.

Στην slang χρησιμοποιείται από την σύζυγο, όταν λέει ότι οι γκομενοδουλειές του συζύγου της και καλά δεν την πειράζουν, μιας και γυρνά σε αυτήν πάλι πιο ανανεωμένος. Αυτά τα συζητά με τις φίλες της που την έχουν σακουλευτεί την βρομοδουλειά του συζύγου.

Το μέγα πρόβλημα για την σύζυγο είναι ότι ρισκάρει να «αλλάξει πτυχίο» ο σύζυγος.

- Άστον να πηγαίνει οπού θέλει να κάνει το μεταπτυχιακό του, το κάθαρμα, μια που γυρίζει χαρούμενος και ανανεωμένος πίσω...
- Καλά μωρή δεν φοβάσαι μην στον πάρει καμιά;
- Μπααα τον έχω δεμένο, του έχω κάνει μάγια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που λέγεται, όταν θέλουμε να πούμε πως κάποιος είναι βλάκας, ανόητος, κουτός. «Είναι ντιπ για ντιπ ζωντόβολο».

Ζωντόβολο λέγεται το κατοικίδιο τετράποδο και πιο πολύ το γαϊδούρι.

Λοχιας προς στραβάδια (εδώ που τα λέμε βλαχουλοχίας ουρέ):

Εν - δύου, εν - δυο, εν στ' αριστερόου, δεξιάπ.
Δεξιάπ είπα, δεξιάπ ουρέ ζωντόβουλα κρεμίδ ουρέ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι η μια εκτόξευση δακρυγόνων σε διαδηλώσεις από τα ΜΑΤ.

Όταν λέμε μια, εννοούμε μια «φσσστ».

Τα δακρυγόνα τα λένε και χημικά.

Πάντως θυμάμαι το '74 δεν είχαν αυτά τα δακρυγόνα, είχαν κάτι άλλα σαν κουτάκια αναψυκτικού, αλλά λίγο πιο μεγάλα και με μηχανισμό πυροκροτητή χειροβομβίδας.

- Τι θα κάνουμε με τους δημοσιογράφους κύριε υπαστυνόμε, ήρθαν πολύ κοντά στην πύλη του χώρου της Ακρόπολης.
- Ρίχ' τους ρε μια φυσουνιά, να αραιώσουν λίγο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έπεσε ακρίδα και τα έφαγε όλα.

Αναφέρεται στον ή στην παρέα λιμασμένων ανθρώπων που τα τρώνε όλα με βουλιμία .

Παρομοιάζουμε με τα σμήνη της ακρίδας που λυμαίνονται την χλωρίδα μιας περιοχής.

7.30 πμ, σε ξενοδοχείο μετά το πληρωμένο πρωινό που έφαγαν οι έλληνος τουρίστας:
- Μαριγούλα, έφυγε το σμήνος με τις ακρίδες, ξαναγέμισε τον μπουφέ γιατί τα τσανάκια δεν φάγανε μόνο.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία