Είναι μια έκφραση που χρησιμοποιείται ως απάντηση σε κάποιον πρήχτη για ερωτήσεις που σχετίζονται με το φαγητό: «γιατί είναι έτσι; τι έχει μέσα;« κλπ.

- Ποπο ρε μάνα τι χάλια φαγητό έφτιαξες πάλι, τι έχει μέσα;
- Αυγό σκατό και λεμόνι. Σκάσε και φάε.

(από tribeklis, 24/02/11)προσπάθησα τη συνταγή... (από Τσακ εις την μέσην, 24/02/11)

Δες και γειώσεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γαλιάντρα είναι φράση παλαιάς κοπής. Είναι ένα πουλί το οποίο κελαηδάει συχνά, γι' αυτό γαλιάντρα αποκαλούμε την γυναίκα η οποία μιλάει πολύ. Ενίοτε χρησιμοποιείται και με τη έννοια της γόησσας.

  1. Βούλωσέ το επιτέλους μωρή γαλιάντρα, με έπρηξες, θα σε πάω διακοπές φέτος, τώρα σβερκώσου κάτω.

  2. Έλα βάλε pro να σε σκίσω τώρα που πήγαν για καφέ οι γαλιάντρες, θα αρχίσουν την πάρλα, αύριο θα τελειώσουν.

  3. Ακούς η παλιογαλιάντρα, μου ξεμυάλισε τον γιόκα μου και τώρα θέλει να φύγει από το σπίτι.

(από tribeklis, 10/08/11)(από tribeklis, 10/08/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσφώνηση για τους Ιαπωνοκινεζοκορεάτες και γενικώς για παρόμοιους Ασιάτες. Ο χαρακτηρισμός οφείλεται στην κόμμωσή τους που θυμίζει κρεμμύδι και στο γεγονός ότι οι περισσότεροι απ' αυτούς είναι αδύνατοι και ξερακιανοί σαν απόστολοι (Παύλος).

  1. - Πάλι κρεμμυδόπαυλους γέμισε η Ακρόπολη και όλοι τους με μια μηχανή στα χέρια, δεν βαριούνται;
    - Όχι ρε, είχαν και στην πατρίδα τους Ακρόπολη; Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες αυτοί τρώγαν ωμά ψάρια...

  2. Άσε με ρε, έχω δουλειά, πάω να παίξω tekken με έναν κρεμμυδόπαυλο στο ίντερνετ. Θα πάρω Jin θα τον θάψω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σκούρκος είναι ένα έντομο τύπου μέλισσας, πιο μεγάλο, που κάνει πολύ θόρυβο όταν πετάει και είναι ενοχλητικό. Έτσι λέμε κυρίως τα μικρά παιδιά που είναι πολύ ενεργητικά, κάνουν φασαρία, τρέχουν πάνω κάτω, φωνάζουν κλπ.

Αντί για το σκούρκος χρησιμοποιείται και το σερσέγκι, έντομο παρόμοιας φύσης.

  1. Ησύχασε ρε σκούρκο, όλη την ώρα κγρ κγρ κγρ πάνω απ το κεφάλι μου, δεν κουράστηκες; Παλουκώσου χάμου!

  2. Πω πω, στη Νίτσα ήμουν τώρα, με ζάλισε ο μικρός, σερσέγκι κανονικό, στασό δεν είχε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι το πέσιμο που ως κατάληξη έχει την πτώση με τον κώλο απο γλίστρημα ή απο ζαλάδα, βλ. σαβούρδα, σαβούρτα, σαβούρντα.

Άσε, ρίχνει ενα σουτ ο Μήτσος, με παίρνει στο κεφάλι, μου ήρθε ο ουρανός κολοκύθα και τουρλοκωλιάστηκα χάμου.

από το «τουρλώνω» και «κώλος»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χλίμπι χλίμπι είναι η βρώμα η μπίχλα που εμφανίζεται ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών, κυρίως μετά από αρκετό καιρό απλυσιάς και παραμονής σε κλειστά παπούτσια. Συνήθως έχει ένα γκριζομαύρο χρώμα και μια χαρακτηριστική «ξινή» οσμή.

Από τραγούδι των Ημισκουμπρίων «Πάμε όλοι μαζί σε μια παραλία»:

«ΟΧΙ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΟΧΙ ΣΕΞ ΟΧI ΚΑΠΟΤΕΣ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΚΙ ΑΚΤΕΣ. ΠΑΛΙΟ ΤΥΡΟΒΡΟΜΙΚΟΥΛΟΙ. ΜΕ ΤΑ ΧΛΙΜΠΙ ΧΛΙΜΠΙ ΣΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΤΩΝ ΠΟΔΙΩΝΕ».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία