Λίστα στην οποία δεν πρέπει να μπούμε πάση θυσία!

– Μου φαίνεται ότι η Μαιρούλα σε έβαλε στην black list.
– Μωρέ στην black list ας με έβαλε, στη βλακ λιστ μη με βάλει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση είναι πολύ παλιά. Την πρώτη αναφορά για την φράση «Δεν δίνω δυάρα», την βρήκα σε ένα ρεμπέτικο του 1923 της λεγομένης Αμερικανικής περιόδου.

Η δυάρα ήταν υποδιαίρεση της δραχμής (100 λεπτά), δύο λεπτά δηλαδή. Και την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν και μονόλεπτα ακόμα. Επειδή η αξία δύο λεπτών ήταν πολύ μικρή, δεν ένοιαζε σχεδόν κανέναν η απώλεια μιας δυάρας.

Έτσι η φράση σημαίνει την απαξίωση ενός πράγματος σε επίπεδο κάτω από την αξία της δυάρας. Γι' αυτό και δεν χαραμίζεις ούτε καν μία δυάρα γι' αυτό.

Επίσης σημαίνει και την παντελή αδιαφορία για κάποια κατάσταση.

Με την πάροδο των χρόνων, τα μονόλεπτα και τα δίλεπτα βγήκαν από την κυκλοφορία και παρέμειναν τα πεντάλεπτα (οι πεντάρες) και τα δεκάλεπτα (οι δεκάρες). Αντίστοιχα και η φράση «ανέβηκε» νομισματικά σε δεκάρα.

Η επίταση «τσακιστή» δείχνει ακόμα μεγαλύτερη απαξίωση και αδιαφορία, αφού δεν θυσιάζεις ούτε καν μια στραβωμένη δυάρα ή δεκάρα, που δεν την εδέχοντο ούτε τα περίπτερα.

Σημ. Το λήμμα το ανέβασε στο ΔΠ ο Hank.

  1. Από το ρεμπέτικο «άζμα» για την Παπαγκίκα.

«Έχω μανία να ανεβαίνω στα ωτό μα η τρέλα μου είναι το τιμόνι να κρατώ έτσι μ' αρέσει να γλεντάω τη ζωή δεν δίνω δυάρα ο κοσμάκης τι θα πει.»

  1. - Καλό το ποδήλατο του Γιώργου;
    - Μωρέ δεν δίνω δεκάρα τσακιστή για δαύτο.

Διάρα (από Vrastaman, 27/03/09)Δεκάρα (από Vrastaman, 27/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάπου είδα ότι ζητάμε την σημασία αυτής της φράσης.

Η προστακτική αυτή έχει τις ρίζες τις στον ομώνυμο δίσκο του Χάρρυ Κλυνν, που κυκλοφόρησε το 1979.

Στον δίσκο αυτό και στο ομώνυμο σατυρικό «σκετς», ο Κλυνν διακωμωδεί τον «παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο», ο οποίος είχε ήδη αρχίσει να βάζει την υπογραφή του στο κοινωνικό γίγνεσθαι της μεταπολίτευσης.

Ολόκληρος ο μονόλογος έχει ως εξής (αν είναι μεγάλος κόψ' τε κάτι):

«Φίλοι,συμπατριώτες πολίτες. Είμαι ο συνάνθρωπος σας...είμαι ΕΓΩ!

Εγώ τρέχω και σπρώχνω κι αγωνίζομαι για να μπω πρώτος στο λεωφορείο όταν οι άλλοι περιμένουν στην ουρά. Αυτοί είναι κορόιδα, εγώ είμαι ο έξυπνος.
Δοξάστε με!

Εγώ περνάω με κόκκινο παλικαρίσια. Ας φυλαχτούν οι άλλοι, οι δειλοί. Εγώ είμαι λεβέντης, αντέχω! Δοξάστε με!

Εγώ κράτησα το κεφάλι μου χαμηλά όταν ξεσηκωνόντουσαν οι άλλοι. Εγώ είπα: «Δεν είναι εποχή για ηρωισμούς». Το είδα έξυπνα το πράγμα! Δοξάστε με!

Εγώ σκέφτομαι πριν από σας για σας. Εγώ καίω τα δάση για να μπορέσετε να αγοράσετε οικόπεδο. Να χτίσετε κι εσείς το σπιτάκι σας να βολευτείτε. Δοξάστε με!

Εγώ δεν άφησα να καταστραφούν τα σάπια κρέατα, αλλά τα πούλησα για να μπορείτε να τα φάτε σιτεμένα. Δοξάστε με!

Εγώ, κι αν έκλεψα, κι αν αδίκησα, κι αν έγινα αιτία να πεθάνουν άλλοι, ανθρώπινα τα λάθη. Εξομολογήθηκα όμως. Πήρα συγχώρεση. Είμαι ήσυχος με την συνείδησή μου. Δοξάστε με!

Εγώ και φτύνω κάτω και πετάω σκουπίδια στον δρόμο! Εεεεε είμαι απελευθερωμένος. Δοξάστε με!

Ποτέ μου... ποτέ μα ποτέ δεν ζήλεψα τον ξένο πλούτο αν δεν ήταν πιο πολύς απ τον δικό μου.

Ποτέ δεν άρπαξα από κάποιον που μ' έβλεπε.

Ποτέ δεν είπα ψέματα όταν η αλήθεια δεν μου έκανε κακό.

Ποτέ δεν επιθύμησα την γυναίκα του πλησίον μου, αν δεν ήταν ωραιότερη από την δική μου!

Δοξάστε με!

Είμαι ο συνάνθρωπός σας. Είμαι ο μέσος εσείς! Είμαι....ώριμος

ΔΟΞΑΣΤΕ ΜΕ!!!».

Ε, δοξάστε με ντε!

(από vip, 18/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απλά ξημερώνει.

Πλασμένη από μικρό παιδί!

-Άντε, σήκω και ξενυχτώνει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ναυτικός ορισμός του πούστη.

Η ετυμολογία της φράσης είναι η ίδια με αυτήν που δίνεται στην φράση το μπατάρισε στο ντήζελ.

- Τί γνώμη έχεις για τον Μάνο;
- Καίει ντήζελ του σκοτωμού!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ειδικής κατηγορίας μαλακία ... τεχνικής φύσεως.

Απλώνεις στο τραπέζι στραγάλια, κατά προτίμησιν αφράτα. Κατόπιν αλείφεις την παλάμη σου (δεξιά ή αριστερή δεν έχει σημασία), με μέλι και την περνάς πάνω από τα στραγάλια. Οπότε έχεις ένα ανοιχτού τύπου ρουλεμάν για να επιτελέσεις το έργον με τις ελάχιστες τριβές.

Λέγεται για κάποιον «έξτρα» μαλάκα, γι' αυτόν που υπερβαίνει τον απλό χαρακτηρισμό του μαλάκα.

- Ρε συ ο Μητσάρας μου φαίνεται ξύπνιος λέμε.
- Τι ξύπνιος ρε; Αυτός έχει εφεύρει τη μαλακία ρουλεμάν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το «κάτι άλλο», το «επί πλέον» στο παίξιμο μουσικού οργάνου, κυρίως του τρίχορδου μπουζουκιού, αλλά όχι μόνον.

Ρεμπέτικη μουσική ιδιωματική λέξη της οποίας ως πατήρ φέρεται ο Μάρκος Βαμβακάρης. Κατάγεται από το ταξίμι, τα περισσότερα των οποίων ξεκινούν με ένα κοφτό παίξιμο 4 νοτών, ηχομημιτικά «νταρουνταντράμ», σαν να λένε «προσοχή», «ησυχία».

Αν λοιπόν η συνέχεια δεν είναι η αναμενόμενη, το παίξιμο δεν σε «γονατίζει», δεν σε «λιγώνει» και δεν σε ταξιδεύει, τότε δεν το έχεις το νταρουνταντράμ. Δεν έχεις αυτό το κάτι άλλο, που θα καθηλώσει το ακροατήριο. Είσαι ένας, μπορεί και πολύ καλός, «απλός» οργανοπαίκτης. Διότι δεν αναφέρεται στην δεξιοτεχνία, αλλά στο αν καταφέρνεις να μιλήσεις με την ψυχή του οργάνου.

Η λέξη βγήκε και έξω από τα ρεμπέτικα μουσικά τείχη, όχι όμως σαν οργανοπαικτική αξιολόγηση, αλλά σαν χαρακτηρισμός της ικανότητας που έχει ή δεν έχει κάποιος, σε σχέση με αυτό που καταπιάνεται.

Από την δεκαετία 1960 και μετά, η λέξη ξεχάστηκε και δεν χρησιμοποιείται πλέον.

-Μάρκο τι λές για τον Νώντα και το μουζουκάκι του;
-Καλός είναι, αλλά δεν το έχει το νταρουνταντράμ μωρ' αδερφάκι μου.

-Έμαθα πήρες τον Νικόλα στην δούλεψή σου. Πως τον κόβεις;
-Φίνος είναι και θα πάει μπροστά. Το έχει το νταρουνταντράμ.

(από Βασίλης-7, 30/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιός ορισμός της δυσχερούς καταστάσεως. «Βρίσκομαι σε δύσκολη θέση».

[i]Η προέλευση της φράσης[/i]

Την εποχή της καθόδου των Φράγκων, την Ακροκόρινθο διοικούσε ο Λέων Σγουρός. Το 1207 οι Φράγκοι άρχισαν μια πολιορκία που κράτησε μέχρι το 1210. Οι πολιορκούμενοι αντιστάθηκαν ηρωικά παρ' όλες τις αντίξοες συνθήκες. Η γυναίκα του Σγουρού ήταν κόρη του αυτοκράτορα Αλέξιου του Γ΄και ο λαός την έλεγε «Αλέξαινα». Η Αλέξαινα λοιπόν, για να βοηθήσει τον άντρα της, έχτισε με δικά της χρήματα μερικές πολεμίστρες (στην Ακροκόρινθο), που ο λαός τις ονόμαζε «κομβίες», από το γαλλικό «κομπά», που σημαίνει αγώνας και μάχη. Οι Φράγκοι παρ' όλες τις προσπάθειες δεν κατάφερναν να καταλάβουν το φρούριο. Και οι Έλληνες έλεγαν, ότι «οι κομβίες της Αλέξαινας αντέχουν ακόμα».

Η φράση με τον καιρό κατέληξε να γίνει τα κουμπιά της Αλέξαινας και την λέμε συνήθως, όταν βρισκόμαστε σε κάποια δυσχέρεια.

ΥΓ. Δεν μπόρεσα να διασταυρώσω την καταγωγή της φράσης.

  1. - Τί έγινε ρε Βασίλη, χρωστάς πολλά μαθήματα;
    - Όχι, μόνον επιστημονικό και διακριτά μαθηματικά ΙΙ, αλλά αυτά είναι τα κουμπιά της Αλέξαινας.

  2. - Τελειώνεις το χτίσιμο ρε Τάκη;
    - Τί να τελειώσει; Τώρα αρχίζουν τα κουμπιά της Αλέξαινας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτό που υφίστασαι από το μπίρι-μπίρι, ειδικά όταν δεν το θέλεις.

Έκφραση που την χρησιμοποιούσαν παλαιότερα, αλλά μάλλον περιέπεσε σε αχρηστία.

Οπότε γανώνω = μπιριμπιρίζω και γανωτής = ο μπιριμπιριτζής

Από το αρχαίο ρήμα γανόω = γυαλίζω χάλκινα αντικείμενα. Η επικασσιτέρωση κυρίως των σκευών που σχετίζονται με την παρασκευή φαγητού.

  1. - Μας βρήκε εύκαιρους ο Κώστας και μας άρχισε στο γάνωμα.

  2. - Τί σου έλεγε τόση ώρα ο Μπάμπης ρε συ;
    -Τί να μου έλεγε; με γάνωσε ο πούστης!

  3. - Έχει λέγειν ο Δημητράκης έτσι;
    -Τί λέγειν ρε; μέγας γανωτής είναι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το αρσενικό ισοδύναμο και το alter ego του ψωλοδιώχτη. Ο που τον έχει, θέλει και δεν μπορεί. Έχει κάτι που διώχνει από παστάκι μέχρι γριέντζω.

Βρε δεν πα να πέσει σε μουνοθύελλα ή και σε μουνόλακκο ακόμα, τα αντίστοιχα πουτσορανταροκύτταρα στον εγκέφαλο των θηλυκών βαράνε κόκκινο συναγερμό άμα τη εμφανίσει του.

Εντάξει, αν είσαι μπίχλας ή μπιχλάντεν τον έχεις απ' τα αποδυτήρια. Αν πάλι βγάλεις τη φήμη του φαρμακόπουτσου, τότε σίγουρα βάζεις μουνοδιώχτη στον πούτσο σου.

Αλλά εδώ λέμε ότι μπορεί και να έχεις στήσει όλες τις γκομενοπαγίδες, και να μην πέφτει καμιά μέσα, ούτε καν μια πατσούρα, λόγω αυτού του κάτι, του αόρατου μουνοδιώχτη.

«Τι 'ν' αυτό που το λεν μουνοδιώχτη, τι 'ν' αυτό;»

  1. -Ε ρεεεε... πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα! Τι στον πούτσο; Τον μουνοδιώχτη έχουμε;

  2. - Μπιρμπίλη μου, για αγάμητο σε κόβω τελευταία!
    - Γάμησέ τα κι άφησέ τα Ντερβίση μου. Πρέπει να απέκτησα μουνοδιώχτη και δεν ξέρω πως.

  3. - Βρε μαλάκα μπιχλάντεν, άντε κάνε κάνα μπάνιο να φύγουν τα δέκα κιλά μουνοδιώχτη που έχουν πετσιάσει πάνω σου.

Συνώνυμο: γκομενοδιώχτης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία