Ο γέρος, ο ηλικιωμένος, το χούφταλο, το ραμολιμέντο, ο χαρχάλης, ο υπέργηρος, το σαράβαλο, ο κωλόγερος.

Τουλάχιστον μπαμπαδισμός αν όχι... μπαμπαλισμός.

Η έκφραση, αναλόγως των περιστάσεων, χρησιμοποιείται με περιπαικτική διάθεση, κατανόηση και συμπάθεια, αντικαθιστώντας ή αποφεύγοντας βαρύτερους συνώνυμους χαρακτηρισμούς, αλλά και απαξιωτικά ή υβριστικά, είτε για άτομα περασμένης, τρίτης ηλικίας είτε για άτομα πάσης ηλικίας που εκφράζουν όμως, λόγω και έργω, άπιαστες, ανεπίτευκτες ανησυχίες και προσδοκίες νεώτερης ηλικίας.

Οι 20άρες φίλες στον 35άρη κορτάκια:
- Άντε βρε γερομπαμπαλή, που θέλεις και πιπίνια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

-Προχθές βρεθήκαμε με κάτι παλιούς φίλους και πήγαμε για κρασί. Μέσα σε δυο ώρες είχαμε γίνει ντάμπετερ.

Σημαίνει τελείως, εντελώς, πέρα ως πέρα, στα άκρα, στο τέρμα, δεν πάει άλλο, δε σηκώνει περισσότερο, έχει λήξει, δεν χωράει άλλο, δεν παίρνει άλλο, δεν πάει παρά πέρα κλπ Λέγεται και ντάμπιτερ η και νταμπιτέρ. Απο το τούρκικο “da biter” που σημαίνει τέλος, άκρη τελειώνω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ενεργώ με τρόπο πλάγιο, ανορθόδοξο, παρακαμπτήριο, ημινόμιμο, ψιλοπαράνομο, ή και παράνομο, σαλτοπηδηχτό, καουμπόικο κλπ.

Πιθανότατα ο όρος έχει διαμορφωθεί από τις παλιές καλές Γαλλικές ταινίες με Φαντομά, Λουί Ντε Φινές, Μπουρβίλ, Μπελμοντό κλπ.

- Ρε συ, πού πας; Απαγορεύεται η αναστροφή.
- Σώπα. Θα την κάνουμε α λα γαλλικά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απόψε Χάρος Έρχεται Παίρνει Ασθενείς.

Παράφραση των αρχικών του γνωστού (και πολύ καλού κατά τα άλλα) Νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ Θεσσαλονίκης που, έμμεσα και σκωπτικά, αντικατοπτρίζει το κοινό περί Δημόσιας Νοσοκομειακής Περίθαλψης αίσθημα του λαού και καυτηριάζει την γενικότερη και διαχρονική ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα του συστήματος προστασίας της δημόσιας υγείας της χώρας.

Από το γνήσιο AHEPA: American Hellenic Educational Progressive Association δηλαδή Αμερικανικός Ελληνικός Εκπαιδευτικός Προοδευτικός Σύνδεσμος.

Στηn παρέα με Θεσσαλονικιούς:
Α: -Ρε συ, ξέρεις τι σημαίνουν τα αρχικά ΑΧΕΠΑ;
Β: -Πού να ξέρω, του Δημοτικού είμαι.
Α: -Απόψε Χάρος έρχεται παίρνει ασθενείς.
Β: -Α να χαθείς ρε. Πού πας και τα βρίσκεις...

(από iwn, 18/11/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εννοούμε συνήθως το πολύχρωμο, το εμπριμέ ύφασμα.

Από το τούρκικο alaca, που σημαίνει πολύχρωμο, παρδαλό.

- Πήγα κι αγόρασα έναν αλατζά, για να ράψω φουστάνι.

(από iwn, 23/10/10)Μπάμπης Αλατζάς (από GATZMAN, 23/10/10)Νίκος Πουλαντζάς, τάραξε τους κύκλους τις μόδας (από Vrastaman, 24/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει φύγε, ουστ, τζάζω, ξεκουμπίδια, την κάνω με ελαφρά πηδηματάκια κλπ.

Από το γαλλικό allez-vous en που σημαίνει το ίδιο.

Μάγκες, μπήκε ελεγκτής στο λεωφορείο, ώρα να τη κάνουμε αλεβουζάν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση συνώνυμη με το μπερδεύω την Πούτση με την Βούρτση.

Καντηλανάφτης: ο νεωκόρος του Ιερού Ναού, επιφορτισμένος με την έναυση (άναμμα) των κανδηλιών κλπ.

- Και γιατί τόσο ακριβό εισιτήριο εκεί, παρακαλώ;
- Α, όλα κι όλα, άλλη η δουλειά του ναύτη κι άλλη του καντηλανάφτη.

(από GATZMAN, 31/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γοητεία.

Από το τούρκικο al beni= πάρε με.

- Πολύ αρχοντομούνα η τύπισσα, έχει το αλμπενί της.

(από iwn, 04/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά σημαίνει χωρίς ναύλο, δηλαδή χωρίς εισιτήριο.

Στις μεταφορές ισχύει γενικότερα το ότι εάν η επιστροφή γίνει αμέσως μετά την άφιξη (για διάφορους ιδιωτικούς λόγους του επιβάτη), τότε αυτή γίνεται χωρίς υποχρέωση καταβολής αντίτιμου νέου εισιτηρίου (ναύλου), δηλαδή άναυλα.

Μεταφορικά σημαίνει ότι αναχωρήσαμε βιαστικά, άρον άρον, αμέσως, χωρίς να το διασκεδάσουμε καθόλου.

  1. Πήγαμε εκδρομή με το αυτοκίνητο στο βουνό, αλλά με το που φτάσαμε έπιασε μια δυνατή βροχή και επιστρέψαμε άναυλα.

  2. Παιδιά, θα πάμε επίσκεψη στη θεία στο χωριό, αλλά εάν δεν καθίσετε φρόνιμα θα επιστρέψουμε άναυλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός μιας κατάστασης έκρυθμης, η μάχης, η καυγά, αλλιώς η αναταραχή, η αναμπουμπούλα, ο πανικός, η σύγχυση, η φασαρία με φωνές, ποδοβολητά, κραυγές, οιμωγές.

Μέσ στον πανικό και την αντάρα δεν πήρα χαμπάρι για πότε μου ξάφρισε κάποιος το πορτοφόλι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε