Η έκφραση, (όταν δεν αναφέρεται σε πασχαλιάτικα αυγά, αυτοκίνητα η κεφάλια), σημαίνει ότι χαλάω τη σχέση μου με κάποιο άτομο, ψυχραίνομαι μαζί του, είμαστε σε διαφωνία, είμαστε τσακωμένοι, δεν μιλιόμαστε, είμαστε ψυχραμένοι, δεν θέλουμε να δούμε ο ένας τον άλλον, γινόμαστε εχθροί, αποξενώνομαι με κάποιον και πάει λέγοντας. Λέγεται και "τα τσουγκρίζω".

-Πηγαίνανε πολύ καλά οι δυο τους, αλλά εδώ κι έναν μήνα τα τζούγκρισαν και δεν μιλιούνται μεταξύ τους.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Δηλαδή «τη γάμησα». Tγάμσαμι = «το γαμήσαμε». Άλλη μια έκφραση του ... βουνού και της στάνης, που όμως απαντάται και σε σαλόνια.

Bλ. και ζγκατάψυξ, γκζέντσα.

Αμάν, τγάμσαμι τη μάνα.

(από iwn, 24/11/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ντραμίστας ή ντράμερ, drummer. Ο μουσικός που παίζει τα κρουστά σε ένα τυπικό ελληνικό παραδοσιακό λαϊκό ή δημοτικό μουσικό συγκρότημα. Προφανώς από το Jazz Band.

O όρος εμπεριέχει περιπαικτική διάθεση μιας και δημιουργήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν, από λαϊκούς μουσικούς για να προσδιορίσει τους συναδέλφους τους μουσικούς, εκτελεστές των κρουστών, με δεδομένη την καχυποψία και ειρωνική διάθεση προς την ξενόφερτη τότε μουσική rock jazz latin pop κλπ και τους έλληνες θιασώτες της μουσικούς.

Συχνά ο τζαζμπανίστας ήταν ντραμίστας με ανησυχίες διεθνούς μουσικής καριέρας που ... κατέληγε σε λαϊκό ή δημοτικό συγκρότημα για βιοπορισμό.

Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι ... τζαζμπανίστες που έπαιξαν σε πάρα πολλές παλιές λαϊκές ελληνικές επιτυχίες, και τους απολαμβάνουμε στα τραγούδια μέχρι σήμερα, είναι ανεπανάληπτοι.

Επίσης το σύνολο των κρουστών μουσικών οργάνων (ντραμς, τύμπανα, πιατίνια κλπ) που στήνονταν στο «λαϊκό» πάλκο αναφέρεται και ως (η) τζαζ.

Μήτσο για το πανηγύρι στο χωριό μεθαύριο, θα πάρουμε για τζαζμπανίστα τον Γιώργο, που έχει και το αγροτικό τζιπάκι, για να μεταφέρουμε τη μικροφωνική, τους ενισχυτές και τη τζαζ.

(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)

Βλέπε και ντηλέυ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση στα σινάφια των μουσικών και τραγουδιστών.

Σημαίνει έχω μελετημένο, προβαρισμένο λεπτομερειακά ένα συγκεκριμένο μουσικό κομμάτι ή τραγούδι, και γνωρίζω επαρκώς να το εκτελέσω, να το ερμηνεύσω, ή και να το διδάξω, κατά κανόνα (όχι υποχρεωτικά) από μνήμης. Συνεπώς υπάρχει η δυνατότητα να εκτελεστεί δημοσίως.

Η έκφραση αφορά κυρίως πολύ πρόσφατα μουσικά κομμάτια, πρόσφατες μουσικές επιτυχίες (σουξέ), ενώ για τα παλαιότερα χρησιμοποιούνται οι απλούστερες εκφράσεις, τό 'χω ή «δεν τό 'χω».

Πρόβα σε σκυλάδικο Τρικάλων.
Ο μπουζουξής στην αοιδό:
- Μαρίτσα, τό 'χεις περασμένο το καινούργιο σουξεδάκι της Βανδή, να το πούμε απόψε;
Η αοιδός:
- Τό 'χω ψιλοπερασμένο. Θα μου το περάσεις στον τόνο μου;
Ο μπουζουξής:
- Να σου το περάσω. Πάμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση χρησιμοποιείται ως άμεση και αποστομωτική απάντηση σε κάποιον που μετέρχεται ήδη γνωστές και πεπαλαιωμένες μεθόδους, τακτικές ή εκφράσεις, ή συνηθέστατα πονηριές ή παγίδες, των οποίων ο απευθυνόμενος ήδη είναι βαθύς και παλαιός γνώστης, ενώ συγχρόνως του εκφράζει έμμεσα την απαξίωση και την ειρωνεία του για το πρόσωπό του, απαιτώντας και επιβάλλοντας σεβασμό.

Συνώνυμη έκφραση: φαίνομαι για Αμερικανάκι;

- Αγαπητέ κύριε, νομίζω ότι 500 ευρώ είναι πάρα πολύ ικανοποιητικά χρήματα για να ολοκληρώσετε αυτή την εργασία.
- Άσε ρε φίλε γιατί, το βιβλίο που διάβασες, εγώ το 'γραψα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλλιώς η γερμανική, η αγγλική γλώσσα, κλπ.

  1. - Το μιλάς το εγγλέζικο;
    - Τσατ πατ, κάτι πιάνω.

  2. Στη Ρόδο:
    - Άσε τις γκόμενες επάνω μου, τό 'χω το γαλλικό.

(από iwn, 19/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να επισημανθεί, να καταδειχθεί, με παραλληλισμό, η ακατανίκητη προσήλωση, το εξαιρετικό ενδιαφέρον, η προσκόλληση, αλλά και ο ερεθισμός, η ισχυρή διέγερση, η αφύπνιση κάποιου, ιδιαιτέρως σε κάτι η από κάτι πολύ συγκεκριμένο.

Είναι αποδεδειγμένο ότι το κόκκινο χρώμα προκαλεί μια ιδιαίτερη ψυχική και συναισθηματική ένταση στους περισσοτέρους ανθρώπους, πολλώ δε μάλλον εντονότερη στους ψυχασθενείς.

Για τον τρίτο της παρέας, λάτρη του υπερβολικού στήθους, που έχει καρφωθεί στο πληθωρικό ντεκολτέ της διπλανής:
Ο πρώτος: - Μην καρφώνεσαι έτσι, ρε μαλάκα.
Ο δεύτερος:
- Τι να σου κάνει ο άνθρωπος; Το μάτι του τρελού στο κόκκινο κολλάει.

το μάτι του τρελού στο κόκκινο κολλάει (από iwn, 11/12/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εναλλακτική, haute couture πρόταση-άποψη που απευθύνεται σε κάποιον που διερωτάται αγωνιωδώς και με πρόδηλη ανησυχία για την επιλογή της επιούσιας φορεσιάς του, προσφέροντάς του μιαν απολύτρωση και καταπραΰνοντας την ταραχή στην οποία έχει περιέλθει, ένεκα της ενδυματολογικής του απελπισίας.

- Αχ, καλέ Τάκη, δεν ξέρω τι να φορέσω απόψε.
- Βάλε το πετσί σου ανάποδα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση απευθύνεται σε μοσχαναθρεμμένους, δηλαδή σε άτομα χωρίς εμπειρία ζωής, χωρίς επίγνωση δυσκολιών, ασθενειών, φτώχειας και γενικότερα δύσκολων καταστάσεων.

Κατά κυριολεξία, το τομάρι ενός ζώου είναι ολόκληρο το δέρμα του, για το οποίο η επιστήμη της βιολογίας δεν έχει αποφανθεί τελεσίδικα για τις γνωστικές και γνωσιολογικές του ικανότητες.

Όμως το τομάρι ενός εκάστου, ως αδιάψευστος και αεί παρών μάρτυρας, γνωρίζει καλύτερα απ' οποιονδήποτε άλλο, καταγράφοντας σαν κρυφή κάμερα τις προσωπικές δυσκολίες και κακουχίες που έχει υποστεί και αντεπεξέλθει.

- Καλέ Βαγγέλη, είδες πώς αντέχει ο σκύλος χωρίς ρούχα, στη παγωνιά του χειμώνα;
- Χμ ...το τομάρι του το ξέρει.

(από iwn, 30/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αργόστροφος, ο χαζός, ο βλαξ, ο ηλίθιος, ο μωρός, ο αχμάκης, ο χαζούτσικος, ο βαρεμένος αλλά και ο πρηξαρχίδας, ο πρήχτης κλπ κλπ..

Η ηχομιμητική αυτή απαξιωτική έκφραση, προήλθε απο το γεγονός οτι η ορθή και πιστή εννοιολογική απόδοση των ανωτέρω χαρακτηρισμών δέον όπως συνοδεύεται απαραίτητα με σύντομη, διαδοχική, ελαφρά, διπλή (τουλάχιστον) επίκρουση της κροταφικής περιοχής της κεφαλής του εκφέροντος, με το άκρον της πρώτης φάλαγγας, του δείκτου της άκρας χειρός του.

1- Μη δίνεις και πολύ σημασία στα λεγόμενα του, είναι λίγο τοκ-τοκ, αφού.

  1. Αγανακτισμένος: Καλά, ε! Είσαι και πολύ τοκ-τοκ, ρε αδερφάκι μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία