Ο πεταχτός κώλος, ο κώλος που αψηφά την βαρύτητα, η καμπύλη του είναι ίδια με του μπουζουκιού. Συναντιέται κυρίως σε παραλίες ή σε εξόδους σε νυχτερινά κέντρα.

- Τι λε ρε παιδί μου, κοίτα τι περνάει απέναντι.
- Άσε ρε φίλε, μπουζουκόκωλος να σου βγάλει το μάτι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πάφλας λέγεται ο τσίγκος, ένα μεγάλο κομμάτι από τσίγκο που καλύπτει διάφορα μέρη από κατασκευές, μπαλώματα στα παλιά σπίτια, διότι φθηνό και βολικό.

— Έχεις κανένα κομμάτι πάφλα να καλύψω το γκαράζ γιατί γέμισε νερά;
— Φίλε ό,τι θες, μόνο κάρφωσέ το καλά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ορισμός του κουβά ο οποίος είναι κατασκευασμένος από μεγάλο δοχείο λαδιού (17kg νομίζω). Με την σωστή μετατροπή του μετάφεραν νερό.

  1. Έφαγα μια μπούγλα νερό στα μούτρα.

  2. Θα φας καμιά μπουγλιά! (=απειλή)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο βήχας που προέρχεται από έντονη σωματική δραστηριότητα (γέλιο, εκπνοή δυνατή κ.λπ.). Αδυναμία αναπνοής και πόνος στο λαιμό.

— Άντε ρε παππού φύσα δυνατά να κάνουμε την εξέταση.
— Δεν μπορώ παιδάκι μου, καρκώνομαι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάτι σαν να λέμε σήμερα ντουλάπα. Ο γίκος στα παλιά σπίτια ήταν το μέρος όπου στοιβάζονταν σε διάφορα μέρη, καθώς δεν υπήρχε χώρος, παπλώματα, κουβέρτες, βελέτζες κ.λ.π. η μια πάνω στην άλλη, και τα κάλυπταν με ένα σεντόνι. Χώρος αποθήκευσης.

  1. Χειμώνιασε, πρέπει να βγάλουμε τις βελέτζες από τον γίκο να πάρουν αέρα.

  2. Τράβα στον γίκο και κατέβασε τις κουβέρτες, άντε γιατί το βράδυ θα κρυώσουμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι κουράδες, σκατά του αλόγου, μεγάλες και βρωμερές. Συνήθως απαντώνται σε ιππικούς ομίλους ή σε πανηγύρια με παρελάσεις αλόγων.

- Ρε Μήτσο, τι έπαθα χθες...
- Τι ρε φίλε, με ανησυχείς.
- Γυρίζοντας σπίτι από το μπαρ πάτησα μια κουρατζίνα και την έφερα σπίτι, το τι άκουσα από την κυρά Λένη δεν λέγεται.

(από ΑΙΤΟ, 10/04/11)

βλ. και τούρτα, νάρκες, ναρκοπέδιο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που παίρνει μέρος σε πορείες, ακόμα και αν δεν τον αφορούν, ακόμα και με την μορφή πληρωμής ανεξαρτήτως πολιτικών θέσεων.

- Κωστάκη την Τρίτη έχει πορεία για να στηρίξουμε το κυβερνητικό έργο είσαι;
- Τι λες ρε μαλάκα θα φάμε γιαούρτια.
- Δεν πειράζει, 50 ευρώ το κεφάλι, τι είναι λίγα γιαούρτια.
- Πω ρε φίλε είπαμε με μια φορά πούστης δε γίνεσαι, αλλά εσύ έχεις γίνει εντελώς συλλαλητήριος.

(από ΑΙΤΟ, 10/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ζωηρός, αυτός που κάνει ζημιές, αταξίες. Χαρακτηρισμός κυρίως για μικρά παιδιά. Ίσως το δεύτερο συνθετικό, αν πούμε ότι είναι σύνθετη λέξη, αναφέρεται στην ταραχή που προκαλεί ο χαρακτηριζόμενος.

- Αργυρώ, πού είναι το παιδί;
- Στο δωμάτιό του, διαβάζει σίγουρα.
- Μου αρέσει η σιγουριά σου... αυτός ο τζουχατάραχας πάλι καμιά διαολιά κάνει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γιαγιά.

Χαρακτηρισμός που συναντιέται κυρίως στα χωριά της ηπείρου και όχι μόνο. Πολλές φορές έλεγαν έτσι και την μεγαλύτερη γυναίκα στην παρέα.

- Κάηκε η βάβω στο κουρκούτι και φυσάει και το γιαούρτι…
(παροιμία)

Baba Yaga (από poniroskylo, 09/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κατσαρίδα.

Μαρί γιμίσαμε κουμπάνς... (στο χωριό η μια κυρά στην άλλη.)

periplaneta americana (από tryager, 28/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία