ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΟΧΗ σε αυτά.

Κυριολεκτικά: γράμματα ψιλά δηλαδή λεπτά ή μικρά τόσο που σχεδόν δεν είναι ορατά από ανθρώπινο μάτι. Τα παλιά χρόνια που όλα τα κείμενα ήταν χειρόγραφα, ο συγγράφων συνέγραφε τα ψιλά γράμματα με τη χρήση μεγεθυντικού φακού. Θεωρούνται δευτερευούσης σημασίας αλλά…
Μεταφορικά: «Το πέρασα στα ψιλά (ενν. γράμματα)» σημαίνει: δεν του έδωσα σημασία, το προσπέρασα.

Απαντώνται: (ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΙΠΑΜΕ… ΔΙΑΒΑΖΕ)
Σε συμβόλαια, τραπεζικά κυρίως, στα οποία αναγράφονται με ψιλά γράμματα όροι φαινομενικά δευτερεύοντες και τυπικοί, αλλά ουσιαστικά τόσο δεσμευτικοί για τον υπογράφοντα που, αν τους διάβαζε (αν δεν βαριόταν ή αν τον άφηναν), θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να υπογράψει το συμβόλαιο.

Σε τηλεοπτικά σποτάκια χρηματοδοτικών κυρίως προγραμμάτων. Εμφανίζονται στο κάτω μέρος της οθόνης σε μέγεθος και ανάλυση τέτοια που να είναι δυσανάγνωστα από τον τηλεθεατή. Μετεξέλιξη των τηλεοπτικών ψιλών γραμμάτων είναι τα κυλιόμενα, κανονικού μεγέθους, γράμματα με υψηλό όμως ρυθμό κίνησης (ταχύτητα) ώστε και πάλι να επιτυγχάνεται ο ίδιος σκοπός. Να αναφέρονται μεν, να μη διαβάζονται δε.

Σε ιστοσελίδες κερδοσκοπικές ή φαινομενικά αφιλοκερδείς (τίποτα στη ζωή δεν είναι αφιλοκερδές) που έχουν την νομική υποχρέωση να πληροφορούν και να προειδοποιούν τον επισκέπτη για τους όρους χρήσης της σελίδας και για την νομή και κατοχή των πνευματικών δικαιωμάτων που παρέχει ο χρήστης στον κάτοχο του διαδικτυακού τόπου. Τα ψιλά γράμματα, στην διαδικτυακή ηλεκτρονική τους εκδοχή, είναι επίσης ηλεκτρονικά συμβόλαια που βρίσκονται (αν βρίσκονται) σε συνδέσεις υψηλού επιπέδου (όχι δηλαδή σε εμφανές σημείο), είναι δε μακρόσυρτα και μακροσκελή κείμενα τα οποία αρχίζουν με γενικότητες, ίσως να οδηγούν και σε άλλες υπο-συνδέσεις, δείχνουν κουραστικές και περιττές, αλλά σε κάποια σημεία ορίζουν τον τρόπο που διαχειρίζεται ή και παραχωρείται η πνευματική ιδιοκτησία των ψηφιακών δεδομένων (φωτογραφίες, κείμενα, ήχοι, βίντεο κλπ).

Προβλήματα που προκύπτουν: (ενδεικτικές αναφορές)
Στα έντυπα συμβόλαια ο υπογράφον μπορεί, αν εν αγνοία του παραβιάσει κάποιον από τους όρους του συμβολαίου, να βρεθεί αντιμέτωπος με καταστάσεις που δεν είχε εξ αρχής υπολογίσει.

Το θύμα των τηλεοπτικών «ψιλών γραμμάτων» ταλαιπωρείται επισκεπτόμενο τα εν σποτακίου διαφημιζόμενα καταστήματα, έχοντας στο μυαλό του άλλους όρους από αυτούς που πραγματικά ισχύουν.

Στη διαδικτυακή τέλος τεχνολογία, ο χρήστης μπορεί να παραχωρήσει πληροφορίες (έγγραφα, κείμενα κλπ) τα οποία να γίνουν αντικείμενο κερδοσκοπικής εκμετάλλευσης, κάτι που αρχικά δεν είχε υπολογίσει, καθώς και στη χειρότερη περίπτωση προσωπικά στοιχεία-πληροφορίες (ΑΦΜ, ΑΑΤ, Αρ. Πιστωτικών καρτών κλπ).

Ποιοι την πατάνε: Σχεδόν όλοι. Ο x λόγω αγραμματοσύνης, ο ψ λόγω βαρεμάρας, ο z λόγω υπερβολικής σιγουριάς. Το βέβαιο είναι ότι όλοι είναι εν δυνάμει θύματα των ψιλών γραμμάτων και ειδικότερα στα διαδικτυακά ψιλά γράμματα την πατάνε σχεδόν όλοι. Αλήθεια ποιος έχει διαβάσει (facebook, slang.gr, ….) και ακόμη περισσότερο ποιος σκέφτηκε ποτέ μέχρι που μπορεί να πάει η βαλίτσα; Όλοι λίγο πολύ, άλλος λόγω αμορφωσιάς, άλλος λόγω απολύτου εξειδικευμένης μορφώσεως, έχουμε περιορισμένη δυνατότητα αντίληψης του Αριστοτελικού «όλον», το οποίο όλον βρίσκεται στο διαδίκτυο. Σε όλες τις μορφές του, τις καλύτερες και τις χειρότερες.

Συμβολή του συντάκτη: ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

  1. - Έχει πιτυρίδα το ξέρεις;
    - Έλα μωρέ τώρα, ψιλά γράμματα.

  2. - Καλά ρε, δεν είδες ότι δεν είχες νερό στο ψυγείο;
    - Δεν το έλεγξα. Το πέρασα στα ψιλά.
    - Ε! τότε καλά να πάθεις. Τώρα πλερό...

Απαραίτητο παρελκόμενο (από Stravon, 06/09/09)ψιλα γράμματα μεν... (από BuBis, 07/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στρατός, εκπαίδευση, παρέλαση, σκηνάκια, σκοπιά, αγγαρεία. Ταλαιπωρία της ψυχής, καταπόνηση του σώματος. Για να αντέξει κάποιος πρέπει να είναι ένα πράμα: Ζωντανός.

Πως θα μπορούσε κανείς να επιβιώσει κανείς από την θανατηφόρα βρώση του, ληγμένου εδώ και χρόνια, γκοτζίλα; Δηλητηριάσεις και μολυσμένα κουνούπια απειλούν καθημερινά την υγεία του στρατιώτου. Τόνοι σκουπιδιών έξω από τα μαγειρεία του κέντρου, βρωμερές καλλιόπες, μασίφ ποδαρίλα στους θαλάμους, κοριοί, ποντίκια, τσιμπούρια, σκόνη, ζέστη, βουλωμένα φρεάτια. Σκηνικό τρόμου που μπορεί να οδηγήσει κάθε ζωντανό οργανισμό στο θάνατο.

Πώς λοιπόν να επιζήσει κάποιος σε αυτό το ταξίδι-υποχρέωση και καθήκον προς τη «μαμά πατρίδα»; (σ.ς. Η πατρίδα έχει τη ρίζα πατήρ και δηλώνει πατριαρχική δομή. Ο Πλάτωνας είχε προτείνει τον όρο μητρίδα για την αρχαία Κρήτη που ήταν μητριαρχική. Επομένως ο όρος «μαμά πατρίδα» είναι αδόκιμος). Το πάνσοφο κράτος έκανε τις μελέτες του, είδε, έκρινε και αποφάσισε. Έτσι λοιπόν κάθε νεοσύλλεκτος εμβολιάζεται με ένα εμβόλιο το γνωστό αντιπεθανικό.

- Πού είναι ρε μαλάκα τα σκυλάκια που είχαμε εδώ;
- Άσε ρε μαλάκα, έφαγαν το γκοτζίλα που περίσσεψε από τα μαγειρεία.
- Και;
- Πέθαναν, αυτά δεν τα είχαν κάνει αντιπεθανικό...
(πραγματική εμπειρία)

Δόξα, τιμή, άρματα, Ελλάς (από Stravon, 03/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μεγαλοπιασμένος και μεγαλομανής, περιφερόμενος από στέκι σε μαγαζί, από μαγαζί σε πλατεία και από πλατεία σε σπίτια. Όσο χαμηλότερα βρίσκεται στην πυραμίδα τόσο συχνότερη η παρουσία του.

Βάση: πωλητές και ασφαλιστές. Φοράν σπορ κουστούμια ή σακάκι με τζίν. Προσπαθούν να πείσουν τους εν δυνάμει πελάτες τους να αγοράσουν ή να ασφαλιστούν. Ισχυρίζονται ότι εργάζονται για την κορυφαία εταιρία του χώρου και αν τους δώσεις θάρρος γίνονται κολλιτσίδες. Οι ασφαλιστές δε είναι ικανοί να σου κάνουν ώτο στοπ και να προσπαθήσουν να σε ψήσουν στο δρόμο. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που δε θα πουν άλλος όταν είναι στην τουαλέτα. Ψάχνουν συνέχεια ευκαιρία για να μιλήσουν και δεν τους σταματάει ούτε το κατούρημα.

Μέσο: Δικηγόροι και μικρομέγαλα στελέχη επιχειρήσεων, κυρίως τραπεζίτες. Η ψυχή του πυραμιδωτού συστήματος. Πάντα ευπρεπώς ενδεδυμένοι. Ακόμη και στη χαλαρή έξοδο τους φοράν πανάκριβα κάζουαλ ρούχα. Είναι ικανοί να βάλουν ενέχυρο την μάνα τους για να αγοράσουν κάμπριο και να πουλήσουν μούρηεπιτυχημένου. Είναι ήρεμοι, πράοι και γαλήνιοι, πάντα έχουν κάτι να πουν και έχουν πάντα τον τελευταίο λόγο σε κάθε διάλογο. Έχουν τη λύση για κάθε πρόβλημα που θα αναφέρεις. Θα προτείνουν αγωγές, δανεισμούς, ευκαιρίες. Προσπαθούν να σε κάνουν να νοιώθεις μαλάκας για να νοιώσουν σπουδαίοι. Φυσικά τα πιπίνια μασάνε γι αυτό και δεν υπάρχει SLΚ χωρίς μια ξανθιά χαζοβιόλα να ανεμίζει τα μαλλιά της από τη θέση του συνοδηγού. Ενίοτε αναλαμβάνουν και το ρόλο του μεσίτη, αν βέβαια η μίζααξίζει τον κόπο, γιατί μην ξεχνάμε, έχουν και τρελές γνωριμίες.

Κορυφή: Πολιτικοί κυρίως, γνωστοί και ως πιγκουίνοι. Τα κουστούμια τους είναι κατά 98% μαύρα με άσπρο πουκάμισο. Εμφανίζονται σπάνια. Νομοθετούν και προβληματίζονται για τους πελάτες τους. Αξιοσημείωτο ότι λύνουν δεκάδες προβλήματα για θέματα που δε γνωρίζουν. Σαν να λέμε: ολοκλήρωμα τεταρτοβάθμιας εξίσωσης με πέντε αγνώστους χωρίς σταθερούς όρους. Μη ρωτάτε πως τα καταφέρνουν. Αυτοί ξέρουν. Αν ξέραμε και εμείς θα βρισκόμασταν και εμείς στην κορυφή της πυραμίδας και όχι στα θεμέλια ή στο βόθρο. Απαντώνται κάθε τέσσερα σχεδόν χρόνια σε πλατείες, καφετέριες και χώρους γενικότερα μαζικής προσέλευσης κοινού για να μην υπάρχει περίπτωση αντίλογου. Η μάζα ποτέ δε ρωτά, ποτέ δεν απαντά. Αποτελούν το όνειρο της μεσαίας κατηγορίας της πυραμίδας. Μιλούν με γρίφους και δεν μπορείς να τους πιάσεις από πουθενά. Είτε γιατί δεν γίνεται είτε γιατί σιχαίνεσαι.

- Τώρα με τις εκλογές θα σκάσουν και οι κουστουμάτοι στο χωριό

Δες και -άτος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το «άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς» εν συντομία.

Χαρακτηρίζει πρόσωπα ή καταστάσεις επί των οποίων έγιναν επιφανειακές ή επιδερμικές αλλαγές (lifting, facelift) αλλά που επί της ουσίας παραμένουν ίδια.

- Φίλε μου, έρχονται καλύτερες μέρες.
- Γιατί αδερφέ μου;
- Βγήκε ο δικός μας, ο σοσιαλιστής, στο Αμέρικα, ο Ομπάμας*.
- Τί να σου πω αδερφάκι μου, άλλαξε ο Μανωλιός.

*O’ Bama για τους Ιρλανδούς
Ο μπαμίδης για τους πόντιους
Ο μπάμιας για τους δύσπιστους

(από Vrastaman, 03/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μαγικό ζουμί. Το πολυτιμότερο και πολυχρηστικότερο προϊόν φυτικής προελεύσεως που έχει ανακαλυφτεί. Πρόκειται για τον χυμό της γνωστής και ιερής ελιάς και βρίσκει εφαρμογή σε πολλές επιστήμες:

Βιοδιατροφολογία: Εμπλουτίζει ωμά αλλά και μαγειρεμένα φαγητά με τα απαραίτητα για τον οργανισμό ακόρεστα και Ω-3 λιπαρά που, εκτός άλλων, δρουν αντιοξειδωτικά για την αποτροπή της δημιουργίας των καρκινογόνων ελευθέρων ριζών. Στην έξοδο δε του πεπτικού συστήματος βοηθάει στην ευκολότερη και συχνότερη αποβολή των κοπράνων. Γνωστή είναι η φράση «λάδωσε το έντερο μου».

ΠΡΟΣΟΧΗ, η υπερβολή παχαίνει!!!

Οικονομολογία: Όταν αποτυγχάνουν όλες οι άλλες μέθοδοι για την επίτευξη μιας συμφωνίας (εκπτώσεις, μάρκετινγκ) αναλαμβάνει ρόλο το λάδι. Βοηθάει τον αποδέκτη να σκεφτεί καλύτερα (ενισχύει την σκέψη), λαδώνει τα γρανάζια του συστήματος (όταν ο έτερος των πλευρών είναι μηχανισμός, π.χ. δημόσιο) γιατί, ως γνωστόν, μια εκ των βασικών ιδιοτήτων του ελαίου είναι να μειώνει των συντελεστή τριβής όταν παρεμβάλλεται μεταξύ δύο εφαπτομένων κινουμένων επιφανειών. Πολύ σπάνια μια οικονομική συμφωνία δεν επιτυγχάνεται αν φτάσει στο λάδι. Ο κύριος λόγος μιας τέτοιας αποτυχίας είναι η διαφωνία στην ποσότητα λαδιού. (βλέπε μίζα) Φυσικά, στην περίπτωση αυτή, το λάδι χρησιμοποιείται μεταφορικά (σήμερα) καθώς έχει πλέον αντικατασταθεί από το ζεστό χρήμα. Παλαιότερα όμως η χρήση του όρου λάδι ήταν κυριολεκτική, ειδικά σε περιόδους ανέχειας, γιατί ποτέ δεν έπαψε να είναι ένα πολύτιμο προϊόν (βλ. λαδώνω ).

Σεξολογία: Βοηθάει (ή τουλάχιστο βοηθούσε μέχρι που ανακαλύφθηκε η βαζελίνη) στην διευκόλυνση της διεισδύσεως του ανδρικού μορίου εντός του γυναικείου (κατά κανόνα) πρωκτού. Ο λόγος έχει αναλυθεί (βλέπε ανωτέρω). Βέβαια, για τους οικολογικά σκεπτόμενους εραστές εξακολουθεί να αποτελεί πρώτης τάξεως λιπαντικό το οποίο, εκτός των άλλων, δεν προκαλεί γαστρικά προβλήματα εάν κατά λάθος το φας ή το γλείψεις και δε βλάπτει το περιβάλλον. Επίσης, ενισχύει τις επιδόσεις του εν δυνάμει διεισδύσαντος, εξ ού και η φράση φάε λάδι κι έλα βράδι.

ΠΡΟΣΟΧΗ, οι λεκέδες στο σεντόνι βγαίνουν δύσκολα. Εξ' ου και λαδιά, λεκές δηλαδή που δε βγαίνει.

Θεολογία: Από την αρχαιότητα ακόμη χρησιμοποιούσαν το λάδι σε διάφορες τελετές εδώ αλλά και για καλλωπισμό. Στην Χριστιανοκρατούμενη Ελλάδα χρησιμοποιείτο ως φωτιστικό καύσιμο. Κατάλοιπο αυτής της χρήσης είναι η γνωστή καντήλα (γνωστό εξ άλλου είναι το υπερχιλιετές μπέρδεμα του χριστιανισμού με το δωδεκάθεο σε εκατοντάδες θέματα). Μεταφορικά το καντήλι συμβολίζει τον άνθρωπο με το λάδι να συμβολίζει τη ζωή του. «Τελειώνει το λάδι μου» λέμε όταν γερνάμε. Ίσως και λόγω της ιδιότητας του λαδιού να επιπλέει (ειδικό βάρος <1) να προκύπτει το βγαίνω λάδι.

Το λάδι βέβαια, πέρα από τη συναλλαγή ανθρώπου με άνθρωπο, χρησιμοποιήθηκε και ως μέσο συναλλαγής ανθρώπου με άγιο. Στους ναούς οι πιστοί λαδώνουν και τους αγίους με προσφορές λαδιού.

Στην αργκό σημαίνει κυρίως το χρήμα με τις «λιπαντικές» του ιδιότητες αλλά και τη ενέργεια που έχει. «Μου έβγαλε το λάδι» σημαίνει με ξεζούμισε, με άφησε χωρίς ενέργεια, χωρίς καύσιμη ύλη. Έκανε «λαδιά», δηλαδή πράξη που μπορεί να λερώσει το ποινικό μητρώο.

Οι μάγκες της εποχής λάδωναν τα μαλλιά τους για να δείχνουν υγρά (wet look).

Χιλιάδες ώρες θα μπορούσαμε να μιλάμε για το λάδι, το οποίο και όρισε την κατηγορία των ελαίων (εκ της ελαίας ->υποκ. ελάδιον, στα ποντιακά ελάδ και οι ελιές=τα ελαίας) και για να διαχωρίζεται από τα υπόλοιπα έλαια ονομάζεται ελαιόλαδο (έλαιον δις δηλαδή, από γλωσσικές μαλακίες οι νεοέλληνες άλλο τίποτα) και συμπορεύεται με τον Ελληνισμό.

  1. - Αδερφέ μου, όλη νύχτα ήθελε κι άλλο κι άλλο... μου έβγαλε το λάδι.

  2. - Φίλε, τα έκανα όλα σωστά. Σταμάτησα στο κόκκινο, έκανα παρκάρισμα κλπ αλλά με έκοψε.
    - Λάδι θα ήθελε.

  3. - Τον τσάκωσαν οι μπάτσοι αλλά τους είπες μια- δυο ιστορίες και βγήκε λάδι.

Άλλες φράσεις:
- Η θάλασσα είναι λάδι
- Ρίχνω λάδι στη φωτιά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται πιθανότατα από την τεχνολογία και συγκεκριμένα από την ηλεκτρική σκούπα η οποία, όπως έλεγε η παλιά διαφήμιση, «η σκούπα Philips ρουφάει την σκόνη».

Το ρούφηγμα προϋποθέτει δύο ικανές και αναγκαίες συνθήκες. Την είσοδο αντικειμένου βαθιά εντός μιας κοιλότητας και την ταυτόχρονη παραγωγή ήχου.

Το λήμμα βρίσκει εφαρμογή σε πολλά πεδία της κοινωνικής μας ζωής.

Ποδόσφαιρο: Αναφέρεται σε τερματοφύλακα με ειδική ικανότητα να τρώει γκολ ακόμη και από σουτ που δείχνουν να πηγαίνουν έξω ή από σουτ με κατεύθυνση προς το σώμα του ή γενικότερα σουτ εύκολα αποκρούσιμα.

Όταν κάποιος τερματοφύλακας το ρουφάει το γκολάκι, ακολουθεί ποικιλία απροβλέπτων και διόλου κολακευτικών αντιδράσεων από την εξέδρα. Συνήθως όταν ένας τερμαρής ρουφάει ένα γκολάκι, ρουφάει και δεύτερο καθώς καταρρακώνεται ψυχολογικά. Ο ρούφους τερμαρής ενίοτε κατηγορείται ότι τα έχει αρπάξει από τον αντίπαλο.

Αφροδισιακά: Αναφέρεται στη παθιασμένη γυναίκα που δεν αρκείται στον παθητικό ρόλο, παίρνει την τύχη στα χέρια της, διεκδικεί όλο το μερίδιο της ηδονής και το ρουφάει το πέος (πραγματικό ή αντίγραφο). Σε αυτή την περίπτωση ο παραγόμενος ήχος διαφέρει ανάλογα με την κοιλότητα ρουφήγματος. Ο δε ο φορέας της ρουφούμενης οντότητας, απλά απολαμβάνει το θέαμα και την αίσθηση και δέχεται την όλη κατάσταση αδιαμαρτύρητα. Συνήθως, όταν κάποια ξεκινήσει το ρούφηγμα δεν το σταματάει, φεύγουν οι αναστολές της, το αναζητεί διαρκώς και γίνεται περιζήτητη από τον ανδρικό πληθυσμό καθώς ... τη ρουφήχτρα πολλοί εμίσησαν, το ρούφηγμα όμως ουδείς.

Το λήμμα προϋπήρχε της εφεύρεσης της ηλ.σκούπας, με περιπαικτική όμως και υποτιμητική διάθεση. Βλέπε ρούφα τ' αυγό σου

- Τι έγινε φιλαράκι; Πάλι χάσατε;
- Τι να κάνεις με τον μαλάκα που μπλέξαμε. Δεν είδες πως τα ρουφούσε τα γκολάκια; Άσε φίλε, πιασμένος ήταν.

(από Vrastaman, 11/06/10)ενα φραπε με προυφάν (από perkins, 11/06/10)Ποδόσφαιρο: Τερματοφύλαξ ονόματι Peter Rufai. (από Khan, 12/06/10)Σεξ/ πολιτική: (S)he sucks dick like Hoover! (από Khan, 12/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρώην ανδρικός όρος που στη σημερινή γυναικοκρατούμενη κοινωνία θεωρείται φαλλοκρατικός.

Το σκίσιμο της γάτας ήταν υποχρέωση του κάθε άνδρα που σεβόταν τον ανδρισμό του. Να πάρει δηλαδή το επάνω χέρι στη σχέση. Να της δείξει που είναι η κουζίνα, που είναι το κρεβάτι και ποιες οι υποχρεώσεις της. Τι επιτρέπεται και τι όχι. Όποιος δεν έσκιζε τη γάτα το πλήρωνε, γιατί η γάτα ως γνωστόν, γρατζουνάει.

Βέβαια στην πορεία προτάθηκαν κι άλλες μέθοδοι όπως χάιδεμα της γάτας, καλόπιασμα της γάτας, αδιαφορία για τη γάτα κλπ αλλά πάντα με το ίδιο τελικό αποτέλεσμα. Η γάτα γρατζουνάει και είναι εφτάψυχη.

-Αδερφέ μου, με έχει πεθάνει στο τρέξιμο: πάνε από εδώ, φέρε εκείνο, αγόρασε το άλλο. Άσε που δίνει μια περιουσία στα λούσα της.
-Παμινό, σκίσε τη γάτα!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φιστίκι. Συνομοταξία: αγγειόσπερμα (Magnoliophyta), ομοταξία: δικοτυλήδονα (Magnoliopsida), υφομοταξία: ροδίδες (Rosidae), τάξη: σαπινδώδη (Sapindales), οικογένεια: ανακαρδιοειδή (Anacardiaceae), γένος: πιστακία (Pistacia).

Αυτά με τα επιστημονικά. Μέχρι πρότινος γνωρίζαμε το αράπικο, το κελυφωτό, το αλμυρό, το Αιγίνης ή σαν φιστίκ και τελευταία μάθαμε και το κάσιους. Τόσο ίδια αλλά και τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία, λόγω του λαϊκής τους κατανάλωσης, έδωσαν και μερικά μαργαριτάρια στη slang ανάλογα με την ποικιλία.

Τον καθάρισε σαν φιστίκι. Αναφέρεται σε όλες τις ποικιλίες φιστικιού που καθαρίζονται από το τσόφλι ή από τις φλούδες με μία μόνο κίνηση. Το λήμμα χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος καθάρισε κάποιον, είτε κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά, με εξαιρετική ευκολία και χωρίς δεύτερη σκέψη.

Το ρούφηξε σαν φιστίκι. Χρησιμοποιείται στο ποδόσφαιρο ή στο σεξ για να δώσει έμφαση στο μέγεθος της οπής σε σχέση με την διεισδούμενη σε αυτήν οντότητα. Πηγή έμπνευσης, το φιστίκι με κέλυφος ή το Αιγίνης, από το οποίο αρπάζουμε το φιστίκι με το χαρακτηριστικό ρούφηγμα.

Τα τρώει σαν φιστίκια. Είναι γνωστό εξάλλου ότι «μετά το ποπ δεν έχει στοπ» και «κανείς δε μπορεί να φάει μόνο ένα». Αναφέρεται σε όλα τα φιστίκια τα οποία ως αλμυρά και λιπαρά που είναι, είναι άκρως εθιστικά και, φυσικά, άκρως παχυντικά. Αυτός επομένως που «τα τρώει σαν τα φιστίκια», τα τρώει με χαρακτηριστική ευκολία, με μεγάλη ταχύτητα και αδιάλειπτα.

Τα φιστίκια και γενικότερα οι ξηροί καρποί, μας έχουν δώσει δεκάδες λήμματα, όπως: αλμυρό φιστίκι, φιστίκι, φιστίκι αράπικο, κατάπιε το στραγάλι, φουντούκι κ.α., τοποθετώντας τους ξηρούς καρπούς πολύ ψηλά στην κατάταξη των πηγών έμπνευσης της αργκό.

  1. - Τι έκανε ο ΠΑΟΚ στα πλέι οφ;
    - Τι να έκανε; Τους καθάρισε όλους σαν φιστίκια.

  2. Αυτό το παιδί τρώει τους κεφτέδες σαν φιστίκια. Πού τα βάζει ρε παιδί μου!!!

  3. Μαλάκα έπαθα ζημιά, νόμιζα ότι είχα κάποια σχετικά προσόντα, αλλά αυτή τον ρούφηξε σαν φιστίκι. Σου μιλάω τον εξαφάνισε. Στην αρχή τρόμαξα αλλά μετά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκφράζει τη μεταμέλεια στον υπερθετικό βαθμό.

Ακόμη μια ένδειξη της ανθρώπινης αλαζονείας, θαρρείς και ξέρουμε πώς νοιώθει ένας σκύλος και αν ποτέ αυτός μετανιώνει.

Εναλλακτικά: Το φυσάω και δεν κρυώνει, τραβάω τα βυζιά μου.

- Τελικά δε μας είπες, βγήκες χθες;
- Άσε φίλε, πήγαμε με την Μαρία για φαγητό, αλλά το κρασί ήταν παλιό, το ένα τυρί μουχλιασμένο, το άλλο τρύπιο, το χαβιάρι μαύρο. Χάλια σου λέω, το σκυλομετάνιωσα.

Σκυλομετάνιωσε...  (από GATZMAN, 13/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το τέταρτο παιχνίδι του ταβλίου που γνωρίζουν λίγοι και παίζουν ακόμη λιγότεροι. Έχει χαρακτηριστεί τυχερό παιχνίδι από τους αυτοθεωρούμενους επιστήμονες που απεχθάνονται την κωλοφαρδία. Βέβαια εκεί που η κωλοφαρδία ενσωματώνεται στη λογική, αρχίζει το γκιούλ. Εδώ βέβαια μπορεί να αρχίσει θεολογική, φυχολογική και παραψυχολογική συζήτηση, γιατί αφενός υπάρχει η ψυχολογική κωλοφαρδία (φέρνω ότι θέλω) αλλά και η τοποθέτηση του εγώ απέναντι στα θεία (αν θεωρήσουμε ότι η κωλοφαρδία είναι θεόπνευστη).

Παίζεται με τους γενικότερους όρους που διέπουν το «φεύγα» με τις εξής διαφορές:
Ο παίκτης μπορεί να τοποθετήσει αμέσως πούλια στην περιοχή του χωρίς να χρειάζεται να κατέβει στην περιοχή του αντιπάλου. Μετά και τη δεύτερη ζαριά, η οποία παίζεται φευγοειδώς (δηλαδή στην τρίτη ζαριά), «παίζονται» οι διπλές, δηλαδή όποιος φέρει μια διπλή (x,x) παίζει και όλες τις επόμενες διπλές {(x+1,x+1) έως (6,6)} με αύξουσα πάντα σειρά. Συνεπώς η μεγαλύτερη ζαριά είναι οι άσσοι (1,1). Ο κάθε παίκτης ουδεμία υποχρέωση έχει να αφήσει διαδρόμους στον αντίπαλο. Μπορεί να τον κλείσει παντού. Αν κάποιος παίκτης φέρει ζαριά που δεν έχει να παίξει (εξ ολοκλήρου ή τμήμα αυτής) αφού κάνει τις κινήσεις που μπορεί, τις υπόλοιπες τις παίζει ο αντίπαλος.

Εκ του ονόματος φαίνεται να έχει τούρκικη προέλευση, ωστόσο, ακολουθώντας την πάγια άποψη μου ότι οι Τούρκοι ήταν παντελώς ανίκανοι να αναπτύξουν εκ θεμελίων δικό τους πολιτισμό, αλλά ικανότατοι στην οικειοποίηση άλλων, βρήκα ότι είναι αραβικής προέλευσης (Μουλτεζίμ = > φεύγα και γκιούλ).εδώ

Πέρα από το τάβλι η λέξη χρησιμοποιείται για να δηλώσει την τύπου ντόμινο ακολουθία καταστάσεων.

Ούτε γκιούλ να έπαιζα ρε φίλε, με πήρε η κάτω βόλτα και δε μπορώ να σηκώσω κεφάλι. Από σφαλιάρα σε σφαλιάρα.

Γκιουλ Καντίμ, πρώην Λούβαρη, πρώην Φιξ (από johnblack, 04/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία