Ρήμα που μέχρι πρότινος έλειπε από τη γραμμική β και την ελληνική και σημαίνει «πίνω καφέ».

Οι μύστες φυσικά θα προσέξουν τη μέση διάθεση του ρήματος η οποία τονίζεται όπως της πρέπει από την παθητική φωνή και υποδηλώνει μια κατάσταση στην οποία βρίσκεται το ενεργούν (λέμε τώρα) υποκείμενο ή υποκείμενα. Ήτοι σημαίνει ότι δεν είμεθα Ιταλοί να πίνομε τον γκαϊφέ όρθιοι λες και τραγουδάμε τον ύμνοτα του ιταλοφώνου Σολομώντα, αλλά παίζει ένα κάποιο άραγμα και μια κάποια χαλάρωσις και ραστώνη και ραθυμία, μια μερακλοκατάστα σαν να λέμε.

Το ρήμα συναντάται και στην ενεργητική φωνή, αλλά όχι τόσο συχνά και πιθανώς γιατί δεν είναι τόσο δηλωτικό έτσι; Έτσι.

- Πότε να 'ρθω;
- Είμαστε στην πλατεία και καφεδιαζόμαστε. Έλα όποτε θες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συναντάται στον πληθυντικό ως «λαφαζάνηδες». Ο ίδιος ο Λαφαζάνης και οι της Λαϊκής Ενότητας, το κόμμα που δημιουργήθηκε από όσους δεν ψήφισαν το «αριστερό» μνημόνιο του 2015. Προεξάρχουσα μορφή αυτών ο Λαπαβίτσας και η δραχμολογία του. Σαφώς υποτιμητική προσφώνηση και πάντα με απαξίωση. Όπως σημειώνει ο μέγας στοχαστής Μιλτιάδης (Βαρβιτσιώτης), «ο πραγματικός ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στους λαφαζάνηδες».

Η έννοια των λαφαζάνηδων επεκτείνεται σε όλους τους πολιτικούς χώρους και δηλώνει όσους κατά κανόνα ακραίους διαφοροποιούνται από την κεντρική κομματική γραμμή. Εξ ου και ο έτερος φιλόσοφος Ευάγγελος (Μεϊμάρ) τονίζει πως θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να συνετίσει τους «Λαφαζάνηδες της Μυκόνου».

- Προτείνω εθνικό νόμισμα και...

- Τι'ν'αυτά που λες ρε κεφτέ; Αυτά τα λένε μόνο όσοι θέλουν να καταστρέψουν τη χώρα όπως οι λαφαζάνηδες!

Στοχαστής επί τω λόγω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κτίριο το οποίο για τον έναν ή τον άλλο λόγο (αλλά κυρίως για τον έναν) ξεχωρίζει ή μάλλον πετάγεται σαν πούτσα ανάμεσα σε άλλα κτίρια. Είναι το ακάλεστο κτίριο, το κτίριο που δεν το παίζουν οι φίλοι του. Το κτίριο που είναι ψηλό και άχαρο, ποτέ συμπαθές. Τραβάει τα βλέμματα μόνο για το ψέγος και όλοι αναρωτιούνται πώς φύτρωσε αυτή η παπαριά εκεί πέρα. Η πουτσιά είναι αυτοστιγμεί αναγνωρίσιμη και ο εμετός βέβαιος κι αναπόφευκτος, καθώς υπέρ άνω όλων το κάλλος.

-Πωπω, κοίτα τα σπιτάκια πόσο ωραία είναι, με τις σκεπούλες τους και τα παραθυράκια τους, με τις μικρές μικρές υδρορροές τους, με τα χρωματάκια τους τα λάγνα, με τις ξύλινες πορτούλες τους, μωρέ...
-Και γαμώ!
-Ώπα, ώπα.
-Τί ρε;
-Τί πουτσιά είναι αυτή εκεί, μες στη μέση;

(από σφυρίζων, 18/02/14)Torre Agbar, επονομαζόμενον και ως "η πούτσα της Μπαρτσελόνα", αρρωστούργημα του αρχιτέκτονα Jean Nouvel. (από Khan, 18/02/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατά περίπτωση όποια ελεεινή συμπεριφορά μπορεί να έχει κάποιος (ανεξαρτήτως εθνικότητας), την οποία ο εκάστοτε ομιλών θεωρεί χαρακτηριστική του Έλληνα. Φορ εξάμπλ, ελληνιά μπορεί να θεωρηθεί από το να κορνάρεις σαν τραμπάκουλας χωρίς λόγο συνέχεια, μέχρι να είσαι πασόκος και να κάνεις πράγματα αντίστοιχα (ο μη γένοιτο). Ένας Έλληνας δεν κάνει απαραιτήτως ελληνιές, αλλά ένας που κάνει ελληνιές είναι πολύ πιθανόν να είναι Έλληνας.

Από το πρόταγκον τελεία τζιάρ (για αλίευση λημμάτωνε καλό είναι, αλλά μέχρι εκεί, μακριά κι αγαπημένοι).

«Ειλικρινά δεν έχω να σχολιάσω κάτι σε αυτό που μου έγραψε αυτός ο κάποιος, αλλά να σταθώ στην ουσία του. Αυτή, λοιπόν, η συμπεριφορά είναι η αποκαλούμενη από εμένα ως «ελληνιά». Είναι η στάση ζωής που δεν αφήνει κάποιον να δει ότι απέτυχε ή ότι δεν τα κατάφερε, αλλά μπορεί να κατηγορεί άλλους ως υπαίτιους, να θυμίζει αποτυχίες άλλων ή να θίγει και προσωπικά κάποιους, επικαλούμενος κάποιες δήθεν προτιμήσεις τους, ως ένα σκληρό δείγμα κοινωνικού ρατσισμού.»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων (κυρίως) ή πραγμάτων.

Αλιευθέν από το κολασμένο λήμμα

- Το παστίτσιο κολασμένο σήμερα Πόπη μου.
- Εμ κολασμένο θα είναι, από το πρωί στην κουζίνα σαν το δούλο, ούτε ένα καφέ δε πρόλαβα να πιω η γυναίκα. Πήρε τηλέφωνο η Θέκλα και της το 'κλεισα λες και είμαστε μαλωμένες για να προλάβω να τα 'χω όλα στην εντέλεια για τον πασά, αλλά δε φταις εσύ, εγώ φταίω που με θέλαν καν και καν, και γιατροί και δικηγόροι και φαρμακοποιοί. Κι εγώ το ζώον, πήγα και πήρα εσένα.
- Τι το 'θελα και μίλησα. Πού και να ήταν μάπα...

Αλιευθέν από σχόλιο εκ λήμματος «γαζί»

Και γαμώ τα κονέ σας κάνω με το λημματάκι αυτό, που μου το ζητούσαν καν και καν!

(από papalaozi, 20/10/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η Πολυτεχνειούπολη της Αθήνας μάγκικα.

- Τί λέει; Τί θα παιχτεί το βράδυ;
- Δεν ξέρω. Ψήνεσαι να πάμε με τους άλλους πολυτέ;
- Μέσα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτή που «περιποιείται» τους πάντες. Αλλιώς, η παρτόλα.

- Σοβαρά; Την έχει πηδήξει κι ο Γιώργος την Ελένη;
- Ποιος Γιώργος ρε, τη μισή γειτονιά έχει πάρει. Γυναίκα ασθενοφόρο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πανάσχημη, υπερμπαλότσα γκόμενα, από την οποία θέλουμε να απέχουμε τόσο πολύ σεξουαλικώς σε σημείο που να μη θέλουμε ούτε να δει το μόριό μας.

- Πώς σου φαίνεται η Μαρία; Θα την πήδαγες;
- Τι λε ρε; Πας καλά; Ούτε να μου τον δει!

Βλ. επίσης ούτε με ξένο πούτσο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μερεμέτι, μικροδουλειά του σπιτιού (ηλεκτρολογικά, υδραυλικά). Γενικότερα, οποιαδήποτε «υποδεέστερη» δουλειά που έχει ανατεθεί σε κάποιον: θέλημα, βοήθεια σε χειρωνακτική εργασία, μεταφορά κάποιου πράγματος κ.λπ.

- Πού πας;
- Με έχει χώσει ο κυρ-Αλέξης να πάω να κάνω μια αλβανιά στο εξοχικό του, κάτι ηλεκτρολογικά.
- Πω ρε φίλε, πήξιμο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οπαδός της νεοσμυρνιώτικης ομάδας Πανιώνιος. Το φαν κλαμπ του Πανιωνίου λέγεται panthers club, εξ ου και ο μειωτικός αυτός χαρακτηρισμός, ο οποίος χρησιμοποιείται από τους αντιπάλους.

- Πανιωνάρα, ομαδάρααααα!
- Τί λένε ρε τα γατάκια; Τρία δεν άρπαξαν την τελευταία φορά που παίξαμε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία