Ανώτερη βαθμίδα συνδικαλιστή εργατικού / εργασιακού σωματείου.

Είναι ο (κρατικός) υπάλληλος που πληρώνεται (ή βγάζει κάπως το κατιτίς του) για να μεσολαβεί, να ελέγχει και να κατευθύνει την μορφή κοινωνικού αγώνα που θα λάβουν οι εργάτες / υπάλληλοι ως εκμεταλλευόμενοι εναντίον των εκμεταλλευτών (εργοδοτών) τους.

Σε περιόδους “κοινωνικής ειρήνης”, ο διαμεσολαβητικός τους ρόλος αρκείται σε ρουσφέτια, σφετερισμό κρατικής εξουσίας, αύξηση τραπεζικών καταθέσεων, καμιά δήλωση στην εφημερίδα, μια κλασμένη πορεία και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο. Ο κόσμος απ’ έξω, τους βλέπει να τα τρώνε και αυτό το κρατάει στο μυαλό του για αργότερα.

Σε περιόδους επιβολής μεγάλης κλίμακας μέτρων υποτίμησης της εργασίας από το κράτος-ρυθμιστή (καλή ώρα), ο γενικότερος αναβρασμός, η αγανάκτηση ή και η οργή των σοβαρά θιγόμενων κοινωνικών ομάδων του κόσμου αυτού, θα πρέπει να “αφομοιωθεί”, να αποσοβηθεί με κάθε τρόπο, να καταπολεμηθεί, βίαια αν χρειαστεί, αλλά δεν χρειαστεί, ακόμα καλύτερα!

Πρώτοι στην σειρά τα media. Το λήμμα δυστυχώς θα πρέπει να αναλωθεί στα του ρόλου τους, και θα παραθέσει και έναν χάρτη στο τέλος του, όπου φαίνονται οι ιδιοκτήτες-άρα-και-τα-συμφέροντα κάθε μέσου ενημέρωσης και τα συμπεράσματα δικά σας. Θυμηθείτε μόνο για αρχή το Κερατέαvs Μπόμπολας(Mega), και τώρα το Χαλκιδικήvs Μπόμπολας-και-όχι-μόνο.

Χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, με όλα τα γνωστά και δοκιμασμένα μέσα, οι έλληνες ιθαγενείς κάτοικοι θα καταλήξουν την περισσότερη ώρα να γκρινιάζουν και να διαμαρτύρονται μπροστά στην TV, με τους γείτονές τους, τους φίλους του, τους συναδέλφους στη δουλειά ή και μέσα στην ανώφελη σφαίρα του διαδικτύου. Να ζητάνε μια λιγότερο απάνθρωπη κυβέρνηση και να ρίχνουν το φταίξιμο της κατάντιας τους στης γης τους κολασμένους, που πόσο συμφέρει...

Ωστόσο, παρά το ότι η τηλεόραση έχει χάσει μέρος από την επιρροή της, κυρίως πάνω σε ένα λιγότερο αλλοτριωμένο κομμάτι του πληθυσμού, προβάλει ως το ανίκητο (ακόμα;) πρώτο μέσο επιβολής της κυρίαρχης συμπεριφοράς στην μεγαλύτερη μερίδα του πληθυσμού. Βοηθοί στο έργο της, για να μαζέψουν πίσω και τα απολωλότα δύσμοιρα, ένα κάρο ειδησεογραφικά site ή online εκδόσεις έντυπων εφημερίδων, με ιδιοκτήτες είτε ...τους ίδιους στην δεύτερη περίπτωση, είτε γνωστούς μεγαλοδημοσιογράφος που ακόμα και με τα αστικά πρότυπα είναι αμφισβητήσιμης εγκυρότητας στην πρώτη. Το μενού, το γνωστό τηλεοπτικό:
Εθνική ενότητα – ρατσισμός - κράτος - τράπεζες – μικροαστισμός – αγανάκτηση – ανάθεση – νεοναζί - βυζάκια - κωλαράκια - και -gossip!

Ακόμα και έτσι, άτομα που έχουν ή δεν έχουν συνειδητοποιήσει τι παιχνίδι παίζεται και πώς, αποφασίζουν να κατέβουν στον δρόμο, έστω να διαμαρτυρηθούν, να μην έχει να λέει ο πρωθυπουργός “Κοιτάξτε, διαδηλώσαν αρκετές χιλιάδες κόσμου, ειρηνικά και το σεβόμαστε αυτό. Ωστόσο, τα μέτρα θα περάσουν με την σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας του λαού που δεν κατέβηκε στον δρόμο και άρα συμφωνεί!” (Το είπε τις προάλλες ο ισπανός... χωρίς πλάκα και δεν ήταν η πρώτη.)

Για να γυρίσουμε στο κυρίως θέμα μας τώρα.

Έτσι, λοιπόν η δυναμική του κόσμου αυτού, που έχει κάνει το πρώτο βήμα από το να ξεφύγει μπροστά απ΄την TV ή μέσα από την ανώφελη σφαίρα και βγαίνει στο δρόμο ή αντιστέκεται στον χώρο εργασίας του (που είναι τα μοναδικά δύο σημεία του κόσμου όπου πράγματι μπορεί να κάνει “κάτι” για να αλλάξει την γαμημένη την μοίρα του), η δυναμική λοιπόν αυτή πρέπει να διοχετευθεί κατάλληλα, να αναλωθεί σε μάταιες μεθόδους και μορφές αγώνα, ώστε η όλη φάση να λήξει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και εύκολα για τους “από πάνω”. Όποιοι έχουν πάει σε πορείες τύπου ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, ΠΑΜΕ (μπλιαχ!) και κατά τόπων εργατικών κέντρων (ιδίως περιφερειακών πόλεων, γιατί στην Αθήνα, όλο και “κάτι” θα γίνει, και με τόση αστυνομία παντού, μόνο ο φόβος του να κυκλοφορείς στους δρόμους, αρκεί!) οφείλει να έχει διαπιστώσει το ανώφελο της βόλτας στον ήλιο (αν έχει, πάλι καλά, αν δεν έχει, ξενερώνεις κιόλας), της απλής καθημερινής κουβέντας με τους δίπλα μας, το εύθυμο κλίμα, ανθρώπους να γελάνε, να φλερτάρουν, το χαλαρό της όλης φάσης ρε παιδί μου, γιατί για να διαδηλώσεις ενάντια σε αυτούς που σου γαμάνε την ζωή βγήκες, όχι βόλτα για καφέ στο κέντρο της πόλης. Στην Αίγυπτο μαλάκες ήτανε; (Κι ας ήρθε ο στρατός, τώρα πολεμάνε κι αυτόν!) Καμιά φορά πάλι, θα μαζευτούν σε κάποια συγκέντρωση μαζικής ψυχολογικής αυτοθεραπείας τύπου αγανακτισμένοι ή συγκέντρωση-ενάντια-στην-κακιά-μάγισσα. Πάντα ειρηνικά. Πάντα φοβούμενοι και ταυτόχρονα απροετοίμαστοι για την στιγμή που θα ξεκινήσουν τα [μπάχαλα].

Όλοι όσοι κατέβουν στο δρόμο λοιπόν (και ίσως αυτό ακριβώς να είναι και το πρόβλημα, αυτοί οι όλοι με τα τόσο αντικρουόμενα μεταξύ τους συμφέροντα) εργάτες, μικροαστοί, ξεπεσμένοι μεσοαστοί, μικρά αφεντικά, αριστεροί, δεξιοί, γέροι, νέοι και παιδιά, θα αρκεστούν κατά πλειοψηφία στην νόμιμη και μέσα στα όρια του επιτρεπτού από το κράτος (και άρα ακίνδυνης και ανώφελης) ειρηνικής διαμαρτυρίας. Δεν λέω να καούν όλα (μόνο οι τράπεζες αρκούν), αλλά ειρηνική κινητοποίηση χωρίς έστω μια κατάληψη διαρκείας ημερών-και-όσο-αντέξει σε κυβερνητικά / διοικητικά κτίρια είναι απλά μια αρχιδιά. Απλά πράματα. Η αποτελεσματικότητά της εξάλλου, έχει φανεί σε βάθος χρόνου, αφού αφενός χρόνια τώρα έχουμε συνεχόμενη νίκη των από πάνω, άρα κάτι δεν κάνουμε σωστά, αφετέρου, κι όταν έγινε ειρηνική διαμαρτυρία ενός ή περίπου τόσο μυρίου ανθρώπων στο Σύνταγμα, την επόμενη μέρα δεν το θυμόνταν ούτε αυτοί που πήγαν! Άρα πάει, μ' αυτό ξεκαθαρίσαμε.

Το λοιπόν, το γεγονός ότι κάθε φορά γίνεται το ίδιο πράγμα, παρόλο που δεν δούλεψε τις προηγούμενες φορές και όμως όλοι το ξανακάνουν, δεν μπορεί να είναι τόσο πια μοιραίο, να μην μπορεί να γίνει κάτι καλύτερο από αυτό. Όσο όμως οι απεργίες κρατάνε 12, 24 άντε 48 (μη σας ζορίσουμε κιόλας, ε, αγαπητά αφεντικά;) ώρες, όσο οι διαμαρτυρίες ξεκινάνε στη μία το μεσημέρι και λήγουν 4 το απόγευμα και μετά όλοι πίσω σπιτάκι να δούμε τις φάτσες μας στις ειδήσεις και να μας πει ο υπουργός «μπράβο καλοί, δημοκρατικοί πολίτες, που σεβόμενοι τους νόμους ασκήσατε το δικαίωμα σας στην ειρηνική διαμαρτυρία», τόσο πολύ καταλαβαίνει κανείς ότι πραγματικά, άξιος ο μισθός τους!

Περί media και εργατοπατέρων ο λόγος...

Επίλογος.

Διόλου περίεργη η σύμπτωση, του να βρίζουν τους συνδικαλιστές - εργατοπατέρες, τόσο τα κυρίαρχα μέσα όσο και ο κόσμος εξ’ ιδίας πείρας μάλιστα και όχι μόνο λόγω επιβολής -αυτό που κρατήσανε στο μυαλό τους που είπαμε... Τα media καλώς κάνουνε τελικά και τους κράζουνε, αλλά για δικό τους λόγο –πάνε να γκρεμίσουνε την ιδέα της οργάνωσης των εργαζομένων και των ανθρώπων γενικά, ακόμα και με τις μορφές αδιαμεσολάβητων ομάδων και δομών αυτοοργάνωσης. Ο κόσμος, επίσης καλά κάνει και τους σιχαίνεται καθώς ο ρόλος τους ήταν φανερός τόσα χρόνια, και βέβαια δεν είναι να τους εμπιστεύεσαι τίποτα. Τώρα το θέμα είναι να συνειδητοποιηθεί και ο τρέχων σημαντικός τους ρόλος (αμφότερων των κατηγορουμένων), μπας και δούμε μια φωτεινή μέρα σε τούτο ‘δω τον τόπο.

- Σχετικά φαινόμενα στην κλίμακα του φοιτητικού κόσμου, είναι οι φοιτητοπατέρες. Εγώ δεν λέω άλλα όμως.

Αλήτες - Λέρες - Εργατοπατέρες!

ο χάρτης που λέγαμε... (από xeskist, 14/10/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(Ceci n'est pas slang)

Eίμαι offline: Το instant messaging (IM), ξεκίνησε μέσα στα γραφεία των μεγάλων εταιρειών των ΗΠΑ κατά το 1960 για να επικοινωνούν οι εργαζόμενοι σε αυτές μέσω του υπολογιστή τους με τους συναδέλφους τους. Χρησιμοποιώντας το τοπικό δίκτυο της εταιρείας (αφού όλοι οι υπολογιστές ήταν συνδεδεμένοι στον ίδιο server), οι υπάλληλοι μπορούσαν να στέλνουν μικρά γραπτά μηνύματα σε πραγματικό χρόνο (real-time) στους συνεργάτες τους. Και αυτό δεν ήταν λίγο, καθώς οι αποστάσεις απο γραφείο σε γραφείο παραήταν μεγάλες για να μπορούν να χάνουν τον χρόνο τους οι υπάλληλοι για να πάνε να πούνε κάτι στο John στην άλλη μεριά.

Λίγο αργότερα όμως, με την ανάπτυξη του διαδικτύου, το IM εξελίχθηκε μαζί του. Ξέφυγε από τα πεδία των επιχειρήσεων, και μετατράπηκε σε ένα ανοιχτό μέσο real-time επικοινωνίας για όλους τους κατοίκους του πλανήτη που έχουν σύνδεση στο παγκόσμιο ιστό. Η ιστορία είναι στην Βικούλα, αλλά η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή σε όλους μας, αφού την ζούμε κάθε μέρα. Ποιος δεν έχει msn ή δεν έχει μιλήσει σε chat; Για να μην επεκταθώ στην γενικότερη κοινωνική δικτύωση, τούτονε εδώ τον διάολο και χάσω την μπάλα εντελώς. Εγώ για το msn θέλω να πω. Στο οποίο ως γνωστόν για να συνομιλήσεις με κάποιον πρέπει πρώτα αμοιβαία να έχετε επισυνάψει μια ιδεατή σύνδεση, να τον κάνεις add τον άνθρωπο δηλαδή, όπως πολύ ωραία μας τα λένε και οι τρεις ορισμοί.

Αφού λοιπόν λογαριασμό για msn έχουν πια όλοι, και μοιράζουμε το mail μας δεξιά και αριστερά, κάνουμε κατά καιρούς add και άτομα που το μετανιώνουμε. Διότι πολύ απλά κάθε φορά που μας ανοίγουν κουβέντα μας ζαλίζουν τα αρχίδια. Μπορεί να ζητάνε συνεχώς πράγματα, χάρες, βοήθεια, ή για προσωπικούς λόγους δεν θέλουμε να έχουμε επαφή πλέον, είτε απλά επειδή ξεκινάνε συνεχώς βαρετές συζητήσεις κάπως έτσι:

- ela re ti leei;
- (....)
[I]- EEEEEeee! eisai ekei;
- Ela exeza. Gia pes
- ti leei, ti kaneis;
- Kala.
- ola kala;
- Nai.
- i douleia/sxoli/zwi pws paei;
- Kala.[/I]

Se kaue... εχμ, σε κάθε περίπτωση πάντως είναι φάσεις που θέλουμε να αποφεύγουμε. Όμως, αν και για τις ακραίες περιπτώσεις μας παρέχεται η δυνατότητα του delete ή του block, ντρεπόμαστε να την χρησιμοποιήσουμε. Οπότε τι κάνουμε;
Είμαστε στο PC μας, μέσα στο msn, με την επιλογή να φαινόμαστε εκτός σύνδεσης (appear offline). Μπαίνουμε όλοι offline αρκετά συχνά πια, καθώς όλοι θέλουμε μεν να ξέρουμε ποιοι είναι μέσα, χωρίς όμως να μας βλέπουν και οι άλλοι και να μας ενοχλούν. Έτσι μιλάμε μόνο σε όποιον θέλουμε εμείς, αποκαλύπτοντας τον αόρατο μανδύα στον άνθρωπό μας. Έτσι λοιπόν το λήμμα δεν λέγεται ή γράφεται απλά ως λέξη, αλλά εκτελείται ως πράξη. Αλλά όχι μόνο.

«Μπες, θα είμαι offline!»: Αυτό το λέμε και face-to-face, και στην πραγματική ζωή, σε κάποιον/α που θα θέλαμε να μιλήσουμε κάποια στιγμή αργότερα στο msn. Έτσι, θα ξέρει ότι παρ' όλο που το status θα δείχνει offlline, εμείς θα είμαστε εκεί.

Ένα πρόβλημα είναι ότι άμα δεν προσέχεις σε ποιους αποκαλύπτεις την συνήθεια σου, σε λίγο θα σε μάθουν και κάθε μέρα θα ανοίγεις το PC με 2-3 «ela, eisai ekei;» που στάλθηκαν στις 02:20 μετά τα μεσάνυχτα. Ή φυσικά σε ψαρεύουν ενώ είσαι όντως μέσα, αλλά κανείς δεν μπορεί να σε κατηγορήσει οτι τον αγνοείς :)
Προβλήματα μπορεί να προκύψουν εάν ο αντίπαλος μπαίνει από Linux, αλλά αυτοί είναι λίγοι, ευτυχώς!

Αυτά θαρρώ στο msn. Από facebook δεν γνωρίζω τι παίζεται, δεν έχω ;)

IM: (Και εκεί που νομίζεις οτι λείπει...)
- Ela!pare mia tin anafora gia to 2o stadio pou mou zitises.
- Offline mpaineis re mouni;

Real Life: (Μεσημεράκι, σχόλασμα)
- Τι θα κάνεις μετά;
- Σπίτι, θα κάτσω λίγο, μπορεί να αράξω.
- Α, να σου στείλω και το msn εκείνο το βίδεο απο χθές!
- Μπες, θα είμαι offline!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πολύ απλά το όχημα, αυτοκίνητο ή μηχανή.

Έχει μάλλον θετική χροιά, δηλαδής «ρόδα» θα αποκαλέσουμε κάτι που μας γέμισε το μάτι, ένα ωραίο νεοαποκτηθέν αμαξάκι ή κανά μπάνικο μηχανάκι.

Ειρωνικά για χρεπάκια ή ταπεινά οχήματα μεταφοράς δεν ξέρω αν χρησιμοποιείται, αλλά εγώ δεν το λέω πάντως ποτέ έτσι.

- Επ, τι βλέπω Βασούλα, σκάμε με ρόδα; Καλοτάξιδο και να το χαίρεσαι!
- Ευχαριστώ Σάκη μου, επιτέλους, καιρός ήτανε να πάρω αμάξι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο: Η Σημαντικότερη Μοτοσυκλέτα του Κόσμου.

Λίγη Ιστορία πρώτα... (- Τι λίγη ρε μαλάκα, ολόκληρο σεντόνι είναι! - Σσστ! Αξίζει.)

Οι παρακάτω δύο παράγραφοι βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στο αφιέρωμα στην ιστορία του παπιού στο τεύχος 396 (01/07/2007) του περιοδικού ΜΟΤΟ, με συντάκτη τον Γιώργο Τσιλιμαντό.

Το πρώτο παπί της νεοϊδρυθείσας τότε Honda, το θρυλικό Super Cub των 50cc κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1958, μισό αιώνα πριν, στην πιο δύσκολη αγορά του κόσμου. Αυτήν των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, στον απόηχο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, μια εποχή πολύ ζόρικη για οποιοδήποτε Ιαπωνικό προϊόν, πόσο μάλλον μια μικρή μοτοσυκλέτα. Και αυτό γιατί εκείνη την κάργα συντηρητική περίοδο στην Αμερική, η μοτοσυκλέτα ήταν το κατεξοχήν περιθωριακό στοιχείο, απόλυτα συνυφασμένη με την παρανομία και την δράση συμμοριών όπως οι Hell's Angels που τρομοκρατούσαν την αμερικανική επικράτεια. Έτσι, όταν τότε ακόμα η σήμερα πανίσχυρη ιαπωνική μοτοβιομηχανία κυριολεκτικά δεν υπήρχε, οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές μεγάλες μοτοσυκλέτες ήταν οι μόνες που κυκλοφορούσαν. Και ήταν ελάχιστες στον αριθμό, μα γρήγορες και θορυβώδεις, αναξιόπιστες και επικίνδυνες, αφοσιωμένα εργαλεία για εθισμένους μηχανόβιους με όλη την σημασία της λέξεως, ακόμα τότε. Ο μηχανόβιος ήταν μονίμως βρώμικος με σκόνη και λάδια, έτοιμος να λύσει τον κινητήρα όποτε του χρειαστεί, ποτέ κυριλέ, ποτέ «καθημερινός», hardcore πράμα. Όχι σαν σήμερα που καβαλάει και ο κάθε μπούλης. Και αιτία για αυτό είναι το πρώτο παπί της Honda. Γιατί;

«You meet the nicest people on a Honda»

Ο Honda, (ο ιδρυτής και συνιδιοκτήτης της μικρής εταιρείας) σχεδίασε μια ευφυέστατη μοτοσυκλέτα, πρωτόγνωρη για τα τότε δεδομένα, απλούστατη στην σχεδίαση και την κατασκευή. 4,5 ίπποι από 50 κυβικούλια, με ημιαυτόματο κιβώτιο για να μην παιδεύεται κανείς με συμπλέκτες, ποδιά για να μην βρέχονται τα πόδια, σχάρα για να βάζεις πέντε πράματα, και μια αξεπέραστη οικονομία καυσίμου. Αξιόπιστη όσο τίποτε άλλο μέχρι και σήμερα, ελαφριά και πανεύκολη στο χειρισμό της, ήταν μια μηχανή που δεν έτρεχε, δεν έκανε φασαρία, δεν λέρωνε και δεν τρομοκρατούσε. Μια μηχανή που μπορούσε να την καβαλήσει οποιοσδήποτε. Με μια πρωτοφανή διαφημιστική καμπάνια με το παραπάνω διάσημο σλόγκαν, η Honda κατάφερε να πείσει την συντηρητική αμερικανική κενωνία και να την κάνει να δοκιμάσει το δίκυκλο που κατασκεύασε. (Δείγματα από τις διαφημίσεις στα έντυπα της εποχής μπορείτε να δείτε εδώ.) Αυτό ήταν. Καθημερινοί άνθρωποι που ήθελαν απλά να πηγαίνουν στην δουλειά τους, νοικοκυρές γυναίκες (!), φιλήσυχοι πολίτες, μετακινούταν με το μικρό παπί, που το έβλεπαν πια ως ένα καθημερινό μέσο προσωπικής εξυπηρέτησης. Και αυτή ήταν και η μεγαλύτερη επιτυχία της Honda, καθώς άλλαξε δραματικά το τρόπο που αυτή η μαλακισμένη η κοινή γνώμη έβλεπε την μοτοσυκλέτα και την έφερε πιο κοντά σε όλους. Στα μικρό αυτό ταπεινό παπί οφείλει η Μοτοσυκλέτα αυτό που είναι σήμερα, αυτό που εκατομμύρια ανθρώπων απολαμβάνει. Και ξεπατικώνοντας ξεδιάντροπα από το άρθρο του ΜΟΤΟ, κλείνω τούτο το κεφάλαιο:

«Αν οι ιδιοκτήτες των παπιών, γνώριζαν ότι κάθονται πάνω στην σέλα της μοτοσυκλέτας που ευθύνεται για την θέση του δίκυκλου στην κοινωνία μας, με την μορφή που έχει σήμερα, τότε, σταματώντας στο φανάρι δεν θα ένοιωθαν μειονεκτικά, αλλά αντίθετα θα κοιτούσαν υποτιμητικά όλες τις άλλες μοτοσυκλέτες γύρω τους!»

-Και το λοιπόν; Σήμερα στην Ελλάδα τί γίνεται;

Όπως κάθε άνθρωπος που έχει καβαλήσει παπί (και ξέρει στοιχειώδη ισορροπία) μπορεί να επιβεβαιώσει, η οδήγηση ενός παπιού έχει βαθμό προνηπιακής δυσκολίας, αφού στην ουσία είναι σαν ποδηλατάκι με κινητήρα. Οι χειρισμοί του και οι συμπεριφορά του στο δρόμο είναι αστεία, έτσι όμως δεν εμπνέει και τον απαραίτητο σεβασμό στον οδηγό του, που κάνει τις απίστευτες παπαριές στην σέλα του, βέβαιος οτι το 'χει. Αστεία όμως είναι και η ασφάλεια που παρέχει, καθώς ειδικά στα πρώτα τα ιστορικά αλλά και στα σημερινά κινέζικα, τα φρένα και οι αναρτήσεις δεν προσφέρουν τίποτα στη ενεργητική ασφάλεια. Βασίζεσαι στο γεγονός ότι «νταξ' μωρέ αφού δεν τρέχω, τι να τις κάνω τις Brembo» και ο Θεός βοηθός. Μια μεγάλη, «κανονική» μηχανή παρέχει απείρως περισσότερη ενεργητική ασφάλεια, αλλά μόνο αν ξέρεις να οδηγάς στα αλήθεια.

Έτσι, στην Ελλάδα πριν από 20 κάτι χρόνια, η ιστορία της Αμερικανικής αγοράς επαναλήφθηκε. Ακόμα και αυτοί που φοβούνταν και έβριζαν τις μηχανές και τους «αλήτες τους μηχανόβιους», απέκτησαν παπί για να κάνουν την δουλειά τους.
Πολλοί όμως από αυτούς οδηγούν με νοοτροπία αυτοκινήτου, νομίζοντας ότι οι άλλοι οδηγοί τους βλέπουν (!), χώνονται παντού και άσχημα (αφού εξάλλου γι' αυτό πήραν το παπί) και δεν ενδιαφέρονται να μάθουν για ασφαλή οδήγηση και πρόβλεψη κινδύνου, αλλά θεωρούν ότι αφού δεν τρέχουν, όλα καλά. Το πιθανότερο είναι ότι το παπί θα είναι και ελλιπώς συντηρημένο, προσθέτοντας στον κίνδυνο. Να συμπληρωθεί εδώ ότι το όνομα «παπί,» στην Ελλάδα λέγεται ότι προέρχεται από το χαρακτηριστικό «πλα-πλα-πλα» που κάνουν όταν μένουν χωρίς εξάτμιση.

Αν δώσεις όμως 1500e για ένα καινούριο μάλιστα μηχανάκι, δεν πρόκειται να δώσεις εύκολα τα τουλάστιχον 300 (και λίγα λέω) ευρώ που απαιτούνται για εξοπλισμούς προστασίας, ένα καλό κράνος, ένα υφασμάτινο μπουφάν με προστασίες άντε και γαντάκια, και εδώ που τα λέμε δείχνει λίγο too much... Έχω συγκεντρώσει περισσότερα βλέμματα με ένα χιλιάρικο ντυμένο πάνω μου βολτάροντας το C90 μου (που πιάνει-δεν πιάνει 600 γιούρα), παρά με το διαόλι. Δείχνει και μάλλον είναι υπερβολικό, δεν θα το ξαναπείς όμως όταν νιώσεις ότι η άσφαλτος πονάει το ίδιο από όπου κι αν πέσεις.

Αλλού τώρα.

Τα παπιά είναι ως γνωστόν το κατεξοχήν όχημα των +-16χρονων κάγκουρων. Ο λόγος είναι απλός και βασίζεται στη ιστορία. Πέρα από το χαμηλότατο αρχικό κόστος, η μαμά και ο μπαμπάς πείθονται πολύ πιο εύκολα να αγοράσουν στον μικρό που τους τα 'χει πρήξει ένα παπάκι, που είναι μικρό και δεν τρέχει παρά μια σκοτώστρα μεγάλη μηχανή. «Θα του περάσει και στα 18 θα του πάρουμε αμάξι», δικαιολογούνται σε εαυτούς και συγγενείς, και πράγματι πολλές φορές ισχύει. Η καγκουριά εκφράζεται προσωρινά με το παπί, για να μεταφραστεί αργότερα στο αμάξι που θα έρθει. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία και το λήμμα έχει παραγίνει μεγάλο.

Υπάρχουν βέβαια και οι «αυθεντικοί», που ίδρωσαν για το παπί τους και λαχταρούν την ώρα που θα πάρουν μηχανή. Θα μάθουν πάνω σε αυτό, θα μαζέψουν και μερικά χρήματα με την βοήθειά του (να πηγαίνουν στην δουλειά, ντε!) και η ώρα δεν θα αργήσει.

Για να κλείσω επιτέλους, το παπί είναι το σήμα κατατεθέν των ντελιβεράδων, καθώς είναι το μοναδικό που έχει όλα, μα όλα τα πλεονεκτήματα: φτηνό σε απόκτηση και συντήρηση (ποιος ήρθε;) για τον εργοδότη, γρήγορο και ευέλικτο για να φτάνει πάντα στην ώρα του. Όλα τα ντελιβεράδικα παπιά είναι σάπια έως εσχάτων, ο χάρος ο ίδιος, τα παιδιά οδηγούν αυτοκτονικά μέσα στο χάος, και το επάγγελμα του ντελιβερά βρίσκεται με διαφορά στην πρώτη θέση της λίστας με τα εργατικά ατυχήματα. Αλλά ποιος νοιάζεται; Αρκεί που η πίτσα ήρθε στην ώρα της.

Παράδειγμα για παπιά;
Για ποιο λόγο;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που χρησιμοποιείται από τους μοτοσυκλετιστές και τους παθιασμένους οδηγούς αυτοκινήτων.

Σημαίνει την απαλή αλλαγή ταχύτητας, όπου ο χειρισμός γίνεται αργά, με προσοχή και ευλάβεια και όχι στεγνά, διαδικαστικά.

Το κούμπωμα είναι γλυκό, με τον αναβάτη / οδηγό να αισθάνεται και να απολαμβάνει την σύμπλεξη / αποσύμπλεξη, νιώθοντας τα γρανάζια να ακουμπούν το ένα με το άλλο, τις τριβές, τις ανοχές, όλα. Ο όρος λοιπόν, προέρχεται ακριβώς από την αίσθηση «κουμπώματος» των κινούμενων μερών του κιβωτίου μεταξύ τους. Στα αυτοκίνητα χρειάζεται ένα καλό χειροκίνητο κιβώτιο, που να μεταδίδει ατόφια την αίσθηση αυτή. Θρυλικό απ' όσο ξέρω για τον τομέα αυτό, έμεινε για παράδειγμα το Honda S2000.
Ημιαυτόματα και τα ντιπ-για-ντιπ φλώρικα αυτόματα κιβώτια, απορρίπτονται μετά βδελυγμίας.

Σε μοτοσυκλέτα, λέγεται κυρίως όταν βάζουμε πρώτη από στάση, με το χαρακτηριστικό μεταλλικό «κλανκ!» που κάνει όταν είναι ακόμα κρύο το κιβώτιο. Ανάλογα με το κύρος της μοτοσυκλέτας, ο ήχος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί έως και απρεπής και να ξενερώσει τον ιδιοκτήτη της. Σε ένα πιο πολεμικό αντίθετα, ένα τέτοιο βαρβάτο άκουσμα αρμόζει, καθώς οι καλοί τρόποι δεν έχουν θέση εδώ.

Το αντώνυμο είναι η «καρφωτή», που γίνεται τάχιστα, με ελάχιστη (ή και καθόλου) χρήση συμπλέκτη, για να εκμηδενιστεί ο χαμένος χρόνος της αλλαγής. Στην έντονη επιτάχυνση, στην κόντρα, στην σούζα, δεν νοείται άλλος τρόπος. Ενέχει ξεχωριστή απόλαυση, την ευχαρίστηση του «σκισίματος», αλλά πρέπει πάντα να γίνεται μετά από το απαραίτητο ζέσταμα, διαφορετικά τα μηχανικά μέρη ταλαιπωρούνται ακόμα περισσότερο, χώρια την πιθανότητα σε κανένα μπίζιλο μηχανάκι να σου σπάσει κανα κιβώτιο. Δεν τα δέχονται όλα αυτά. Σε κάποια μάλιστα δεν είναι και ηθικά σωστό να το κάνεις.

(Τέλειο παράδειγμα-ορισμός απο εδώ)

Πρώτα τη ζεσταίνεις και μετά την ξεζουμίζεις... Πάντα με σεβασμό σε αυτήν, αλλιώς η στιγμή που θα σε δαγκώσει δεν είναι μακρυά...

Κουμπώνω πρώτη και αφήνω μαλακά το συμπλέκτη... Πηγαίνω ρολάροντας ανάμεσα στα στενά, με το μπάσο γουργουρητό της εξάτμισης να σιγοντάρει τα ροχαλητά της γειτονιάς.

Συντροφιά με σκόρπιες σκέψεις, βγαίνω προς τα έξω... Τα κίτρινα φώτα, δίνουν ένα industrial τόνο στο τοπίο... Αρκετά χαλαρώσαμε σκέφτομαι...

Κατεβάζω δευτέρα, και χουφτώνω απότομα το grip... Ο τετρακύλινδρος ξυπνάει απ τη λήθαργο της ήρεμης βόλτας, στέλνει τον μπροστινό τροχό στον αέρα, και αρχίζει να ανεβάζει στροφές σα δαιμονισμένος ενώ το ουρλιαχτό του σκίζει την ησυχία της νύχτας... Καρφωτή αλλαγή σε τρίτη, προσπαθώντας να μαζευτώ πίσω απ το φαιρινγκ, και στην αλλαγή σε τετάρτη αποφασίζει να επιστρέψει και το δεύτερο τροχό της στην άσφαλτο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εναλλακτικά:

  • ... να πας για έναν καφέ.
  • ... να πάρεις μια σοκολάτα.
  • ... να φας μια τυρόπιτα.

    Είναι οι λέξεις που κάθε εγγόνι χαίρεται να ακούει όταν πηγαίνει έπειτα από καιρό στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού.

Συνοδεύεται από το χώσιμο 50ευρου ή και παραπάνω στην τσέπη του εγγονιού, όσο πιο κρυφά γίνεται από τους υπόλοιπους, αν τυγχάνει να υπάρχουν.

Ο γενικός κανόνας προτείνει ότι το παιδί κατά την διάρκεια της πράξης πρέπει να αρνείται, φωνάζοντας: «Μα όοοοχιιι γιαγιά, δεν χρειάζεται, μα είναι πολλά, όχι δεν θα τα πάρω!!» με την μία παλάμη όρθια σε στάση άρνησης και την άλλη ανοιχτή και τεταμένη για να τα πάρει.
Η άρνηση μπορεί να κρατήσει αρκετά για ξεκάρφωμα και να εκφραστεί με διάφορους τρόπους και κινήσεις, ή και καθόλου, αν υπάρχει η ανάγκη.

Το ποσό εξαρτάται από το ύψος της σύνταξης, την ματαιοδοξία του γηραιότερου, μα κυρίως από την συχνότητα επαφής των δύο γενεών.

Αν, ας πούμε, το παιδί με ζει με την οικογένεια στην Κρήτη και η γιαγιά στην Αλεξανδρούπολη, τόπο καταγωγής της, τότε βέβαια οι αναλογίες θα είναι εντελώς διαφορετικές από ότι αν κατοικούσαν όλοι στην ίδια πόλη και οι επισκέψεις είναι συχνές.

Τώρα, όσο και να μην το παραδέχονται, όλα τα παιδιά θα ξενερώσουν αν δουν την γιαγιά να κραδαίνει εικοσάευρο, καθώς αυτό θα σήμαινε αναθεώρηση του προϋπολογισμού και βραχυπρόθεσμων σχεδίων. Και πάλι όμως, θα καταλάβουν ότι για να συμβαίνει αυτό, η γιαγιά τους ή ο παππούς τους δεν θα είναι σε οικονομική ευχέρεια για να δώσουν περισσότερα. Εκτός αν είναι κωλόπαιδα.

Τα κρατάει ειδικά για αυτό το σκοπό από την σύνταξή της ή το υστέρημά της και σίγουρα θα πονάει όταν δεν θα μπορεί να προσφέρει κάτι καλύτερο. Λες και χρειάζεται.

Είπαμε πριν ότι το κάνει κρυφά. Όσο γίνεται δηλαδή. Οι γονείς προσπαθούν να το αποτρέπουν για να μην κακομαθαίνει το παιδί, ή γιατί ξέρουν οτι σιγά-σιγά τα βάζει στην άκρη για να πάρει το μηχανάκι ή την μηχανή που του έχουν απαγορεύσει, αν είναι αγόρι. Αν είναι κορίτσι, δεν ξέρω τι στο μπούτσο κακό θα ήθελε να τα κάνει.

Βέβαια, η γιαγιά θα συνεχίσει να δίνει 50άρικα ακόμα κι αν μάθει οτι ο εγγονός της τα έκανε bungee jumping, ζητώντας του όμως πρώτα να μην ξανακάνει τέτοια πράματα. Εκτός κι αν μάθουν ότι τα κάνει «άλλα πενηντάρικα», αλλά εκεί ξεφεύγει το πράγμα.

Αν όμως μιλάμε για μηχανή τότε συνήθως αλλάζει το ζήτημα. Το επίδομα κόβεται, και μαζί με τον παππού, του τάζουν ότι θα δώσουν τα μισά λεφτά με τους γονείς για να του πάρουν αμάξι. Αν βέβαια το παιδί είναι βαθιά μηχανόβιος δεν πρόκειται να δεχθεί τέτοιο ξεπούλημα. Θα την πάρει και μόνος του. Λίγοι όμως έχουν τα αρχίδια για το κάνουν αυτό.

Τέλος, αν το εγγόνι δεν νιώθει και πολλά για τους δικούς του, είναι και ολίγον μουνόπανο δηλαδή, θα προβεί σε διάφορες ενέργειες προκειμένου η τυρόπιτα που θα αγοράσει να είναι όσο το δυνατόν μεγαλύτερη και σύντομα μάλιστα. ΠιΧί, σε ελαφριά μορφή, θα κάνει τον σταυρό του πριν αρχίσει το φαγητό του ή θα προσπαθήσει για μια καλή πράξη. Στην εκκλησία όμως 7 το πρωί την Κυριακή δεν θα πάει για τον σκοπό αυτό, είπαμε!

Αναρτήθηκε με αμφιβολία στο ΔΠ από τον Χότζα τον οποίο και ευχαριστώ.

(Είναι ΣουΚού και η φαμίλια πήγε για μεσημεριανό τραπέζι στο χωριό...)

- Ε, Γιώργο, για έλα λίγο εδώ να σου πω κάτι...
- (Ναι, επιτέλους, πόσο να 'ναι για να δω, ωχ, γαλάζιο βλέπω, όχι ρε πούστη μου, λες; Α! Και κιτρινάκι από μέσα, ναι!)
- Να, έλα εδώ, πάρε αυτά να πας για ένα καφέ με τους φίλους σου.
- Μα, όοοοχι, γιαγιά, είναι πολλά, δεν πρέπει, κράτα τα εσύ!
- Εγώ; Να τα κάνω τι; Έλα πάρε τα, κάνε μου το χατήρι!
- Μα δεν χρειάζονται τόσα, μα μη σου λέω!

(Η γιαγιά τα χώνει στην τσέπη του εγγονού και αυτός σε μια ριψικίνδυνη κίνηση τα βγάζει έξω και της τα δίνει πίσω)

- Πάρε τα παιδί μου σου λέω, εγώ για σένα τα κρατάω, τι να τα κάνω εγώ; Πάρε τα σε παρακαλώ!
- Καλά, καλά, εντάξει, ευχαριστώ γιαγιά. Σμουτς!

(Και πηγαίνει το κοπέλι και κάθεται πίσω με τη μάνα του)

- Λεφτά σου 'δώσε πάλι, ε; Πόσα;
- Όχι πολλά. Τι σε νοιάζει εσένα;

(από jesus, 14/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τρεις τρόποι χρήσης:

1) Όταν κάποιος τρώει ή πίνει πολύ λίγο σε δεδομένη κατάσταση, σε μεμονωμένο περιστατικό. Σπουργίτι είναι ας πούμε αυτός, που σε ένα τραπέζι ή νυχτερινή έξοδο, (ή είσοδο...), ενώ όλοι οι άλλοι χέζονται στο φαί ή πίνουν τα κερατά τους, καταναλώνει με υπέρ του δέοντος φειδώ. (Βλ. Παρ.1)

2) Ειρωνικά ή και όχι, σε καλοφαγά που τσακίζει τα πάντα, φάση έτσι. (Βλ. Παρ.2)

3) Μπορούμε να το πούμε εν ώρα γεύματος σε άτομο που είναι όντως αδύνατος και τον βλέπουμε να τρώει λίγο. Ωσεκτουτού, κατευθείαν βεβαιωνόμαστε ότι αυτός μάλλον δεν θα τρώει ποτέ του και γι' αυτό θα 'ναι έτσι, ξεχνώντας προσωρινά ότι ξέραμε (αν ξέραμε) για τον ανθρώπινο μεταβολισμό, που άλλους χοντρούς και άλλους αδύνατους παθολογικά τους κάνει. (Βλ. Παρ.3)

  1. (ντάπα ντούπα, ντάμπα ντούμπα)
    - Έλα τέταρτος γύρος υποβρύχια, για πάμε, για πάμε, Τεό για έλα κι εσύ, γιατί όλο στην απέξω είσαι σήμερα...
    - Άσε ρε, είχα το στομάχι μου το μεσημέρι και δεν είμαι και σε διάθεση τώρα για να γίνω χάλια...
    - Πιες ρε σπουργίτη!!

  2. - Έλα μικρέ, πάρε να φας, πολύ ωραία η τσικολάτα
    - Όι, άσε, γιατί έφαγα πάλι όλο το σπίτι και μονόφαγα σχεδόν τη πίτα και είχα και δυο πιάτα μακαρόνια πιο πριν, άσ' το.
    - Φάε ρε σπουργίτη!

3α. - Καλά ρε φίλε δεν τρως τίποτα έτσι; Σε παρακολουθώ τόσην ώρα και πραγματικά τσιμπολογάς σαν σπουργίτι.
- Το ξέρω, έτσι είναι το σκαρί μου εμένα.
- Καλά μιλάμε, φάε σαν άνθρωπος, δεν μπορώ να σε βλέπω!
- ...
- Φάε ρε μια μπουκιά καλή, να δυναμώσεις!
- Φάε ρε αρχίδια δυο, να το βουλώσεις...

3β. (Η μάνα στο παιδί της, που είναι από φύσης του πολύ λιγόφαγο σαν και τον παππού του, μόνο που η μάνα το ξεχνάει αυτό και δεν αντέχει στην ιδέα οτι ο μοναχογιός της είναι το σαμιαμίδι της τάξης και προσπαθεί με κάθε τρόπο, καλό ή κακό, (αναλόγως της διάθεσης και της υπομονής της) να το παχύνει.)

(...)
- Μαμά σου λέω, δεν μπορώ να φάω άλλο, δεν έχω άλλο όρεξη...
- Θα το φας όλο. Παναγία μου, τίποτα δεν τρως. Σαν το σπουργιτάκι, εκεί λίγο-λίγο δυο μπουκίτσες και τέλος!
- Μα δεν μπορώ... δεν βάζει άλλο το στομάχι μου!
- Δεν υπάρχει δεν μπορώ. Αν δεν το φας όλο δεν θα πας μέσα!
- Μα δεν... Μη... Άααουτς!! - Να! Κανόνιζε να τελειώσεις πριν έρθει ο πατέρας σου και σε δει να τρως ακόμα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το τσιγάρο. Το απλό κανονικό, τσιγαράκι, απ' το περίπτερο. Πακέτου ή στριφτό, δεν έχει σημασία.

Χρησιμοποιείται όταν στον χώρο παίζεται μπάφκετ και κάποιος που είναι και κανονικός καπνιστής (και όχι μόνον πότης) αποφασίζει να κάνει και ενα απλό, άδειο τσιγάρο.

(Ούτε 5 λεπτά αφότου έσβησε ο έκτος γάρος, σκύβει μετά κόπων ο ένας και πιάνει καπνό και χαρτάκια.)

- Α μπράβο ρε μάγκα, και σκεφτόμουνα ποιος σηκώνεται τώρα να κολλήσει τσιγάρο...
- Όχι ρε μαλάκα, χαλάρωσε. Ένα ψεύτικο θα κάνω για την πάρτη μου.
- Ααα. Ε, στρίψε μου και εμένα ένα ρε συ!
- Ρε, δε γαμιέσαι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξάδελφος του πριονού, αλλά πιο άγριος και προσανατολισμένος. Το πριόνι φτιάχνεται όμως, ενώ το καθαρό γεννιέται.

Καθαρό είναι ένα μηχανάκι ψηλό, Motocross ή Motard, άντε και Enduro, σπάνια πάνω απο 450 κυβικά, που είναι κατασκευασμένο για χρήση μόνο σε πίστα και όχι για τον δρόμο. Είναι σκληρό, άνετο όσο δέκα παλούκια στον κώλο, και δεν χρησιμεύει σε τίποτα. Ένα καθαρό μηχανάκι χρησιμοποιείται για αγώνες ή για διασκέδαση, για την καύλα.

Καθαρό, από το καθαρόαιμο, σαν τα άλογα για τις ιπποδρομίες, τα σκυλιά για ειδικούς σκοπούς, αυτό που είναι μεγαλωμένο, σχεδιασμένο, αφοσιωμένο σε ένα και μόνο σκοπό και που τίποτα άλλο δεν μπορεί να κάνει.

Δεν έχει πινακίδα, ούτε φώτα πολλές φορές, ούτε ήσυχη εξάτμιση γιατί από τη μάνα του δεν έχει σχεδιαστεί να έχει. Κάτοχοί του είναι ως επί το πλείστον 20χρονοι κάγκουρες και αλητάμπουρες, γνωστοί και ως αληκάγκουρες.

Αυτό ήταν ο ορισμός. Τέλος. Ό,τι ήταν να μάθετε το μάθατε. Όποιος έχει όρεξη τώρα ας συνεχίσει.


Τα καθαρόαιμα πάντα ενέπνεαν σεβασμό και γοητεία στα απανταχού δέκα+ είκοσι+ χρονών παιδιά, αλλά και σε μεγαλύτερα, εξαιτίας της αγριάδας τους, μα πάνω απ' όλα για το μύθο και το όνειρο που συνοδεύει τα άκουσμα του ονόματός του.

Husqvarna (Παναγιά μου!), YZF και WR τα Yamaha , WR τα Χάσκυ λέω, οι Bergoι, τα CRF 450, SMR το 510, κάθε γράμμα και δέκα ιστορίες για κάποιον που την είχε και τον έφαγε, που την είχε και τη πούλησε γιατί δεν άντεχε και άλλα...

Ψηλά και περήφανα, λιτά και απέριττα, όμορφα με την γύμνια και την απλότητά τους, σέλα για έναν έχουμε, γκάζι έχουμε, φρένα έχουμε, στήσιμο περισσεύει, και τίποτα άλλο δεν θέλουμε.

Πολλοί εζήλεψαν, αλλά τα λεφτά για την συντήρηση καθαρόαιμου είναι πολλά. Κάθε τόσες ώρες λάδια και κάθε άλλες λύσιμο, είναι πολύ, ευτυχώς που υπάρχουν και τα ημίαιμα.

Τα οποία είναι ενδιάμεση κατάσταση, όπως φανερώνει και το όνομά τους. Στήσιμο, γκάζι άμεσο και απότομο, φρενάρες, παντιλίκια, σούζες, όλα. Όχι τόσο αποτελειωτικά, τόσο απόλυτα όσο τα καθαρά, τούτα εδώ δείχνουν έλεος και συγχωρούν το λάθος. Σιχαίνονται και αυτά τις ευθείες και τρελαίνονται για στροφιλίκι και γυαλισμένη άσφαλτο. Μα χωρίς την αίγλη του παράνομου. Και όσοι τα 'χουνε τους πετούνε τις πινακίδες και τα ρέστα για να μοιάσουν λίγο ακόμα παραπάνω στα αδέρφια τους.
Τα πριόνια που λέγαμε δηλαδή.

Ωσεκτουτού, όταν κάποιος αποφασίσει να βγάλει ένα από δαύτα με 17άρες στον δρόμο, μέσα στην πόλη, θα έχετε παρατηρήσει όλοι σας, ότι αυτοί που τα οδηγούν αυτά, δεεε πάνε σαν τους άλλους.

Πάνε πραγματικά ανόητα, ανώφελα επικίνδυνα, με παντιλίκια και καγκουριές κάθε είδους, θέτοντας σε ρίσκο την υγεία εαυτών και αλλήλων. Μερικοί γιατί είναι καυλοτίμονοι όπως πολύ σωστά ορίζεται, άλλοι όμως το κάνουν σε άδειους δρόμους, μόνοι τους, για την αδρεναλίνη και την ψυχική κάθαρση που προσφέρει.

Από φανάρι σε φανάρι 1η-2η-3η σκασμένη, φασαρία, ο κώλος, ωωω ο κώλος έφυγε πολύ, δεν το περίμενε ούτε αυτός, αλλά το 'σωσε. Και ξανά μανά στο επόμενο.

Ο λόγος είναι απλός.

Δεν οδηγούνται αλλιώς. Τα καθαρόαιμα τα ψηλά, αλλά και μερικά ημίαιμα, δεν οδηγούνται αλλιώς. Αν τα πας αργά σε κουράζουν.
Αν αράξεις πάνω τους, χωρίς να μετακινείς το σώμα στη σέλα, χωρίς να αλλάζεις συνεχώς γωνίες στα χέρια και στα πόδια, σε 25 λεπτά το πολύ σε έχει εξοντώσει. Με αργή οδήγηση είναι σα να σε δέρνουν 10 νίντζα.

Θέλει συνεχή κίνηση και ζωντάνια, κάτι αρχίδια ναααα και πολύ βλακεία, ροή και αγωνία και τότε μπαίνει το μηχανάκι στο στοιχείο του και τραγουδάει. Μην τους παρεξηγάτε αυτούς που τρέχουνε έτσι στους σκατόδρομους της πόλης με τα καθαρά και ημί-. Ειδικά αν φοράνε και κρανάκι και μπουφανάκι και δεν φαίνονται τελειωμένοι κάγκουρες. Οχι πως δεν είναι όλοι λίγο, αλλά το παιχνίδι με αυτά είναι τόσο εθιστικό και ερεθιστικό που δεν μπορείς να σταματήσεις.

Όταν σου μιλάει ένα μηχανάκι καθαρό, σου λέει:
«Άκου να δεις αγόρι μου, εγώ δεν είμαι για ήρεμες βόλτες, σουλάτσο το καλοκαιράκι με τη Λίλιαν πάνω (Την ποια; Να την βάλω πού;)
Δεν κάνω για αραλίκι και καθημερινή διαδρομή.
Δεν είμαι για χορούς και χάδια, αυτές είναι άλλες, (Βλ. Moto-Guzzi)
εγώ είμαι ατσούμπαλη και τα χέρια μου είναι τραχιά.
Θα σε πατήσω και θα σε γδάρω, θα σε κουράσω και θα σε πονέσω.
Τέτοια γούτσου-γούτσου μη μου ζητήσεις. Θέλω σεξ και βία! »

Για να δαμάσεις οτιδήποτε είναι τόσο εξωφρενικά καύλα και είσαι τόσο πωρωμένος μαζί του είναι πολύ δύσκολο. Θέλει υπομονή, επιμονή και αυτοσυγκράτηση. Αλλά είναι γιατρικά τα γαμημένα.

Επίσης, για τους φίλους μας τους Paul Moore είναι εξαιρετικό μέσο επίδειξης σε πιτσιρίκους άγνωστους, φιλαράκια και σελογκομενάκια στις καφετέριες, στα φανάρια, στις στάσεις ελαιοφορείων, παντού.

Το «φίλε καθαρό είναι αυτό, ε;» καθώς ζαχαρώνουν CRF, είναι προσφιλής έκφραση στα καγκούρια κάθε ηλικίας (δηλαδή μικρής) καθώς και σε αυτούς που θα ήθελαν να είναι λίγο καγκούρια.

Ααατάαα!


Το ξέρω ότι δεν είναι σλανγκ και ότι είχε κάμποσες οθονιές. Σκασίλα μου. Βαθμολογήστε με 0, πείτε μου την και σε σχόλιο και αφήστε το ήσυχο.
Εγώ μόνο να το γράψω ήθελα, γιατί δεν θα κοιμόμουν αν δεν τό 'κανα.
Και καυλώς σας βρήκα!

Ακούγεται από το βάθος το μονοκύλινδρο να έρχεται σκασμένο
(Μπαααμ, μποοοααααα, μπααα, μπαραμπακαμπουμ!)

-(Μάκης): Πωωω, το ακούς; Δες, δες πως έρχεται!
-(Λάκης): Τι λες να 'ναι, κάτσε κάτσε πλησιάζει...

Μπααααααααα..... (και φεύγει όπως ήρθε, κομμάτια)

-(Λάκης): SX-F; SX-F δεν ήτανε; Καθαρό!
-(Μάκης): Δεν ξέρω, σφύριζε όμορφα, αλλά με αυτά τα πλαστικά που είχε τα όλα μαύρα δεν ξέρω, παίζει και φτιαγμένο ημίαιμο, και δεν πρόλαβα να δω καλά ρε πστ μου! -(Τάκης): Καθαρό ήταν παιδιά, ΚΤΜ SX-F 450 τούμπανο, από αγώνες, τον ξέρω αυτό που το 'χει
-(Όλοι μαζί): Γαμάτοοοοο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία