Φοιτητές, Φαντάροι, Φαντάσματα.

Η συγκεκριμένη φράση χρησιμοποιείται από φαντάρους και φοιτητές οι οποίοι υπηρετούν / φοιτούν σε χωριά ή γενικά σε τόπους με φτωχή νυκτερινή (ή και ημερήσια) ζωή. Τρανό παράδειγμα, το Καρλόβασι της Σάμου, όπου ειδικά το χειμώνα οι ντόπιοι σπάνια κυκλοφορούν έξω, με εξαίρεση τις γιορτές Χριστουγέννων / Πάσχα / Δεκαπενταύγουστο και την περίοδο των Αποκριών. Κι όταν λέω «περίοδο των Αποκριών» εννοώ μόνο την Τσικνοπέμπτη και την Κυριακή προ της Καθαράς Δευτέρας, όταν διεξάγονται τα σχετικά καρναβαλικά χάπενινγκζ (οι υπόλοιπες μέρες απλά δεν θυμίζουν σε τίποτα Αποκριές, οπότε τα τρία Φ είναι πάλι οι μόνες παρατηρούμενες οντότητες).

Πολλές φορές χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για το ότι κάποιος δεν μπορεί με τίποτα να γνωρίσει «κόσμο». Για αυτό το λόγο υπάρχει και μία μικρή παραλλαγή της φράσης, τα 5 Φ: «Φοιτητές, Φαντάροι, Φαντάσματα. Φοργκέτ Φάκινγκ».

(Μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας των 00ς, το συγκεκριμένο ήταν τρου στόρι, τώρα όχι και τόσο):
- Μετά τις 8 το βράδυ, στο Καρλόβασι κυκλοφορούν τα τρία Φ: Φοιτητές, Φαντάροι, Φαντάσματα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λόξυγγας με επακόλουθο ρέψιμο.

Αν και στην παγκόσμια βιβλιογραφία έχουν καταγραφεί περιπτώσεις όπου το ρέψιμο προηγείται του λόξυγγα, αυτή πάντως είναι η πλέον κοινή συμπεριφορά που παρατηρούμε στη φύση. Κι όταν λέμε στη φύση, εννοούμε (συνήθως) στα σπίτια των παππούδων και των γιαγιάδων μας, που, έχοντας ζήσει κατοχές και κακουχίες, εκτιμούν ίσως περισσότερο από όλους μας το φαγητό, τόσο πολύ που ώρες ώρες μπουκώνονται ασυστόλως, αγνοώντας τις υποδείξεις των ιατρών και των συγγενών για το ζάχαρο, την πίεση, και ό,τι άλλο έχουν ευχαρίστηση, με αποτέλεσμα, εκτός από τη σημαντική επιβάρυνση του οργανισμού τους, να παράγουν αυτό το πολυφωνικό είδος ρεψίματος, το οποίο μπορεί να επαναλαμβάνουν για ώρες.

Ο ρέψυγγας πάντως δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της τρίτης ηλικίας. Μπορεί εύκολα να παρατηρηθεί σε άτομα στα οποία τους έρχεται συχνά λόξυγγας, αν και σε αυτές τις περιπτώσεις η χρονική περίοδος κατά την οποία εμφανίζεται το φαινόμενο (γνωστό και ως διάρκεια ζωής του ρέψυγγα) είναι σημαντικά μικρότερη.

- Χικ-Μπουρμπ...Χικ-Μπουρμπ...
- Αμάν ρε γιαγιά με αυτόν το ρέψυγγα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μιλάω σχετικά ήρεμα, σχεδόν ψιθυριστά, αλλά με έντονα «σφυριχτό» το Σίγμα.

Είναι από τα χαρακτηριστικά της ομιλίας των ανθρώπων στα οποία μπορεί κάποιος αρχικά να μη δώσει ιδιαίτερη σημασία, μπορεί και να μην το προσέξει καν. Από τη στιγμή όμως που θα το προσέξει ή θα του το επισημάνει κάποιος άλλος, δε μπορεί να το ξε-προσέξει, και κάθε φορά που ο ψισφυρίζων ανοίγει το στόμα του και λέει οποιαδήποτε λέξη που περιέχει σίγμα, ο μυημένος πλέον ακροατής παρατηρεί το «σου» που ακούγεται σαν σφύριγμα, και ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του το διασκεδάζει ή ενοχλείται. Δεν είναι σφύριγμα ποιμένων, δεν είναι ψεύδισμα κραγμένης, είναι ο ψίσφυρος.

Λίγο-πολύ όλοι όσοι έχουν την ικανότητα της ομιλίας ψισφυρίζουν. Σε μερικά άτομα βέβαια το φαινόμενο είναι αρκετά έντονο και μπορεί να αποτελέσει διαρκή τροφή για εποικοδομητική κοροϊδία από την παρέα ή και τους περαστικούς. Σε άλλες περιπτώσεις, οι ψισφυρίζοντες, έχοντας αποδεχτεί την ιδιαιτερότητά τους, ανάγουν τον ψίσφυρο σε ένα όχημα έκφρασης ιδεών και συναισθημάτων, πολλές φορές με μεγάλη επιτυχία (βλ. παράδειγμα).

«Για τιΣΣΣφφφ παλιέΣΣΣφφ αγάπεΣΣΣφφ μη μιλάΣΣΣφφ»
- Φίλιππος Πλιάτσικας, Επιτυχημένος Ψισφυρίζων

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μία παρέα από όμορφες, ευγαμήσιμεςκορασίδες. Ο πλήρης όρος είναι «φλέβα από μουνιά», παρεΐστικης προέλευσης.

Ικανές και αναγκαίες συνθήκες που πρέπει να πληρούνται για να χαρακτηριστεί μια κοριτσοπαρέα ως φλέβα:
1) Το μέγεθος της εν λόγω παρέας να είναι θετικός ακέραιος αριθμός μεγαλύτερος ή ίσος των τεσσάρων τεμαχίων.
2) Κάθε κορμί που ανήκει στη φλέβα θα πρέπει να έχει συντελεστή γαμησιμότητας μεγαλύτερο του 6, με «Άριστα» το 10 και βάση το 5 (κατηγορία «Μπάζο αλλά νταξ δε θα έχω και εφιάλτες για την υπόλοιπη ζωή μου».

Καταλαβαίνουμε ότι προκειμένου να είναι σε θέση μια αντροπαρέα να κρίνει σε κλάσματα το αν μια κοριτσοπαρέα είναι φλέβα, θα πρέπει να είναι μάστερ στο ευγενές σπορ του «ρίχνω άγκυρα στην καφετερία, αράζω με τη φραπεδούμπα και όποιο θηλυκό περνάει το σκανάρω και το βαθμολογώ», ενώ κάθε μέλος της αντροπαρέας θα πρέπει να λάβει υπόψη του και τα γούστα και την κοσμοθεωρία των φίλων του και να κανονικοποιήσει τη βαθμολογία του, έτσι ώστε αυτή να είναι συμβατή με τη συλλογική νόηση και θεώρηση των πραγμάτων. Κοινώς, η αντροπαρέα να είναι ή να έχουν χρηματίσει, για ικανό χρονικό διάστημα, μπασκετμπωλίστες.

Μπακούρι 1: - Πού μας έφερες ρε μάρτυρα του Αυνάν;
Μπακούρι 2: - οικοδομή από τις λίγες. Θα ματώσουν τα μάτια μου.
Μπακούρι 3: - Ρε μαλάκες, εμένα μου είπαν ότι το μαγαζί έχει καλό κόσμο. Κάντε λίγο υπομονή, ούτως ή άλλως παραγγείλαμε ήδη, ας κάτσουμε.
Μπακούρι 4: - Καλά, άλλη φορά έτσι και σε ακούσουμε θα - πωωω, κοιτάξτε στην είσοδο! Φλέβα!

(Όλη η παρέα γυρνάει και κοιτάζει «διακριτικά», για 3''. Ακολουθούν άλλα 3'' σιωπής και μερικά πεταχτά βλέμματα στην κοριτσοπαρέα για τελευταίες διορθώσεις στις ατομικές βαθμολογίες)

(Όλοι μαζί): - ΦΛΕΒΑ!!!

(Οι μπάκουρες τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους χαμογελαστοί και ατενίζοντας το μέλλον με αισιοδοξία. Μετά από πέντε ώρες, κλασικά κανένας τους δεν έχει κάνει κίνηση.)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία