Πολύς κόσμος, πολύς λαός.
Κοίτα ρε φίλε λαούρα στα εισιτήρια! Ούτε αύριο δεν ξεμπερδεύουμε!
Πολύς κόσμος, πολύς λαός.
Κοίτα ρε φίλε λαούρα στα εισιτήρια! Ούτε αύριο δεν ξεμπερδεύουμε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Σύντμηση του υβριστικού όρου κλαπαρχίδας ή κλαπαρχίδης.
Άντε ρε κλάπα από 'δω που θα μου πεις ότι ήταν οφ-σάιντ!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Χιουμοριστική παραφθορά της Ιταλικής μάρκας μοτοσυκλετών Moto Guzzi που δηλώνει την παραδοσιακά κακή ποιότητα των κινητήρων και των ανταλλακτικών τους, καθώς και το θόρυβο που οι πρώτοι παρήγαγαν λόγω του μεγάλου τους κυβισμού. Ο όρος είναι σχεδόν ανύπαρκτος σήμερα, πιθανότατα λόγω της βελτίωσης της ποιότητας των εν λόγω μοτοσυκλετών.
- Θα πάμε με το Μήτσο στον Τσιβλό με τις μηχανές. Έρχεσαι;
- Αν είναι να φέρει τη Μότο Σκούζει μαζί του καλύτερα όχι. Θα κάνουμε δέκα μέρες να φτάσουμε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Λεξιπαίγνιο του όρου «πολυτάλαντη», που δηλώνει την ασχολούμενη με τα πάντα ηθοποιό-μοντέλο-τραγουδίστρια-παρουσιάστρια-τορναδόρο, η οποία ωστόσο δεν καταφέρνει να διακριθεί σε κανέναν τομέα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές της. Έχει χρησιμοποιηθεί για τη Ζέτα Μακρυπούλια.
Η πολυατάλαντη παρουσιάστρια έκανε το ντεμπούτο της και ως Έντα Γκάμπλερ στο ομώνυμο έργο του Ερίκου Ίψεν.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Στην ποδοσφαιρική διάλεκτο αποκαλείται έτσι ο απολύτως άχρηστος παίχτης, επειδή υποτίθεται πως το μόνο που μπορεί να κάνει στο χόρτο του γηπέδου είναι να βοσκάει πρόβατα. Απαντάται επίσης και ως τσοπάνης-τσοπάνος.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ειδική συσκευή με μορφή χαμηλού και παλαιού κουτιού με εφαρμοσμένο περιστρεφόμενο βουρτσάκι στο κάτω μέρος του, που χρησιμοποιείται για την περισυλλογή ψίχουλων από το τραπέζι του φαγητού και ενίοτε και από το πάτωμα. Απαντώνται και παραλλαγές με διπλή ή τριπλή βούρτσα ή και με λαβή.
Συναντάται επίσης και με την ονομασία «μπάτλερ», ονομασία η οποία συνηθίζεται κυρίως για πιο πολυτελείς παραλλαγές.
Εδώ το έκοψες βρε το ψωμί; Χάλια τα έκανες όλα! Φέρε την ψιχουλιέρα από την κουζίνα γρήγορα!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το άτομο που είναι επιφορτισμένο με το καθήκον του να μαζεύει τις μπάλες που φεύγουν από τον αγωνιστικό χώρο διαφόρων παιχνιδιών και να τις επιστρέφει πίσω στο γήπεδο. Χρησιμοποιείται υποτιμητικά για άσχετους ποδοσφαιριστές ή καλαθοσφαιριστές. Η χρήση του θηλυκού γένους και για τους άνδρες καθιστά την έκφραση περισσότερο υποτιμητική.
Άντε ρε το γίδι που θέλει να παίξει και στη βασική! Μπαλομαζώχτρα τον είχαμε στη Λιβαδειά και μας έγινε φίρμα τώρα!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Όρος που χρησιμοποιείται κυρίως από αναρριχητές. Εκφράζει το σημείο της αναρρίχησης που ο αναρριχητής κολλάει στον βράχο και δεν μπορεί να προχωρήσει ούτε μπρος ούτε πίσω.
Κι εκεί που πήγαιναν όλα καλά στην ορθοπλαγιά, να' σου ένα αρνητικό και βράχωσα τρελά!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ελληνοποιημένη μορφή του Ipod, του γνωστού γκάτζετ της Mac. Κατά το μπινιά, παπαριά κλπ. Παρότι έχει αλιευθεί από παραλία της Πρέβεζας, δεν είναι σίγουρο ότι προέρχεται από την εν λόγω περιοχή.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Τραβώ το πουκάμισο ή το T-shirt που φοριέται μέσα στο παντελόνι ώστε να κρεμάσει λιγάκι και να μοιάζει με μπουφάν παλαιάς κοπής (βλ. εϊτίλα).
Κοινή έκφραση σε παλαιότερες εποχές που τα εν λόγω ρούχα φοριόταν μέσα στο τζιν (ει δυνατόν σωλήνας) ή στο υφασμάτινο παντελόνι με τις πιέτες.
- Πώς σου φαίνομαι; Σένιος, ε;
- Βρε, μπουφάνιασε το πουκάμισο! Σου κάνει μια κοιλιά να!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!