Ονείρωξη κάθε συνειδητοποιημένου στυγνού εκμεταλλευτή και καθημερινότητα εκατομμυρίων απανταχού αδέσμευτων νεοσκλάβων, που αγωνίζονται να πείσουν εαυτούς πως είναι μεν εργαζόμενοι (εξού δοξάζοντες τον όποιο Θεό και μπινελικιάζοντας το ωροσκόπιό τους), αλλά με την μετά Κρίσης έννοια του όρου.

Ανέκαθεν πραγματικότητα για τριτοκοσμικές χώρες, για κάποιες από τις Δυτικές προέκυψε από διακρατική συνειδητή και συντονισμένη ισοπέδωση των εργασιακών σχέσεων. Συνοδεύεται από απαράδεκτους, συχνότατα μαύρους, μισθούς επιπέδου χαρτζιλίκι σε επίσης συχνότατα υπαλλήλους φαντάσματα για εξεπιτούτου ξεχαρβαλωμένους αρμόδιους κρατικούς μηχανισμούς. Το όλο πακέτο επεξεργάστηκαν παραδόπιστα, ακόρεστα και, δυστυχώς, αχαλίνωτα σινάφια που ζουν σε παράλληλο σύμπαν σε σχέση με τη συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού και το επέβαλλαν δια των δημοκρατικά εκλεγμένων μεν, διεφθαρμένων και διαπλεκομένων δε τσιρακίων τους με μετεκλογική επιστράτευση της ανυπέρβλητης πουτάνας Τίνας.

Σαν όρος προέκυψε από σαρκαστική παραφθορά του ωραρίου 9-5 (όπου το 9, π.μ. και το 5, μ.μ.) των υπαλλήλων γραφείου σε πολλές χώρες.

-Αν και σε αυτήν τη φάση λόγω Κρίσης η εταιρία δεν μπορεί, παρά τα προσόντα σου, να δώσει τον βασικό για όλο το δοκιμαστικό τρίμηνο, το πόστο, όπως κατάλαβες κι εσύ, είναι απαιτητικό και περιμένω το 100% των ικανοτήτων σου 9 με Πάντα. Take it or leave it.

- …..

- ΟΚ κόλλα το!! Καλώς ήρθες στην οικογένειά μας!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Απαξιωτικός χαρακτηρισμός που, όταν αναφέρεται σε κάποιο άτομο, σημαίνει τον άχρηστο, αυτόν που είναι για πέταμα, το σκουπίδι, το τσόλι (που υπονοείται έντονα μια και είναι παρά φι ομόηχα), τον αναξιοπρεπή, τον μικροπρεπή, που δεν έχει περιεχόμενο, ουσία άρα και ποιότητα, αυτόν που το ηθικό του ανάστημα θυμίζει φιλαράκι της Χιονάτης χωρίς τα φημολογούμενα προσόντα.

Πολύ κοντά στο άδειο μύδι, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευκολότερα στο γραπτό λόγο στη θέση βαρύτερων και σλανγκικότερων χαρακτηρισμών.

Όταν εκτοξεύεται σα βρισιά είναι -εκτός των παραπάνω- κοντά στα: «βλάκας», «ανόητος», «μισή μερίδα» και ανάλαφρες εκδοχές του «μαλάκας».

Μέχρι εδώ, ξέρει πάνω – κάτω κι ο Μπάμπης.

Παίζει σε εκφράσεις όπως:

---ακόμη δεν βγήκε απ’ το τσόφλι καθόλα ισάξιο του «ακόμη δεν βγήκε απ’ τ’ αυγό» που εκτοξεύεται προς μοιράκια, στραβάδια, νέοπες και γενικά νιάτα κάθε είδους.

---ούτε τσόφλι: τίποτε, καθόλου, κανένας, ούτε κατά διάνοια, ούτε μυρωδιά, ούτε δείγμα.

---άσ’ τα τσόφλια: άσ’ τα σάπια / τα πούστικα που ξέρεις / τις μαλακίες / τις βλακείες / τα μα και μου, όπως φαίνεται και στο π.χ. που δίνει ο GATZMAN εδώ.

Όταν αναφέρεται σε κάποιο αντικείμενο (συνήθως είδος εξοπλισμού, σκαρί, κατασκευή, ακόμη και μηχανοκίνητο) υπονοεί πως από τη μάνα του είναι εύθραυστο, προβληματικό, ευτελές, με περιορισμένες δυνατότητες σε σύγκριση με κάποιο άλλο.

Μ’ αυτή την έννοια, εκτός από απαξιωτικά, μπορεί να εκφέρεται και χαϊδευτικά αφού ακόμη κι αν όταν ονειρεύεσαι Maserati παθαίνεις απανωτές φλοκοδιαρροές, η σχέση λατρείας – μίσους που σε δένει με το όποιο σαραβαλάκι σου δεν σου επιτρέπει παρά μόνο πικραμένη γλύκα στη φωνή όταν το βρίζεις. (Απόρροια του δεσίματος με τα καθημερινά αντικείμενα σε συνδυασμό με το φετιχισμό που καλλιεργεί η καταναλωτική κοινωνία και, κάπου – κάπου, ένα υφέρπον ταξικό μίσος ζευγαρωμένο με φανερή ζήλια για τους έχοντες και κατέχοντες).

1.
Τα σοσιαλιστικά τσόφλια που ψήφισαν το μνημόνιο παρεούλα με την τελειωμένη και τον κωλοτούμπα, δεν έχουν κανένα δικαίωμα στην διαφωνία. Αν διαφωνούν, ας το δείξουν στο Κοινοβούλιο κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου, αλλιώς, μόκο και ταβλάκι στο καφενείο της Βουλής.

2.
Σοβαρά το νόημα της ζωής είναι το να έχεις ζωή, όποτε σταματήστε να διαβάζετε χαζά βιβλία και get a life! Που μου διαβάσατε τον τίτλο και νομίζατε ότι θα μιλήσουμε για αστρικό ταξίδι, τσόφλια!!!!

3.
Εγώ που δεν έζησα τίποτα ουσιαστικό, για την ηλικία μου. Κοιτώ τους εικοσάρηδες κι αισθάνομαι ότι έχω γεράσει. Στα 34 μου. Φαντάζομαι ότι φυλάνε κατουρημένες ποδιές για μια θέση στο δημόσιο. Ποιος είσαι εσύ, που θα βρεις μόνιμη δουλειά, ακόμη δεν βγήκες απ’ το τσόφλι;

4.
Ήμασταν καμιά 100αριά άτομα, από τις 8.30 το πρωί. Είχαμε σταθεί στην κύρια είσοδο με πανό και ντουντούκες, διακριτικά «κλεισμένοι» από μια διμοιρία μπλε για να μην κόβουμε την είσοδο. Γύρω (εκτός όσων συνοδεύανε κρατουμένους) μπόλικοι ασφαλίτες, πεζοί και με μηχανάκια, κόβανε κίνηση. Από φασίστες, ούτε τσόφλι.

5.
Μπορεί να είναι ανθεκτικά αλλά χαλάνε. Το ντουλαπάκι και σε εμένα και σε όλους χαλάει εντάξει μου το πέρασαν στην εγγύηση. Εγώ το μεγάλο πρόβλημα που έχω σε 5θυρο και οι πίσω πόρτες είναι οι χειρότερες πόρτες που έχω δει. Είναι τσόφλια τελείως, το έχω ένα χρόνο και κουνιούνται χωρίς να τους κάνω πολύ χρήση. Το χερούλι είναι τελείως πλαστικό σε αίσθηση και τα πλαστικά στις πόρτες σε ανωμαλίες στο οδόστρωμα (όχι λακκούβες) τρίζουν. Αν δείτε 5θυρο ανοίξτε και κλείστε τις πίσω πόρτες να δείτε. Δοκιμάστε μετά και τις μπροστά...

6.
Και μέχρι στιγμής κανένας δεν έχει «πειστήρια». Τι είδους; μια ανάλυση λαδιών μετά από ΧΨ χιλιάδες χιλιόμετρα. Εδώ σε CATERPILLAR, λάδια ημισυνθετικά γνωστής εταιρίας μετά από 200 ώρες non-stop χρήσης (αν γνωρίζει κανείς από Τσιμέντα Χαλκίδος ξέρει για τι τέρατα μιλάω) σε τρελές θερμοκρασίες και καταπονήσεις, ύστερα από ανάλυση και τα λάδια μπορούσαν να βγάλουν κι άλλο και τα κρατάγανε μέχρι 240-250 ώρες!! Και μιλάμε τώρα για το τι καταπόνηση δέχεται το λάδι στα τσόφλια μας;

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνηθέστερα στο γ’ πρόσωπο η φράση χρησιμοποιείται:

  • Όταν θέλουμε να δείξουμε πως συνέβη μεν κάτι, με το οποίο όμως δεν αξίζει να ασχοληθούμε στα σοβαρά. Εξάλλου, ανέκαθεν η ενασχόληση με τρίχες κατσαρές ή όχι, απ’ ένα σημείο και μετά είναι ένδειξη μειωμένης σοβαρότητας. Πολύ κοντά στο νόημα τα: χέστηκ’ η φοράδα στ’ αλώνι, χέστηκ’ η Φατμέ στο γενί τζαμί και τα σχετικά.
  • Όταν θέλουμε να δηλώσουμε πως κάποιος άλλαξε άποψη ή στάση απέναντι σε κάποιο ζήτημα και πως ενίοτε, η αλλαγή αυτή είναι τόσο ριζική, σε σημείο να εμφανίζεται ή να λανσάρεται τελείως διαφορετικά στο κοινό του. Η δε θέση της χωρίστρας (δεξιά ή αριστερά) χρησιμοποιείται με νόημα, ιδιαίτερα για πολιτικά πρόσωπα, σαν ένδειξη των πεποιθήσεών τους, τουλάχιστον τη δεδομένη στιγμή.
  • Όταν θέλουμε να δείξουμε πως, μεταφορικά ή και όχι, κάποιος έβαλε στη θέση του κάποιον που είχε πάρει πολύ αέρα, περισσότερο ή λιγότερο βίαια. Όταν λέγεται από αλάνι, ανάλογα με τη διατύπωση, υπονοείται ξεκάθαρα πως έπεσε ή θα πέσει βρωμόξυλο.
  1. - Η κατάσταση με τα ΜΜΕ είναι γνωστή. Ακόμα και να αλλάξει χωρίστρα ο Σαμαράς θα το κάνουν θέμα. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει και αντίλογος από τα στελέχη της ΝΔ.

  2. - Βασικά, αν δεν μου αρέσει το εισόδημά μου ή έχω πρόβλημα με τη χωρίστρα του υπουργού, θα κλείσω δέκα κεντρικούς δρόμους της Αθήνας με το ΙΧ μου (θα αλλάζω δρόμο ανά ώρα) και να πάτε όλοι να πνιγείτε.
    - Το αίτημα των αγροτών να αλλάξει η χωρίστρα του υπουργού, να την κάνει αριστερά δλδ είναι αδιαπραγμάτευτο.

  3. - H Amy είχε γίνε κουφέτο να το πιπιλίσεις με κάποια φιλενάδα της και εκεί που τα κορίτσια ήταν έτοιμα να ρουφήξουν τη σκόνη από τις γωνίες του δωματίου, μπουκάρει το χαμαντράκι της Amy, με ορέξεις και για τις δυο κορασίδες. Τότε είναι που η Amy του χυμάει με σκοπό να του αλλάξει τη χωρίστρα. Καυγαδάκι το είπαν μετά.

(όλα απ’ το δίχτυ)

  1. - Ίσα ρε πούστη, μη ‘ρθω εκεί και σου αλλάξω τη χωρίστρα!!

Μια κυβέρνηση που δεν μπορεί να εφαρμόσει τον αντικαπνιστικό νόμο θέλει να τα βάλει με τις πετρελαϊκές. Πρώτα πρέπει να αλλάξουν τη χωρίστρα τους. (από sstteffannoss, 09/07/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απηχεί το κάπως μπρουτάλ: «η ζωή είναι ένα αγγούρι που άλλοι το τρώνε και δροσίζονται κι άλλοι το τρώνε και ζορίζονται» όπου το γνωστό λαχανικό εννοείται τόσο με την κυριολεκτική, όσο και με την κατά linc751979 σλανγκική του έννοια, του υπερμεγέθους πούτσου, που εξηγεί την καταγεγραμμένη από Τριαντάφυλλο και Μπάμπη σημασία του (της δυσκολίας, της δυσχέρειας) που έκαναν πως δεν καταλαβαίνουν.

Περιγράφει μια παγκόσμια κοινωνική σταθερά που πρέπει να αλλάξει, μια κι όσοι ανήκουν στο δεύτερο σκέλος διαρκώς πληθαίνουν, παρ’ όλα όσα ευαγγελίζονται οι διάφοροι –ισμοί απανταχού στον πλανήτη.

Ακούγεται και μόνο του το δεύτερο σκέλος, υπονοώντας τα πάντα υπόλοιπα.

Η φράση είναι γνωστή στο σάιτ αφού εμφανίζεται σε σχόλια των electron εδώ κι εδώ, του GATZMAN και του ο αυτοκτονημένος, που την ανέφεραν σαν μήτρα των παρόμοιων στο νόημα:
«Άλλοι αγκομαχάνε κι άλλοι καυλομαχάνε» του Vrastaman και

«Άλλοι λιάζονται κι άλλοι ξεκωλιάζονται» του Titanomikroulis, αντίστοιχα.

Παρεμπιπτόντως, το επίσης εννοιολογικά παρόμοιο -ασφαλώς μη σλανγκικό: «Άλλοι πετούν, άλλοι πεινούν» έγινε σύνθημα της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης (ΕΕΠΦ) μιας δράσης της, στο πλαίσιο του Δικτύου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης «Φύση Χωρίς Σκουπίδια», με σκοπό την αλλαγή συμπεριφοράς ως προς την υπερκατανάλωση, τη σπατάλη πόρων και τα διαφορετικά μοντέλα απόρριψης σκουπιδιών μέσα από απλές καθημερινές πρακτικές, φιλικές προς το περιβάλλον.

Ο Βελωνιακός, είναι στην ίδια μοίρα με εμάς φέτος. Μόνο που πήγαινε για ch. l., κύπελλα και μεγαλεία, ενώ εμείς χωρίς προετοιμασία, τώρα προσπαθούμε να φτιάξουμε ομάδα. Στο μεταξύ μας ματς, έφαγε πάντως το αγγούρι του (άλλοι το τρώνε και δροσίζονται, άλλοι το τρώνε και ζορίζονται) και ζορίστηκε.

(από το δίχτυ)

Άντε!! Και καλό καλοκαίρι!! (από sstteffannoss, 21/06/11)(από Khan, 02/04/14)

Βλ. επίσης στο δικό μου δεν χωράει, στο δικό σου κολυμπάει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται από τον κόσμο του λαϊκού θεάτρου κι ετυμολογείται από τον Μπαλαφάρα, έναν μπουλουξή. Επίσης συναντάται και σαν «μπαλάφα», «μπαλαφαρία».

Στο θέατρο και τον κινηματογράφο είναι μια κωμωδία καταστάσεων όπου κυριαρχούν η υπερβολή, το χοντροκομμένο χιούμορ (συχνές αναφορές σ’ αχαμνά, βυζιά, κώλους και όλες τις λειτουργίες τους με έμφαση στα ηχητικά εφέ), η φωνακλάδικη αθυροστομία, οι έντονες κινήσεις (οι ηθοποιοί είναι υπερδραστήριοι επί της σκηνής), η ακατάσχετη πολυλογία που εκφέρεται ταχύτατα και γενικά κάθε είδους χοντράδα (μέχρι τη χυδαιότητα) με σκοπό την εύκολη πρόκληση γέλιου (ενίοτε, σαν είδος κωμωδίας, δεν είναι τόσο αθώο όσο δείχνει και είναι μόνο επιφανειακά ελαφρύ· απαιτεί δε από τη μεριά του ηθοποιού που συνήθως αυτοσχεδιάζει, μεγάλο ταλέντο και σωματική αντοχή).

Έχει καταντήσει να σημαίνει:

A. Όταν μιλάμε για ένα έργο τέχνης (κυρίως θεατρικό και κινηματογραφικό αλλά όχι μόνο) την κιτσάτη χοντροκοπιά, μπαρούφα, την μπούρδα, τη σαχλαμάρα, την αρλούμπα, τη μούφα, την ανώδυνη διασκέδαση για κοινό χωρίς απαιτήσεις (π.χ. εφήβους, μπασκλασαρία), τη δηθενιά, την αποτυχημένη (προσπάθεια για) σάτυρα λόγω έλλειψης μέτρου ή ταλέντου, την αμερικλανιά (ως προς το περιεχόμενο τουλάχιστον). [Παρ’ όλ’ αυτά κάποιοι κάνουν καινούργιο συκώτι απ’ τα γέλια και κάποιοι άλλοι βγάζουν τρελό χρήμα]

B. Σαν χαρακτηρισμός μιας δράσης, κατάστασης, εξαγγελίας, ανακοίνωσης σημαίνει πάνω κάτω τα ίδια κι επιπλέον την άνευ περιεχομένου μεγαλοστομία με σκοπό τον εύκολο εντυπωσιασμό, τα φούμαρα / τις υπερβολές / τις παραφουσκωμένες αερολογίες / μαλακίες που λέγονται από φορείς, ελίτ, ΜΜΕ είτε σαν δικαιολογίες είτε για να χαϊδέψουν αυτιά, το κακοστημένο θέαμα με σκοπό τη χειραγώγηση οποιοδήποτε κοινού του οποίου υποτιμάται η νοημοσύνη.

Γ. Όταν μιλάμε

i) για χαλαρές καταστάσεις μεταξύ φίλων: ο χαβαλές / η πλάκα / οι παρεΐστικοι αστεϊσμοί,· ii) για χιούμορ / ανέκδοτα: τα πικάντικα, τα σκαμπρόζικα, τα σόκιν.

Δ. Υπάρχουν και τα «μπαλάφας», «μπαλαφάρας» για τους εκφέροντες μπαλαφάρες.

Σημειωτέον πως πρόκειται και για σύγχρονα επίθετα συμπολιτών μας που δεν εκφέρουν ούτε κάνουν -κατά κανόνα- μπαλαφάρες.

Α.1) «…Στα μισά της επίσημης προβολής της χαριτωμένης μπαλαφάρας «Το κλάμα βγήκε απ' τον Παράδεισο» …γυρίζει ο Α. Μ.. της Σπέντζος Φιλμ και αυθορμήτως εκφωνεί χαμηλοφώνως μια προφητεία, ταμειακής υφής: «Ξεκινάνε με ένα εκατομμύριο εισιτήρια»…».

Α.2) «…αυτή η αμφιβολία είναι μέρος της μαγείας του φιλμ του Tomas Alfredson. Κι αν ο τελευταίος δεν επέλεγε να κορυφώσει το δράμα του με την εύκολη λύση της 'εκδίκησης των τραμπούκων', που παραπέμπει σε νεανική αμερικανική μπαλαφάρα των '80s, θα είχε υπογράψει ένα καθαρό αριστούργημα!...» (για το Låt den rätte komma in)

Α.3) «…το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το «Soon Over babaluma» δεν έχει καμμία σχέση, ας πούμε με το «Tago mago», ως μουσική, αυτό δεν σημαίνει πως είναι μπαλαφάρα ολκής - όπως αβασάνιστα ειπώθηκε από τον Μ. …..»

Α.4) «…Ο κακομοίρης ο Λουντέμης ήταν ένας μετριότατος γλυκανάλατος συγγραφεύς αλλά βέβαια κάποτε βασίλευσε ως μονόφθαλμος στους τυφλούς , δηλαδή την δεκαετία του 60 και του 70 που όλοι το είχαν ρίξει στην ποίηση και δεν είχαμε λογοτέχνες της προκοπής. Σήμερα ο Λουντέμης θα κατατάσσονταν πανηγυρικώς στους ιδίοις αναλλώμασσιν συγγραφείς. Παρόλα αυτά οι μπαλαφάρες του συνεχίζουν να στοιχειώνουν τις παιδικές βιβλιοθήκες και βέβαια ευτυχώς παραμένουν αδιάβαστα...»

Β.1) «….Όσο για τα υπόλοιπα κόμματα, εγώ δε το τρώω πως επειδή επιχορηγούνται απ' τον κρατικό προϋπολογισμό είναι κι ανεξάρτητα, γιατί ξέρω πολύ καλά πως οι επιχειρηματίες τα χώνουν σε όλα τα κόμματα, μηδενός εξαιρουμένου. Απλώς, το κάθε κοινοβουλευτικό κόμμα έχει το ρόλο του στην αστικοκοινοβουλευτική μπαλαφάρα. Ε, εμένα δε μ' αρέσει η μπαλαφάρα αυτή, δε γουστάρω να βλέπω το θίασο και δε θέλω να πληρώνω εισιτήριο, να πάνε να πηδηχτούνε. Ας αυτοχρηματοδοτούνται, λοιπόν, ας τους τα χώνουν τα λαμόγια κι οι επιχειρηματίες…»

Β.2) «..Έλεος πια με την αυταπάτη της “συμπρωτεύουσας”, που μονίμως αποδεικνύεται αποτελεσματικότατη μπαλαφάρα των “ημεδαπών” πολιτικάντηδων…Ένα μεγάλο αστικό κέντρο είναι η Θεσσαλονίκη, με κάθε μορφής εγγενή παθογένεια, ενδημική σε όλα τα αντίστοιχα πολεοδομικά μεγέθη….»

Β.3) «…Ο ΛΑ.Ο.Σ. είναι ένας πραγματικός μπαξές! Τηλεοπτικοί βιβλιοπώλες που εννοούν να μας σώσουν ακόμη κι αν κανείς δεν τους το έχει ζητήσει, ξεπεσμένοι δημοσιογράφοι που επιθυμούν να σταδιοδρομήσουν ως σχολιαστές τηλεοπτικών εκπομπών της μεσημβρινής ζώνης, τηλεπερσόνες και μόνιμοι πολιτευτές, πιστοί οπαδοί του Δ.., στοιχίζονται πίσω από τον Μεγάλο Αρχηγό. Το όραμα τους πάντως έχει εικαστική απεικόνιση: τον Λ.Γ. εκστασιαζόμενο όταν ο ακαταπόνητος αδελφός του Σ.–Ά. εξαπολύει τις ... μπαλαφάρες του!...»

Β.4) «…Ας αφήσουμε κατά μέρος και την απίστευτη μπαλαφάρα με την κατάργηση της ανωνυμίας για τους κατόχους καρτοκινητών, λες και μια χούφτα κακοποιών που είναι ικανοί να οργανώσουν για δεύτερη φορά ολόκληρη υπερπαραγωγή με ελικόπτερα και χειροβομβίδες θα κολλήσουν στο αν το κινητό είναι με σύνδεση ή με κάρτα…»

Β.5) «….Μόλις ο πρύτανης αρχίζει την προπόνηση για να γίνει κι αυτός Μάνθος (εδώ που τα λέμε μ’ αυτούς τα βρήκε για να εκλεγεί! – ή κάνω λάθος;) και κάποιος τον εγκαλεί ως ανακόλουθο με τις κατηγορηματικές δεσμεύσεις και άλλες προεκλογικές μπαλαφάρες, τσουπ ξεθάβουμε την Π…, βρίσκουμε την Τ…, και το guilt by association με τον Μ…»

Γi) «…Στην πολιτικοποιημένη παρέα των 35+ η οποία μαζεύτηκε για να δούμε τον ημιτελικό Ισπανία – Γερμανία, το ερώτημα που δημιούργησε κόντρες ήταν –μια μπαλαφάρα πες, αλλά πέρασε η ώρα με τα κέφια στην τσίτα – το ποια ομάδα θα υποστήριζε στο Μουντιάλ ο Κάρολος Μαρξ, με βάση την οργάνωση, τα χαρακτηριστικά του ποδοσφαίρου της χώρας που θα πλησίαζε περισσότερο στη φιλοσοφία του…»

Γii) -Και κοίτα όταν έρθουν οι φίλες μου ν’ αρχίσεις εκείνες τις μπαλαφάρες σου με τον καψιμιτζή και τον κώλο του επιλοχία σου.
-Καλά! θα πω ένα με τον Καράμπελα και τη Χάιδω, να σπάσει ο πάγος.

Δ) «…Το χιούμορ που συγκεντρώνει τους χυμούς που παράγουν το γέλιο έχει να κάνει με ανατροπές, με φάρσα, με υπερβολή, με ξάφνιασμα μυαλού, με μιμητικές, με ερεθισμό χορδών του εγκεφάλου που αγγίζουν φιλόδοξα επίπεδα πνευματικών συγκινήσεων, με ανεκδοτόμορφες νύξεις, με σύγχρονες και παλιές τεχνικές κωμωδίας, αλλά και με τον τύπο της καρπαζιάς και με τον μπαλαφάρα…»

(Όλα απ' το δίχτυ πλην του Γii)

Ο ποδοσφαιριστής του ΠΑΣ Σωτ. Μπαλάφας (από allivegp, 17/01/11)Ο στρατηγός Δημήτριος Ιωάννου, πρότυπο για τον Μπαλαφάρα της "Ζωής εν Τάφω" του Στρ. Μυριβήλη. (από Khan, 22/03/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ψαγμένη, ως προς την προφορά, απόδοση του αγγλικού psycho: ο ψυχασθενής με παράξενη ή και βίαια συμπεριφορά.

Παράλληλα και με τα δυο παίζει (περισσότερο προφορικά αυτό) και το ψάικο ενίοτε και σαν πσάικο. Και βεβαίως – βεβαίως όλα προέρχονται από το ψυχή είναι άκλιτα και εμφανίζονται σαν ουσιαστικά, επίθετα κι επιρρήματα.

Οι στατιστικές τοποθετούν τους Έλληνες ως προς την κατανάλωση ψυχοφαρμάκων στις πρώτες θέσεις της αντίστοιχης ευρωπαϊκής λίστας. Άρα τι; Βρήκαμε επιτέλους τι παράγουμε σαν χώρα; -μια και αφού πουλάμε τρέλα θα ήταν περίεργο να μην την παράγουμε, νο; Ή έχουμε να κάνουμε μ’ ένα είδος που αναπαράγεται με τρομερή επιτυχία βασικά, δια της μολυσματικής δράσης του; Ά! Ναι! Και ποιος κρίνει (αν μη τί άλλο, ως προς τα όρια) ποιος είναι ποιος και τι είναι τι;

Θα ήταν παράλειψη η μη αναφορά στις ταινίες «Ψυχώ» (“Psycho” -1960-) του Alfred Hitchcock με σενάριο από νουβέλα του Robert Bloch (-1959- βασισμένη σε πραγματικά περιστατικά) και “American Psycho” (2000) της Mary Harron με σενάριο από νουβέλα του Bret Easton Ellis (1991) που έχουν γράψει μια κάποια ιστορία.

1. Παιδιά αυτός ο Μ… δεν είναι φυσιολογικός διευθυντής. Είναι ..σάικο! Λέει σε συνέντευξη του ότι: i) Έχει σπάσει τζαμαρίες στο control όταν έχασε θέμα. ii) Του πήγαν άθραυστα τζάμια και τα χτυπούσε επί δέκα λεπτά με καρέκλες μέχρι που τα έσπασε. iii) (…) μια φορά έπιασε να πνίξει έναν τεχνικό επειδή έχασε ένα link. iv) Έσπασε μια πόρτα του σταθμού και μαζί τα δάχτυλα του. Μας συγχωρείτε αλλά αυτός δεν είναι άνθρωπος ούτε χιονάνθρωπος. Μάλλον έχει κάποιο πρόβλημα και πρέπει να το δει.

2. Δεν κατάλαβα τίποτα. Σε μένα μιλάς; Σε ξέρω; Με ξέρεις; Τι Σαββόπουλο τσαμπουνάς; Μπας και βλέπεις παντού φαντάσματα των πρώην σου; Μπας και είσαι λίγο σάικο;

3. Ο βλαχού έχει πάντα έναν και μόνο έναν κολλητό συμβλαχού με τον οποίο κάνουν αστεία για πούτσες και γαμήσια ή απλά γελάνε επαναλαμβάνοντας την ίδια ατάκα, πχ «ατσάαα» και «ίσι μουρφή!» Εκατό φορές τη μέρα. Κατά τ' άλλα είναι λιγομίλητος τύπος. Αν επιχειρήσεις οποιαδήποτε κοινωνική επαφή πάνω από μούγκρισμα, θα σου ρίξει ένα psycho βλέμμα που θα φρίκαρε και τον πληκτρά των Rammstein.

4. Θες να μας πεις ότι θα κόψεις το τσιγάρο, έμμεσα; Καλό ήταν, αλλά μου φάνηκε κάποια στιγμή λίγο psycho να κάθεσαι και να μιλάς με το character και να σαι no life!

5. Πωωωω ρε φίλε psycho-φάτσα δες!!! Μαζεύτε τον ρεεεεεεε....

(όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι Γιουρούκοι διοικητικά, χωρίζονταν κατά Οίκους (Ojaks) με επικεφαλής εκλεγμένους ή κληρονομικώ δικαίω Μπέηδες (τούρκικα: bey απ' το τουρκοτατάρικο beğ) και κάθε Οίκος αποτελούνταν από Οικογένειες (Semsele) με επικεφαλής Αγάδες (τούρκικα: agha ή ağa) ή Μπέηδες.

Δεν είμαι σε θέση να εξακριβώσω αν και κατά πόσο το Semsele σχετίζεται ετυμολογικά με το πολυσήμαντο τούρκικο silsile: αλυσίδα, ακολουθία, καταγωγή, διαδοχή, γενεαλογική σειρά.

Ο όρος λοιπόν σημαίνει το σόι, τη φάρα, την οικογένεια συχνά και με πιο ευρεία έννοια. Χρησιμοποιείται με αρκετή δόση ειρωνείας υπονοώντας τόσο τη βαβούρα, όσο και τα μπερδεμένα αισθήματα που μας προκαλούν όλοι όσοι σχετίζονται με μας μόνο με κάποιο βαθμό συγγένειας και τίποτε άλλο, αφού οι κοινωνικές συμβάσεις επιβάλλουν μια κάποια συμπεριφορά που όταν δεν είναι αυθόρμητη, δημιουργεί, ενίοτε, κάτι σαν ενοχές.

Παίζει και η φράση (όλο) το σόι και το σιμσελέ με την έννοια: οι πάντες όλοι συγγενείς, μικροί-μεγάλοι, κοντινοί και πιο μακρινοί.

Ήδη γνωστό στο σάιτ από το γαμώ το σεμσελέ μου του iwn, το ανέλαβα απ' το ΔΠ κατά παραγγελία του ΜΧΣ για την ετυμολογία.

  1. Την ημέρα των εγκαινίων του νέου δημαρχιακού μεγάρου της Θεσσαλονίκης, είχα τη φαεινή ιδέα να παραστώ στην τελετή (...) Στην πλευρά του δημαρχείου, όλο το «σιμσελέ» της Θεσσαλονίκης, οι πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές αρχές του τόπου, και πλήθος χειροκροτητών, περίεργων περαστικών και επίδοξων καταδρομέων του μπουφέ, που είναι εκ των ουκ άνευ σε αυτές τις περιπτώσεις. Στην απέναντι πλευρά, διαμαρτυρόμενοι πολίτες, υπό κομματικά πανό αλλά και ανεξάρτητοι, με ποδήλατα, σκυλιά, έξυπνα συνθήματα που παρέπεμπαν στο οικονομικό σκάνδαλο, στην τσιμεντοποίηση και άλλα.

  2. Περπατούν προσεκτικά, δοκιμάζοντας τις αντοχές τους στον οικείο εκλογικό τους δρόμο. Ναι, στο δρόμο για το σχολειό της γειτονιάς, το περικυκλωμένο από τους ενοχλητικούς υποψήφιους και το σεμσελέ τους (σου προτείνουν –θες, δε θες– βιογραφικό ή ψηφοδέλτιο ή αναπτήρα), με πνευματικές λειτουργίες που βρίσκονται σε εγρήγορση.

(Απ' το δίχτυ)

  1. — Πώς τα περάσατε;
    — [Μμμ]μ… Τι να σου πω!! Όλο το σόι και το σιμσελέ παραταγμένο να ξεμετράει ο ένας τον άλλον!!
    — Άστην να λέει την αδερφή σου! Μια χαρά ήταν. Πώς να 'ρθεις κι εσύ ακοινώνητε!
    — Δε χάζεψα!!

(sic)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

πελέ (άκλιτο)

  1. τα αρχίδια στα καλιαρντά, αλλά και στα γιαννιώτικα, όπου επιπλέον, κάπως γενικότερα, τα αντρικά γεννητικά όργανα, τα αχαμνά.
    Υπάρχει και το Σερραίικο «πελιέ».

Όσο για την ετυμολογία:
Α. Όπως αναφέρει ο poniroskylo στην εδώ λίστα με τις επιρροές της ρομανί στα καλιαρντά (ανεβασμένη στις 13/11/10 – απόρησα που ακόμα έλλειπε το λήμμα, εξού και ένα stimulus) ο Ηλίας Πετρόπουλος στα Καλιαρντά ετυμολογεί ως εξής:
πελέ, το = όρχις, νεότερος παραπλανητικός τύπος του μπελέ. (Η.Π. 1971) πελέ μάλλον από το τσιγγάνικο pelo (=όρχις). (Η.Π. 1980)
< pelo = αρχίδι, pele = αρχίδια (πληθ.) (sic απ’ την εδώ λίστα του poniroskylo)

[Σημειώνω πως στην έκδοση του Νοεμβρίου του 2010 (ο Πετρόπουλος πέθανε το 2003) σημειώνεται σαν διόρθωση πως:
πελέ, μάλλον από το τσιγγάνικο pelo (=όρχις), χωρίς τίποτε άλλο -και
δίνονται επιπλέον σαν συνώνυμα τα (βλ. και σχ. του aias.ath):
μπελέ (το οποίο δεν το ετυμολογεί αλλά εικάζει σαν παραπλανητικό όρο του «μπαλά»), φλοκοντορβάρες (τώρα γιατί όχι «φλοκοντορβάδες» απ’ το τούρκικο «torba» που έδωσε το «ντορβάς» που εννοιολογικά ταιριάζει γάντι· δεν ξέρω) και μπαλά (που εικάζει πως προέρχεται από το «μπάλα»· (κι αυτό απ’ το ιταλικό «balla») εξάλλου είναι κατανοητότατο απ’ όλους το «μπαλάκια» που είναι... δίπλα (νταξ μάγκικα)· ακόμη κι αν θεωρηθεί εμπνευσμένο απ’ τ’ αγγλικό «balls»].

Το λεξικό της Ρομανί του Ε.Ε.Κ.Α.Α.Ε. δίνει χωρίς ετυμολογία:
«πελό»: όρχις, με πληθυντικό «πελέ», υποκοριστικό «πελορό» και ομόηχο «έπεσε».
Επιπλέον, για τον πληθυντικό «πελέ»: αχαμνά και ομόηχο «έπεσαν», «πέσανε»,
δίνοντας το παράδειγμα: «χαλά εκ τεκμάβα κάι πε πελέ»: έφαγε μια κλοτσιά στα αχαμνά του.

Επειδή δεν υπάρχει μια Ρομανί αλλά πολλές (και επειδή έχουν επηρεαστεί από τις γλώσσες των γύρω), τα «πελό -πελέ» (pelo – pele) τα βρήκα ακέραια στις: Ανατολικής Σλοβακίας, Ουαλική, Bugurdži (Σέρβικη, Μαυροβουνίου), Gurbet (Σέρβικη), Gurvari, Hungarian Vend (Ουγγρικές), Κοσοβάρικη Arli, (ευρέως) Μακεδονίτικη Džambazi, Burgenland (Αυστριακή), Dolenjski (Κροατική), Kalderaš, Lovara (Ρουμάνικες αλλά και αλλού), Prekmurski (Σλοβενική), Sepečides (Βολιώτικη και Σμυρναίικη), Sinte (Γερμανόφωνες περιοχές), Ursari (Ρουμάνικη), Sofia Erli (Βουλγάρικη) και με μικροπαραλλαγές στις Βόρειας Ρωσίας και Λιθουανίας(σαν pêlo), Κριμαίας (σαν penlo), Λατβίας (σαν pelò) και Romungro (γύρω απ’ τα Καρπάθια σαν peele) –οι περιοχές αναφέρονται ενδεικτικά, μια και καθεμιά απ’ τις Ρομανί είναι άλλη λιγότερο κι άλλη πολύ περισσότερο εξαπλωμένες κι αλλαχού.

Β. Όμως οι Γιαννιώτες το χρησιμοποιούν κάργα, όπως το «αρχίδια», σαν τοπικό ιδιωματισμό. Δεν γνωρίζω αν το πήραν από τους ομιλούντες τη ρομανί ή το αντίστροφο (το θεωρώ ελάχιστα πιθανό –εξού και το βασικότερο stimulus). Όμως, λόγω … Αλή πασά, έψαξα και βρήκα το (πολύ κοντινό στο «μπελέ») πολυσήμαντο τούρκικο «bel» που, εκτός από τα ανατομικά «μέση», «λαγόνια», περιοχή νεφρών, σημαίνει και «αχαμνά», «σπέρμα», «σπερματικό υγρό» κ.ά..

Τώρα αν η λέξη της Ρομανί έχει ετυμολογία τούρκικη ή το αντίστροφο ή και οι δυο τους μια άλλη, δεν το ξέρω, ούτε το υπονοώ, ούτε το αποκλείω. Δεν είμαι ο ειδικότερος για να αποφανθώ και διατηρώ (για όλα) κάθε επιφύλαξη. Κάνω απλώς μια πρόταση που αν ο (γνώστης της τουρκικής) Πετρόπουλος δεν ανέφερε το «μπελέ», δεν θα μου περνούσε απ’ το φτωχό μυαλό μου (άσε που συχνότατα το –π αρέσκεται ν’ αλλάζει με το –μπ).

  1. Όσο για τον άλλο ορισμό· (αν και δε την κόβω για αρκούντως σλαγκική την παρομοίωση με τον μέγα Πελέ) θεωρώ πως λείπει η αναφορά (εξού και το τελευταίο stimulus) στην αξιοσέβαστη dona Celeste Arantes, στην οποία αναφέρονται πλείστοι όσοι ποδοσφαιρόφιλοι (κι όχι μόνο) με τη φράση:
    «Θα κλάψει η μάνα του Πελέ» (παρόμοιο με το «θα κλάψουνε μανούλες»), όταν θέλουν να δηλώσουν πως «θα γίνει χαμός / θρήνος / κλαυθμός και οδυρμός», επειδή κάποια ομάδα θα υποστεί δεινή ήττα σε σημείο απόλυτης ξεφτίλας (ενίοτε υπονοείται αναπάντεχα) / θα τον πιεί.

Πάντως, πιστεύω πως η εν λόγω μάνα μάλλον μοιάζει τη μάνα του Χοσέ δεν έκλαψε ποτέ οπότε και εξού.

1.α. - Οι επιθέσεις πιστεύω ότι θ' αρχίσουν μόλις δουν να φτιάχνουμε ένα υποτυπώδες στράτευμα...τώρα μόνο από χαλβάδες «κινδυνεύουμε»...σαν αυτόν που επιτέθηκε στο Ναύαρχο με 40 στρατιώτες για να πάρει 20 μονάδες σίδερο και τα πελέ του Ναύαρχου!!! (Μιλούν για διαδικτυακό παιχνίδι).
- Ε βρε Bull με τα πελέ σου! ….Bull άσχετο. Τον Κιάσσο τον βρίζετε ακόμα η ηρέμησαν τα πράγματα;
- Ποιόν;;;;;; Δεν υπάρχει παίκτης μ' αυτό το όνομα στον ΠΑΣ!!!!!!!!! όσο για τα πελέ...έτσι τα λέμε εμείς εδώ για να μην είμαστε χυδαίοι...
- Και εδώ (Σέρρες) ψιλοχρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη αλλά όχι συχνά. Αν και το λέμε πελιέ. Να ακούγεται λίγο πιο χωριάτικο…

1.β. …- Στην όλη φάση του Άρη μου άρεσε που πήγε στην κερκίδα με τα παγανέλια και έδειχνε τα πελέ του, μακάρι σε αυτό το τσαμπουκά που κουβαλάει να τον ακολουθήσουν και άλλοι.
- Ναι ρε παιδιά, τους έδειξε τα πελέ του αλλά και εμείς θα μπορούσαμε να κερδίσουμε αν παίζαμε 11 εναντίον 11. Οπότε πήραμε και εμείς τα πελέ μας...

1.γ.
…-Την κακολόγησες τόσο πολύ την Αθήνα α…., που αυτή θα σ' εκδικείται, να ξερς. Σ' λέει... δε σε αρεγε εδώ τόσο καιρό ε, αϊ σύρε τώρα εκεί, πότε ολόκληρος να μουλιάζεις και πότε τα πελέ σ να ξεπαγιάζεις
-Τ ο κρύο μ' αρέει ορέ... Φοράς ό,τι θες παραπάν και τα πελέ τα ζεσταίνσ.....
- Ικιόν τον καύσωνα δε μπόρεγα, ...τα πελέ ς τότε....δεν έχς πως να τα στραγγάς απ’ τον ίδρωτ…

(όλα απ’ το δίχτυ και ενδεικτικώς γιαννιώτικα)

2.α. …Όσο ο ίδιος ο Έντι Γκόρμλεϊ δεν ξέρει τι θα δει μέσα στο γήπεδο από την ομάδα του, τόσο θα πηγαίνει στα τυφλά η Μπρέι και θα γίνει καμιά κηδεία ολκής που θα κλάψει η μάνα του Πελέ…

2.β. Έχω παρατηρήσει ότι το σε διαφορετικές ώρες κατα την διάρκεια της ημέρας τρέχει καλύτερα η σύνδεση. Γενικά κλαίει η μάνα του Pele με τις ταχύτητες !!!...

2.γ.
- Δεν θέλω να μιλήσω γιατί θα γίνεται ρόμπα περί βοήθεια διαιτησίας. Απλά θυμήσου το 2005 το πέναλτι που κέρδισε ο Παπαδόπουλος μέσα στο Καραϊσκάκη που έκλαιγε η μάνα του Πελέ μετά από αυτό…

2.δ. - Ο Σεφτσένκο έκλαιγε μετά, λολ - Και η μάνα του Πελέ έκλαιγε με αυτά που έβλεπε!!...(αναφέρονται στον αγώνα ποδοσφαίρου Oυκρανία - Ελλάδα 0-1 που η Ελλάδα προκρίθηκε στο Μουντιάλ)»

(όλα απ’ το δίχτυ)

Ο Pele κι η μάνα του (Για να ξέρουμε για ποια μιλάμε) (από sstteffannoss, 07/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σπέρμα σαν προϊόν μιας εκσπερμάτωσης.

Λέγεται συχνότερα στον πληθυντικό απ' ό,τι στον ενικό για να υποδηλώσει τη βαρβατίλα του ανδρός.

Η έκφραση πάρ' τα χύσια μου είναι συνώνυμη του πάρ' τ' αρχίδια μου.

  1. Τι ψωλορουφήχτρα αυτή η Ποπίτσα, ρε μαλάκα!! Κατάπινε τα χύσια λες κι ήταν Κόκα-Κόλα. Μου στράγγιξε τ' αρχίδια, σου λέω!!

  2. - Ρε μαλάκα θα μου ξηγηθείς το κάμπριο μεθαύριο;
    - Πότε, ρε μαλάκα; Σου το βράδυ; Ρε, παρ' τα χύσια μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία