Άλλος όρος για την κοκαΐνη, όπως κοκορέτσι, κόκορας, λόγω του άσπρου χρώματος.

Έχω 2 τζι χιόνι για το Σ/Κ. Θα γουστάρουμε.

(από Khan, 02/04/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο οπαδός του Ηρακλή Θεσσαλονίκης.

— Πού έπαιζε ο Στολτίδης πριν τον γαύρο;
— Στις γριές.

(από Khan, 09/05/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι όλο μα και μου, ο δήθεν, αυτός που είναι μόνο λόγια αλλά στην πράξη τίποτα.

- Πάμε ρε σήμερα στα μπουζούκια;
- Όχι ρε βαριέμαι...
- Τι βαριέσαι ρε; Όλο λες να πάμε και τώρα μου δίνεις άκυρο! Μαμελούκε!

"Μαμελούκοι στρατιώτες" από τον Fransisco Goya (από Hank, 04/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ειρωνική εκφώνηση όταν κάτι γίνεται στραβό σε αυτήν τη χώρα. Μάλλον λόγω ομοιοκαταληξίας με την Ουγκάντα.

- Πήγα να πάρω κάτι χαρτιά απο το ΙΚΑ και έκανα 5 ώρες. Από γραφείο σε γραφείο με στέλνανε.
- Τι να πεις; Ελλάντα!

Συνώνυμα: Ελλαδιστάν, Ελλαδαμαμπάντ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιούνται αυτές οι λέξεις στη σειρά για να ειρωνευτούν την ψευτική μαγκιά και το μούφα νταηλίκι.

Άντε ρε μη σε πλακώσω στα σούτια, να πούμε ξέρω 'γω και δηλαδής.

Βλ. και δηλαδής, επειδής δηλαδής

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο οπαδός του ΠΑΟΚ.

-Με ποιους παίζουμε το Σάββατο;
-Με τους Τουρκόγυφτους στην Τούμπα.

Βλ. και Βούλγαρος, γύφτοι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χαρακτηριστικός τύπος που μιλάει για σκηνικά ενώ δεν ήταν ποτέ μπροστά, απλά τα έχει ακούσει. Συνήθως υπερηφανεύεται για τις κατακτήσεις του, για τις αντοχές του στο ποτό και για τους σαματάδες σε γήπεδα, τις πορείες που είδε αλλά δεν πήρε μέρος.

Μπορεί να συμμετέχει σε καταστάσεις που δεν υπάρχει περίπτωση να του βγουν σε κακό, π.χ. πεσίματα 10 σε 1.

Ακούει λαϊκή μουσική και βγαίνει κυρίως σε μπουζούκια, αλλά δεν έχει πρόβλημα να βρεθεί σε τρεντομάγαζα όπου συνήθως το παίζει ζάντα ακόμα κι αν έχει πιει μια μπύρα φωνάζοντας «Πω πάλι κομμάτια έγινα».

Συνώνυμο του στραβοστόμης.

- Τι σου έλεγε ο Γιώργος;
- Έλα μωρέ... Ότι έδειρε 10 άτομα μόνος του, ότι πήδηξε τρεις γκόμενες σε παρτούζα και τέτοιες παπαριές. Δεν τον ξέρεις τον βλαχόμαγκα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση γηπέδου που συνοδεύει μια επιτυχημένη ντρίμπλα ενός μπαλαδόρου. Έχει βγει γιατί υποθετικά ο αμυντικός ζαλίζεται και φτάνει στα πρόθυρα του εμετού.

-Πω ρε μαλάκα... Είδες τι έκανε ο παίκτουρας; Μοίρασε σακούλες σε λέω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

  1. Ο ανίκανος, ο άχρηστος.
  2. Το χειρότερο φύλλο της τράπουλας (ανάλογα με το παιχνίδι).
  1. - Σήμερα στη δουλειά ήρθε ένας καινούργιος μεγάλο λιμό. Του έλεγες να κάνει κάτι, και στην κοσμάρα του.

  2. - Άντε ρε, θα μου έρθει κανένας άσσος ή όλα τα λιμά;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κάτοικος της Κοζάνης.

-Πού πέρασες;
-Στα ΤΕΙ στη Κοζάνη.
-Ωχ... Θα αντέξεις τοσα χρόνια με τους Σούρδους;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε