Ο τυπάς και μερικές φορές ο μάγκας.

Κλασικός γιαννιώτικος ιδιωματισμός της περιοχής του κάστρου Ιωαννίνων.

Εεεε, τον τζε... πολύ τζες ο τύπος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ορισμός της είναι η καλή βολή, η ευθεία βολή.

Προέρχεται από τον τοξότη της ταινίας «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» (The Lord of the Rings) ονόματι Λέγκολας (Legolas), ο οποίος ήταν πολύ καλός στο είδος του.

  1. Ω, τον πούστη... Τι λεγκολιά πέτυχε...!!!!!!!

  2. Ωραία λεγκολιά φίλος!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο βλάκας, ο ηλίθιος.

Κανονικά προφέρεται με το χωριάτικο στυλ, δηλαδή μακατσέλ...

Κατα τ' άλλα δεν είναι πολύ βαριά βρισιά.

  1. Ε, το μακατσέλι...

  2. Τι μαλακία είπες, ρε μακατσέλι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

H κλανιά που κατά την διάρκειά της έχουμε τοποθετημένο έναν αναπτήρα στην «περιοχή» και καθώς κλάνουμε η φωτιά πετάγεται λες και είναι όπλο...

Μου έρχεται να κλάσω... Φέρε τον αναπτήρα να κάνω ένα πυροκλάνι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

'Οταν ένας οδηγός παίρνει πολύ απότομα στροφή και το αμάξι (ή άλλο μεταφορικό μέσο) πετάγεται πολύ απότομα, αλλά συνήθως ο οδηγός δεν χάνει τον έλεγχο.

Σε αυτή την στροφή θα μπω με τις μπάντες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει ότι κάποιος δεν σκέφτεται, δεν του κόβει και πολύ. Επίσης μπορούμε να το αναφέρουμε και ως αλαφριά βρισιά.

- Καλά αλήθεια το έκανε αυτό ο Λάκης
- Καλά άστον αυτόν. Έχει σφηνωμένη τυρόπιτα στον εγκέφαλο...!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι σαν να λέμε κάποιον χαζό ή ότι έκανε ένα λάθος, μία βλακεία.

- Όχι ρε γαμώτη, μ' έπεσε το πινέλο και λέρωσα το χαλί...
- Αχ ωρέ Μάριεεε...!!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπαφιάρης που ακούει ρέγγε... συνήθως και αυτός που έχει ράστα τα μαλλιά του...

Επίσης μπορούμε να αποκαλέσουμε έτσι κ έναν τζαμαϊκανό (ασχέτως με το στυλ μαλλιού του).

- Σου αρέσει καθόλου ο Bob Marley;
- Ναι τρελαίνομαι... Θα ήθελα πολύ να του μοιάσω...!!!
- Τι, να γίνεις δηλαδή ράσταμαν;;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το γκομενάκι.

- Μάριε, Αντώνη... Που πάτε τέτοια ώρα;;;
- Πάμε για πιπίνια, μάνα...!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παίρνω μάτι.

Κανονικά σημαίνει παίρνω μάτι, παρακολουθώ,
μπανίζω ---> μπάνιο + -ίζω (πριν καθιερωθούν τα μικτά μπάνια, οι άντρες συνήθιζαν να παίρνουν μάτι τις γυναίκες που κολυμπούσαν στη θάλασσα).

  1. Πάμε να μπανίσουμε κανά γκομενάκι;;;

  2. - Γιατί κοιτάς από την κλειδαρότρυπα;;;
    - Μπανίζω κίνηση φίλε...!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία