Αυτός που μιλάει αργά, χωρίς να κουνάει τα χείλια του.
Καλός ο showman, αλλά τόσο αργά που μιλάει, μου κάνει για αργαστρίμυθος.
Αυτός που μιλάει αργά, χωρίς να κουνάει τα χείλια του.
Καλός ο showman, αλλά τόσο αργά που μιλάει, μου κάνει για αργαστρίμυθος.
από το αργά + εγγαστρίμυθος.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Σκακιστική σλανγκ.
Αυτός που μένει στάσιμος στη μετριότητα. Ο έμπειρος μεν, αλλά ανεπίδεκτος μαθήσεως.
Από το γαλλικό mazette, άσχημο άλογο.
Άντε ρε καραμαζέτα, θα μάθεις σκάκι επιτέλους, ή να σε μαμήσω ν' ασπρίσεις!!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η γκόμενα η γλίτσω, με το λιγδιασμένο μαλλί και κουτσομπολιό κάργα.
Έλα μωρέ με την ωραία, που μυρίζει σαν σουβλάκι (κρεμμυδίλα), σιγά τη λαδόκοτα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!