Παλαιότερη φοιτητική παράταξη προσκείμενη στην ΚΝΕ. Π.Σ.Κ. τα αρχικά σήμαιναν Πανσπουδαστικές Συνδικαλιστικές Κινήσεις. Μικρή διαφορά με την μετέπειτα Π.Κ.Σ. που σημαίνει Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας.

Πισικάπα λεγόταν στην «καθομιλουμένη» στον προφορικό λόγο, πώς λέει κάποιος κουκουέ κι όχι Κάπα Κάπα Έψιλον.

Διάλογος προ ετών (80s) στη φιλοσοφική:
- Ρε σύντροφε, ωραία γκόμενα αυτή, στον Ρήγα είναι;
- Όχι ρε μαλάκα, στην Πισικάπα.

(από GATZMAN, 29/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για γκόμενα που αρέσκεται στο face-sitting.

Αυτή η μέθοδος στοματικού έρωτα έχει ως εξής: ο άνδρας είναι ξαπλωμένος ανάσκελα και η γυναίκα κάθεται πάνω στη μούρη του φέρνοντας το αιδοίο της έτοιμο προς χρήση πάνω από τα χείλη του. Έτσι όπως κρέμεται και αιωρείται το νιμού πάνω από το κεφάλι του άνδρα θυμίζει την Δαμόκλειο Σπάθη της Ελληνικής μυθολογίας.

Το Τίνα μπαίνει προς τιμήν της μεγάλης πρωταγωνίστριας του πρώιμου ελληνικού ερωτικού κινηματογράφου.

- Ψηλέ μου χτες το βράδυ η Τίνα μου τα έκανε όλα: 69, πρωκτικό, πιπέτο, μέχρι και face-sitting!
- Δαμόκλειος Τίνα Σπάθη η κοπέλα δηλαδή ε ;

(από Khan, 27/04/11)(από GATZMAN, 27/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπλουζάκι Αλέφαντος: Το μπλουζάκι Αλέφαντος είναι συνήθως ριγέ, μπλε με κόκκινο, αν και απαντάται και σε άλλους συνδυασμούς και φέρει γιακαδάκι.

Ουσιαστικά πρόκειται για μπλουζάκι τύπου Polo μόνο που είναι αγορασμένο από τη λαϊκή Ταμπουρίων.

Έχει την τιμή να φέρει το όνομα του σπουδαίου κόουτς μια και ο ίδιος τα τιμά κατά κόρον.

Τα φορούν άνδρες που έχουν πατήσει τα -ήντα και που στριμώχνονται στα τρόλεϊ.

- Και μου δίνει μια ο γερομπισμπίκης με το μπλουζάκι Αλέφαντος και τα ψώνια από το «Γαλαξία», κόντεψα να πέσω χάμω.
- Του λέω «τι κάνεις ρε κωλόγερε»;, ήθελε να χτυπήσει το εισιτήριό του.

(από Khan, 27/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με τον όρο σαολίν προσδιορίζουμε μια μεγάλη κατηγορία ανθρώπων. Τους ξέρουν όλοι, πολλές φορές και με διαφορετικά ονόματα, συνήθως με τον αδόκιμο, κοινό και πολύ ευρύ όρο «εναλλακτικός».

Ο σαολίν έχει σίγουρα ποδήλατο, σκύλο, τσίβες και piercing. Παίζει σίγουρα κάτι από τα παρακάτω: κορίνες, δάδες με φωτιά, μπαλάκια, ντιάμπολο.

Παλιότερα ο σαολίν άκουγε Πυξ-Λαξ και Cure, σήμερα ακούει Θανάση Παπακωνσταντίνου και Manu Chao. Παλιότερα ο σαολίν ήθελε να μάθει Γαλλικά και είχε όνειρο να πάει στο Παρίσι. Σήμερα μαθαίνει Ισπανικά και πάει Εράσμους στην Βαρκελώνη.

Είναι συνήθως αριστερών πεποιθήσεων, αλλά πολύ αόριστων και χωρίς να σκοτίζει πολύ το κεφάλι του.

Παλαιότερος τόπος διακοπών: Αμοργός, Ικαρία.
Τωρινός τόπος διακοπών: Σαμοθράκη, Φολέγανδρος.

  1. - Ρε συ μας πιάνουν τον κώλο κάθε χρόνο στην Πάρο, ψήνεσαι να πάμε καμιά Φολέγανδρο φέτος;
    - Τι λε ρε μλκ; Εκεί είναι τίγκα σαολίν!

  2. - Μαλάκα εγώ πιστεύω πως το Αιγάλεω και το Περιστέρι θα μπορούσαν να αποκτήσουν ποδηλατόδρομους, χώρους αστικού πρασίνου και τουλάχιστον μία Μπιενάλε.
    - Μάκη, βλέπω να σε κάνει η γκόμενα που γνώρισες στο Εράσμους να σε κάνει σαολίν!

Σα Ολιν= μια κοπέλα που μοιάζει με την Lena Olin. (από Khan, 27/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η υπερβολικά ερεθισμένη ρώγα του γυναικείου στήθους, τόσο που μπορεί να κρεμαστεί πάνω της και να αθληθεί ο Α. Σβαρτζενέγκερ.

- Φιλαράκι ξεκινάω τα φιλιά και το χαμούρεμα κι από το πρώτο λεπτό τσίτα!!
- Τί τσίτα ρε;;
- Έγινε η ρώγα μονόζυγο σου λέω!

Από εδώ μπορείς να κάνεις κρίκους. (από Khan, 27/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μουνάκιας, ο «αιδοίου θριξ ναυν έλκει», ο κυλότας.
Αυτός που κυνηγάει τα μουνιά όπως o Δον Κιχώτης τους ανεμόμυλους.

- Ρε τον Βασίλη το φουκαρά ... τη συγχώρεσε πάλι την παρτόλα!
- Αφού είναι τέρμα Δον Κιλώτης!

(από Khan, 27/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σχεδόν συνώνυμο του αρχιδόκαμπος, μόνο που περιγράφει την κατάσταση και όχι τον τόπο.

Μέρος, συνήθως κλαμπ, μπαρ, καφετέρια, όπου συχνάζουν ως επί το πλείστον άνδρες. Έτσι που για τις δυο-τρεις γυναίκες που παρευρίσκονται μπορεί να παίξουν και ξιφομαχίες με τα πέη τους προκειμένου να τις κατακτήσουν.

- Πάμε εκεί απόψε ρε που σου λέω ... ωραία μουσική, ωραία διακόσμηση.
- Άσε ρε, για να παίξουμε ξιφομαχίες; Αφού μου είπε ο φίλος του φίλου του μπατζανάκη μου πως είναι αρχιδόκαμπος εκεί μέσα!

Συνώνυμο: κονταρομαχίες

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κουλτουριάρης (λέμε τώρα) ομοφυλόφιλος.
Λογοπαίγνιο με το επώνυμο του γνωστού ροκ (λέμε τώρα) έντεχνου μουσικοσυνθέτη Νίκου Πορτοκάλογλου και των λέξεων πρωκτός κατά το επιστημονικότερον και κώλος κατά το νεοελληνικότερον.

Ο Πρωκτοκώλογλου διαφέρει σημαντικά από τον κοινό gay πανελίστα που είναι μέλος στο fun club της Γιουροβίζιον. Ευδοκιμεί σε συναυλίες του Αλκίνοου Ιωαννίδη, ουρλιάζοντας τους στίχους των τραγουδιών, ενίοτε είναι πιο ευαίσθητος από τον κοινό πούστ καθότι γράφει και ποίηση.

- Άσε ρε φίλε τι έπαθα ... πήγα να δω τον Μάλαμα χτες βράδυ και τι έγινε;
- Τί ρε μλκ;
- Όλο το βράδυ ήταν δίπλα μου ένας Πρωκτοκώλογλου και με κοίταζε με νόημα τραγουδώντας!

Πρώτο σύμπτωμα τα ναμεπροσεχάδικα (από Khan, 27/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η μπίχλα, το πουρί, η άσπρη πηχτή ύλη που μαζεύεται κάτω και γύρω από την κεφαλή του ανδρικού μορίου.

Ξεπετάγεται μόλις κατεβάσεις το πετσάκι.

Η σιχαμερή οσμή και η άθλια όψη παραπέμπουν στα αγαπημένα σνακ της παιδικής ηλικίας μας έπειτα από μάσημα λίγων δευτερολέπτων.

- Πωπω ρε κολλητέ, δυο μέρες έχω να κάνω μπάνιο και το καυλί μου έπιασε μασημένα πακοτίνια.
- Άσ' τα ρε, μέχρι τα Χριστούγεννα που θα πλυθείς, αλλιώς κάν' τα δωρεά στην Chipita.

βλ. και τυρί

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σεξουαλικό βοήθημα, sex toy, λιγότερο γνωστό από τον δονητή τον κοινό. Οι πρωκτόμπαλες είναι ένα μακρύ λαστιχένιο κορδόνι αποτελούμενο από σειρά διαδοχικών σφαιριδίων. Οι πρωκτόμπαλες «φοριούνται» πολύ σε λαχανί χρωματάκι. Το εν λόγω αντικείμενο τοποθετείται στον πρωκτό της κυρίας είτε από την ίδια είτε με την βοήθεια του παρτενέρ της.

Πρωκτόμπαλες επίσης αποκαλούνται τρέντυ έως έθνικ κολιέ που φοράνε πολλές κορασίδες.

  1. - Κώστα σου αρέσει το κολιέ που πήρα;
    - Ωραίες πρωκτόμπαλες Μαιρούλα μου!
    - Α να χαθείς ... κρύε!

  2. Πω πω φίλε είδα μια τσόντα χτες και ήταν μια τύπισσα που έβαλε στον κώλο της από αγγούρια και πρωκτόμπαλες μέχρι υπερωκεάνια!

(από patsis, 26/04/11)(από Jonas, 29/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία