Άνευ τιμολογίου, μαύρα.

— Μπήκε στο άρθρο 99 το καθήκι και μου έστειλε ο μεσολαβητής χαρτί να δηλώσω πόσα μου χρωστάει. — Ε, και τι έγινε; — Τι να δηλώσω που οι 100.000 ήταν Α.Τ.;

ΑΤ άλλου είδους. Φιλικά g at z (από GATZMAN, 05/07/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σεβαστό ποσό χρημάτων που ο ιδιοκτήτης απαιτεί μαύρα πριν από την κατάρτιση της μίσθωσης καταστήματος. Στα ένδοξα χρόνια του ελληνικού υπαρκτού σοσιαλισμού και στις αρχές της 10ετίας του 1990, που οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις γνώριζαν άνθιση και τα καταστήματα προς ενοικίαση είχαν μεγάλη ζήτηση, ήταν ευρέως διαδεδομένη πρακτική. Σήμερα αμφιβάλλω αν διατηρείται πουθενά. Πιθανά, ίσως, στους πολύ κεντρικούς δρόμους μεγάλης εμπορικότητας Αθήνας και Θεσσαλονίκης.

-Και πόσο είναι το ενοίκιο;
-200.000 δρχ. το μήνα και 2.500.000 αέρα.
-Ωραία, τον αέρα θα τον πληρώσω με επιταγή.
-Τι λε ρε φίλε, έχει κι άλλα έξυπνα παιδιά η μάνα σου;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το δικαίωμα καθ’ ύψος επέκτασης της οικοδομής, στις συμφωνίες αντιπαροχής μεταξύ οικοπεδούχων και εργολάβων, όπου το όλο οικόπεδο διαιρείται σε χιλιοστά, τα οποία θα αντιστοιχιστούν στα διαμερίσματα που θα χτιστούν.

Στην αντιπαροχή του οικοπεδούχου, ο εργολάβος γενναιόδωρα προσφέρει, εκτός από τα διαμερίσματα, και ένα ποσοστό του οικοπέδου, π.χ. 50/1000, ως αέρα, δηλ. το δικαίωμα αν αυξηθεί ποτέ ο συντελεστής δόμησης (που απαγορεύεται από το Σύνταγμα, αλλά ειδικά με τον Παπακωνσταντίνου Υπουργό Περιβάλλοντος να μην το αποκλείουμε κι αυτό) να χτίσει και άλλο όροφο. Πιο ποιητικά διατυπώνεται σε ορισμένα συμβολαιογραφικά έγγραφα ως «η αέρινη στήλη ύπερθεν της οικοδομής».

Και οι δύο παραπάνω περιπτώσεις μαρτυρούν τη συναλλακτική ευφυΐα της Ελληνικής φυλής και κοινωνίας, και το προχωρημένο στάδιο καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας, εφόσον ενώ και οι πιο προοδευμένες χώρες ακόμη μάχονται να ιδιωτικοποιήσουν το νερό και ούτε που διανοούνται τον αέρα, στην Ελλάδα από τριακονταετίας τουλάχιστον ο αέρας είναι κανονικό αντικείμενο συναλλαγής, στην πρώτη μεν περίπτωση στον τομέα της παραοικονομίας, ενώ στη δεύτερη αντικείμενο λεπτομερών νομικών και φορολογικών ρυθμίσεων.

Σημειωτέον ακόμη, ότι οι δύο πιο πάνω περιπτώσεις αγοραπωλησίας αέρα δεν εμπίπτουν στο επιχειρηματικό αντικείμενο των αεριτζήδων, οι οποίοι εμπορεύονται αέρα κοπανιστό. Επιβεβαιώνεται δηλαδή και στον επιχειρηματικό τομέα το αδιαφιλονίκητο ιστορικό δεδομένο, πως όταν οι άλλοι ανακάλυπταν το κρέας εμείς είχαμε χοληστερίνη.

Εργολάβος: - Εγώ θα πάρω τα 2 καταστήματα του ισογείου, τα 2 διαμερίσματα του πρώτου και το υπόγειο και εσείς παίρνετε το ένα κατάστημα του ισογείου, τα 2 διαμερίσματα του δευτέρου και τον αέρα.

(από joe909, 08/07/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην αργκό των αλογομούρηδων, παίζω αέρα σημαίνει αγοράζω μετοχές χωρίς να έχω τα λεφτά, προσδοκώντας να καλύψω την τιμή αγοράς με τα κέρδη από τη μεταπώληση, εκμεταλλευόμενος το χρονικό περιθώριο που μου παρέχει η χρηματιστηριακή εταιρεία (3ήμερο, δεν ξέρω αν ήταν και περισσότερο το 1999) για να βάλω τα χρήματα στο λογαριασμό.

Ο αέρας είχε πολλαπλασιαστική επίδραση τόσο στη δημιουργία της χρηματιστηριακής φούσκας του 1999, όσο και στην εκρηκτικότητα του σκασίματός της. Εύλογο βεβαίως ν’ αντιληφθεί το γιατί, όχι μόνο ένας οικονομολόγος, αλλά οποιοσδήποτε έχει φουσκώσει ένα μπαλονάκι στη ζωή του:

α) ο αέρας τη φουσκώνει τη φούσκα, και

β) άμα τη φουσκώσεις πολύ η φούσκα σκάει.

Οι παίκτες του αέρα, αφού είχαν προσελκυσθεί στο χρηματιστήριο αυξάνοντας το ανύπαρκτο κεφάλαιό τους χάρη στο ανοδικό ράλι των μετοχών, κάποια στιγμή βρέθηκαν ν’ αγοράζουν με 30 και μετά τρεις ημέρες η μετοχή να είναι 29. Οπότε και μια μεγάλη μάζα παικτών βρέθηκαν να χρωστούν την αξία των μετοχών τους, την οποία αδυνατούσαν να πληρώσουν.

Υπάρχει ακόμη – και εδώ – και ο νόμιμος αέρας, το margin, μια πίστωση με τσιμπητό επιτόκιο που σου παρέχει η χρηματιστηριακή για αγορές μετοχών, δεσμεύοντας αντίστοιχο αριθμό μετοχών στο λογαριασμό σου. Κι εδώ, στο σπάσιμο της φούσκας, ο επενδυτής (ο λίγο πιο συγκρατημένος από τον αδίστακτο και αχαλίνωτο αλογομούρη, μια αλογοφατσούλα ας πούμε), ή θα έπρεπε να πουλήσει μετοχές ή να προσθέσει χρήματα στο λογαριασμό του.

Όπως καταλαβαίνεις, με τις ελαστικές και παραμορφωτικές του ιδιότητες, ο αέρας στάθηκε ένα εργαλείο χρήσιμο για τη μεγάλη εκείνη αρπαγή πλούτου, που αποτέλεσε ίσως και τον εναρκτήριο πυροβολισμό στη διαδικασία συνθλιβής της Ελληνικής μεσαίας τάξης, της οποίας τώρα ζούμε το μεγαλειώδες αποκορύφωμα. Οπότε τελικά, μπορεί να οριστεί ως το ανύπαρκτο χρήμα, το χρήμα στα ψέματα, χρήμα-μαϊμού.

Η ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ΑΧΕ έχει άνοιγμα τριάντα δις αέρα, είναι για λουκέτο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα σίγουρα, άνετα, οπωσδήποτε. Μάλλον και ο επιρρηματικός τύπος προέρχεται από το επίθετο, δηλ. «θα γίνει όπως μπαίνει το αεράτο καλάθι».

  1. - Καλά ρε συ και λες σε τρεισήμισι ώρες είμαστε Αθήνα;
    - Αεράτα!

  2. - Τα 'χει πάρει ο Ταπαίρνογλου στις συμβάσεις με τα υποβρύχια;
    - Αεράτα.

Δεν ξέρω γιατί το λήμμα μου θυμίζει αυτό το άζμα: (από allivegp, 15/07/11)

Δες και -άτος. Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άτομο ελληνικής ιθαγένειας και διαμονής, νεαρής κατ' αρχήν ηλικίας, που πάσχει από δουλικό μιμητισμό του λεγόμενου «αμερικανικού τρόπου ζωής».

Το εν λόγω άτομο παραδοσιακά λατρεύει τα μακντόναλντς, την κοκακόλα, το σινιέ ντύσιμο, τα επώνυμα προϊόντα γενικώς σε κάθε καταναλωτικό τομέα. Εκδηλώνει το θρησκευτικό του αίσθημα με το επιφώνημα ΟΜΙΤΖΙ! Απεχθάνεται την κουλτούρα, όπου κι αν ελλοχεύει αυτή (π.χ. βιβλία χωρίς εικόνες). Το λεξιλόγιό του αποτελείται από 300 ελληνικές και 300 ίνγκρικ λέξεις.

Σημαίνει ταυτόχρονα ότι το άτομο εμφορείται από την αφέλεια και ηλιθιότητα του γνησίου αμερικανακίου. Που κι αυτές όμως επικαθορίζονται πολιτιστικά, δεν αναφέρονται δηλαδή στο IQ του ατόμου, αλλά στην παντελή έλλειψη ευφυΐας ελληνικού τύπου: ως αντίθετο δηλαδή του καπάτσος, ανοιχτομάτης, αετονύχης, διαβόλου κάλτσα κλπ. Δεν αμφισβητείται ότι το αμερικανάκι μπορεί να φοιτήσει στο Χάρβαρντ ή στο ΜΙΤ, να κατασκευάσει διαστημόπλοια και να βαδίσει στο φεγγάρι. Όμως παρά τις ικανότητές του αυτές, ο ταξιτζής θα του πάρει τριπλή ταρίφα, ο εστιάτορας θα του φουσκώσει το λογαριασμό και η γκόμενα θα του τα φάει τα λεφτά.

Η έκφραση δεν πολυφοριέται πλέον μ' αυτή την έννοια. Λεγόταν πολύ κατά την πρώτη 10ετία της μεταπολίτευσης, όταν, ελέω Θεοδωράκη, επιγόνων του και κομματικών νεολαιών, ο πολιτιστικός σωβινισμός ήταν στα ντουζένια του και ο πολιτικός αντιαμερικανισμός εκδηλωνόταν και σε πολιτιστικό επίπεδο. Το ρέκβιεμ του όρου νομίζω τραγουδήθηκε από τον Τζιμάκο στο επικολυρικό «κάλλιο να 'μαι πεθαμένος παρά αμερικανάαααακιιιι». Διότι οι γενιές που γεννήθηκαν από κει και πέρα γαλουχήθηκαν στην εταιρική κουλτούρα και μυθολογία, που είναι στην πραγματικότητα ο «αμερικάνικος τρόπος ζωής», από βρέφη, με τους διαφημιστικούς βομβαρδισμούς από την άσβεστη τηλεόραση της οικίας τους και τις παιδικές ταινίες της Ντίσνεϋ ως αφήγηση, με τρόπο που αυτή εδραιώθηκε στα κατώτερα στρώματα του υποσυνειδήτου τους. Υπ' αυτή την έννοια δε θ' αργήσει ίσως για πολύ η μέρα που θα είμαστε όλοι αμερικανάκια, αλλά δε θα το γνωρίζουμε.

  1. Σαν το Σαμουήλ στο Κούγκι
    μπαίνω μέσα στο μπουζούκι
    με ταξίμια με φυτίλια
    με βυζαντινά καντήλια. Στο βυζί του αμπαρωμένος
    θα τινάξω το καπάκι
    κάλλιο να 'μαι πεθαμένος
    παρά αμερικανάκι.

  2. – 60 Ευρώ.
    – Τιιιι; Για μια ρετσίνα και τρία πιάτα; Για φέρε δω το λογαριασμό, ο τύπος μας πέρασε για αμερικανάκια.

Τζίμης Πανούσης, «Σαν το Σαμουήλ στο Κούγκι» (1993) (από vikar, 01/09/11)(από Khan, 02/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ακόμη μία ανάπτυξις επί το προσβλητικότερον του άντε και γαμήσου, όπου ο υβριζόμενος όχι μόνο γαμιέται, αλλά επιπλέον γκαστρώνεται, γεννά και κατεβάζει και γάλα στη συνέχεια. Με τον τρόπο αυτό προσδίδεται στην ύβρι «γαμήσου», που έχει κατά το μάλλον ή ήττον βραχυχρόνιες συμπαραδηλώσεις, χρονικό μήκος μηνών ή και ετών (γαμήσι, εγκυμοσύνη, γεννητούρια, θηλασμός), ενώ ταυτόχρονα προκαλούνται οι συνειρμικές συμπαραδηλώσεις «λεχώνα» και «αγελάδα».

-Ω, καλώς το φιλαράκι μου. Τι έγινε ρε, πόνεσε πολύ η πεντάρα την Κυριακή στην Τούμπα; - Άντε και γαμήσου ρε να κατεβάζεις γάλα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περιφραστικός επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει λόγο ασυνάρτητο, με άσχετες και ασύνδετες μεταβάσεις από το ένα θέμα στο άλλο, που δε βγάζει νόημα.

- Και του λέει η Αννούλα, ξέρεις, εκείνη που τα είχε με τον Τάσο όταν δούλευε στου Βερόπουλου, αυτός δούλευε στην αποθήκη, είχε κι ένα γκολφ, αλλά τα χαλάσανε μετά γιατί ο Τάσος τα'φτιαξε με τη Λίτσα, μεγάλο τσουλί, τη φιλενάδα της Μερόπης, την ξέρεις τη Μερόπη, αυτή ντε, την ξανθούλα, τη μικροκαμωμένη, που έμενε στην Τριανδρία μαζί με την Ντίνα, αλλά μετά έφυγε, γύρισε πίσω στη Βέροια, είχα πάει να τη δω μια φορά, ωραία είχαμε περάσει, είχαμε φάει και ένα στιφάδο είχε κάνει η μαμά της φοβερό, όταν χώρισε με το Νίκο, κρίμα, ωραίο παλικάρι, αλλά παλιοχαραχτήρας, ρεμάλι, τεμπελόσκυλο, μα σάμπως τα είχαν φτιάξει και ποτέ; Ωραίος κύριος ο μπαμπάς της, ομορφάντρας...
- Από τον Αλή στον κατή πας μωρέ Κικίτσα μου, δεν μπορώ να σε παρακολουθήσω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έμμετρος και ποιητικός τρόπος για ν’ αποκαλέσεις τον άλλο πούστη. Ερανισμένο από την α-χτύ-πη-τη Ανθολογία νεοελληνικής αθυροστομίας της Μαρίας Κουκουλέ.

-Τι φιλήδονες χειλάρες που έχεις γλυκέ μου!
-Ίσα μωρή χαμούρα! Από τον κώλο φαίνεσαι πως αγαπάς τα σύκα.

πρβλ. συκιά, τσαπέλα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πυροβολώ, βάλλω εις την στρατιωτικήν. Κατηγορία καθαρευουσιανοειδείς τραγέλαφοι του Ελληνικού Στρατού (καραβανάδικη διάλεκτος).

(Εκπαίδευση στο «πυρ και κίνηση»): - Τρέχουμε ζικ ζακ δέκα μέτρα ενώ ο άλλος μας καλύπτει και μόλις βρούμε καλό σημείο πέφτουμε και βάζουμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία