Φλώρος στα ποδανά.

Πού πάει η μαλακισμένη μωρέ μ' αυτόν το ροσφλώ!;;; Γιατί δεν έρχεται σε μένα μπας και δει άσπρη μέρα;;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπάΤΣΟΣ (αστυνομικός). Συνήθως χρησιμοποιείται και στον πληθυντικό αριθμό ως έχει (οι τσος).

-Έμαθα έγινε της πουτάνας χτες στη γειτονιά σου εε;
-Γαμησέ τα! Γαύροι γίνανε με βαζέλες... Σκάσανε αμέσως οι τσος όμως και σκορπίσανε όλοι στα στενάκια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση εξαιρετικής μέθης (ή και μαστούρας). Κατά κάποιο τρόπο, έχει μεταβεί σ' ένα «ανώτερο επίπεδο», στο οποίο το να συνεννοηθεί ή ακόμα και να νιώσει είναι απίθανο.

-Πώς περάσατε χτες στο μπαράκι; Κομμένο σε βλέπω...
-Γάμησέ τα... Γίναμε αρκούδια απ' τα ξίδια και δεν ξέραμε τι κάναμε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία