Φράση-απάντηση στο άκουσμα οποιασδήποτε ακατανόητα υψηλής (για τα δεδομένα μας) τιμής ενός αντικειμένου ή υπηρεσίας. Λειτουργεί σαν κατάρα, μιας και το πιο προφανές διαολοστάλσιμο μπορεί και να αρέσει σε κάποιους. Το να ευχηθείς όμως ''στους γιατρούς'', εσωκλείει όλο το μίσος, την απέχθεια και την αποστροφή που χρειάζεται.

Ολοκληρωμένα η έκφραση θα ήταν ''στους γιατρούς να τα φας''. Δηλαδή το υπέρογκο ποσό που θα καρπωθείς να μην το χαρείς, αλλά να αναγκαστείς να το ξοδέψεις σε πράγματα που δεν θα ήθελες και δεν θα ευχόσουν.

  1. - ...και πόσο κάνει αυτό; - 150 ευρώ, μόνο! - 'κατομπενήντα;;; Στους γιατρούς!!

  2. - Και πόσο θα κοστίσει η διαδικασία, συνολικά; - Για σας, μόνο 3.000 ευρώ. - Πόσο ;;;;; Στους γιατρούς!

και θα τα φας στους γιατρούς και θα τον φας απ τους γιατρούς (από salina, 30/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το κλασσικό μπακιρένιο, συνήθως κοκκινόχρωμο κανατάκι που σερβίριζαν παλιότερα το κρασί, αλλά κι ακόμα σε διάφορα ντεμέκ ταβερνεία ή ρακοκρασάδικα (πχ. Θησείο, Γκάζι). Το όνομα του, από το ιταλικό quartuccio (=quarto), σημαίνει τέταρτο, ακριβώς γιατί περιέχει 1/4 του κιλού κρασί. Εξού και πολλές φορές λέγεται και καρτούτσο.

- Μάστορα, πιάσε ένα κατρούτσο ακόμη...

(από jimakos, 10/02/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

''Οι κοτοπουλάδες'': Γνωστό σαντουϊτσάδικο (αλυσίδα), όπου το κρέας που χρησιμοποιούν είναι κοτόπουλο, εξ ου και η φίρμα. Από το όνομα του μαγαζιού, έφτασε να εννοούμε το ίδιο το σάντουιτς.

Πρέπει να πω πως δεν γνωρίζω αν ο όρος ακούγεται και σε άλλες περιοχές, πλην Περιστερίου (όπου έχω την εμπειρία). Δεδομένου όμως α) ότι τα μαγαζιά είναι αλυσίδα και β) το Περιστέρι καλύπτει αρκετά μεγάλο εύρος πληθυσμού όπου είναι σε χρήση αυτό, το λήμμα ισχύει τελεία και παύλα.

Σημ.: Υπάρχει, εκτός από τους ομώνυμους ''Κοτοπουλάδες'', το επίσης γνωστό ''Αυθεντικόν'', με παρόμοια προσέγγιση στο θέμα βρώσης. Συνεπώς ο όρος ''κοτοπουλάς'' πιάνει και τα δύο.

Ιστορική αναδρομή και pop culture: Τα τρία κυριότερα καταστήματα, στα δυτικά τουλάχιστον, είναι σε καίρια πόστα που έχουν βάλει το λιθαράκι τους ώστε να προκύψει και το λήμμα. Ένα είναι στην καρδιά του Μπουρναζίου, ένα πλησίον μετρό Αγ. Αντώνη (αγιαντώνη) κι ένα στην λεωφόρο Θηβών (για να πιάνει και τις πιο πάνω γειτονιές).

Ένας τυπικός / κλασσικός κοτοπουλάς περιλαμβάνει το ψωμάκι (αρκετά μεγάλο όμως), ένα σουβλάκι κοτόπουλου, πατάτα - τομάτα και από 'κει και ύστερα οτιδήποτε έγκειται στην φαντασία του εκάστοτε πελάτη.

  1. - Πάμε να χτυπήσουμε κανά κοτοπουλά ;
    - ...και δεν πάμε. Καιρό έχω να φάω....

  2. - ...μαλάκα χτες που ήμασταν έξω, ο Χρήστος έφαγε δυο κοτοπουλάδες! - Πλάκα κάνεις!!! Δεν υπάρχει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οποιοδήποτε αυτοκινούμενο όχημα, δίτροχο ή τετράτροχο, του οποίου η ημερομηνία τελευταίου σέρβις (για να μην πούμε έκδοσης) αριθμεί τουλάχιστον 20 έτη. Αν και στην κοινή συνείδηση, ο ματρακάς φέρνει στο νου παμπάλαιο αμάξι που ακούγονται οι λαμαρίνες και διάφοροι ακατανόητοι ήχοι σε ακτίνα χιλιομέτρων, δεν σημαίνει πως ο όρος σκιαγραφεί μόνο αυτά. Μπορεί κάλλιστα να είναι πιο καινούργιας βερσιόν όχημα, που όμως να είναι κακοσυντηρημμένο, τρακαρισμένο (αλλά να κυκλοφορεί, παρόλα αυτά) ή, αν αναφερόμαστε σε δίκυκλο, φέρτε στο μυαλό σας τις Ζούνταπ ή εκείνα τα τρίκυκλα που είχαν παλιά οι μπακάληδες ή οι λαϊκατζήδες.

Κύρια χαρακτηριστικά τους:

  • Κομμένη εξάτμιση ή καζανάκι που σέρνεται (εάν υπάρχει)
  • Βαθουλώματα από μικρές στούκες (συνήθως σε κολονάκια ή κράσπεδα)
  • Απαραίτητα ρόδες χωρίς τάσια
  • Αυτοκόλλητο από μάρκα λιπαντικών ή συνεργείου που έχει βαρέσει φαλιμέντο από το 1981
  • Σχάρα (στα 4τροχα) και χταπόδι (στην σχαρούλα 2τροχου)
  • Σέλα μπαλωμένη με ταινία μονωτική (2τροχο)
  • Σπασμένο κρύσταλλο στα φανάρια (όχι όλα) ή διαφορετικού χρώματος (διότι όταν έγινε το σέρβις δεν υπήρχε ανταλλακτικό μαμά, έτσι καταφύγαμε σε λύση-πατέντα)
  • Ψιλο-ξεχαρβαλωμένος προφυλακτήρας
  • Χαρτόνι στο τριγωνάκι, εκεί που κανονικά είναι τζαμάκι αντίστοιχου σχήματος, στο παράθυρο της πίσω πόρτας.
  1. - Βαγγέλη το βραδάκι θα περάσω εγώ να σε πάρω, οκ ; - Τι, με τον ματρακά σου; Άσ' το καλύτερα, δεν παίρνω ταξί...;

  2. - Με γεια το τουτού ρε φίλε....! - Εε, ντάξ μωρέ... ψιλο-χρέπι είναι, αλλά μου το 'δωσε ο μπάρμπας μου που δεν το ήθελε ... - Μαλάκα τι λες; Έχεις και παράπονο; Πολύ μαφιόζικο το εργαλείο....

  3. - Έμαθα ο Νίκος ήταν χτες στα Λιμανάκια. - Γιατί; Έστηνε κόντρες με τον ματρακά του; ΑΧΑΧΑΧΑΧΑ! - ... ΧΑΧΑΧΑΧΑ!

ματρακας (από ο αυτοκτονημενος, 27/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λεύκα. Κατά την περίοδο της Άνοιξης, όταν αρχίζει να ανθίζει, η λεύκα αναδίνει αυτή την περίεργη μυρωδιά που παραπέμπει σ' αυτήν του (ανθρώπινου) σπέρματος, μαζί βέβαια με το άθλιο χνούδι που κολλάει στα παρπρίζ και τα κάνει χάλι μαύρο.

Συνήθως το λήμμα απαντάται στον πλυθηντικό, τα χυσόδεντρα.

Στάθη τι να πω κι εγώ, που απέναντι απ' το σπίτι μου είναι ένα σχολείο, όλο με χυσόδεντρα περιμετρικά. Με πιάνει αναγούλα κάθε πρωί...

(από Khan, 24/12/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατά κόσμον η μπύρα Άμστελ. Τίτλος που αποκόμισε λόγω της συχνής εμφάνισής της παραπλεύρως οικοδόμων, ημεδαπών τε και αλλοδαπών εις τα ανά τη χώραν γιαπιά.

Ρε Νάσο, πετάξου μια μέχρι το περίπτερο και φέρε 2-3 μπυράκια.
— Τι μάρκα;
— Εε, του οικοδόμου ρε, κλασσικά.

Δες και όπου φτωχός κι η μπύρα του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το προϊόν της αφόδευσης, περιπαικτικά. Λόγω (με λίγη φαντασία, πάντα) ομοιότητος σε σχήμα κατά πρώτον και δευτερευόντως σε απόχρωση, με το τυπικό ξύλινο και γνωστό σε όλους μας δομικό κατασκεύασμα.

Εξού και συνειρμικά άλλες λέξεις που περιγράφουν γλαφυρά το βιολογικό αυτό περίττωμα, είναι το φίδια, λουριά, κορδόνια.

Σημ.: Είθισται όλοι οι ορισμοί αυτοί να χρησιμοποιούνται στον πληθυντικό.

  1. (Σε τηλεφωνική συνομιλία) «Μαλάκα σε κλείνω, παω να βγάλω ένα κοντάρι και μιλάμε μετά...»
    «...»

  2. «Ρε συ, τι ήταν αυτό το πιτόγυρο που φάγαμε χτες; Μόλις γύρισα σπίτι άφησα κάτι κοντάρια... γάμησέ τα!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κοπέλα, που είτε συχνάζει είτε όχι στην περιοχή απ' όπου προέρχεται κ το λήμμα (Μπουρνάζι), φέρει τα εξής χαρακτηριστικά: μαλλί ντεκαπαρισμένο ως τη ρίζα, μακιγιάζ σαν τσίρκο του Πεκίνου (π.χ. φούξια κραγιόν, φιστικί σκιά), στράπλες ή τιραντέ τοπάκι για προφανή επίδειξη του (μεγάλου ή άνω του μετρίου συνήθως) μπούστου, φουστίτσα σούπερ-μίνι ή οποιοσδήποτε άλλος κακόγουστος συνδυασμός (π.χ. σορτσάκι γυναικείο με μπότα, καλσόν χοντρό με γόβα-στιλέτο), καθώς και αξεσουάρ που σε λάμψη και μπιχλιμπίδι ξεπερνούν ακόμα και το παλάτι του χαλίφη του Μπαχρέιν.

Ο εν λόγω τύπος κοριτσιού, ακούει μέινστριμ r&b και Πέγκυ Ζήνα, πίνει φρεντοτσίνο (ή όποιον άλλο μυστήριο τύπο καφέ λανσάρεται στη μόδα) και έλκεται από δύο τύπους ανδρών: α) κάγκουρες (εαν η μπουρναζογκόμενα μας είναι μικρή σχετικά σε ηλικία) και β) σφίχτες (όταν είναι κάπως πιο μεγάλη).

Προσοχή! ο τύπος αυτός γυναικών δεν προέρχεται από την περιοχή που αναφέρεται στο συνθετικό του τίτλου τους, απλά το μέρος χρησιμοποιείται σαν σημείο αναφοράς, λόγω της μακρόχρονης παράδοσης στον τρόπο διασκέδασης που έλκει τα συγκεκριμένα άτομα.

– Πολύ μωρό αυτή η Βιβή, ε...;
– Έλα ρε μαλάκα, σύνελθε! Η μπουρναζογκόμενα;;;

Δες και -μούνα, -γκόμενα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσωνύμιο του τέως βασιλέα Κωνσταντίνου (του 2ου). Αφότου εξέπεσε του αξιώματός του, μέγας ντόρος δημιουργήθηκε για το πώς θα αποκαλείται, καθότι επισήμως δεν έφερε κάποιο επώνυμο. Άκρη δεν βγήκε (με την Ελλάδα) κι έτσι, για να μπορεί να ταξιδεύει, χρησιμοποιεί κάποια Δανέζικα διπλωματικά έγγραφα (μιας κι η οικογένεια του έχει ρίζες εκεί), που όμως τον αναφέρουν ως Constantino de Grecia (ισπανικά). Από την στιγμή που έγινε γνωστό αυτό στα ελληνικά μίντια, δεν ήθελε και πολύ να του το κοτσάρουν, δίπλα στα επίσης γλαφυρά Κοκός, Τέως, Εξαδάκτυλος.

Κατά τα άλλα, ο κ. Ντεγκρέτσια επιθυμεί διακαώς η παράδοση του Τατοΐου να γίνει επίσημα και με τη μεγαλύτερη δυνατή δημοσιότητα, παρουσία τηλεοπτικών συνεργείων και δημοσιογράφων.
(από εδώ))

(από Khan, 25/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απαντάται συνήθως στον πληθυντικό και υποδηλώνει τα πιασίματα του γυναικείου σώματος, που εν προκειμένω λειτουργούν σαν «χειρολαβές», κατά την διάρκεια της ερωτικής πράξης. Βοηθούν, με απλά λόγια, το καλύτερο κουμάντο του σώματος από τον (έμπειρο) παρτενέρ και προσφέρουν παράλληλα μεγαλύτερη απόλαυση αλλά και σιγουριά - γιατί άλλη χάρη έχει το κρέας κι άλλη το κόκκαλο!

- Μη την βλέπεις έτσι την Ντάιζυ, χτικιάρα. Έχει κάτι γαμοχέρουλα, που δεν της φαίνονται!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία