Κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι κυρίως όταν δεν περνάς καλά σε ένα μπαρ (έφαγες μόντα ή αλλιώς ήττα). Το μαγαζί αυτό χαρακτηρίζεται ως μοντάδικο.

Ανάλογα με το πόσο άσχημα πέρασες υπάρχουν δύο διαβαθμίσεις μόντας, η απλή μόντα και η καθαρή μόντα. Επίσης στα πλαίσια του χιούμορ μπορείς να περιγράψεις την χειρότερη κατάσταση ως πεντακάθαρη μόντα (ή αλλιώς υπερμόντα) την οποία την έδωσαν στον Πάπα για να την Αγιάσει.

Χάλια το μαγαζί, φάγαμε τρελή μόντα σήμερα. Δεν ξαναπατάω σε αυτό το μοντάδικο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία