Σημαίνει άφησέ με ήσυχο, παράτα με, κάνε δουλειά σου κτλ.

Κάνε τουμπεκί ψιλοκομμέ- και τσίμπα δυο αυγά μελάτα ναούμ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθετο, κυριολεκτικά σημαίνει ορθός.

Στην argot χρησιμοποιείται με οριστικό άρθρο για να δηλώσει αρτιότητα ή ποιότητα.

Χρησιμοποιείται περισσότερο στο θηλυκό και ουδέτερο γένος, συγκεκριμένα για να τονίσει την ομορφιά της γκόμενας.

Μετά από μια ώρα σιωπής και ανίας στην καφετέρια περνάει γκομενάκι, οπότε λέει ο Τάκης: «νά το το σωστό...»
και απαντά ο Μάκης: «έτσι, το σωστό...»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κατάσταση ευρείας εκμετάλλευσης.

- Ρε μαλάκα τι γίνεται ρε; Όλοι δανεικά μου ζητάνε...
- Ε δεν το ξέρεις ρε; Όλοι οι κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα...

Για τους στραβούς υπάρχει λύση, βοήθειά μας. (από Galadriel, 27/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(δάσος + αγγλ. commando)
Δεν έχει τη σημασία του στρατιώτη των Ειδικών Δυνάμεων. Είναι απλά μια προσφώνηση-γλείψιμο αξιωματικού σε λελέ στρατιώτη για να κάνει μια ανεκδιήγητη αγγαρεία ή για να τον βοηθήσει στον Η/Υ, πράγμα που ποτέ δε θα μάθει να κάνει ο ίδιος.

  1. - Για έλα εδώ ρε δασοκομάντο, μάζεψε αν μπορείς τις γόπες από την ταράτσα (;) μην τις δει ο ταξίαρχος που έρχεται (με ελικόπτερο;;;) όπου να ναι...

  2. - Για έλα εδώ ρε δασοκομάντο, για γράψε μου αυτό το μικρό κείμενο (10 σελίδες) στο γουόρντ (όχι word).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο της φράσεως δεν την παλεύω, απλά εδώ τονίζεται στον υπερθετικό βαθμό.

- 9 ώρες σκοπέτο... Δεν την παλεύω κάστανο σειρά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται επίσης σε στρατιωτική μονάδα όπου είναι αυξημένη η πειθαρχία.

Άσε, δικέ μου, θα βάλω κάνα βύσμα γιατί εδώ η μονάδα είναι μαύρη... Δεν την παλεύω κάστανο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(ουσ.)
[κλάνω + οδός]

Ο επιτήδιος και ταυτόχρονα γνώστης της επικινδυνότητας των αερίων του που, για να μη γίνει δολοφόνος και ταυτόχρονα αντιληπτός από τους γύρω του, τη χωρίζει σε τρεις ή τέσσερις μικρότερες δόσεις και σαν πλανόδιος την αφήνει σε ισάριθμα πόστα.

Ο Νίκος ειναι γνωστός κλανόδιος. Πάλι καλά γιατί θα υπήρχε πρόβλημα αν τις άφηνε ολόκληρες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(ουσ.)
[πορδή + σαμπάνια]

Ένα είδος αφόδευσης κατά την οποία τα κόπρανα αποβάλλονται σε υγρή μορφή και με έντονη ορμή συνοδευόμενα από μεγάλες δόσεις αερίων. Έχει σαν αποτέλεσμα τα κόπρανα να διασκορπίζονται σε όλη την περιφέρεια της λεκάνης.

Ήπια γάλα και καφέ το πρωί και μόλις κάπνισα έτρεξα στην τουαλέτα οπου ακολούθησε τρελλή πορδοσαμπάνια

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(ουσ.)
αγγλ. alter + εραστής

Ο πρωταγωνιστής σε soft αισθησιακές (κατά κύριο λόγο που εκπέμπει το γνωστό κανάλι) ταινίες ο οποίος κατέχει τη μοναδική ικανότητα να συνουσιάζεται με τη συμπρωταγωνίστρια, ενώ το πέος του βρίσκεται σε κατάσταση μηδαμινής στύσης σύμφωνα με τα ελάχιστα καρέ που διαφεύγουν από τον σκηνοθέτη.

Φίλε, είδα τις προάλλες την Εμανουέλλα ΙV αλλά πολύ αλτεραστής ο τύπος ρε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(ουσ.)
ύστατος + (αγγλ. flash = σηματοδότης).
Ο ασυνείδητος οδηγός που θυμάται ή συνηθίζει να ανάβει τον σηματοδότη (φλας) ένα ή δύο μέτρα πριν τη στροφή.

Παραλίγο να γίνει καραμπόλα γιατί ο μπροστινός ήταν υστατοφλάστης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε