Έλλην μετανάστης εκ Γερμανίας.
Πλακώσανε και οι λαζοντόιτς απο το σόι του γαμπρού στον γάμο και αρχίσανε τα στο σταθμό του Μονάχου, άχου άχου.
Έλλην μετανάστης εκ Γερμανίας.
Πλακώσανε και οι λαζοντόιτς απο το σόι του γαμπρού στον γάμο και αρχίσανε τα στο σταθμό του Μονάχου, άχου άχου.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Παραφθορά του βρυκόλακας + δράκουλας. Αναφέρεται σε πανάσχημο πρωταγωνιστή ταινιών τρόμου, αλλά και κατ΄επέκταση στον επαγγελματικό χώρο σε κάτι καρα-άσχετους και ψιλοάσχημους τύπους που θέλοντας να επιβληθούν έχουν δεσποτική συμπεριφορά.
Ωχ κρύψε τα ποτά από το γραφείο μην το πάρει πρέφα ο βουρβούλακας από μέσα και έχουμε τραβήγματα με τον μεγάλο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η κοπέλα που λόγω της σπαστικής της συμπεριφοράς, διώχνει τους άντρες (διώχνει μακριά το γκαβλί), η αγάμητη.
Theo: Και για το πιο απλό θέμα να μιλήσουμε, δεν μπορεί, θα μου τα σπάσει τα παπάρια. Sakis: Ναι μωρέ, χέσ' τηνα τη ξούγκαβλη .
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Επιτιμητικά προς υπερφίαλους εκπροσώπους του Γερμανικού φύλου.
Saki : Friedrich !!
Friedrich : ja was ist los Saki ?
Saki : κλαν μαι πουτς ρε αρχιδομαλάκα Friedrich!
Δες και φρίτσης.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κάθε εξάρτημα μηχανήματος που συνήθως προεξέχει και δεν έχει συγκεκριμένο όνομα η τουλάχιστον εμείς δεν το γνωρίζουμε.
- Για πέσε από κάτω και ψάξε, εκεί δίπλα στο κάρτερ πρέπει να έχει ένα γκαβλιτσέκι , πιάστο και ξεβίδωσέ το.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κάνει κάποιος τον τελείως αδιάφορο, τον αμέτοχο στα όσα συμβαίνουν γύρω του. Το πρωτοάκουσα στα τέλη της δεκαετίας του '70 από κοπέλες πού είχαν κάνει κοπάνα από το λύκειο.
- Ρε του μίλαγα, του έκανα νοήματα να κατέβει από το μηχανάκι και αυτός τίποτα, έκανε το παπί το κινέζικο!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
ρουφογκαβλέτα/ ρουφοκαβλέτα/ ρουφοκαυλέτα:
Γυναίκα που εύκολα συνάπτει σεξουαλικές σχέσεις. Ενίοτε αναφέρεται και επιτιμητικά.
(Teo) - Πω πω μανάρα μου, τι ντύσιμο έχει αυτή, όλα έξω τα'χει!
(Sakis) - Nαι ρε φιλάρα μου κοίτα τη, θα είναι πολύ ρουφογκαβλέτα αυτή!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η φράου Μπλούχερ (frau Bluecher) ήταν η γκόμενα του παππού του Φρανκενστάιν. Από την ταινία «Young Frankenstein» του Gene Wilder.
Φαντάσου τώρα αγαπητέ αναγνώστη τι έκπαγλου καλλονής και ψυχικής αρμονίας ήταν η γκόμενα αυτή.
Χρησιμοποιείται λοιπόν για θήλυ ανώτερο στέλεχος εταιρίας που ούτε όμορφο είναι, ούτε και σφύζει από τα καλύτερα συναισθήματα για τους άλλους.
- Τι μαλακίες γράφει πάλι η φράου μπλούχερ;
- Ξέρω 'γω; Πάλι θα θάβει κάποιον φουκαρά.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο νταλικέρης ή ακόμα καλύτερα ο οδηγός της νταλίκας, ο κάπως χαζοδυνατός.
- Και σκάει μύτη στο μπαρ του καραβιού ο νταλίκαμαν και λέει ότι στο Μόναχο τις έπαιρνε δύο δύο τις Γερμανίδες, μόνο που ήτανε πουτάνες και όχι μόνο του τα φάγανε, αλλά του κολλήσανε και μουνόψειρες.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Επιφώνημα που δηλώνει την απέχθεια και επιτίμησή μας προς αυτόν στον οποίο το απευθύνουμε.
... και μπαίνει γλύτσης στο γραφείο και κει που πάει να μιλήσει τον κόβει ο ο Τεό και του λέει: - Ούρτ τακ τακ Μογγόλε, που έχεις να πλυθείς κάτι χρόνια...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!