Ο Ισθμός της Κορίνθου.
Οι κάτω από το αυλάκι = οι Μωραΐτες, οι Πελοποννήσιοι.
- Περνιέστε για έξυπνοι ρε, εσείς κάτω από το αυλάκι;
Ο Ισθμός της Κορίνθου.
Οι κάτω από το αυλάκι = οι Μωραΐτες, οι Πελοποννήσιοι.
- Περνιέστε για έξυπνοι ρε, εσείς κάτω από το αυλάκι;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο αναισθησιολόγος.
Από την φούσκα (σάκκο ABU) με την οποία αερίζουν (σπρώχνουν αέρα στους πνεύμονες) τους αρρώστους.
-Εγώ χασάπης είμαι, δεν είμαι φουσκαδόρος.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ολόγυμνος.
Λέγεται και τσιτσίδι (επίρρημα).
-Πήγε η πεθερά του απροειδοποίητα σπίτι του, και αυτός για να της την σπάσει και να μην το ξανακάνει, άρχισε να κυκλοφορεί μπροστά της τσίτσιδος!
-Σοβαρά;
-Αλήθεια σου λέω! Τσιτσίδι!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Παριστάνω τον άσχετο, κάνω την πάπια.
- Βοήθησε την κατάσταση, κάνε κάτι, εδώ καιγόμαστε και εσύ σφυρίζεις αδιάφορα!
Σχετικά λήμματα: Κινέζος, kinέζος, κάνω τον Κινέζο, παπί κινέζικο, πάπια, κάνω την πάπια, κάνω τον γερμανό
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Είμαι γκέι, κατά το «το πάω το γράμμα», «τη σιδερώνω την γραβάτα» κ.λπ.
- Αυτός ο Γρηγοράκης, που σπουδάζει μεταλλειολόγος, πολύ χαριτωμένος δεν είναι:
- Μου φαίνεται ότι φοράει το σακάκι του κι από την άλλη.
- Δηλαδή:
- Ε! Πώς το λένε... Το πάει το γράμμα. Την χαλικώνει τη γεώτρηση!
Βλ. και παίρνω τον πούλο, το πνίγω το λαγουδάκι, την τρίζει την όπισθεν.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το μελαχρινό παιδί. Λέγεται και μαυροτσούκαλο.
- Ωραίο παιδάκι ο γιός του, αλλά πολύ μελαχρινό βρε παιδί μου! Εντελώς μαυροκούραδο!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο παπάς (λόγω γενειάδας) εξού και το υβριστικό τραγόπαπας.
- Πάτερ μου ελάτε κι από δώ να μας κάνετε αγιασμό!
- Από εκεί, θα περάσει άλλος τράγος! (δηλ. στο απέναντι πεζοδρόμιο)
(ΑΛΗΘΙΝΗ στιχομυθία, την παραμονή των Θεοφανείων!)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο μελαχρινός άνθρωπος. Λέγεται και μαυροκούραδο (για παιδιά συνήθως).
- Ηρθε με τα παιδιά του, και τα τρία μελαχρινά, ίδια η μάνα τους... Μαυροτσούκαλα!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Φαφλατάς και μεγαλόστομος.
(πομφόλυγα = φούσκα)
-Ήλθε και αυτός ο πομφολυγοπαφλάζων, με ύφος δεκαπέντε καρδιναλλίων, και μας τα έπρηξε!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο πασιχαρής = ο gay. Λέγεται στις Κυκλάδες.
- Σαν πεσίχαρος μου φαίνεται ο καινούργιος μας Δάσκαλος!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!