Το γλυκό τουλούμπα, λόγω ομοιότητας (oι τουλούμπες είναι ραβδωτά μακρόστενα γλυκά)...

Κυρ-Βασίλη, βάλε τρεις-τέσσερις πούτσες κοτλέ και τύλιξέ τες για δώρο... Πάω επίσκεψη στα πεθερικά μου!

Δυο τουλούμπες κάνουν πλακοπούτσι (από poniroskylo, 30/11/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι σαχλαμάρες.

-Αυτός ο παρλαπίπας, όλο αρλούμπες λέει!

Βλ. και μπαρούφα, η, παπαριά καμαρωτή, η

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που λέει μεγαλόστομες σαχλαμάρες.

- Αυτός ο βουλευτής, πολύ παρλαπίπας δεν είναι;

Βλ. και μπούμπζας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ομοφυλόφιλος.

-Είναι φαρδυπάπουτσος, αυτός;
-Ου! Τουλάχιστον 49 νούμερο παπούτσι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η νύστα μετά το μεσημεριανό γεύμα.

Δεν θα φάω το μεσημέρι, γιατί έχω πολύ δουλειά και δεν θέλω να με πιάσει χλάπα!

%

Σύγκρινε με ντάγκλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλλοίωση αποτελεσμάτων στατιστικής, σφυγμομέτρησης ή εκλογών.

-Δεν μου βγαίνουν τα νούμερα όπως τα περίμενα.
-Κάνε μπαλαμούτι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η παρακολούθηση ενός μαθήματος ή εκπαιδευτικού αντικειμένου, χωρίς την δυνατότητα πρακτικής εξάσκησης.

- Πήγε για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό, αλλά δεν τον άφησαν να συμμετάσχει στα εργαστήρια. 'Εκανε μόνο μπανιστήρι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παρακολούθηση ενός μαθήματος ή εκπαιδευτικού αντικειμένου, χωρίς δυνατότητα πρακτικής εξάσκησης.

Πήγε για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό, αλλά δεν τον άφησαν να συμμετέχει στα εργαστήρια, έκανε μόνο μπανιστήρι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βλέπω.

- Μόλις με είδε ότι τον μπάνισα από μακρυά, το έβαλε στα πόδια!

Σχετικά: μπανιζοκοζαρίζω, μπανιστηροκάμερα, μπανιστήρι, παίρνω μάτι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κρυφή παρακολούθηση ερωτικού περιεχομένου θεάματος, ιδιωτικού χαρακτήρα (π.χ. μιας γυναίκας στο μπάνιο ή ερωτικές περιπτύξεις).
Σε ακραίες περιπτώσεις, όταν επιδιώκεται, θεωρείται βίτσιο.

Έπιασα το παλιόπαιδο στις γυναικείες τουαλέτες να κάνει μπανιστήρι από την κλειδαρότρυπα!

(από Khan, 13/02/13)

Σχετικά: μπανιζοκοζαρίζω, μπανίζω, μπανιστηροκάμερα, παίρνω μάτι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία