Η γυναίκα που κουτσομπολεύει πολύ γιατί δεν έχει τίποτα άλλο να κάνει στη ζωή της. Δραγάτης είναι ο αγροφύλακας ή ο αμπελοφύλακας και μερικοί λένε ότι βγαίνει από το αμπελιδεργάτης. Υπάρχει και ρήμα δραγατεύω.

Μόνο μην πέσουμε σε καμιά δραγάτισσα και μας κάνει βούκινο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Γκάβαλο είναι τα περιττώματα των αλόγων και γαϊδουριών και μουλαριών. Όπως και η γκαβαλίνα ή καβαλίνα προέρχεται από το λατινικό caballinus (άλλοι τύποι: καβελίνα, καβαλντίνα, καβαλτίνα, γαβαλίνα). Το γκάβαλο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλες ακαθαρσίες, όπως της μύτης.

Γκάβαλος είναι ο σκατάς, ο σκατάνθρωπος, ο κουράδας, ο ηλίθιος, ο βλάκας. Αυτή η σημασία υπάρχει στη Μεσσηνία, για αλλού δεν ξέρω. Και πολλά επώνυμα προέρχονται από αυτή τη ρίζα.

Με τέτοιο γκάβαλο που έμπλεξες, και λίγα έπαθες!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Στα κερκυραϊκά, αλλά και στη Δυτική Πελοπόννησο λέγεται έτσι ο τενεκές, κυρίως αυτός που βάζουμε το ελαιόλαδο.

  1. Άμα έρθεις από το χωριό φέρε μας και μια λάτα ελαιόλαδο.

  2. Πάρε μου και ένα λατάκι κοκακόλα άμα περάσεις από το περίπτερο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Όταν κάποιος ξεφτιλίζεται τελείως, που γελάνε και τα σκυλιά μαζί του. Μπορεί να έχει σχέση με την τουρκική παροιμία «ο γερασμένος λύκος ρεζίλι των σκυλιών». Και το ρεζίλι είναι τουρκική λέξη (rezil).

Οι πολιτικοί μας μας έχουν κάνει ρεζίλι των σκυλιών στην Ευρώπη!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Τα κουτσομπολιά, τα επικίνδυνα και δολοφονικά, και συκοφαντικά, που προκαλούν προβλήματα. Λέγεται στην Καρδίτσα, αλλά και αλλού.

Κάθε μέρα βλέπει τις μεσημεριανατζούδες για να ακούσει τα τελευταία μαναφούκια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Το λέμε σήμερα για έγγραφα από κρατικές υπηρεσίες που είναι οδυνηρά οικονομικώς. Ή για άλλες διαταγές που έρχονται από τα πάνω, κράτος ή Ευρωπαϊκή Ένωση.

Βγαίνει από το τουρκικό buyur που σημαίνει διατάζω, και σήμαινε παλιά απόφαση ή διαταγή των Οθωμανών, ή αίτημα για να προσκυνήσει ένας εξεγερμένος, προσκυνοχάρτι, κι από εκεί έχει μείνει η δυσάρεστη μνήμη.

Είναι όμως και συνταγή για ένα πικάντικο καυτερό φαγητό με ντομάτα, πιπεριές, τυρί φέτα, μπούκοβο, ελαιόλαδο, ρίγανη, λαχανικά.

Καλά, άμα θα σου έρθει το μπουγιουρντί από την Εφορεία, τότε να δεις γλέντια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το εκπαιδευμένο σκυλί, κυνηγόσκυλο, που τρέχει και φέρνει τα πουλιά για το αφεντικό του. Το καλό πουλόσκυλο ανιχνεύει, ξετρυπώνει και κουβαλάει τα θηράματα.

  1. Το πουλόσκυλό του έχει εξαιρετική όσφρηση. Την βρίσκει πάντα την μπεκάτσα.

  2. Τον Γιάννη έτσι ασχημομούρης που είναι τον έχει απλά για πουλόσκυλο. Βρίσκει και ψήνει τα γκομενάκια και στο τέλος έρχεται αυτός ως μορφονιός στη στημένη φάση.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Την πέφτω πολύ ενοχλητικά και παρενοχλώ σεξουαλικά. Από το τουρκικό murdar, που θα πει βρώμικος.

  1. Είπαμε να κάνουμε πλακίτσα αλλά όχι και να μας μουρντάρει τη γυναίκα ναούμε!!

  2. Έτσι όπως κουνιέται με τη στρινγκαδούρα, εγώ θα φταίω να τη μουρντάρω μετά;!

  3. Άντε Τάκη ένας κεφτές έμεινε, μούρνταρέ τον!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μίζερος, ο μονόχνωτος, ο στριμμένος, που προφητεύει όλο κακά. Λέγεται στην Πελοπόννησο.

Είναι που είναι η κρίση, έχουμε και τον κακοΐσκιωτο τον ξάδερφό σου, μας έχει κάνει την καρδιά περιβόλι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που υπάρχει στην Κέρκυρα για τον υπνάκο, το nap που λένε οι Άγγλοι, κυρίως τον μεσημεριανό ύπνο. Λέγεται και μπιζιλότο και βγαίνει από το βενετσιάνικο pisoleto ή κατά άλλους από το ιταλικό pisolo ή pisolino.

  1. Όσο κρατούσε το πανηγύρι, έριχναν κι ένα μπουζελότο κάτω από τον βαθύ ίσκιο μιας ελιάς.

  2. Έτσι που πήρε το μπουζελότο του με τον κώλο τούρλα γέλαγε ο κόσμος μαζί του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε