Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Υποτιθέμενη ουσία (τ. συμπληρώματα διαστροφής) ή "ορμόνη" που κάνει κάποιον φουσκωτό μπιλντέρι. Λέγεται μάλλον υποτιμητικά για να δηλώσει ότι κάποιος το κορμί που έκανε δεν το χρωστάει μόνο στην ατέλειωτη γυμναστική αλλά και σε ουσίες. Βλ. και τουμπανίνη.

  1. H φουσκωτίνη και η συνακόλουθη έλλειψη στύσης θα πηγαίνουν σύννεφο, υγεία και ευρωστία μάι αςς (Από το Facebook).

  2. Τους δινει και λιγη φουσκωτινη για να τονωσει την αυτοπεποιθεση τους και προχωρει αναλογα με τις εντολες που παιρνει. (Από σχόλια στο Youtube για τα "παλλικάρια της Χρυσής Αυγής")

  3. Εδώ: Ποσοι εχουν τετοια "τρελλα" ωστε να κανουν ατελειωτες οδυνηρες προπονησεις και να ακολουθουν μια ιδιαιτερη διατροφη στερουμενοι πολλα σε ολο το τροπο ζωης τους ωστε να αποκτησουν το σωμα που επιθυμουν? [...] Ενα ματσο χαζα βλεπω καθε μερα που για να κανουν μπρατσα να μη τους κολαει κανεις η να κανουν κοιλιακους για τη παραλια θα επερναν και φουσκωτινη και τουμπανίνη και σουπερμαντολινη οπως αναφερθηκαν. Στο κατω κατω δε ζηταμε ενα γυμναστηριο με 5 πορωμενους μεσα και μενα να χτυπιομαστε αφου τετοιο γυμναστηριο παει για φουντο,αλλα ενα γυμναστηριο που...ΟΚ να μην ειναι ολοι σα και μας αλλα οχι να μας κοιτανε και περιεργα ρε παιδια επειδη θελουμε να γυμναστουμε με εναν συγκεκριμενο τροπο και πανω απ ΟΛΑ:να μπορουμε να κανουμε τη προπονηση μας οπως πρεπει και οπως θελουμε.

Φουσκωτοί Dangerous

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παίζω ως βασικός παίκτης σε μια ομάδα και με την απόδοσή μου γίνομαι απαραίτητος, ώστε να μην αντικαθίσταμαι με αλλαγή. Αναλαμβάνω φιλότιμα, εργατικά, με όλες μου τις δυνάμεις, "πατριωτικά" το ρόλο μου στην ομάδα, με αποτέλεσμα να με εμπιστεύεται συνεχώς ο προπονητής και να μην με αντικαθιστά. Ενίοτε σημαίνει παίρνω την ομάδα επ' ώμου, λόγω αναποτελεσματικότητας των υπολοίπων.

Αθλητική αργκό, βασικά ποδοσφαιρική. Πρβλ. και ενδεκαδάτος.

"Στο 49:50, πιθανώς για να επισημανθεί ότι, τελικά, δεν την δικαιούνται την φανέλα."

  1. Από εδώ:
    Αυτές οι δύο σούπερ εναλλακτικές είναι παίκτες τύπου Αλμέιδα; Δηλαδή θα έρθουν και θα λογίζονται βασικοί και για του χρόνου ή φέτος θα πάρουν τη φανέλα σπίτι τους και του χρόνου μπακ απ;

  2. Από εδώ:
    den tha rixw sto Holebas to ftaiximo pantws..akoma den irthe to paidi k exei parei ti fanela spiti tou!k den tin axizei..

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θα πραγματευτούμε τρεις (από τις πάρα πολλές) χρήσεις κι εφαρμογές του πελατακίου.


Η πρώτη μας έρχεται από την μπουρδελοσλάνγκ: πρόκειται για τον τακτικό θαμώνα πόρνης, μπουρδέλου, φραπενέ, ή άλλου ευαγούς ιδρύματος.

- Παρασκευή βράδυ και ήμασταν μισή ντουζίνα πελατάκια. Τεμαχια? Δεν έχω λόγια να τα κακοχαρακτηρίσω. Εκεί να δεις δράμα, μια Τζούλια απί Ρομανία ψιλοέσωζε την κατάσταση από τον εμετό που κινδύνευε οιοσδήποτε έβλεπε μέχρι και 50άρα χοντροτζίλφ που επέμενε ότι είναι από Ισπανία(!), μια ξανθιά αλβανόμορφη ρουμούνα και κάνα 2 άλλες που δε γυρνάς να κοιτάξεις καν. (από μουρδελοσάη)

- Με καλημέρισε και χωρίς διακοπή ενημέρωσε για το πρόγραμμά της: «Τσιμπουκάκι, μουνάκι, πάνω-κάτω, πισωκολλητό, 10 έουρω!» Υπηρεσία ήταν καποτούλα-χωρίς: «Έλα μωρό μου να περάσεις, θα γίνεις πελατάκι, έλα μωρό μου!» Η οποία, αφού της έδωσα το ακριβές αντίτιμο, με πέρασε στα ενδότερα: «Έλα από δω γιαβρί μου, ένα από δω!» (από μουρδελοσάη)

Αγγικανιστί: trick, john.


Η δεύτερη μας έρχεται από τον χρηματιστηριακό κόσμο: πελατάκια αποκαλούν τα μπροκεράκια τους πιστούς αλογομούρηδες πελάτες τους, οι οποίοι ακόμα και στις αρκουδιάρες αυτές μέρες στην αυγή του Δραχμαγεδδώνα παράγουν τζίρο. Οι προμήθειες από ένα και μόνο καλό πελατάκι είναι ικανές να συντηρήσουν μιαν ολιγομελή οικογένεια.

- Οι brokers είναι πάντα κερδισμένοι αν αρκούνται στις προμήθειες τους (αρκει να συντηρούν τα πελατάκια τους) (εδώ)

- Τα καλύτερα πελατάκια (παγκοσμια) είναι τα ασφαλιστικά ταμεία με ρευστά διαθέσιμα εκατοντάδων εκατομυρίων, ασφαλιστικές εισφορές κάποιων κακομοίρηδων, εσένα, εμένα, κλπ. (εκεί)


Η τρίτη και μακρύτερη αφορά στις συμβιωτικές πελατειακές σχέσεις στην πολιτική (αλλαξοκώλι βολευτών - ψηφοφόρων) και στην πουτάνα μπάλα (ασχήμειες τση παράγκας παραγόντων - οπαδώνε):

- Στριπτίζ για τα πελατάκια: Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές εκείνοι που έσκιζαν τα ιμάτιά τους στο όνομα των μεταρρυθμίσεων και μιας νέας αντίληψης για το κράτος δικαίου και τη σχέση με τους πολίτες, αρχίζουν το στριπτίζ σε μια προσπάθεια να κλείσουν το μάτι στην πελατεία τους (εδώ)

- Τα κόκκινα πελατάκια γουστάρουν ξανά ΤΣΟ κ ΛΟ ΚΑΙ στην Ευρωλίγκα! Για ακόμη μια φορά...(εκεί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο παντελώς άστοχος καλαθοσφαιριστής τ. παπάροβιτς, με έφεση σε τούβλα, σίδερα και αερόμπαλες.

- Ο μεγαλύτερος χασοκαλάθης του Ελληνικού Μπάσκετ... Αν γυρίσει στην Εθνική πάμε πάλι 10 χρόνια πίσω... (εδώ)

- Ο Αποστολίδης είναι χασοκαλάθης πως να το κάνουμε... εμένα μ'αρέσει γενικά, έχει το σωστό κορμί, παίζει άμυνα, παρά το χαζά ψηλοκρεμαστό ... (εκεί)

Βλ. επίσης: χασογκόλης, χασοδίκης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα καλιαρντά είναι ο σέξι πυγμάχος. Ντουπ είναι το ξύλο, πατάτα είναι η γροθιά (και αντιστρόφως μπουνιά η πατάτα), επειδή θεωρείται με λίγη καλιαρντοφαντασία ότι μοιάζουν. Ντουποπατατότεκνο είναι επομένως ο πυγμάχος που είναι τεκνό.

Αβέλω και ντέζι για ένα ντουποπατατότεκνο τζασλό! Είμαι ντεζοντουπού;

Orlando Cruz, το πλέον περήφανο ντουποπατατότεκνο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ζίου ζίτσου. Πετούμενη και μελωδική χαριτωμενιά, αφ' ενός γουγλιζόμενη και αφεδύο αρκετά παλιά, όπως φαίνεται από το τελευταίο, Τσιφόρειο παράδειγμα που παραθέτω χοντρικά και από μνήμης.

Όταν "αγαπητέ βλάκα" μια μέρα που πηγαίναμε στο τσίου-τσίου και υπήρχε το ΜΕΓΑ δίλημμα μεταξύ των παιδιών μετά το τέλος της προπόνησης ΣΤΑΛΟΝΕ Ή ΣβΑΤΖΕΝΕΓΚΕΡ (ποια ταινία να δούμε στην τηλεόραση) και πλακωνόντουσαν ποιος είναι πιο καραγκαγκάν-ουάου εμείς είχαμε το θάρρος να τους πούμε να μη δουν κανέναν απο τους δυο, πως και οι δυο είναι το ίδιο μπούρδες... εδώ

- Άμα σε πετύχω πουθενά θα σου σπάσω το κεφάλι.
- Πάω 7 χρόνια ζιου-ζιτσου δε σε παίρνει γι' αυτό μη μιλάς...
- Και γω κάνω τσιου τσιου και κάνω και την καινούργια πολεμική τέχνη που είναι της μόδας την ''τονπαιρνωκαιαποπισου'' εκεί

Σηκώθηκε ο Καρδερίνας που είναι μποξέρ και πήγε να τον βαρέσει, αλλά κάτι του έκανε ο άλλος και μετά ο Καρδερίνας κάθισε και πονούσε και είπε "αυτά τα πράματα είναι τσίου τσίου". (Και μην αρχίσουμε τα βαριά, έχει ζημιές). Τσιφόρος, κάπου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τεχνικὸ χτύπημα τῆς μπάλλας μὲ τὴ μύτη τοῦ παπουτσιοῦ, ποὺ στέλνει τὴ μπάλλα ἐκεῖ ποὺ θέλει ὁ παίκτης καὶ συνήθως αἰφνιδιάζει τοὺς ἀντιπάλους. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τὸ γκὸλ τοῦ Ρονταλντίνιο στὸν ἀγῶνα Τσέλσυ-Μπαρτσελόνα (8 Μαρτίου 2005), ὅπου πρὶν σουτάρει μὲ τὸ μυτάκι, κάνει τὴ μοναδικὴ προσποίηση "σβήνω τσιγάρο μὲ τὴ σόλα".

Γκολάρα Ροναλντίνιο

"Τύποις" προέρχεται ἀπὸ τὸ μύτο, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ὅμως "οὐσίᾳ" ἀπέχει "παρασάγγας". Εἶναι ἡ διαφορὰ τοῦ παιχταρᾶ , τῆς παιχτούρας ἀπὸ τὸν ἄμπαλο, τὸν τσουρουκά.

Ἀφοῦ ἔκανε δυὸ προσποιήσεις σὰ νὰ σβήνει τσιγάρο μὲ τὴ σὸλα, σούταρε μὲ τὸ μυτὰκι κι ἔστειλε τὴ μπάλλα στὴν ἀπέναντι γωνία, μὲ τὸν Τσὲχ νὰ μὲνει ἄγαλμα!

Καμμιὰ σχέση μὲ τὸ ψάρι μυτάκι, χιόνα ἤ οὔγαινα ( Diplodus puntazzo) τῆς οἰκογενείας τῶν σαργοειδῶν.

μυτάκι, χιόνα ἤ οὔγαινα

Ἐπίσης καμμιὰ σχέση μὲ τὴ θαυμάσια τραγουδίστρια τοῦ δημοτικοῦ καὶ τοῦ ρεμπέτικου Γεωργία Μηττάκη. Στὸ ἐξαιρετικὸ κλέφτικο ποὺ ἀκολουθεῖ, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐρμηνεία της, μποροῦμε ν' ἀπολαύσουμε καὶ τὸ ὑπέροχο κλαρίνο τοῦ Γιώργου Ἀνεστόπουλου (ἠχογράφηση τοῦ 1939).

Μὲ γέλασαν μιὰ χαραυγὴ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άτομο που για πρωινό τρώει στεροειδή και λόγω υπερβολικής σωματικής διάπλασης γεμίζει ασφυκτικά το κάθισμα στο τραίνο ή ένα στενό πεζοδρόμιο και δε χωράς να περάσεις.

Σύνθετο, ετυμολογείται από το Ράμπο και την κατάληξη -ειδές.

Χαρακτηρίζεται ως άτομο όχι απλώς βίαιο αλλά ως άτομο που έχει φετιχοποιήσει τη βία και δεν αγαπάει ούτε άντερα του. Συντηρεί τις εταιρίες παραγωγής και πώλησης αναβολικών και τις εταιρείες συμπληρωμάτων διατροφής. Ο ναρκισσισμός του είναι σε άλλα επίπεδα και στόχος της ζωής του το "τέλειο" σώμα που οι πολλοί κοιτώντας το με οίκτο θα το χαρακτηρίζαμε τερατώδες. Υπερβολικά φουσκωμένοι ιστοί, βαρύ πάτημα, αφύσικα φαρδιές πλάτες. Πουλάει ποζεριλίκι στο γυμναστήριο και στη παραλία. Πουλάει τσαμπουκάδες στους πιο αδύναμους από αυτόν και σε γυναίκες. Το χαρακτηρίζουν μεταξύ άλλων ο κομπλεξισμός, η καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, η έλλειψη παιδείας με αποτέλεσμα τη προσήλωσή του σε κούφιες έννοιες όπως: αίμα, φυλή, θρησκεία, έθνος και έτσι είναι απόλυτα χειραγωγήσιμο άτομο. Συχνά αναζητά την επιβεβαίωση και χρησιμοποιεί την γυναικεία παρουσία και τους τραμπουκισμούς ως άλλοθι... έναντια στην ασεξουαλικότητα του ή την σεξουαλική του ανικανότητα λόγω των αναβολικών. Συχνάζει κυρίως σε γυμναστήρια ή σιδεράδικα αλλά και σε καφετέριες που συχνάζουν και άλλοι γορίλες σαν αυτόν. Στους χωρους αυτούς τους αναζητούν διάφοροι όπως: άνθρωποι της νύχτας για να τους προσλάβουν για μπραβιλίκια, νεοναζί για να τους στρατολογίσουν και να κάνουν τη βρώμικη δουλειά, συνδεσμίτες για να τους στρατολογίσουν επίσης, αναρχικοί/αυτόνομοι/αντίφα για να τους επιβραβεύσουν για την βοήθεια που πρόσφεραν στους νεοναζί. Αν το ραμποειδές καταφέρει να τελειώσει το λύκειο (λέμε τώρα) αποκαθίστατο επαγγελματικά ως γουρούνι των ΜΑΤ (εκεί και αν βγάζει όλα του τα κόμπλεξ), αλλιώς γίνετε μπράβος σε στριπτιτζάδικο ή σκυλάδικο, ασφάλεια προσώπων, σεκιουριτάς. Τον ελεύθερο του χρόνο οργανώνεται στις νεοναζιστικές συμμορίες και στους συνδέσμους οπαδών. Υπάρχουν και μερικά δείγματα ραμποειδών που δεν ασχολούνται με ναζιστάκια και χουλιγκάνους και ειδικά αν έχουν λύσει το οικονομικό η ζωή τους είναι σπίτι-σιδεράδικο, σιδεράδικο-σπίτι. Ο δείκτης IQ τους είναι γενικά κάτω του μετρίου και είναι τραμπούκοι και ψευτόμαγκες.

Συνώνυμα: Γορίλας, σβάρτσος, ράμπο, γυμναστηριακός, ντουλάπα, φαρμακωμένος, μπιλντέρι, πρησμένος, ντούκι, σώμας, χτιστός, φουσκωτός, donkey-kong, σφίχτερμαν, μπονταίο, τίγκας, τέρας κ.τ.λ.

- Δες ρε μαλάκα το ραμποειδές με πόσο γλοιώδη τρόπο την πέφτει στη κοπέλα.
- Μου έρχεται να τον πατήσω ένα μπουκέτο στη μάπα και να τον ξαπλώσω κάτω.
- Ώπα ρε άντρα πρόσεχε τα ψωλοχύματα μη μας πιτσιλίσεις και εμάς...

ραμποειδές γορίλας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εξάρτημα του ορειβατικού σκι, που επιτρέπει την ανάβαση με τα πέδιλα στα πόδια. Έχουν τη μορφή ταινίας που με τη βοήθεια άγκιστρων και ειδικής κόλλας στερεώνεται στην κάτω επιφάνεια του πέδιλου.

Παλιά κατασκευάζονταν από δέρμα φώκιας, που έχει την ιδιότητα να είναι γυαλιστερό όταν το χαϊδεύεις από το κεφάλι προς την ουρά, αλλά να σκαλώνει στην ανάποδη φορά. Έτσι το πέδιλο γλυστρά προς τα πάνω στην ανηφόρα αλλά δεν ολισθαίνει προς τα πίσω όσο σέρνουμε το άλλο πέδιλο.

Σήμερα κατασκευάζονται από μαλί mohair, συνθετικές ίνες ή μείγμα των παραπάνω προς ανακούφιση του συμπαθούς θηλαστικού.

Αντί παραδείγματος, όποιος βρει μια γκρι φώκια μάρκας Kohla στην Οίτη, λίγο πάνω από το χωριό Πυρά στην Οίτη, μπορεί να την περιεργαστεί όσο θέλει πριν μου στείλει ΠΜ για να μου την επιστρέψει...

βάζοντας φώκιες

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Πνίγω γκολ. Αφορά τον τερματοφύλακα που δέχεται τέρμα που κανονικά θα μπορούσε να είχε σώσει και η παραπληγική γιαγιά του.

Συνήθως από υπερβολική σιγουριά. Καμιά φορά σε κάνει να αναρρωτιέσαι αν είχε πρόθεση και το είχε παίξει στοίχημα σε κάποια χώρα της Άπω Ανατολής.

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ το γκολ που «έπνιξε»! (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε