Πρωτοχρησιμοποιήθηκαν από τους Έλληνες κατά την κατοχή τους από τους Τούρκους, για να μη τους καταλαβαίνουν, βάζοντας πχ το τσι μπροστά από κάθε συλλαβή μιας λέξεως (βλέπε κατωτέρω παράδειγμα). Τώρα, αντί για τσι βάζανε και διάφορα άλλα όπως πο, ρο, κο, κλπ.

— Τσιτί τσικά τσινείς; (Τι κάνεις;)
— Τσιεί τσιμαί τσιπό τσιλύ τσικά τσιλά. (Είμαι πολύ καλά.)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

α. Ο μελετητής και χρήστης της σλανγκ διαλέκτου μιας γλώσσας. β. Ο χρήστης του σλανγκ.τζιάρ γ. (πληθ.) Ομάδα που ξεκίνησε από την απλή καταγραφή λέξεων του ελληνικού πεζοδρομίου και αργότερα συνέθεσε το συλλογικό έργο «Λίλιαν», μια σλανγκική Οδύσσεια που τύφλα νά' χουν Όμηρος και Τζόυς μαζί -και ο Εμπειρίκος με τον Μεγάλο Ανατολικό του.

Σλανγκιστής: χρήστης του σλανγκ.τζιάρ (slang.gr), σάιτ της ελληνικής ιστολογίας που ξεκίνησε τον Τρομερό Μήνα Αύγουστο του Σωτηρίου έτους 2006. Οι σλαγκιστές με την πάροδο του χρόνου κατάφεραν να καταγράψουν και να ερμηνεύσουν κάθε απόχρωση της ελληνικής γλώσσας του πεζοδρομίου. Η προσπάθεια αυτή είχε αποτέλεσμα χάρη στην τεχνολογία που, εκείνα τα χρόνια, εξελισσόταν πλέον ραγδαία. Το διαδραστικό αυτό σάιτ συγκέντρωσε πολλούς χρήστες και ενημερωνόταν μέρα τη μέρα, ακολουθώντας από ένα σημείο κι έπειτα (όταν πια ολοκληρώθηκαν οι καταγραφές σλανγκ λέξεων του παρελθόντος) την απόλυτα επίκαιρη σλανγκ της εκάστοτε εποχής. Όχι μόνον εξακολουθεί και υπάρχει αλλά έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην μελέτη του γλωσσικού ζητήματος της ελληνικής, το οποίο γλωσσικό ζήτημα, χάρη ίσως στο λεξικό αυτό, επιτέλους έχει σχεδόν εκλείψει. Οι σλαγκιστές δημιούργησαν και ένα συλλογικό σλανγκ έπος, με τον τίτλο «Λίλιαν». Αυτό το κείμενο-σταθμός στην ελληνική μετα-λογοτεχνία, δεν είναι ένα απλό αράδιασμα σλανγκ λέξεων και εκφράσεων, έχει σλανγκ δομή, σλανγκ πλοκή, σλανγκ χαρακτήρες, αλλά είναι και άκρως λογοτεχνικό και όχι του συρμού, καθότι έχει σαφείς επιρροές από Όμηρο, Θερβάντες, Σαίξπηρ, Τζόυς και Εμπειρίκο. (από την Βικι του 2150)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Και ναι ναι τώρα η ελληνική γλώσσα γεννάει άλλη μια.... την τρεντογλωσσούζ!!!!

Φυσικά θα απορείτε τι ακριβώς είναι αυτή η γλώσσα και ποιος την δημιούργησε... Μην ανησυχείτε θα τα μάθετε όλα!!! Λοιπόν πριν αρκετό καιρό μια ομάδα κοριτσιών αποφάσισε να δημιουργήσει τη δικιά της γλώσσα. Στην αρχή ξεκίνησε σαν μια απλή πλάκα και ένα παιχνίδι μεταξύ τους αλλά μετά άρχισε να συζητιέται στις παρέες των κοριτσιών και το όλο θέμα έγινε γνωστό! Η ιδέα ξεκίνησε από τους τρέντυ του hi5 που τρεντοποιούν αδιακρίτως λέξεις και ονόματα με τον συγκεκριμένο τρόπο.

Με δημιουργικότητα, στοιχειώδη γνώση ελληνικών και υπομονή όλα μαθαίνονται...
ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
1) Στο τέλος κάθε λέξης βάζουμε το -ουζ αφού βγάλουμε το τελευταίο φωνήεν (π.χ. ντουλάπι-ντουλαπούζ). 2) Λέξεις που τελειώνουν σε τρεντάρονται με την πρόσθεση του -ζΖζζζζζΖζ στο τέλος
3) Σε άρθρα και μικρές λέξεις (θα) αποφεύγουμε να βάζουμε την κατάληξη -ουζ

Μερικά ανώμαλα
ναι -νι
οχι -νοπε (nope)
(β)ρε -(β)ρι
οκ -οκι
σορι -σοζ

Για να θεωρηθεί όμως γλώσσα χρειαζόμαστε 50000 (αν δεν κάνουμε λάθος) άτομα και λογοτεχνία που να εξελίσσεται (αυτό τό 'χουμε).
Για να συμμετάσχετε στο κίνημα αυτό πάρτε τηλέφωνο στο 6943888425

ευχαριστούμε

παράδειγμα διαλόγου στην τρεντογλωσσούζ:
- Ρι μαρούζ τι κανειΖζΖ;
-Την παλευούζ μαντούζ μου, την παλευούζ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Διάλεκτος που δεν έχει σχέση ακριβώς με τα κανονικά καλιαρντά, αλλά είναι λίγο «αδελφίστικη». Έχει διαδοθεί κυρίως από ρόλους «αδελφών» στα ελληνικά σήριαλ, αλλά και από παρουσιαστές της τηλεόρασης όπως Ψινάκη.

Χαρακτηριστικό: η χρήση θηλυκών επιθέτων σε όλες τις περιπτώσεις, λέξεις όπως «θεά», «καλέ», «μωρή», «χρυσό μου», εκφράσεις όπως «απιστεύτου», κλπ.

Δες και μπουτ - ή, οι επιρροές της ρομανί στα καλιαρντά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Διάλεκτος που ομιλείται αυστηρά και μόνο από cool άτομα. Περιλαμβάνει εξελληνισμένες ξένες λέξεις, ε(κ)ξενισμένες ελληνικές κι άλλα τέτοια γλωσσικά μπασταρδέματα.

Ωσεκτουτού, ο όρος coolέζικα μπορεί εύλογα να θεωρηθεί recursive.

- Με άρχισε σε κάτι «τσιλ» και «σταφ» και «τσεκερά» και κάτι τέτοιες coolέζικες αηδίες και τον έστειλα από 'κει που 'ρθε, τον σάχλα!

Σχετικά: αού, κουλ, κουλαριστά, κούλαρε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατασκευασμένη διάλεκτος χάριν ανάγκης κωδικοποιημένης ομιλίας, η οποία προκύπτει από τον αναγραμματισμό των φθόγγων των λέξεων. Ακόμα και η ίδια η λέξη ποδανά προκύπτει από τη λέξη ανάποδα.

Ραιάω ράμε μέραση... (Ωραία μέρα σήμερα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Διάλεκτος που χρησιμοποιούν οι έλληνες ομοφυλόφιλοι. Την κατέγραψε ο Ηλίας Πετρόπουλος στο λεξικό του «Καλιαρντά».

– Μπενάβεις τα καλιαρντά; (μετάφραση: Μιλάς τα καλιαρντά;)
– Και τα τζινάβω και τα μπενάβω! (μετάφραση: Και τα καταλαβαίνω και τα μιλάω)

Δες και μπουτ - ή, οι επιρροές της ρομανί στα καλιαρντά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία