Συνήθης έκφραση που πρέπει να μελετηθεί μαζί με την έκφραση που αναλύθηκε στο λήμμα στο χωριό μου, η οποία έχει συνήθως την μορφή «αυτό στο χωριό μου το λένε x».

Στην περίπτωση που απασχολεί τον παρόντα ορισμό (ο αναγνώστης καλείται να δει εξαρχής τα παραδείγματα για να γίνει αμέσως αντιληπτό περί τίνος πρόκειται) συμβαίνει το εξής: προηγείται μια πολύ εντυπωσιακή έκφραση και έπεται ως συμπλήρωμα το «που λένε και στο χωριό μου». Η εντυπωσιακή έκφραση έχει ένα ή και τα δύο από τα παρακάτω χαρακτηριστικά: α) είναι σε ξένη γλώσσα, β) ανήκει σε κάποιο ιδίωμα είτε τεχνικό- επαγγελματικό, τ. jargon, είτε ελιτίστικο-κουλτουριάρικο, είτε σε ξύλινη γλώσσα.

Με το συμπλήρωμα «που λένε και στο χωριό μου», ο ομιλητής πετυχαίνει καταρχήν μια ειρωνεία, αφού το εντυπωσιακό και εκλεπτυσμένο που έχει πει έρχεται σε αντίθεση με τον αγροίκο λόγο που υποθέτουμε ότι χειρίζονται σε ένα χωριό.

Περαιτέρω μπορούμε να κάνουμε διάφορες ερμηνευτικές προσπελάσεις για τους λόγους που χρησιμοποιείται η έκφραση, πέρα από την προφανή ειρωνεία:

  1. Ο ομιλητής επιχειρεί μια captationem benevolentiae (που λένε και στο χωριό μου). Δηλαδή πρώτα εντυπωσιάζει τον ακροατή με την ψαγμενιά που λέει, αλλά επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να προκαλέσει χλεύη και φθόνο αν η έκφραση φανεί υπερβολικά πομπώδης και εκτός συμφραζομένωνε, επικαλείται το χωριό του εν είδει ταπεινοσχημίας, ώστε να κερδίσει ταυτόχρονα πέρα από τον εντυπωσιασμό και την συμπάθεια του ακροατή, όπως συμπαθούμε κάποιον που μιλάει ένα χωριάτικο τοπικό ιδίωμα. Αυτή παρεμπιπτόντως ήταν και η αρχική σημασία της ειρωνείας (λ.χ. της ειρωνείας του Σωκράτους) στην δημοκρατική αρχαία Αθήνα, όπου κάποιος καλείτο ταυτόχρονα να εντυπωσιάσει τον αθηναϊκό δήμο, αλλά και να τον κολακεύσει βάζοντάς τον σε ανώτερη θέση από τον ίδιο, ώστε να μην πάθει ζημιά από την ζήλια του. Οπότε η έκφραση λειτουργεί σαν ένα μετά συγχωρήσεως, με το συμπάθιο, ήτοι «συμπαθάτε με που είμαι ανώτερος από εσάς, μην μου κρατάτε κακία».

  2. Μπορεί να συμβαίνει και κάτι διαφορετικό έως αντίστροφο. Εφόσον την έκφραση την λέει ένας εκ γενετής Αθηνέζος ή άλλος πρωτευουσιάνος ή αλλοτριωμένη νεολέρα που δεν έχει καμία ρίζα τοπικής κοινότητας να επικαλεστεί, τότε μπορεί να σημαίνει μια πανηγυρική διεκδίκηση απεδαφικοποίησης (deterritorialization που λένε και στο χωριό μου). Δηλαδή παραδέχομαι ότι είμαι εκκρεμής χωρίς χωριό, αλλά επιλέγω δίκην φαντασιακής αυτοθέσμισης να κάνω χωριό μου μια απεδαφικοποιημένη κοινότητα. Λ.χ. τον αγγλικό / αμερικάνικο / γαλλικό / γερμανικό πολιτισμό του οποίου χρησιμοποιώ εκφράσεις σαν να ανήκω οργανικά σε αυτόν, ή μια επαγγελματική κοινότητα, μια κοινότητα πνεύματος. Όλα αυτά είναι πολύ συνήθη στην εποχή του Διαδικτύου, όπου μπορούμε να ανήκουμε σε άυλους τόπους, θα λέγαμε σε ιδεατά χωριά. Σε αυτήν την περίπτωση πανηγυρίζω ότι έχω υπεραναπληρώσει την έλλειψη χωριού και παράδοσης με μια φαντασιακή ταυτότητα στην οποία έχω εισέλθει ως οιονεί συγχωριανός.

  3. Μπορεί να υπάρχει ένα παίγνιο μεταξύ μερικότητας και καθολικότητας, το οποίο αναλύεται και στο λήμμα στο χωριό μου. Δηλαδή ενώ όταν αναφέρομαι στο χωριό μου περιμένουμε ότι θα πω κάτι μερικό-τοπικιστικό, εγώ αντιθέτως λέω κάτι καθολικό, οπότε κάνω τον συνομιλητή μου να προβληματιστεί. Και εδώ έχουμε ταπεινόλογη ειρωνεία για να αδράξω την καλή διάθεση του συνομιλητή. Δηλαδή δεν του την λέω κατευθείαν ότι αυτό που λέω έχει καθολική ισχύ, αλλά διά μαιευτικής τον βάζω μόνο του να σκεφτεί μήπως αυτό που λένε στο χωριό μου ισχύει και στην περίπτωσή του.

Ωστόσο νομίζω ότι πρέπει να διακρίνουμε τις δύο εκφράσεις. Όταν λέμε «στο χωριό μου αυτό το λένε x», τότε η έμφαση είναι όντως στο ότι αυτή η αξιολόγηση έχει καθολική σημασία, οπότε καταγγέλουμε εμμέσως πλην σαφώς τον συνομιλητή. Όταν λέω «x που λένε και στο χωριό μου», τότε η έμφαση είναι στο ότι είπα κάτι πολύ έξυπνο, και το χωριό είναι απλώς δευτερεύουσα συμπληρωματική ταπεινολογία.

Παρά την διαφορά, όμως, υπάρχει και στην δεύτερη αυτή περίπτωση που εξετάζουμε εδώ το παιχνίδι μερικότητας και καθολικότητας. Ακόμα και αν χρησιμοποιήσω μια δύσκολη βαρύγδουπη έκφραση θα υπαινιχθώ με αυτόν τον τρόπο εμμέσως ότι ο συνομιλητής θα έπρεπε να την ξέρει γιατί αυτή έχει καθολική αξία. Κι αν δεν την ξέρει είναι βλάκας.

Εδώ παίζει και η επίκληση στην διαφορά μεταξύ της σοφίας του χωριού και του νεοπλουτισμού του πρωτευουσιάνου. Δηλαδή θεωρούμε ότι το χωριό έχει μια βαθύτερη σοφία, στην οποία δεν υπάρχει άμεση πρόσβαση και ο πρωτευουσιάνος μπορεί από επιφανειακότητα και νεοπλουτίστικη καφρίλα να αδιαφορήσει για αυτήν. Οπότε κατά παρόμοιο τρόπο, ο συνομιλητής δεν πρέπει να αδιαφορήσει για την σοφία που είπα, ακόμη κι αν είναι δύσκολο να μετάσχει σε αυτήν, γιατί σε τελική ανάλυση (θα έπρεπε να) τον αφορά.

Τέλος, να παρατηρήσω ότι τα όρια μεταξύ των δύο αυτών εκφράσεων «αυτό στο χωριό μου το λένε x» και «x που λένε και στο χωριό μου» δεν είναι στεγανά, και ενίοτε η δεύτερη έκφραση λέγεται με την ίδια σημασία, όπως η πρώτη, καθώς στο παράδειγμα 4, ενώ και το αντίστροφο μπορεί να συμβεί. Εξάλλου είναι προφανές ότι η αφετηρία των δυο εκφράσεων είναι κοινή, δηλαδή κάποιο γνωμικό χωριάτικης σοφίας, όπως στο παράδειγμα 1. Αυτή η αφετηρία είναι που τρέπεται στη συνέχεια με δύο διαφορετικούς τρόπους, είτε με το να αντικαταστήσουμε την χωριάτικη σοφία από μια κοινοτοπία, για να καταγγείλουμε τον συνομιλητή (λ.χ. αυτό στο χωριό μου το λένε κακογουστιά), είτε με μία επιτηδευμένη ελιτίστικη σοφία (όπως στα παραδείγματα 3).

  1. Ζήσε Μάη μου, να φας τριφύλλι, που λένε και στο χωριό μου... (Κλασική χρήση εδώ).

  2. α) :) Μιλ μερσι,που λενε και στο χωριο μου. (Λίγο πιο επιτηδευμένο εδώ).

β) Shit happens που λενε και στο χωριο μου (Εδώ)

γ) Πολυ πολυ καλο νεο!!!Keep up the good work που λενε και στο χωριο μου! (Εδώ).

δ) I stand corrected που λένε και στο χωριό μου. (Εδώ).

ε) Μην κραζετε τον Βουτσινιτς γιατι μπορει να μην φαινετε και να μας εκνευριζει σε ολο το ματς αλλα εχει the magic touch που λενε και στο χωριο μου. (Εδώ).

  1. α) Το Dropbox είναι ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιείται για online storing, sync και backup, που λένε και στο χωριό μου. (Εδώ).

β) Με αυτά που έκανες έγινες agent provocateur που λένε και στο χωριό μου.

γ) Πρέπει να μας εξηγήσεις ποιο είναι το διακύβευμα, που λένε και στο χωριό μου.

  1. (δεν προτείνεται και δεν πρόκειται να το αναλύσω γιατί απλά είναι «γυφτοδουλειά» που λένε και στο χωριό μου! (Εδώ).

(από Khan, 22/01/14)Στο 2.56. (από Khan, 07/07/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιάς κοπής έκφραση που εκτοξεύεται ειρωνικά ή υποτιμητικά με ύφος αγανακτισμένο, απαισιόδοξο ή και ρητορικά ερωτηματικό για να την πούμε σε κάποιον ασυνείδητο γραψαρχίδα ή τέσπα σε κάποιον που δεν λειτουργεί σωστά σε κοινωνικό επίπεδο, που η νοοτροπία του είναι της ελάσσονος προσπάθειας, που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του, που πουλάει τρελίτσα, που επιμένει σε αντιλήψεις παρωχημένες, που θα προτιμήσει το άμεσο μικροκέρδος καταστρέφοντας, από το μακροπρόθεσμο που απαιτεί δημιουργικότητα με προσωπικό κόπο.

Δεν περιμένει απάντηση αφού σκοπό έχει να θίξει αυτό που πέθανε όταν γεννήθηκε το συγνώμη, απηχώντας ένα υποτιθέμενο εθνικό απωθημένο – στόχο (αφού Πόλη, η Κωνσταντινούπολη) που όσοι το διατηρούν θεωρούνται πλέον ή ανεδαφικά ρομαντικοί ή τελειωμένοι εθνικιστές επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα μια πανθομολογούμενη διηνεκή εθνική ανεπάρκεια για καθετί ουσιαστικό, ακόμη κι αν είναι άσχετο με μεγάλες ιδέες.

Μπορεί να παίξει παντού –αφορμές δεν λείπουν άλλωστε- αλλά ταιριάζει πολύ σε στρατώνες όταν απευθύνεται σε λουφαδόρους φαντάρους από κοιλαρά λοχαγό που στηλιτεύει το ανύπαρκτο αξιόμαχό τους.

Σε πασίγνωστο μπουρδέλο αποφεύγεται, μάλλον για λόγους τακτ.

1.
Λοιπόν οι του ΛΑΟΣ έχουν μέχρι στιγμής α)Πρόεδρο που υπηρέτησε (;;;) στην Αττική, β)Δυο φυγόστρατους βουλευτές... Εμ, έτσι θα πάρουμε την Πόλη;

2.
Πιο αχάριστοι από όλους είναι ασφαλώς οι συνταξιούχοι. Έχει μάθει η κάθε γριά και ο κάθε γέρος και μου θέλει να ζει αξιοπρεπώς. Σας ρωτάω. Τι θα πει αξιοπρεπώς; Γιατί γινόμεθα φθηνοί; Γιατί ασχολούμεθα συνεχώς με ποταπά πράγματα; Είναι η τιμή της ντομάτας η και του αγγουριού η ακόμα - ακόμα και της πατάτας κάτι το σημαντικό; Έχουν μάθει οι γέροι και τρώνε πατατούλες τηγανητές σαν τα μωρά. Επίσης τους αρέσει η χωριάτικη. Μα κάθε μέρα χωριάτικη; Μερικοί δε έχουν μάθει και τη φέτα. Κάθε μέρα!! Αχάριστοι φίλες και φίλοι. Γιατί γκρινιάζουν; Είναι κανείς στο δρόμο; Μου λέτε για την θέρμανση. Γιατί είχαν και στα χωριά τους θέρμανση οι συνταξιούχοι; Έχω μάθει ότι κάποιοι από αυτούς ανάβουν το καλοριφέρ έως και τρεις ώρες την ημέρα. Ε όχι φίλε συνταξιούχε. Έχεις γίνει μαλθακός. Έτσι θα πάρουμε την Πόλη;
(Ως εδώ από το δίχτυ)

3.
Νεανίας εκσφενδονίζει από το μπαλκόνι σακούλα σκουπιδιών σε όρος που σχηματίζουν παρόμοιες γύρω από τιγκαρισμένους κάδους στο απέναντι πεζοδρόμιο. [Αυτόπτης πεζός στα δεύτερα –άντα:] -Λεβέντηηη!! Έτσι θα πάρουμε την Πόλη!! (sic-k)

Το original (από sstteffannoss, 15/10/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περιφραστικός επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει λόγο ασυνάρτητο, με άσχετες και ασύνδετες μεταβάσεις από το ένα θέμα στο άλλο, που δε βγάζει νόημα.

- Και του λέει η Αννούλα, ξέρεις, εκείνη που τα είχε με τον Τάσο όταν δούλευε στου Βερόπουλου, αυτός δούλευε στην αποθήκη, είχε κι ένα γκολφ, αλλά τα χαλάσανε μετά γιατί ο Τάσος τα'φτιαξε με τη Λίτσα, μεγάλο τσουλί, τη φιλενάδα της Μερόπης, την ξέρεις τη Μερόπη, αυτή ντε, την ξανθούλα, τη μικροκαμωμένη, που έμενε στην Τριανδρία μαζί με την Ντίνα, αλλά μετά έφυγε, γύρισε πίσω στη Βέροια, είχα πάει να τη δω μια φορά, ωραία είχαμε περάσει, είχαμε φάει και ένα στιφάδο είχε κάνει η μαμά της φοβερό, όταν χώρισε με το Νίκο, κρίμα, ωραίο παλικάρι, αλλά παλιοχαραχτήρας, ρεμάλι, τεμπελόσκυλο, μα σάμπως τα είχαν φτιάξει και ποτέ; Ωραίος κύριος ο μπαμπάς της, ομορφάντρας...
- Από τον Αλή στον κατή πας μωρέ Κικίτσα μου, δεν μπορώ να σε παρακολουθήσω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

«Κάνω βαρελάκια» σημαίνει κάνω απανωτές πλαϊνές τούμπες λες και είμαι βαρέλι και τσουλάω στον κατήφορο.

Αγαπημένο αυτομασάζ παιδιών και ενηλίκων.

Παλιό στέκι του κέντρου της Αθήνας για βαρελάκια: το πάρκο Ελευθερίας -προτού το γαμήξει ο Λαμπρακάκης.

  1. Χτες πηγα στο παρκο του βενιζελου και εκανα βαρελακια,τα χερια μου εχουν γεμισει μικρες μικρες κοκκινες μαλακιες και με τρωνε συνεχεια

  2. Τα βαρελακια ολες οι γατες - περα του οιστρου- τα κανουν απο χαρα. Η δικια μου ειναι στειρωμενη και κανει βαρελακια μολις μπουμε σπιτι.

από το νέτι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φρούτο το οποίο έχει υπερωριμάσει, αλλά δεν έχει σαπίσει και ακόμα τρώγεται -είναι στο όριο βέβαια. Λόγω του ότι έχει αρχίσει να υφίσταται ζύμωση, έχει πολύ έντονη γεύση και άρωμα, που φέρνουν λίγο σε αυτά του (φτηνού) κρασιού ή ακόμα και του ξιδιού. Τα μεθυσμένα φρούτα είναι κατάλληλα μόνο για ορισμένα ιδιότυπα γλυκά, όπως ένα αχλαδόψωμο (Birnenbrot) που κάνουν οι ελβετογερμανοαυστριακοί (βλ. μήδι) ή κάποια γλυκίσματα με σύκο, ή λικέρ, κλπ, βλ. εδώ.

Η λέξη χρησιμοποιείται όμως και για κανονικά ώριμα φρούτα ή και για εδέσματα άλλου τύπου (ψωμιά, κρέατα, τυριά, κλπ) που έχουν υποστεί επεξεργασία (μαρινάρισμα) με αλκοόλ, βλ. παράδειγμα 3.

  1. - ΠΦΦΦΧΦΤΟΥ!!!!!!!!! Μπλιαχ!!! Πέτα τα ρε μαλάκα, σαπίσανε, μου τα δίνεις και να φάω κιόλας!
    - Πώς κάνεις έτσι καλέ, είναι μεθυσμένο, δεν χάλασε, δώς μου το να τα κάνω μαρμελάδα μαζί με τα άλλα.

  2. Στη μαρμελάδα βάζω και μερικά μεθυσμένα φρούτα, της δίνουν πιο έντονη γεύση.

  3. Βανίλιες μεθυσμένες
    Υπέροχο, ελαφρύ γλυκό που το σερβίρουμε σε ψηλά ποτήρια με λίγη χτυπημένη κρέμα και πασπαλίζουμε με καρύδια.

στο Appenzell κάνουν τα καλύτερα, μην το χάσετε. Κι άμα είστε κτήνη ή έχει -15, μπορείτε να το φάτε και αλειμμένο με βούτυρο και ζάχαρη... (από ironick, 27/08/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατ' αρχήν, να διευκρινιστεί ότι πρόκειται για σλανγκική χειρονομία και όχι φράση - ως εκτούτου (που θά 'λεγε και Ντέσμοντ Τούτου) μπορεί και να μην έχει θέση στο σάη, αλλά ας το αποφασίσει αυτό η ιστολογική εξέταση (σε περίπτωση αμφιβολίας, επανάληψη της βιοψίας).

Για να μπούμε στο κλίμα, να θυμίσω την κλασσική σλανγκική χειρονομία κατά την οποία ο σλάνγκος τείνει πρώτος το χέρι προς χειραψία (συνήθως με σκοπό τη συμφιλίωση μετά από μια διένεξη) και όταν ο άλλος κάνει το ίδιο, ο σλάνγκος το αποσέρνει γρήγορα, με τεντωμένο μάλιστα τον αντίχειρα σε κατεύθυνση και φορά αντίθετη του ατόμου που υφίσταται το άδειασμα.

Συνίσταται στο χούφτωμα των γεννητικών αδένων μας ως δήθεν να μας δυσκολεύει ο καβάλος του παντελονιού μας (βλ. και λήμμα αριστερός ή δεξιός;) που γίνεται σκόπιμα, εν είδει απαξίωσης, όταν περνάμε δήθεν αμέριμνοι δίπλα από κάποιο άτομο του οποίου την κακή ανάμνηση θέλουμε να ξορκίσουμε δια της γελοιοποιήσεως, διότι στο παρελθόν έχει υπάρξει τρόμπας απέναντί μας.

Άλλως τε, η εκδίκηση είναι ως γνωστό ένα πιάτο που σερβίρεται κρύο (Nemo me impune lacessit που λένε και στο Βατικανό).

Κλασσικά πρόσωπα όπου μπορούμε να εφαρμόσουμε την παραπάνω τεχνική είναι πρώην Δίκες ή καθηγητές μας ή άλλα άτομα από το παρελθόν που θέλουμε να ξεχάσουμε και συναντάμε τυχαία στο δρόμο.

Ο υφιστάμενος τη σλανγκική αυτή χειρονομία, δεν μπορεί να διαμαρτυρηθεί διότι αν το κάνει:
- εμπίπτει στα πλαίσια της αναξιοπρέπειας (παρατήρησε αδιακρίτως την κίνησή μας)
- παραδέχεται εμμέσως ότι αυτή απευθυνόταν στον ίδιο, αλλά δεν μπορεί να το υποστηρίξει δημοσίως

Σε άλλες χώρες όπως η Ν. Ιταλία, υπάρχει αντίστοιχα το φτύσιμο στο έδαφος, που όμως αποτελεί μεγάλη και εμφανή προσβόλα.

Ωχ! Ο Ορατοβιδάλιος Ιντσεσίλογλου της Παθολογίας μπροστά μας! Πιάστε τ' αρχίδια σας!

Ο διασημότερος ίσως πιασαρχίδης. (από sstteffannoss, 07/06/11)Σχέδιο του Τάκη Σιδέρη για την αρχική και παράνομη έκδοση των «Ρεμπέτικων τραγουδιών» (1968) που παρουσιάζει έναν μάγκα που χορεύει ζεϊμπέκικο, κρατώντας τα αχαμνά του. (απ’ τα «Ρεμπέτικα Τραγούδια» του Ηλία Πετρόπουλου) (από sstteffannoss, 08/06/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο GATZMAN έγραψε στις 09/04/09: λέμε πάλι έπιασα τη μαλλιαρή, εννοώντας έπιασα χρήματα.

Συγνώμη που παρεμβαίνω, αλλά νομίζω ότι έπρεπε να μπει ως πρόσθετος ορισμός, διότι στα σχόλια μπορεί να ξεφύγει της προσοχής.

Επομένως δεν το αναρτώ εγώ. Το λήμμα ανήκει σ' εκείνον.

- Είδες τζιπάρα ο Κ;
- Και παλάτι θα χτίσει! Άνοιξε φασφουντάδικο κι έπιασε τη μαλλιαρή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το παρόν αποτελεί ελάχιστο φόρο τιμής στις γειώσεις.

Όταν η κουβέντα σκαλώσει / εξαντληθεί / γίνει περίεργη και σταματήσει κι αφού αρχίσει μια ωραία ησυχία, πάντα θα βρεθεί κάποιος να τη πηδήξει. Λες και δεν τελειώνουν ποτέ τα νέα και τα κοινά ενδιαφέροντα, λες και πρέπει καλά και σώνει να μιλάς συνέχεια, αλλιώς «τι θα κάνουμε δηλαδή, θα κοιταζόμαστε;».

Μας έφαγε η ευγένεια... Άμα πεις τα εντός παρενθέσεως-end of discussion-γειωτικά, ίσως και να γλιτώσεις από μελλοντικά conflicts με τον περί ου, αλλά στην τελική πάρε κάνα βιβλίο-πανοπλία μαζί σου καλού κακού για να μην ακούσεις τα κάτωθι χρονοσκοτωτικά στην πρώτη δυνατή ευκαιρία (στη δεύτερη δεν τη γλιτώνεις όμως, οπότε πάρε και κάτι απ’ τη δουλειά μαζί κι άνοιξέ το μπας και νιώσει) ο άλλος):

«Για πε, για πε» -> (τι να πω, τα ‘πα o μαγκούφης)

«Για πες ρε μπαγάσα τι γίνεται στο / πώς πέρασες στο / τι κάνει ο... βατέβα / γουερέβα / χουέβα...» -> (πριν λίγο δεν τα λέγαμε; Σε χαιρετάνε όλα τους)

«Τι άλλα; / Αυτάαα... τι άλλα / Άλλα;» -> [εδώ, ΗΣΥΧΙΑ(δεν τα παίρνειςκιόλα). Άλλο τίποτα]

«Πες καν’ άλλο νέο. / Τα νέα σου; / Τι χαμπάρια;» -> (χαμπάρια μάντολες. Να σ΄πω, έχεις πάει Κεφαλλονιά; Κλείσε εισιτήριο. Τώρα όμως, μην κάθεσαι.)

Κι άμα ξεχαστείς και πεις «Τα ίδια. Λέγε όμως εσύ τα δικά σου κι εγώ ακούω», τότε έρχεται καπάκι:

«Εγώ; Τι να σου πω; Εσύ θα μου πεις» (ούτε ο Φέντερερ τέτοιο μπακ-χαντ... μαζέψουυυ).

«Τι ακούς, αφού διαβάζεις» (με τα μάτια ακούω ρε αδερφάκι μου;)

«Τα δικά μου στα 'πα» (κι εγώ γαμώτ, αλλά προφανώς μια φορά δε φτάνει).

Αυτάαααα... Κι άλλα πολλά όμως. Να φύγει το μήδι.

- Το λοιπόν;
- Δεν έχει...

uncomfortable silences (από vanias, 02/06/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέγεται για την απολύτως ίσια επιφάνεια.

Έκφραση των ογδόνταζ της Σχολής των:
το εκρού του νεκρού
το σπινθηροβόλο βλέμμα της αγελάδας
μάτια πλάνα και αυτιά αεροπλάνα
το χαλκοπράσινο χρώμα της υγείας
κλπκλπ.

- Και θα γίνει ίσιο;
- Ίσιο; Σαν την αμασχάλη του φιδιού θα γίνει, όχι απλώς ίσιο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Σαρκαστική προειδοποίηση. Σημαίνει το τελείως αντίθετο: «πού νά 'ξερες καημένε μου τι σε περιμένει...».

Το λέμε όταν εξ ιδίας πείρας έχουμε δει τα σκούρα και διαπιστώνουμε ότι κάποιος άλλο πάει ντουγρού να πάθει τα ίδια (πχ με μια μαλάκω γκόμενα την οποία είχε κάποιος και τώρα την παίρνει άλλος, στην κίνηση που επιτέλους απαλασσόμαστε από κάποιον μπάρμπα-Μπρίλιο και τον τρώει στη μάπα ο επόμενος, ιατρικές εξετάσεις που τις έχουμε κάνει και πόνεσαν και μάτωσαν και τώρα βλέπουμε ότι ο κολλητός μας πα να τις κάνει, κλπ).

Πολλές φορές διατυπώνεται και σαν κατάρα τ. «θα δεις τι έχεις να πάθεις, μαλάκα».

- Θέλω να μπω στο σάη σας.
- Θα περάσεις καλά....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία