Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Λέξη πιθανότατα βενετικής προελεύσεως, με λατινική όμως ρίζα [λατ. gubernum, «κυβέρνηση»] περιγράφει την κρατική εξουσία, την πολιτεία που διατηρεί το μονοπώλιο άσκησης νόμιμης βίας, στα όρια της συντεταγμένης πολιτείας.

Συνήθως χρησιμοποιείται με ειρωνική ή αρνητική χροιά και αναφορά στην εκάστοτε κυβέρνηση.

  1. Άρθρο εφημερίδας: Η Eurobank «βγάζει δόντια» στο... γκουβέρνο
    Ίσως μία από τις πιο... «γαργαλιστικές» των τελευταίων ετών, με αυτά που λέει αρκούντως… διπλωματικά, ήταν η συνέντευξη του εικονιζόμενου κ. Νίκου Καραμούζη στον «Ελεύθερο Τύπο» της Κυριακής. Απαντώντας στις ερωτήσεις των συναδέλφων, ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της EFG Εurobank… «έσφαξε άγρια, αλλά με το βαμβάκι».

  2. Είναι έξαλλοι, επειδή πιστεύουν, και σωστά, ότι αυτοί έφτιαξαν το γκουβέρνο, αυτοί το στήριξαν, από Μικρασία έως Ουκρανία, και το γκουβέρνο που αποτελείται από τους ίδιους, τους πούλησε. Δεν κατάλαβαν ότι δεν υπάρχει γκουβέρνο στην Ελλάδα. Υπάρχουν μόνον κομπραδόροι που γουστάρουν την κατάστασή τους. Μιά κερασιά, φορτωμένη τριάντα κιλά κεράσι γιά φίλημα, ακόμη κι άν ο μεγαλύτερος αγύρτης το πουλήσει είκοσι ευρώ το κιλό, παράγει όσο ένα λεπτό δουλειάς ενός ημιπολυτελούς άνκορμαν. Αλλού είναι τα λεφτά, τελεσιδίκως.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με αφορμή την επιθυμία του Βικάρ (ΔΠ) για την ανάλυση του όρου αυτού, και αρχής γενομένης από ένα σχόλιο του Πάτση για το τί είναι σλανγκ, αποφάσισα να στήσω ένα λήμμα ανοιχτό προς δημόσιο σχολιασμό.

Καταθέτω λοιπόν το κείμενο του Πάτση, καθώς και τον δικό μου ορισμό. Κατόπιν προτείνω στους χρήστες του σλανγκρ:
α. να γράψει ο καθένας -στο σχόλιο του λήμματος αυτού- την άποψή του περί τι είναι σλανγκ
β. να προταθούν λέξεις ελληνικές για τον όρο αυτό, σλανγκ λέξεις όμως και όχι τίποτα εξεζητημένες και τραβηγμένες από τα μαλλιά λεξιπλασίες.

1. Πάτσης έφη:

Για το εναρκτήριο λάκτισμα έκανα μια κουτσή-στραβή μετάφραση των σημαντικότερων παρατηρήσεων του λήμματος «slang» της wikipedia. Δεν λέω ότι συμφωνώ με όλα, να εξηγούμαστε.

«Η slang είναι η χρήση εξαιρετικά άτυπων / αδόκιμων λέξεων και εκφράσεων που δεν θεωρούνται τυποποιημένες στη διάλεκτο ή τη γλώσσα του ομιλητή.

Λίγοι γλωσσολόγοι έχουν αποτολμήσει να ορίσουν σαφώς τι αποτελεί slang. Προσπαθώντας να συνδράμουν, οι Bethany Κ. Dumas και Jonathan Lighter υποστήριξαν ότι μια έκφραση πρέπει να θεωρηθεί «πραγματική slang» εάν ικανοποιεί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια:

  • Υποβιβάζει, έστω προσωρινά, «την αξιοπρέπεια της επίσημης ή σοβαρής ομιλίας ή του γραπτού λόγου» με άλλα λόγια, είναι πιθανό να θεωρηθεί σε τέτοια συμφραζόμενα σαν μια «εμφανής κακή χρήση του εκεί οικείου τρόπου φωνητικής έκφρασης / εκφοράς [register]»
  • Η χρήση της υπονοεί ότι ο χρήστης είναι εξοικειωμένος με αυτό στο οποίο αναφέρεται, ή με μια ομάδα ανθρώπων οι οποίοι [με τη σειρά τους] είναι εξοικειωμένοι με αυτό και χρησιμοποιούν τον όρο.
  • «Είναι ένας όρος ταμπού στη συνηθισμένη συνομιλία με ανθρώπους μιας υψηλότερης κοινωνικής θέσης ή μιας μεγαλύτερης ευθύνης.»
  • Αντικαθιστά «ένα καλά γνωστό συμβατικό συνώνυμο». Αυτό γίνεται πρώτιστα για να αποφευχθεί «η έλλειψη άνεσης που προκαλείται από τον συμβατικό όρο ή για παροχή περαιτέρω επεξηγήσεων».

Η slang πρέπει να διακριθεί από την επαγγελματική ιδιόλεκτο (jargon), η οποία είναι το τεχνικό λεξιλόγιο ενός συγκεκριμένου επαγγέλματος. Η επαγγελματική ιδιόλεκτος, όπως πολλά παραδείγματα της slang, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποκλείσει τα μη-μέλη της ομάδας από τη συνομιλία, αλλά γενικά λειτουργεί ούτως ώστε να επιτρέπει τους χρήστες της να μιλήσουν με ακρίβεια για τα τεχνικά ζητήματα σε έναν δεδομένο [γνωστικό] πεδίο.»

2. Σειρά μου:

Σλανγκ γλώσσα είναι η προφορική (πρεμούρα, αντί μεγάλη βιασύνη ή σπουδή)
άσεμνη (μουνί, πούτσος, αντί των αιδοίο, πέος)
μη κορέκτ («την κάτσαμε τη βάρκα», αντί του «θα αντιμετωπίσουμε προβλήματα»)
καθημερινή (γαμάω αντί «κάνω σεξ» ή «έχω επαφή»)
υβριστική (πινεζοπούτανο, βρωμόπουστας, καριόλα)
απαγορευμένη & συνθηματική (καλιαρντά, ποδανά)
οικονομική (μπάχαλο αντί «χαώδης και θορυβώδης κατάσταση», μαλακοκαύλης αντί «αυτός που έχει πρόβλημα στύσης»)
ωμή (ξερατό αντί εμετός, κρέας αντί παχύσαρκος ή νωθρός)
χιουμοριστική (ρόφτυμα, αυτοψυχοψάξιμο, βαρβατίλα)
ευρηματική (κωλοδάχτυλο: η μόνη λέξη για να το περιγράψει)

Είναι η γλώσσα της ανατροπής και ωσεκτουτού της βαθύτερης ουσίας (πχ η λέξη γαμώ και όλα τα παράγωγά της μπορεί α. να σημαίνουν το σεξ, β να σημαίνουν μια ευχάριστη κατάσταση -«γαμώ τις φάσεις», γ. κάτι πολύ επώδυνο («με γάμησες!») -άντε βγάλε συ συμπέρασμα τι βλέπει ο έλληνας στο γαμήσι.

Είναι η γλώσσα που ξορκίζει, η γλώσσα του ευφημισμού: αυτό που μας καίει το σλανγκίζουμε και χαριτολογούμε επ' αυτού -όταν δεν το υποβιβάζουμε.

Είναι η γλώσσα που τολμάει το ταμπού, δηλαδή μιλάει για πράγματα που δεν λέγονται, αλλά το μεγάλο της ελάττωμα είναι πως δεν χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε στον εαυτό μας. Εκεί έχει το μεγαλύτερο και το πιο απόλυτο ταμπού όλων. Δεν θα πεις για τον εαυτό σου ότι είσαι μαλακοκαύλης ή ξεπλένω... Άσε που αν σε πούνε έτσι, έχουν δεν έχουν δίκιο, θα πέσει μπουνίδι... Αυτά είναι λίγο ύποπτα πράγματα, όπως θα τολμήσω να πω παρακάτω.

Είναι λοιπόν η γλώσσα που λέει «όχι», όχι στη θρησκεία, όχι στο σύστημα, όχι εδώ, όχι εκεί (κάπου το έχω διαβάσει αυτό μα δεν θυμάμαι τώρα), είναι αναρχική, είναι όμως πικρή και απαισιόδοξη, δηκτική και ανελέητη -κι ας χρησιμοποιεί το χιούμορ ως μέσο, δεν συγχωρεί κανέναν και για κανέναν λόγο και, κυρίες μου και κύριοι, όλο αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι μήπως στο μεγαλύτερο ποσοστό της, η σλανγκ είναι κατά βάθος το ακριβώς αντίθετό της, είναι δηλαδή ρατσιστική και οπισθοδρομική, αντιδραστική με την αρχική έννοια της λέξης, μήπως είναι η γλώσσα που αρνείται κάθε διαφορετικότητα και κάθε εξέλιξη... Μήπως ο σλανγκ τύπος είναι ο μίστερ τέλειος που όλα τα κοροϊδεύει; Μήπως είναι η γλώσσα του κομπλεξικού ή του κομπλεξικού περιθωριακού, ή τού όσα δε φτάνει η αλεπού;...

Ή μήπως ο σλανγκ τύπος είναι αυτός που, για να αντέξει την πραγματικότητα με τις σκληρές της εκδηλώσεις, το ρίχνει στην πλάκα ώστε να ξεχάσει το πρόβλημα; (πράγμα που πίσω-πίσω κρύβει και την προηγούμενη άποψη, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς).

Στην ελληνική, οι ξένες λέξεις ή κάποια στοιχεία από τις ξένες γλώσσες σλανγκοποιούνται πάρα πολύ συχνά και αποτελούν βασική πηγή για την σλανγκ: καταλήξεις (), λέξεις από τα ιταλικά (κόμοδο), τα τούρκικα, τα γαλλικά, όλ' αυτά είτε μπήκαν ειρωνικά στη γλώσσα μας (κομιλφό) ή απλώς κατέληξε να χρησιμοποιούνται πια μόνο ως σλανγκ (γκαϊλές).

Σλανγκ δεν είναι οι μεταφορές, οι παρομοιώσεις, οι καθιερωμένες εκφράσεις, τα σχήματα λόγου -κι ας βγάζουν γέλιο, κι ας έχουμε βάλει όλοι μας δεκάδες τέτοια εδώ μέσα.

Σλανγκ είναι γλώσσα, είναι όμως και χαρακτήρας ανθρώπου, μια κατάσταση, κά.

Στα ελληνικά δεν έχουμε λέξη για την σλανγκ. Λέμε είτε «σλανγκ», ή «αργκό». Ας το δούμε λιγάκι αυτό, μήπως βρούμε κάτι έξυπνο. Αυτή είναι και η επιθυμία του Βικάρ που το πρότεινε στο ΔΠ.

- Καλά ε, είσαι πολύ σλανγκ τύπος!
- Τώρα αυτό για καλό το λες, ή για κακό;

Δες και ceci n'est pas slang.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σκληρό ναρκωτικό. Συνήθως η ηρωίνη, κοκαίνη η οποιοδήποτε χημικό ναρκωτικό.

Πάλι ζαμπόν είναι ο Πετράν απο τη ντρόγκα που σουτάρει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται σε Μακεδονία και Θράκη. Η Προέλευση της σλαβική-βουλγάρικη, bratim= στενός φίλος, ο μακαντάσης ή βλάμης.

Α ρε λέων... εσύ είσαι και Έντιμος και Μπράτιμος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που έγινε γνωστή από την ατάκα του Βέγγου ως γκαρσόνι (Θρασύβουλας), που δεν δέχεται να τον καλούν με παλαμάκια, επειδή "είναι το ίρτζι του". (Από την ταινία "Ο ατσίδας" ή "το στρίβειν δια του αρραβώνος").

Θρασύβουλας

Ετυμολογία από το τουρκικό ırz: τιμή, αγνότητα, αξιοπρέπεια από (εδώ) κι από (εδώ)

Οι Τούρκοι ακόμα λένε αρναβούτ καφάς (αρβανίτικα-αγύριστα κεφάλια) τους πείσμονες απο ιμπρέτι/ίρτζι. (Σχόλιο του Χότζα από εδώ).

Ιμπρέτι (τουρκικό ibret) = παράδειγμα, δείγμα από εδώ

Πάντως στα προαναφερόμενα παραδείγματα έχει (και) την έννοια της ιδιορρυθμίας/ιδιοτροπίας και του πείσματος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είδος μεζέ που τρώγεται κρύος. Παράγεται από χοιρινό κρέας (κατά τόπους μπορεί να προστεθεί και μοσχαρίσιο) που ανακατεύεται ώρα στην κατσαρόλα, χωρίς νερό ή λάδι, μόνο με αλάτι, πιπέρι (κόκκινο, μαύρο), ρίγανη και άλλα μυρωδικά. Όταν τελειώσει το βράσιμο, τότε πιέζεται και το βάζουνε μέσα σε έντερα (όπως τα λουκάνικα, με τη διαφορά πως είναι πολύ μεγαλύτερος). Αποθηκεύεται και τρώγεται όλο το χειμώνα. Συνοδεύεται κυρίως με κρασί κόκκινο.

Γυναίκα, βάλε να πιούμε ένα κρασί. Φέρε και λίγο καβρουμά με μπούκοβο για μεζέ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιτρέψτε μου να το θεωρώ γνήσια ελληνική slang. Μόνο εμείς έχουμε την απίστευτη ικανότητα να «σκοτώνουμε» ξένες γλώσσες τόσο πετυχημένα.

Στο δια ταύτα, ενώ όλα τα αμερικάνικα σαντουιτσάκια που σαβουρώνουμε σε διάφορα φαστφουντάδικα (τα οποία είναι ό,τι πρέπει για μια καλή μάσα), ξέρουμε να τα λέμε μια χαρά (π.χ. Cheeseburger-->Τζηζ μπέργκερ, Chickenburger-->Τσίκεν μπέργκερ κ.ο.κ), το κλασικό Hamburger (το οποίο προφανώς έπρεπε να λέμε Χαμ μπέργκερ) έχουμε αποφασίσει να το κάνουμε μία λέξη (εν μέρει φυσιολογικό, εφόσον οι λέξεις χαμ και μπέργκερ έχουν κοινό το μ, οπότε υπάρχει μία κρυφή απόστροφος) και να αλλάξουμε το πρώτο ε με ου. Για το τελικό αποτέλεσμα δείτε το παράδειγμα...

Σημειώνω ότι η λέξη αυτή, αποτελεί παράδειγμα της τάσης που έχουμε να διαβάζουμε το γράμμα u του αγγλικού αλφάβητου ως ου σκοτώνοντας ουκ ολίγες λέξεις.

-Τι θα θέλατε παρακαλώ;
-Ένα κλαμπ, 2 φις μπέργκερς, 1 τζηζμπέργκερ και 1 χάμπουργκερ.
-Αμέσως κύριε...

Wimpy άλλως Πόλντο (από dryhammer, 22/06/14)

Σχετικό: χαμπουργκέρ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κιμωλία. Κατά συνεκδοχή, η αγορά επί πιστώσει. Κι αυτό γιατί οι παλιοί ταβερνιάρηδες είχαν ένα μικρό μαύρο πίνακα –την πλάκα– και εκεί σημείωναν με κιμωλία, με το τεμπεσίρι, τα βερεσέδια των πελατών, τα χρωστούμενα.

Η λέξη έχει επιβιώσει (just) με αυτή την έννοια στην έκφραση γράφω τεμπεσίρι –θέλει να πει η έκφραση πως σημειώνω ότι κάτι μου χρωστάς αλλά είτε δεν με νοιάζει να το ξεπληρώσεις, γιατί είναι ασήμαντο, είτε ξέρω ότι δεν πρόκειται να το ξεπληρώσεις, γιατί είσαι μπαταχτσής.

Υπάρχει επίσης και η έκφραση εσύ έχεις την πλάκα, εσύ και το τεμπεσίρι –δηλαδή, όλα τα εργαλεία και τα ατού τα έχεις στα χέρια σου και κάνεις κουμάντο.

Η προέλευση της λέξης, όπως έχει ήδη πει ο vikar, είναι από το τούρκικο tebeşir που σημαίνει ακριβώς κιμωλία και η σαφώς πιο συνηθισμένη σημασία της είναι η κιμωλία του μπιλιάρδου.

  1. Κάποιοι Έλληνες συνταξιούχοι με ένσημα μιας ζωής παίρνουν συντάξεις πείνας. Τους βλέπουμε κάθε μήνα στις ουρές να περιμένουν για λίγα ευρώ που θα τους φτάσουν για μια εβδομάδα και μετά αρχίζουν το τεμπεσίρι (αγοράζουν βερεσέ) για να μπορέσουν να επιβιώσουν. (από το blogathinaios.blogspot.com)

  2. (Από το τραγούδι «Μονά ζυγά τα χάνουμε» (1973), Στίχοι: Γ. Καλαμαριώτη, μουσική: Γ. Μητσάκη, ερμηνεία: Ρ. Κουμιώτη)

Σ' ένα στενό στην Κοκκινιά / στενάζει η φτωχογειτονιά / καρτούτσο ξεροσφύρι / Στο καπηλειό του Βελωνιά / στη μουχλιασμένη τη γωνιά / και γράφε τεμπεσίρι.

  1. – Μεγάλο καλό, αδερφέ... θα στο χρωστάω...
    – Ναι ρε, εντάξει... θα το γράψω τεμπεσίρι...

  2. Ποιος είναι ρε, το κουμάντο σ' αυτό το ψιλικατζίδικο; O Ταρζάν και η τσίτα; Αυτοί δεν είναι που κρατάνε την πλάκα και το τεμπεσίρι; (Ρητορικές ερωτήσεις από το xanthiblogs.gr, οι «αυτοί» που αναφέρει είναι η κυβέρνηση)

Πλάκα και τεμπεσίρι (από poniroskylo, 05/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φιλάργυρος και συμφεροντολόγος άνθρωπος που εκμεταλλεύεται τους αδύναμους. Λέξη τουρκικής προελεύσεως < çιfιt, σημαίνει τσιγκούνης και φιλάργυρος.

- Ήρθε ο παλιοτσιφούτης ο ιδιοκτήτης για το ενοίκιο σήμερα. Μου είπε ότι έτσι και δεν το πληρώνουμε την πρώτη μέρα του μήνα, θα μας κάνει έξωση. Απίστευτος μαλάκας!

βλ. και τσιαφούτης

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικά με τον όρο αυτό νοείται ένα λάιτ είδος πορνείας που δεν περιλαμβάνει κατά κανόνα σεξουαλική επαφή. Ακολουθούν διάφορες σημασίες ξεκινώντας με την κύρια, από την οποία προέρχονται και οι υπόλοιπες, με διαφόρους βαθμούς εκπόρνευσης η κάθε μία.

  • Η μικράς διαρκείας πληρωμένη γυναικεία συντροφιά που παρέχεται σε ορισμένα είδη νυχτερινών μαγαζιών.

Είναι προφανές ότι η λέξη είναι γαλλική καθώς η συγκεκριμένη πρακτική μας έρχεται από το Παρίσι. Consommation λοιπόν στα γαλλικά σημαίνει κατανάλωση. Τίνος πράγματος; Μα φυσικά ποτών. Στα καμπαρέ του Παρισιού λοιπόν (τα γνήσια, τα καταγώγια, όχι αυτά που δείχνει κάθε πρωτοχρονιά στην κρατική τηλεόραση) το χαρτί δεν έβγαινε από τα μπαλέτα -αυτά ήταν το μεζεδάκι για την όρεξη- αλλά από τα ποτά που κερνούσαν οι πελάτες στις καμπαρετζούδες. Όσο πιο μεγάλη κατανάλωση έκανε ο πελάτης τόσο πιο πολλά έπαιρνε η καμπαρετζού.
Το σπορ γρήγορα πέρασε και στην Ελλάδα με ανάλογα καμπαρέ που δημιουργήθηκαν στην Τρούμπα (βλ. πολλές ελληνικές ταινίες).
Στη χρυσή εποχή του σκυλάδικου πέρασε στα σκυλάδικα για να καταλήξει τελικά στα '80ζ σε εξειδικευμένα πλέον μαγαζιά που λέγονται στην επίσημη αργκό παμπ, αλλά ο πολύς ο κόσμος τα ξέρει ως κωλόμπαρα ή κωλάδικα ή K-bar (προφ. κέι μπαρ - κατά το γκέι μπαρ).

Θα τα συναντήσει κανείς παντού. Από την πιο πολυσύχναστη γειτονιά της Αθήνας μέχρι το πουθενά, στο μέσον του τίποτα. Στα κωλόμπαρα δεν υπάρχει πλέον σώου. Είναι μικρά συνήθως μαγαζιά που θυμίζουν περισσότερο μπουρδέλο παρά μπαρ. Μοιάζουν αρκετά με τις καφετέριες του 80. Πολλά μικρά σαλονάκια με ψηλή πλάτη και ένα μπαρ. Διακόσμηση μίνιμαλ έως μηδέν. Χρώματα, όπως και στα μπουρδέλα, ροζ και μωβ, ή φαίνονται έτσι από το πολύ μπλακ λάιτ.

Ας δούμε επιτροχάδην πώς γίνεται το νταλαβέρι.

Ο πελάτης μπαίνει στο χώρο. Πάει και κάθεται σε ένα σαλονάκι. Ανάβει ακαριαία τσιγάρο. Κοιτάει στο μπαρ όπου κάθονται τα κορίτσια τα οποία πιο παλιά λέγονταν κονσοματρίς αλλά ο όρος πλέον έχει εκλείψει ολοκληρωτικά. Σήμερα λέγονται απλά μπαρόβιες. Αν καρφώσει μία, εκείνη σηκώνεται και πάει στο σαλονάκι. Αν πάλι δεν κοιτάξει προς τις κοπέλες για πέντε λεπτά, έρχεται μια οποιαδήποτε. Κάθεται δίπλα του και του πιάνει την κουβέντα, «Πώς σε λένε» και τέτοια. (Με μια πιθανότητα της τάξης του 99,99% η δεύτερη ερώτηση είναι «Τι ζώδιο είσαι;»). Στα καπάκια έρχεται το γκαρσόνι για παραγγελία. Ο πελάτης λέει τι θέλει. Τότε λέει κι η κυρία το σύνθημα: «θα με κεράσεις ένα ποτό;» Ο πελάτης γνέφει θετικά. Το γκαρσόνι επιστρέφει με τα ποτά. Του πελάτη είναι κανονικό (σε μέγεθος, γιατί σε περιεχόμενο είναι νιτρογλυκερίνη), αλλά της κοπέλας είναι πιο μικρό και δεν έχει ποτό, αλλά νερό με λίγη κοακόλα, διάλυμα που μοιάζει οπτικά με ουίσκι. Παράλληλα της αφήνει δύο μάρκες. Αυτό γιατί το ποτό της κοπέλας θεωρείται διπλό. Αν ο πελάτης είναι σπαγγοράμα και ήθελε να την κεράσει μονό, όφειλε να το διευκρινήσει από πριν. Η κοπέλα κάθεται και μιλάει με τον πελάτη όσο διαρκεί το ποτό της, συνήθως 5 λεπτά αν έχει κόσμο και 10 αν είναι χαλαρά. Για να επιταχύνει το τελείωμα του ποτού της αλλά και του πελάτη αλλά και για να τον μεθύσει κάνει συνέχεια «γεια μας». Μόλις τελειώσει ζητάει δεύτερο και ο κύκλος συνεχίζεται από την αρχή. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί κάποιος πολύ εύκολα να χαλάσει ένα ολόκληρο μηνιάτικο μέσα σε λίγη ώρα. Μια καλή μπαρόβια μπορεί πάλι να βγάλει ένα μηνιάτικο σ' ένα βράδυ. Η κοπέλα πληρώνεται στο τέλος της βραδιάς εξαργυρώνοντας τις μάρκες που έχει μαζέψει. Επειδή όμως, όσο νερό κι αν πίνει με τους πελάτες, θα πιει και τα ποτά της και θα γίνει λίγο γκολ, κι επειδή οι καταστηματάρχες σε αυτά τα μαγαζιά δεν είναι και η καλύτερη πάστα ανθρώπου, εννοείται ότι θα πέσει και η απαραίτητη σφαγή, είτε με κακή καταμέτρηση, είτε με απευθείας σούφρωμα μαρκών από την καβάντζα της κοπέλας. Γι' αυτό οι πιο ψαγμένες κρατάνε τις μάρκες σε τσαντάκι πάνω τους. Επίσης, αν το αφεντικό θέλει να εξασφαλίσει τη μέθη της κοπέλας, είτε για να τη ρίξει στις μάρκες είτε γιατί τη θέλει πιο διαχυτική με τους πελάτες, όταν εκείνη ζητάει κανονικό ποτό, εκείνος της βάζει από το πετρέλαιο των πελατών κι όχι από το γνήσιο που έχει για το προσωπικό.

Σημειώσεις:
Η κονσομασιόν δεν περιλαμβάνει σεξουαλική επαφή. Κανένα κωλόχερο είναι συνήθως επιτρεπτό. Κάποιες μπαρόβιες, αλλοδαπές κυρίως, επιτρέπουν μέχρι και προχωρημένο μπαλαμούτιασμα, κάτι που όμως θεωρείται ανεπίτρεπτο από το συνάφι γιατί χαλάει την πιάτσα. Γενικά έχει αποδειχτεί ότι το φάτε μάτια ψάρια είναι πιο προσοδοφόρο από τη βίζιτα και γι' αυτό έχει ανθήσει σε τέτοιο βαθμό αυτός ο θεσμός στη χώρα μας.
Κονσομασιόν γίνεται επίσης και στα στριπτιζάδικα, παράλληλα με το λαπ ντανς. Γίνεται επίσης και σε παρακμιακά σκυλάδικα. Με μια πιο χαλαρή έννοια γίνεται ακόμα και σε καφενεία από τη μία και μοναδική μπαργούμαν που υπάρχει και χωρίς μάρκες φυσικά.

  • Η περατζάδα που κάνει η τραγουδιάρα του σκυλάδικου στους καλούς πελάτες.

Επειδή οι καλές φωνές σπανίζουν, η μέση τραγουδιάρα πρέπει με κάποιον τρόπο να δικαιολογήσει το νυχτοκάματο. Έτσι εκτός από το καθαρά οπτικό σώου που δίνει στην πίστα, είναι υποχρεωμένη να περάσει κι από μερικά τραπέζια και με την εντυπωσιακή παρουσία της να ανεβάσει τους αγρότες ώστε του χρόνου που θα ξαναπουλήσουν το μπαμπάκι να έρθουν και να τα ξανακουμπήσουν στο μαγαζί.
Αντίστοιχη υποχρέωση βέβαια έχουν και οι σοβαροί καλλιτέχνες. Μια γύρα, όπως και να 'χει, θα την κάνουν.

  • Το να κάνει γύρες στους πελάτες το αφεντικό οποιουδήποτε μαγαζιού διασκέδασης (από ταβέρνα μέχρι μέγαρο) και να πίνει μαζί τους.
  • Γενικά, σε οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο, το να βγαίνεις με πελάτες ή να αποκτάς τα οποιαδήποτε είδους κολλητιλίκια, για να κλείσεις μια δουλειά.

Σημείωση: Το κέρασμα σφηνακίων ή ποτού δεν θεωρείται κονσομασιόν.

  • Ειδικά για ηθοποιούς, η εμφάνιση προ της πρεμιέρας του έργου σε οποιαδήποτε τηλεοπτική εκπομπή τους δεχτεί.

Ο ηθοποιός έχει υποχρέωση να παραβρίσκεται ως γλάστρα σε όλη τη διάρκεια της εκπομπής και να σχολιάζει και καμιά μαλακία πού και πού. Σε αντάλλαγμα ο παρουσιαστής τον αφήνει στο τέλος να πει για την παράστασή του και να αναφέρει όλους τους συντελεστές της από σκηνοθέτη μέχρι ταξιθέτρια. Η αναφορά στους συντελεστές γίνεται πάντα με δύο άρθρα, ένα προ του ονόματος και ένα προ του επωνύμου.

  • Ειδικά για πολιτικούς, το σύνολο των πραγμάτων που κάνουν δημόσια (κόψιμο κορδελών, βαφτίσεις, επισκέψεις σε νοσοκομεία/ΚΑΠΗ/σχολεία, φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, Πάσχα με φαντάρους, και φυσικά τελευταίο αλλά όχι λιγότερο η περατζάδα στα παράθυρα των καναλιών).

Σημείωση: Στα σοβαρά κόμματα το κομσομασιόν δεν γίνεται χύμα αλλά βάσει σχεδίου υπό τις διαταγές ενός σκιώδους ειδικού που λέγεται spin-doctor ο οποίος προσλαμβάνεται από τους ανθρώπους που πραγματικά ελέγχουν την παράταξη (μεγάλοι χρηματοδότες). Όλα τα κομματικά στελέχη (από υποψήφιο βουλευτή στην πινέζα μέχρι πρωθυπουργό) είναι υποχρεωμένα να υπακούν απόλυτα στις προσταγές του spin-doctor και να κάνουν/λένε/φοράνε ό,τι τους πει αυτός.

  1. ~ Καλησπέρα!
    - Καλησπέρα!
    ~ Πώς σε λένε;
    - Άλκη! Εσένα;
    ~ Νατάσα! Τι ζώδιο είσαι;
    - Καρκινάκι! Εσύ;
    ~ Σκορπιός! Θα με κεράσεις ένα ποτό;
    (Νεύει καταφατικά. Εκείνη σηκώνει το χέρι στο μπαρ και δείχνει με τα δάχτυλα τον αριθμό 2)
    ~ Τι δουλειά κάνεις;
    - Έχω σπουδάσει ΙΕΚ, πληροφορική!
    ~ Κι εγώ έχω σπουδάσει χημικός μηχανικός στη Μόσχα!
    - Αλήθεια;
    ~ (Προφανώς όχι ρε μαλάκα) Ναι! Έλα, γεια μας!
    - Γεια μας!

  2. ~ Και δεν μας είπες, τι κάνεις φέτος;
    - Λοιπόν, ανεβάζουμε μια πολύ ωραία παράσταση, το «Σσεάουρ για δυλσεκιξούς», του Κουέντιν του Ταραντίνο, με την Ούμα τη Θέρμαν, το Τζων τον Τραβόλτα, το Σάμιουελ το Τζάκσον, το Μπρους το Γουίλις, το Στήβεν το Γουώκεν, τη Ροζάνα την Αρκέτ, σε σκηνικά κουστούμια του ...να τους πω και τους άλλους;

  3. Spin doctor του κόμματος: Ο Πρωθυπουργός παραπονιέται ότι έχεις καιρό να κάνεις κονσομασιόν.
    Υπουργός: Ρε Μήτσο είχα κάτι προσωπικά τελευταία.
    S.D.: Κοίτα μαλάκα να βαφτίσεις κάνα μπαστάρδι και να βγεις σε κάνα παράθυρο γιατί σε βλέπω να παίρνεις χοντρό πουλί στον επόμενο ανασχηματισμό. Άντε γιατί πολύ το παραχέσαμε εδώ μέσα.
    Υπ: Ναι ρε Μήτσο! Έγινε! Μην πεις τίποτα στο Μεγάλο! Να, παίρνω την Όλγα τώρα!

[Κουίζ: Βρείτε ποια ταινία φωτογραφίζω στο παράδειγμα Νο 4! Οι τρεις πρώτοι θα λάβουν δωρεάν αναγραμμαντισμό!]

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία