Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ο τρελός, ανόητος, επιπόλαιος.

- Βρε κουζουλέ, πού πας ξεβράκωτος στα αγγούρια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η βόλτα ο οποία έχει ως σκοπό την επίσκεψη σε πληθώρα οίκων ανοχής.

- Πάμε καμιά μπουρδελότσαρκα;
- Γιατί θες να γαμήσεις;
- Όχι μωρέ, για την πλάκα μας μόνο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παίρνω πρέφα / χαμπάρι, είμαι ενημερωμένος σε κάποιο αντικείμενο, γνωρίζω. Συνήθως χρησιμοποιείται αρνητικά για κάποιον που δεν πληρεί τα προαναφερθέντα.

- Καλά και θα πας μέχρι εκεί για να του αλλάξεις εσύ την ώρα στο PC του;
- Αφού δε σκαμπάζει μία από κομπιούτερς!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός που εκφράζει θυμό, τσαντίλα, αγανάκτηση.

- Μόλις μου είπε οτι με τα λεφτά για το νοίκι αγόρασε γούνα, έγινα Τούρκος!

Τούρκος γίνεται τούρκος σε ριάλιτι (από Khan, 11/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πάρα πολύ στενός φίλος - υπερθετικό του κολλητός (πεπαλαιωμένος όρος).

- Πες μου Μάκη, και είσαι κολλητός με τον Ψινάκη;
- Αυτοκόλλητος Μιμή - θα σε κάνω Βανδή...

(από Khan, 26/12/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιός όρος που αντικαταστάθηκε από τους τα σπέρνω και τα σπάω - είμαι πολύ άτομο, τα πάω πολύ καλά σε κάτι, νικάω κ.τ.λ.

- Θα σας σκίσουμε την Κυριακή, γαυράκια!
- Θα μας κάνετε τα τρία δύο, κωλοχανούμια...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είμαι καταπληκτικός, άπαιχτος, ανεπανάληπτος, σπέρνω!

Το καινούργιο των Parkinsons τα σπάει, ειδικά η διασκευή Bανδή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανάλογο του «δεν (μ)παλεύομαι». Σημαίνει είτε πως είναι αδύνατο να με αντέξει κανείς, είτε πως είναι αδύνατο για τον οποιονδήποτε να με ανταγωνιστεί.

Τι είπες ότι έκανες;;; Δεν παίζεσαι με τίποτα ρε πούστη...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ομοφυλόφιλος, ο gay, η αδερφή, ο πούστης.

- Kαλά, δεν τον βλέπεις πώς κουνιέται ο ντιγκιντάγκας!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μαλάκας (από τον -κυριολεκτικά- διπεριοδικό ήχο με τον οποίο συνδέεται ο αυνανισμός).

Άσε ρε, τον ντιγκιντάγκα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία