Κάλυψη, υποστήριξη, συνενοχή.

Βάζω πλάτη: καλύπτω, υποστηρίζω, γίνομαι συνένοχος, ψευδομαρτυρώ.

Ας μην είχε τις πλάτες του μπαμπά και θα σου 'λεγα αν θα τον παίρνανε σοβαρά στην τράπεζα.

Έβαλα πλάτες στο Γιάννη για να ξενοπηδήξει και να μη χαμπαριάσει η γυναίκα του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία