Επιπλέον ετικέτες

Υποδηλώνει το μακρύ ξύλο (συνήθως σκουπόξυλο) το οποίο αντικαθιστά το remote control τηλεοράσεως ή διβιδί σε περίπτωση απουσίας αυτού (λόγω παλαιότητας της τεχνολογίας), εξάντλησης των μπαταριών αυτού ή καταστροφής του.

Ο χρήστης μπορεί με το τελεκοντάρ από την επιθυμητή θέση και απόσταση του καναπέ να αλλάξει κανάλι ή γενικά να χρησιμοποιήσει όλες τις δυνατότητες που τα κομβία των ηλεκτρονικών συσκευών παρέχουν.

Ρε Μάκη... Αρχινάει το Lost. Δεν πιάνεις το τελεκοντάρ να βάλουμε ΑΝΤ1;

(από jorje26, 08/02/08)

Βλ. και τηλεκουμάντο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περιγράφει το παντελόνι μιας φόρμας ή πυτζάμας, που έχει γίνει εξαιρετικά οικείο προς τον ιδιοκτήτη της, σε βαθμό του να δέχεται επισκέψεις σπίτι του φορώντας την. Είναι ένα άνετο ρούχο για το σπίτι που δεν απασχολεί ποτέ αν λερωθεί ή ξηλωθεί σε κάποιο σημείο: θα συνεχίσει να φοριέται έως ότου πλέον φτάσει να γίνει κουρέλι.

Ουσιαστικά είναι συνένωση των λέξεων φόρμα και ανέμελη.

  1. - Αμάν πια, θα έρθει κόσμος, εσύ ακόμα με τη φέρμελη είσαι;

  2. - Μαρία!!! Ποιός σου είπε να μου πλύνεις τη φέρμελη γαμώτο;

  3. - Καιρός να πετάξεις το κουρέλι, όλος ο κώλος σου είναι έξω. Κοίτα! Σου πήρα καινούρια φέρμελη! (lol)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μικροαντικείμενο (βίδα, παξιμάδι, σφήνα κλπ) που χρησιμοποιείται για την κατασκευή / επιδιόρθωση / συναρμολόγηση άλλου αντικειμένου (μεγαλύτερου και πιο σύνθετου). Το αποκαλούμε έτσι όταν γνωρίζουμε τη χρήση του αλλά δε γνωρίζουμε την ονομασία του.

- Ρε Τάσο… πιάσε ρε αυτό το παπάριτζερ να το βάλουμε στο σασμάν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ελληνικός όρος για τα κίτρινα post-it notes. Τα επονομαζόμενα και «κίτρινα χαρτάκια σημειώσεων», «χαρτάκια υπενθυμίσεων»...

Γέμισε στίχλες την οθόνη του pc για να μην ξεχνάει κωδικούς κλπ κλπ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν το πολυφορεμένο ρούχο έχει αρχίσει να αλλάζει δραματικά χρώμα και να φωνάζει: «Θέλω πλυντήριο! Θέλω πλυντήριο!» Συγγενές του «βρωμυλί».

Ρε Γιάννη, πλύν'το καμμιά φορά αυτό το πουκάμισο. Μπλε ήταν και πλυντηρί κατάντησε.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δώρα συγγενών ή μη στενών φίλων που δεν ξέρουν τα γούστα σου.

- Τί πουλόβερ είναι αυτό που φοράς ρε Μίμη;
- Άσε, μια δωραηδία είναι της θειας μου της Τούλας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ζέπελιν με τις συσκευές παρακολούθησης πάνω από την Αθήνα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 το οποίο μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί ανά πάσα στιγμή και μάλιστα σε εξελιγμένη μορφή. Ο όρος ισχύει μόνο στην Ελλάδα.

-Ε ρε μ'αυτό το βλέπελιν τι έπαθα... Τους μούτζωσα τις προάλλες κι αυτοί τό 'δαν και ήρθαν και το παρκάρανε στο μπαλκόνι μου γι αντίποινα...

(από patsis, 24/12/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Τηλεφωνική συσκευή που είναι προγραμματισμένη να χτυπά δυο λεπτά αφότου μπεις να κάνεις μπάνιο. Το υδροτηλέφωνο είναι επίσης προγραμματισμένο να σταματήσει να χτυπά μόλις το σηκώσεις, ενώ στάζεις νερά παντού και κινδυνεύεις από πνευμονία.

Λέγεται και υδροτηλέφωνο.

Και να στάζω... και να κρυώνω... και το γαμημένο το υδροτηλέφωνο νά'χει κλείσει...

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αντικείμενο πασιφανώς άχρηστο το οποίο το φυλάω κάπου γιατί ίσως στο μέλλον φανεί χρήσιμο. Αποτελεί συμπαντικό κανόνα ότι τα μελλοχρήσιμα, όταν τελικά τα χρειαστούμε στο μέλλον, ποτέ δε θυμόμαστε πού τα έχουμε βάλει.

- Ρε Γιάννη , αυτό το παξιμάδι περίσσεψε...
- Βάλτο στα μελλοχρήσιμα, κάπου θα χρειαστεί.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο στόλος των στυλό που φυλάμε στη μολυβοθήκη μας, παρότι έχουν πάψει από καιρό να δουλεύουν. Έχει παρατηρηθεί πως κάθε φορά που πρέπει να γράψουμε στα γρήγορα κάποιο τηλέφωνο ή μια άλλη πληροφορία, πιάνουμε δεγράφυλο και τσαντιζόμαστε, οπότε μας έρχεται να τους πετάξουμε. Παραδόξως όμως, δεν τους πετάμε αλλά τους ξανατοποθετούμε στη θέση τους.

Πέντε λεπτά την είχα στο περίμενε να γράψω το τηλέφωνο της. Άστα, έχω γεμίσει δεγράφυλους...

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία