Επιπλέον ετικέτες

Tο σπάσιμο της παρθενιάς από έφηβο, η πρώτη φορά που πηδάει.

Δανεισμένο από την τουρκική λέξη σεφτές που χρησιμοποιείται στο εμπόριο για να δηλώσει τον πρώτο πελάτη της ημέρας, το πρώτο νταραβέρι οικονομικής χροιάς.

- Αδερφέ χτες πήγα στα κορίτσια και με έκαναν άντρα και διάλεξα την Πάολα την κωλομπιάνα

- Μπράβο ρε συ καλό τσουτσού σεφτέ έκανες…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη μπαλαντέρ που χρησιμοποιείται για διασκέδαση, χωρίς λόγο.

- Γειά σου Ρούλη.
- Γειά σου Ιωσηφίνα.
- Τι κάνεις;
- Καλά.
- Τηλεκαμινάδα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για ελεύθερο αυτοσχεβιασμό πάνω στη λέξη «προβοκάτσια».

Ως τέτοιος, ανήκει θα λέγαμε στην πολιτική πτέρυγα των «προσδιδόντων γελοιότητα στο λόγο» (κανά δυο ακόμα στο λήμμα τουλάστιχον, επίσης τα αφεδύο, σωστόστ)...

Ή μάλλον, για να είμαστε πιο σωστοί και για να είναι πιο ακριβής η αναλογία, θα λέγαμε ότι ανήκει στην στρατιωτική πτέρυγα, αν θεωρήσουμε ότι... άστο, αρχίδει και κουράδει.

Eτυμολογίες και ψευδοtrivia:

Προβοκάτσια [ρωσ. provokatsija (με βάση το λατ. provocatio=πρόκληση)].

Προβατοκάτσικα: σημαίνει αμνοερίφια και με την ευκαιρία, μια διασκευή που πάντα μου άρεσε είναι η εξής (δεν είναι δική μου):

Αγάπη μου επικίνδυνη
φοβάμαι και τη σκιά σου
ερίφιο με κατάντησες
με τον άπιστο τον έρωτά σου

- Η 11η Σεπτεμβρίου είναι προβοκάτσια των Αμερικανών...
- Προβατοκάτσικα....
- Δε βαρέθηκες να τη λες αυτή τη μαλακία..;
- Όχι... Και η ανθρωπότητα είναι μια προβοκάτσια των δεινοσαύρων για να στραφεί ο υπόλοιπος πλανήτης εναντίον των θηλαστικών....
- ...
- Νομίζω;
- Είσαι απλά μαλάκας.

Μια απλούστερη παραλλαγή του λήμματος στο 0:33. (από patsis, 08/11/09)(από jesus, 06/07/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κωδική ονομασία για το αγριογούρουνο, χρησιμοποιείται είτε από παράνομους κυνηγούς σε τόνο αστείου, είτε, με γενικότερη σημασία, για όλα τα κόκκινα κρέατα σε περιόδους νηστείας.

- Καλά τώρα, λες και στο Άγιο Όρος δεν υπάρχουν κάποιοι που βαφτίζουν το αγριογούρουνο πουρναρόψαρο...
- Νταξ μωρέ, χορταράκια και ρίζες δεν τρώει κι αυτό;... Φρούτο είναι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που παράχθηκε και χρησιμοποιείται (περισσότερο) από χαζά 14χρονα, που γράφουν το «τι κάνεις μωρό μου» κάπως έτσι: «t knc mwlo m;», και θέλουν να δηλώσουν ότι αστειεύονται, ότι κάνουν πλάκα δηλαδή.

- Ρε!
- Τι;
- Ρε έχασα την αγαπημένη σου μπλούζα, αυτή που μου δάνεισες...
- Τιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι;
- Χαχα έλα ρε πλακίζω! Ορίστε εδώ είναι, πάρτη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το παρατσούκλι του Προέδρου των ΗΠΑ Μπάρακ Ομπάμα. Αν αναλογιστούμε ότι ο Ομπάμιας είναι και μπάμιας και ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ, τότε μιλάμε για σχήμα οξύμωρο.

Τι να κλάσει κι ο Ομπάμιας από οικονομική στύση;

Κατά μια εκδοχή, Ομπάμιας ειναι ο Bush... (από Vrastaman, 16/03/09)...κατά την άλλη ειναι to paidi! (από Vrastaman, 16/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο βαρύμαγκας.
Προέρχεται από την υπερρεαλιστική και αρκούδως σλανγκική Ζαγωραία εκδοχή "Έντε λα μαγκέτε Bοτανίκ" (1975) του ρεμπέτικου "Ο μάγκας του Βοτανικού" (1933, 1η εκτέλεση Κασιμάτης)
Σπύρος Ζαγοραίος, Έντε λα μαγκέτε Bοτανίκ

♪♫ Έντε λα μαγκέ ντε Βοτανίκ,
άλα πι και φικ εξηγιέται
αλελεπτίκ.

Σταρ ντε μπουζουκέν
ντε καμπαρέν,
άλα ντε δικό μας ο καρέν.

Άντε α λα φουμέντο
και μαστουριόρε
με τε γκομενέτε ο ντεκέ
και οι αγγέλω πατημέντο,
φλόκο ντ' αργιλέ.

Έστε μάγκας, έστε μπελαλίκ,
λα ντε Βοτανικό ο πιό νταήκ
κι έντρεμεν
ντρε κάργα ντε μαγκέ
γιατί φτιαξάρε
στο μινούτο ντε δουλειέν. ♪♫

Ο ρέϊντζερ ντελαμαγκέν δεξιός τιμά τον Βελουχιώτηεδώ

  1. Καλούμε τον ντελαμαγκέν πρόεδρο του Ινστιτούτου Κωνσταντίνος Καραμανλής που αποτελεί τον άνδρα –φαντασίωση του Τάκη Ζαχαράτου να εξοφλήσει το χρέος προς το ΙΚΑ ακόμη και πληρώνοντας από την τσέπη του την οφειλή, όπως θα έκανε ο άντρας ο κιμπάρης, του Ζαχαράτου ο πυρετός … Άλλωστε δεν μπορεί να σπιλώνει και την ένδοξη ιστορία του ιδρυτή της παράταξης ... (εδώ)

  2. - Κυριάκος σε Ραχήλ: πήγαινε κανε πρώτα καμια φωτογράφιση και μετά έλα να μας πεις Μπουχαχαχα η Ραχήλ η μοντέλα
    - Πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος btw αυτοί στη ΝΔ πολύ ντελαμαγκέν έχουν γίνει τώρα που είναι αντιπολίτευση (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χιουμοριστικός όρος για κάποιον που κάνει μπανιστήρι, συνήθως μικρής (σχολικής) ηλικίας. Έγινε γνωστό από παλαιότερη χιουμοριστική εκπομπή του Μάρκου Σεφερλή.

(ο μικρός Νικολάκης παίρνει μάτι τους γείτονες να βγάζουν τα μάτια τους)
- Επ Νικολάκη, τί κάνεις εδώ πονηρούλη; Τον μικρό τυμπανιστηρτζή;

(από Khan, 05/02/11)(από Khan, 01/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το λογοπαίγνιο του αστειάτορα. Βγάζει πολύ γέλιο!

Εκ των λολ και λογοπαίγνιο.

- Vrastaman: sexting -> αποστολή γυμνημάτων

- spiros: Καλό! Γυμνημάτωση / Γυμνηματίωση μήπως; (Π.χ. «αυτοί οι δύο γυμνηματώνονται» – όπως λέμε «μηνυματώνονται».)

- Vrastaman: Πολύ καλό ακούγεται ;-) Επίσης η μορφή «γυμνηματάκιας» (κατά το μηνυματάκιας) αποτελεί και πρώτης τάξεως λογοπαίγνιο / λολοπαίγνιο!

(Από το φόρουμ translatum.gr)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απλό ρήμα, αποτελούμενο από το λολ / λωλ (αγγλ. lol, δηλ. laughing out loud) και την κατάληξη -άρω, και στη γλώσσα του διαδυκτίου σημαίνει γελάω.

Η χρήση του λολάρω (τουλάχιστον στον γραπτό ιντερνετικό λόγο) εκφράζει την κυριολεκτική κατάσταση γέλωτος, στην οποία βρέθηκε ο χρήστης αφού είδε ή διάβασε κάτι που θεωρεί αστείο, και διαφοροποιείται από το απλό λολ ή lol, που πλέον χρησιμοποιείται καταχρηστικά και σχεδόν μετά από κάθε πρόταση, χωρίς να δηλώνει απαραίτητα την διάθεση του χρήστη να γελάσει.

Όσον αφορά τον προφορικό λόγο, το λολάρω χρησιμοποιείται από τον ομιλητή όταν θέλει να δώσει έναν τόνο ειρωνείας στην απάντησή του προς το, όχι και τόσο πετυχημένο, αστείο του συνομιλητή του (π.χ. να λολάρω τώρα ή μετά;). Αντιθέτως το λολ ή lol σημαίνει ότι ο χρήστης γελάει από ευγένεια, χωρίς να συνοδεύεται απαραίτητα από ειρωνεία, δοκιμάζοντας, κατ' αυτόν τον τρόπο, την νοημοσύνη του συνομιλητή, αλλά και την δική του ευγένεια, με την προφανή δήλωση ότι είναι ευγενικός που δεν γελάει ακριβώς (αντ' αυτού λολάρει).

  1. Στο Highlander είναι ο McCloud με μια γκόμενα σε ρομαντικό δείπνο υπό το φως των κεριών, και κρατάνε από ένα ποτήρι μπράντυ στο χέρι. Σε κάποια φάση ρωτάει η γκόμενα: «Shall we have a toast;». Και μεταφράζει ο μάγκας στους υπότιτλους:«Θες ένα τοστ;» Λολάρω κάνα 5λεπτο λέμε.... (Από εδώ)

  2. αφασία ειναι τα ανεκδοτάκια ειδικά αν τα ακούς από προικισμένο αφηγητη …στο internet βεβαια χάνουν αρκετή από την γοητεία τους αλλά εγώ και έτσι λολάρω. (Από εδώ)

  3. λολολολολ! λολάρω, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο, βλέπω απο τον μικρό μου αδερφό παιδιά... άστε βράστε είναι η εκπαίδευση πλέον... (Από εδώ)

Βλ. και lol, λολ, lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles - λόλες, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία