Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Εύκωλοι αποκαλούνται με νόημα όσοι διαθέτουν κώλο αναφοράς.

Εκ των εὖ και κῶλος.

Πλάστηκε από τον Cunning Linguist σε διάλογό του με τον διακεκριμένο πλαθολόγο και ακτιβιστή Λύο Καλοβυρνά στο περιθώριο εαρινής συνάντας του σλανγκρρ (βλ. παράδειγμα).

Ασιστ: patsis, ironick. Δ.Π.: Khan.

Λύο: - Ψάχνω ρε παιδιά μια λέξη για τον άντρα που έχει ωραίο κώλο.
Ironick: - Χμμμ...
Cunning Linguist: - Εεε... [χαϊδεύει το μούσι - θυσία στον Ε.Σ. κι αυτό τεσπά...]
Patsis: - Κοίτα... Εεεε...
[και μετά του λέει ο] Cunning Linguist: - ΕΥΚΩΛΟΣ! [και μας έστειλε όλους!]

(Βλ. Πρακτικά Συνάντας Σλανγκρρ, Μάιος 2009)

Η Βραζιλιάνα Melanie Nunes Fronckowiak πρόσφατα ψηφίστηκε η πιο «Εύκωλη Γυναίκα του Κόσμου». (από Vrastaman, 01/12/09)Εύκωλοι, όπως οι αρχαίοι ημών πρόγονοι! ("Τὸ δὲ εὔψυχον τὸ εὔκωλον κρίναντες"). (από Khan, 22/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα κάθε λογής γυναικείο παπούτσι που σκοπό έχει να κάνει την γυναίκα να μοιάζει με στριπτιζού, βιζιτού, αγριόμουνο, σικ πλουσιέξ, τεσπα το παπούτσι που παραπέμπει σε ανεπανάληπτες στιγμές στο κρεβάτι, στο τραπέζι, στην τουαλέτα, στο αυτοκίνητο και όπου αλλού, σε βρώμικο ή υπέρκομψο γαμήσι, σε ό,τι.

Πρόκειται συνήθως για παπούτσια τα οποία αφήνουν τα δάχτυλα να φαίνονται, αλλά μπορεί, πχ, να είναι και μπότες. Πολύ συχνά δε είναι σε στυλ πλατφόρμα.

- Άτσα και καβλοπάπουτσο το Κατερινάκι μες το ντάλα χειμώνα; Τι έγινε ρε παιδιά;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο του βλαχοδήμαρχου αλλά συχνά, εύστοχα προσωποποιημένο: Ο δήμαρχος Χαρχούδας.

Προέρχεται από τον κεντρικό ήρωα της Λιλιπούπολης, (περίφημη ραδιοφωνική εκπομπή του Γ' προγράμματος επί Χατζηδάκι), όπου τον υποδύονταν ο Βασίλης Μπουγιουκλάκης.

♪♫ Η λύσις είναι μόνο μία,
το πράγμα είναι φανερό,
χαρχουδική δημοκρατία
με μένα το Χαρχούδα αρχηγό ♪♫

1. Ερε γλέντια βγάλανε τον Χαρχούδα και Προεδρο ΙΣΑ

  1. Και γιατί δεν πρότεινε για #ΠτΔ τον Χαρχούδα; Που και δήμαρχος ήταν και αρκουδοπεταλούδα;

  2. Παπαχρήστος για δήμαρχος! Θα χάσει η δημοσιογραφία ένα αστέρι, αλλά θα κερδίσει η Αθήνα ένα Χαρχούδα

  3. ..ειδικά δε στο Χαρχούδα, αντί για αδριάντα μπορούμε να στήσουμε φουσκωτό effigy τύπου «Mr Stay Puft»

  4. Κατεβαίνω υποψήφια δημοτική σύμβουλος με τον Χαρχούδα. Διαδώστε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημείο των καιρών, παρατηρείται στη σόουμπιζ (κινηματογράφος-τηλεόραση-θέατρο).
Να μην συγχέεται με εν γένει πουστλέ εμφάνιση στα μήδια (π.χ. πρωινάδες, haute-κοπτοραπτούδες, κορδελλιάστρες κλπ) ή καφενόβιους αφορισμούς του τύπου «οι πούστηδοι κι οι οβραίοι έχουνε πιάσει τα πόστα», διότι είναι ειδικότερη έννοια. Εξ άλλου οι συνεπείς αδερφές είναι αξιότιμες.

Πρόκειται λοιπόν για σύχρονη κακέκτυπη έκδοση του πρωτότυπου στύλ του αξιολογώτατου Μαρίνου, που προβάλλει λουμπινίστικα απωθημένα, αποτυπωμένα σε χαριεντισμούς του τριπτύχου «λίγο σεξισμός, λίγο οτινανισμός και τ’ αγοριμού» δίκην χιούμορ, υποτιμώντας τη νοημοσύνη του κοινού για να τα κονομήσουμε.

Η δε πλάκα είναι οτι στη λούμπα της μίμησης-διάδοσης του πουστρομανιερίστικου ανθυποστύλ «it’s fun 2B gay» ξεπέφτουν τόσον οι γυναίκες (ας μην ξεχνάμε οτι γνωστή και ήδη εκλιπούσα παρουσιάστρια-τραγουδιάρα σημείωσε τεράστια επιτυχία ξεθάβοντας την καλιαρντή), όσο και άντρηδοι που ενσωματώνουν (απο άγνοια της αργκό) στην καθομιλουμένη τους, τα βαθειά λατινικά...

Κλασσικά παραδείγματα τα αστειάκια γνωστού αργυρώνητου τηλε-κήνσορα, η «θεατρική δουλειά» επιφανούς υπέρβαρου (ταλαντούχου ωστόσο) συνθέτη, η «φρεσκάδα» τηλεοπτικής σειράς της οποίας το σήμα έγινε ρίνγκ-τόνε λιπγκλοσσοφόρων πορτοκαλοκοκκινονύχων γκομενακίων προ ολίγων ετών, καθώς και γνωστό ζεύγος σκηνοθετών των μεγάλωνε κινηματογραφικώνε επιτυχιώνε, που διατυμπάνιζε εκδικητικά την ποσοτική υπεροχή των εισιτηρίων του έναντι της αδικομούνας της Υπολοχαγού Νατάσσας!

Αλλά κάτι τέτοιες συγκρίσεις έκανε κι ο Εθνικός μας Στάρ...

Ο Αλμοδόβαρ επεχείρησε απο τα 80’ς επισταμένως διά μέσου της (πραγματικής) ιβηρικής τρέλλας στα πλαίσια της πρωτοπορίας της λεγόμενης «Movida Madrileña», να απενοχοποιήσει την ομοσεξουαλική προτίμηση και καθημερινότητα, ενώ εν Ελλάδι μόλις και περί τα μέσα των 90’ς κατεβλήθη προσπάθεια να νομιμοποιηθεί αρπακολλατζήδικα (πουλώντας τρελλίτσα), η ετεροσεξουαλική συνεύρεση (!) λόγω της άκρατης συντήρησης της μπιρσιμόβιας-γιομπαζολίσιας τηλεόρασης των 80’ς και συν αυτή, όπως-όπως βρήκαν χώρο να ξετσουμίσουν τσόντα κι οι λούγκρες.

Ακολούθησε η λαίλαπα των φυλλάδων του γνωστού επαρχιώτη εστέτ (sic), που διαμόρφωσε «άποψη» συμμεριζόμενος το καλτ του σεξουαλικού τιραμισουρεαλισμού, κατά το δημώδες «στη μάπα πάρε τα ευθύς, που λέει και το Νίτρο - ο γιάπης δεν εμπόραγε και κάθησες στο Μήτρο».

Υπ’ αυτήν την σύγχυση, όντως η Αθήνα κατέστη η Μητρόπολη της Ελλάδας...

Καίτοι είναι συγκινητική μια κραυγή κοινωνικής αποδοχής, εν τούτοις τέτοιες μανιέρες ουσιαστικά αποτελούν το δούρειο ίππο της ψευτο-ανέμελης ταραντέλλας στην μίζερη καθημερινόπιτα της κυρα-Περμαθούλας (η οποία περιφρονείται εμμέσως αφού καταξιώνεται το μοντέλο του σταρχιδιστικού «να περνάμε καλά»).

Η δε «παρεΐστικη» ατμόσφαιρα καθηλώνει τον θεατή σε ρόλο οφθαλμοπόρνου, αφού οι πύλες του χαβαλέ παραμένουν ερμητικά κλειστές γι’ αυτόν.

Άσε που διαιωνίζουν διαδραστικά το μπανάλ πρότυπο του νεήλυδος, που εμφανίζεται ως «βασιλικότερος του βασιλέως», προκειμένου να ενταχθεί στις κοινωνικές δομές, όμοια όπως κάνουν σήμερα οι αλλοδαποί αλλά και οι κνίτες της μεταπολίτευσης, που αμιλλώντο τας κορασίδας της αστικής τάξεως, προκειμένου να ψ/πείσουν το κοινό της Αλλαγής, ότι δεν βαστούν πλέον κονσερβοκούτια, αλλά άνθη...

Κρύβουν υπεραναπληρωματικά έναν βαθύτατο συντηρητισμό, προσκομίζοντας εκπρόθεσμα πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων τύπου «δικαίωμα στον ομόφυλο γάμο» κλπ, ο οποίος αφ’ ενός είναι από μακρού παρωχημένος (δηλ. κλασμένος) θεσμός για την ίδια την «φυσιολογική κοινωνία», αφ’ ετέρου προσβάλλει τον ίδιο τον πυρήνα της κουλτούρας της διαφορετικότητας.

Είναι επίσης γνωστή η μούφα της πλαστής αυτοϋπονόμευσης (έστω και ως αυτοκριτική), η οποία σπεύδει να καλύψει όλα τα τυχόν κενά της επερχόμενης κριτικής, ώστε να την «εκμηδενίσει» a priori και να μην πληγωθεί ο ναρκισσισμός του απολογουμένου (άνευ κατηγορίας).

Τέτοια καμώματα όμως και ανέντιμα είναι και μεταβάλλουν άδικα εκόντες-άκοντες τους κοινωνούς της λοιπής ομόφυλης πραγματικότητας σε τζουτζέδες, όπως κατηγορήθηκε κι ο Ζαμπέτας για τα τερτίπια του, που κατέστησαν προσιτή στους νεόκοπους αστούς τη λαϊκή κουλτούρα για να βγάλει το ψωμάκι του, με την διαφορά ότι ο τελευταίος είχε μιαν ανεπαίσθητη ειρωνική λάμψη στο βλέμμα κι ένα κρυμμένο μαχαίρι στο λόγο...

Αφιερούται τη(ι) Χότζαινα(ι).

-Πάμε κανα θέατρο απόψε;
-Ναι αμέ! Παίζει τίποτα καλό;
-Να, έχει εδώ κοντά το «Σόι του Καστριώτη», μεγάλη επιτυχία. Τι λες;
-Πάλι στην πουστρομανιέρα θα τη βγάλουμε; Χαζογελάκια και ατάκες; Μπούχτισα μωρ’ αδερφάκι μου, τα ίδια και τα ίδια...

Αθάνατος ελληνικός κινηματογράφος! (από Khan, 08/02/10)Παράδειγμα μανιερισμοῦ (από aias.ath, 09/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λεξιπλασία του Τζίμη Πανούση, προερχόμενη δηλονότι από το life-style και τον Ιωσήφ Βησσαριώνοβιτς Τζουγκασβίλι, τουπίκλην Στάλιν.

  1. Η κυρίως έννοια είναι το λαϊφστάιλ των σκληροπυρηνικών κουκουέδων, δηλαδή η απόλυτη αντίθεση στο καπιταλιστικό λαϊφστάιλ. Πρόκειται για το στυλ της Παπαρήγα της καλής, για ένα στυλ, όπου πρυτανεύει η απλυσιά, οι αξύριστες μασχάλες και, στις συντρόφισσες, φούστες τ. χριστιανόφουστα, γενικά όλα όσα μπορούν να εμπνεύσουν επαναστατική αλληλεγγύη και συντροφικότητα, αμέριστη αφοσίωση στον επαναστατικό αγώνα και σεξ απήλ μόνο για τεκνοποίηση των μελλοντικών μελών του κόμματος (trivia: sex στα λατινικά σημαίνει κόμμα). Επίσης, παντελή αδιαφορία για παρακμιακά φαινόμενα, όπως image-making, debates κ.ο.κ.

  2. Η παραπάνω είναι η ορθόδοξη έννοια. Με την ευρεία έννοια ο όρος μπορεί να χαρακτηρίσει το λαϊφστάιλ κάθε αριστερίζοντος, έτσι όπως περιγράφεται γλαφυρά σε λήμματα του athens as it really is, του Χαλικούτη, του Ιησού κ.ά. Λ.χ. πρόκειται για το λατέρνατιβ στυλ ενός νεανία αλτερνιού, που δεν έχει απαραίτητα ασχημindie, αλλά μπορεί και να έχει ομορφindie. Περιλαμβάνει οπωσδηπότουσλυ διακοπές στην Ίφκινθο και μαγείρεμα με το αλάτι από την μπαρικάδα Ιφκίνθου, χαϊμαλιά, τζιβομπίχλες, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Με ευρύτατη καθόλου ορθόδοξη έννοια μπορεί να δηλώσει και το λάιφσταϊλ συνασπισμένου νεανία με μπόλικη τσίπρα μέσα του, κουκουλοφλώρου ή και το στυλ της διαδήλωσης.

  3. Τέλος, μπορεί καταχρηστικά να χρησιμοποιηθεί και για το ψαγμένο λαϊφστάιλ ψαγμένου αριστεροκράτη Μαρξ εντ Σπένσερ, που στην ιδανική αισθητική περίπτωση μπορεί να αποτελεί το αντίστοιχο του ναζιάρη στο έτερο άκρο του πολιτικού φάσματος (άλλωστε τα άκρα συμπίπτουν). Χαρακτηριστικές περιπτώσεις οι εστέτ Luchino Visconti, Heiner Muller και πολλοί άλλοι.

Ασίστ: Vrastaman.

«Από την εποχή του Λωτ μέχρι την εποχή του Λόττο το λαϊφστάιλ παίζει σημαντικό ρόλο στο πλασάρισμα των πολιτικών αρχηγών εκτός από την περίπτωση της συντρόφισσας της Αλέκας όπου σε αυτή την περίπτωση διαφοροποιείται κάπως και γέρνει προς το λαϊφστάλιν με τα δολοφονικά πατρόν της Ιωσηφίνας της δολοφονικής λούγκρας του βορρά με το παχύ μουστάκι». (Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 1/6/09).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που φοράει φράκο.

(επειδή το φράκο είναι σχιστό πίσω, σαν την ουρά του χελιδονιού).

Όλη η ορχήστρα ντυμένη στα μαύρα και ο μαέστρος ψαλιδόκωλος. Επίσημα πράγματα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός από τον βαψομαλλιά, υπάρχει κι αυτός που βάφει τον μύστακα. Η επέμβαση είναι συνήθως πολύ λιγότερο εμφανής και δραστική, παρατήρησα όμως οτι, σε σύγκριση με τον βαψομαλλιά, εδώ φανερώνεται περισσότερη κακία, παρά κοροϊδία. Ειδικά σε ναζιάρικους 'κύκλους' (μη χέσω), έπαθαν λύσσα κακιά με του Μεϊμαράκη το, πριν και μετά το ντημπέη, μουστάκι.

βαψομουστάκιας

  1. Πετυχημένο παράδειγμα φτηνοδουλειάς δεν είναι άλλο από του βαψομουστάκια, για πρόεδρος T.I.F.F που διαδέχεται την Ντέπυ. Γνήσια φακλάνα και η Ντέπη, γιάγμα τα κανε τα λεφτά (όσο υπήρχαν) για να φέρνει το κάθε σελέμπριτι. ΕΔΩ

  2. -Είμαι σαν τσέλιγκας που φόρεσε μπεζ κοστούμι. Βλέπω τον εαυτό μου σαν master of puppets της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Ποιος είμαι;
    -για τον βαψομουστάκια σουν-τζου λες?
    -game theory στις χαρτοπετσέτες του Cappuccino
    -χαχαχα ΕΔΩ

  3. θα ψηφισω τον βαψομουστακια, γιατι ειναι τσιφτης και καραμπουζουκλης....και οποιος λεει πως το στριβει το μουστακι ειναι απλα λαικιστης και προπαγανδιστης, φαιδρος, ποταπος και διαφορα αλλα ζουραριακα που δε θυμαμαι τωρα......αααα και αναισχυντος......και τον παιρνει κιολας. ΕΔΩ

"King Abdullah of the Kingdom of Saudi Arabia has died aged 90" -90 ήταν ο βαψομουστάκιας;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άνδρας που βάφει τα μαλλιά του.

Συνήθως συνδυάζει δύο αντιφατικά χαρακτηριστικά: α) Είναι κομψευόμενος και γόης. β) Είναι μεγάλης ηλικίας, ergo αρσενικό παλαιάς κοπής και πασέ. Ο συνδυασμός των δύο στοιχείων τον καθιστά συχνά γελοίο, αφού μπορεί να συνδυάσει την καραμπογιά με μύστακα παλαιάς κοπής και με τέτοια «προσόντα» να την πέφτει σε πιπινέζες. Τέτοιος τύπος είναι ο (νεκρός) ήρωας της ταινίας 4 Μαύρα Κοστούμια, για τον οποίο ο Γιάννης Ζουγανέλης εξαπολύει την κορυφαία ατάκα: «Καλύτερα ξέφωτο, παρά βαψομαλλιάς». Επίσης, μπορεί να είναι ο καθηγητής που τον κοροϊδεύουν τα παιδάκια, ο καθηγητής Πανεπιστημίου που την έχει δει βελτσίων του Βέλτσου, ή ο επίδοξος εραστής της κομμώτριας. Είναι και το ότι οι άντρες είναι συνήθως λιγότερο προσεκτικοί και διαθέτουν λιγότερο χρόνο από τις γυναίκες σε αυτά τα θέματα, οπότε δεν τo 'χουν.

Ωστόσο, τουλάστιχον τις τελευταίες δεκαετίες πολλοί αστέρες της σόου μπιζ αποφάσισαν να εξασκήσουν το άθλημα. Πολλοί γελοιοποιούνται με καραμπογιές και βαψίματα χρώματος κομοδινί. Μερικοί, όμως, επιδίδονται και σε ψαγμενιές, όπως: Ο εξηντάρης βάφει τα μαλλιά του σε χρώμα γκρι του πενηντάρη, ή ο πενηντάρης σε χρώμα γκρι του σαραντάρη. Επίσης, διάφορες άλλες σπρετσατούρες, οι οποίες συνήθως δεν βγαίνουν και τους γελοιοποιούν έτι περισσότερο.

Γενικώς, η αυτονόητη κατηγορία για έναν βαψομαλλιά είναι ότι το βάφει το μαλλί, καθιστάμενος έτσι όψιμος πουστοσέξουαλ. Πλην καθώς διάγουμε κατά Baudrillard την εποχή της διασεξουαλικότητας και του τραβεστί του πολιτικού (le travesti du politique), παρόμοιες κατηγορίες είναι αναχρονιστικές και καταδικασμένες στην συνείδηση του λαού. Εξάλλου οι γνώμες διίστανται: Ο βαψομαλλιάς παρακάμπτει την ανησυχία άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στην ψωλή. Στερείται όμως και την απόλαυση να περηφανευτεί μαλλί βαμβάκι, ψωλή φαρμάκι. Αμφότερα και τα δύο είναι κοινωνικές/ γλωσσικές κατασκευές. Απλώς το πρόβλημα είναι τι γίνεται όταν έχεις ήδη αρχίσει να γκριζάρεις και μετά σκας μύτη, αίφνης, ως καραμπογιάς. Γι' αυτό έχω να προτείνω το εξής: Αν τύχει να έχουν βγει ήδη κάμποσες άσπρες τρίχες μέχρι να σκεφτείς το βάψιμο, τα βάφεις σε ένα τιραμισουρεαλιστικό χρώμα, όπως μπλε, φούξια ή ξανθά αν είσαι μελαχροινός, για να το παίξεις φρικιό, τρελό αλτέρνι κι έτσι. Και σε χρόνο ανύποπτο, όταν όλοι το έχουν ξεχάσει, το γυρίζεις σε κανά κομοδινί της αρεσκείας σου. Ήταν μια κοινωνική προσφορά του Χάνου της Χρυσής Ορδής για το σλανγκρ.

Υπάρχει και ειδικό βλόγιον, το www.vapsomalliades.blogspot.com, το οποίο κράζει τεκμηριωμένα τους απανταχού βαψομαλλιάδες και το συνιστώ εκθύμως για να περάσετε μερικές ώρες απολαυστικού κραξίματος, τώρα μάλιστα που το σλανγκρ βρίσκεται σε ύφεση. Από εκεί αρυόμαστε τις παρακάτω πληροφορίες:

Επιφανείς βαψομαλλιάδες είναι και οι χαβαλεδιάρηδες τραγουδιστές:

Πέτρος Κωστόπουλος: Βλαχοκυριλέ κομοδινί βάψιμο με εμφύτευση. Ceci n'est pas Μέγας Πέτρος!

Γιώργος Τράγκας: Μαλλί- τηγάνι, ήτοι μαύρο βάψιμο που επικάθηται σαν τηγάνι πάνω στο γκρι του πενηντάρη (ενώ ο Τράγκας είναι 65άρης) που διατηρεί στους κροτάφους. Ceci n'est pas σπρετσατούρα!

Λευτέρης Ζαγορίτης: Πρόχειρο κατάμαυρο με λευκές ρίζες.

Τόλης Βοσκόπουλος: Ερωτιάρικο καφέ θυσανωτό.

Άρης Σπηλιωτόπουλος: Κατάμαυρη ιφιγένεια, αν και ο ίδιος είχε δηλώσει παλιότερα ότι γκρίζαρε από το άγχος και τις ευθύνες...

Παύλος Τσίμας: «Εμφάνιση δημοδιδασκάλου, μύσταξ ιεροψάλτου, ύφος σεμνοπρεπές» για τον τρομπαδούρο του σοσιαλισμού, που με το κομιλφό βάψιμο προσπαθεί να αλώσει το σύστημα από τα μέσα σύμφωνα με την τακτική του «εισοδισμού» (βλ. το απολαυστικό άρθρο στο μπλογκ).

Πάνος Παναγιωτόπουλος: Αυτάρεσκος βαψομαλλιάς και προσθετάκιας, ξυρίζει τις φαβορίτες για να μην φαίνονται οι εκεί άσπρες τρίχες.

Αλέξης Κούγιας: Μια από τις πολλές κουγιές του μοντελοπνίχτη είναι η απελπισμένη καραμπογιά του.

Άδωνις Γεωργιάδης: Είναι συμβατή η βαψομαλλίαση με τα ελληνικά ιδεώδη;

Γιώργος Καρατζαφύρερ: Σκούρο καφέ έως έντονο καφεκόκκινο που ζαλίζει και τα περιστέρια.

Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης: Κάνει και ανταύγειες και το παραδέχεται! Εύγε για την ανδρεία!

Αλέξης Παπαχελάς: Εγγράμματο, σικ βάψιμο.

Ανδρέας Μικρούτσικος: Ένα βαψιματάκι τοσοδά μικρούτσικο.

Κίμων Κουλούρης: Όχι μόνο τα μαλλιά (ατημελήτως βαμμένα με άσπρους θύλακες), αλλά και τα φρύδια και τις βλεφαρίδες, του Άι Λάινερ δεηθώμεν! Κιμωνό ξεκούμπωτο με λίγο από thespian. Πάντως, συνάδει με την όλη θεατρική σκηνική του παρουσία.

Ron Jeremy: The Porn-Star Experience of βαψομαλλιάς. Ναι, ο άνθρωπος, που μπορούσε να κάνει αυτό για το οποίο ζηλεύουμε τους σκύλους, τα βάφει.

Ύστερα και από αυτό το τελευταίο παράδειγμα, πρέπει να το σκεφτούμε σοβαρά μήπως όντως είναι μαγκιά το να είσαι βαψομαλλιάς. Αν δεν πειστήκατε ακόμα, σκεφτείτε ότι βαψομαλλιάς είναι και ο Ρεχάγκελ.

Trivium: Όπως αναφέρεται εδώ, στις τελευταίες αμερικλάνικες εκλογές για κλανητάρχη, οι Ρεμπουπλικάνοι κατηγόρησαν τον Ομπάμα ότι βάφει τα μαλλιά του, και κατέβηκαν με το σύνθημα: «Πώς μπορείτε να εμπιστευτείτε έναν βαψομαλλιά;». Πλην ο Ομπάμας, ομπάμιας μπορεί να είναι, αλλά βαψομαλλιάς ποτέ! Απέδειξε με αδιάσειστα τεκμήρια ότι είναι φυσικός μαύρος και κέρδισε έτσι τις εκλογές, που κρίθηκαν στην αντικατηγορία ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είναι συκοφάντες και ρατσιστές εναντίον των ευυπόληπτων βαψομαλλιάδων συμπολιτών μας.

  1. Τρελό κουνέλι για Τράγκα:

Ακόμα ένας δημοσιογράφος προστέθηκε στην μεγάλη λίστα των βαψομιαλλιάδων!! Γιωργάρα, 10 χρόνια νεότερο σε κάνει το κομοδινί!! Καλορίζικο..

  1. Δίκαιη οργή από γουορντπρέσι:

Σεμνά και ταπεινά ο άλλος βαψομαλλιάς του μπούλη: Με …ελικόπτερο στη Μύκονο ο Βαρβιτσιώτης!..
…για προσωπική κοινωνική του υποχρέωση. Δεν βάζουν με τίποτε μυαλό στην κυβέρνηση…
Για τη σεμνότητα και ταπεινότητα του βαψομαλλιά υπουργού του Καραμανλιστάν, στο press-gr
* Ρε αληταρά, κομψευόμενε ανίκανε, που δεν έχεις ένσημο στη ζωή σου, ξέρεις με τι ζει ο λαός;
Ξέρεις τενεκέ ξεγάνωτε;

  1. ΟΚ, πάντως κι ο Ιωαννίδης με τον ΠΑΟ κόντρα σε Νίνη και μετά Σαλπιγγίδη, δεν τα πήγε άσχημα από αριστερά. Το ίδιο και με τον Κουτσιανικούλη στον Τέλη.
    Δεν υπάρχει παικτική σύγκριση μεταξύ των παικτών που αναφέρεις και του Εστογιάνοφ. Ο βαψομαλλιάς υπερτερεί και σε ταχύτητα και σε τεχνική.
    (Δες).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τύπος με χαίτη. Το λήμμα προέρχεται από τη συγχώνευση των λέξεων χαίτη και Χετταίος.

Σημείωση: Οι Χετταίοι ήταν ένας λαός ινδοευρωπαϊκής καταγωγής που εγκαταστάθηκε στις πεδιάδες της Μικράς Ασίας στη 2η χιλιετία π.Χ.

Σημείωση 2: Οι Χαιτταίοι ήταν λαός ο οποίος κατέκλυσε όλη την υφήλιο στη δεκαετία του 80.

Ρε φίλε θυμάσαι τον Τσιαντάκη που έπαιζε παλιά στο Θρύλο; Τρελός Χαιτταίος, ετσι;

(από vikar, 09/05/12)

Λέξεις για τη χαίτη: (μαλλί-)λασπωτήρας, μάλετ, μουλέτι, χαιτικό

Σε άλλες γλώσσες: mullet (αγγλικά), nuque longue (γαλλικά), Vokuhila (γερμανικά), svenskerhår (δανέζικα), czeski piłkarz (πολωνικά), hockeyfrilla (σουηδικά), takatukka (φινλανδικά)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

χιπστεροναζί, χιψτεροναζί

Σύνθετη λέξη που αντλεί τη ρητορική της δυναμική από τον συνδυασμό των δύο φαινομενικώς άσχετων φυλών των χιπστεράδων και των ναζών. Ο όρος, νομίζω, θέλει να εκφράσει ένα ή περισσότερα από τα εξής τρία χαρακτηριστικά στοιχεία:

  1. Στο εξωτερικό κυρίως, η σύνδεση των χίπστερ με τους ναζί γίνεται συχνά για να δείξει την παντοδυναμία του καπιταλισμού, ο οποίος μπορεί να εξημερώσει (ή έστω να εκτζημερώσει) ό,τι πιο άγριο και φανατικό υπάρχει. Το λολαδερό της υπόθεσης είναι ότι παντρεύονται οι ναζί, δηλαδή οι πιο βίαιοι μαύροι φασίστες με τα χιπστέρια που γενικά θεωρούνται ως ντεκαφεϊνέ άκακα πλασματάκια (που ενίοτε μπουλίζονται κιόλας από τους ζέχνοντες ματσίλα). Με τη λογική αυτή έχει δημιουργηθεί από τους αγγλικάνους ο χαρακτήρας του Adolf Hipster ή Hipster Hitler, ο οποίος είναι και καλά μια χιπστεράδικη επανενσάρκωση του Adolf Hitler, που (όπως ίσως και ο πρωτότυπος) είναι χορτοφάγος, γιολάρει Eva φορ εβα, κάνει ένα γιολοκαύτωμα υπό επευφημίες Heil Hipster και χιπστεροταλιμπάν. Νομίζω ότι η προϋπόθεση αυτών των λολοπαιγνίων είναι η αίσθηση ότι ο καπιταλισμός στη μετανεωτερική ή ύστερη νεωτερική φάση του μπορεί να αλλοτριώσει/ ντεκαφεϊνοποιήσει/ καταστήσει κατσικίδιες ακόμη και τις πιο εγκληματικές ή ακραίες ιδεολογίες. Όχι παραδόξως, οι καταφεύγοντες σε αυτά τα λολοπαίγνια, κυρίως στον αγγλικάνικο χώρο, είναι συχνά φιλελέδες που πανηγυρίζουν έτσι την παντοδυναμία του καπιταλισμού και της ονείρωξής τους, της Τίνας.

  2. Πλην υπάρχει μία (τουλάχιστον) εξαίρεση: Οι Γερμανοί Nipster. (Είναι τρελοί αυτοί οι Γερμανοί). Οι Nipster (προφ εκ των Νazi και hipster) είναι πραγματικοί Νεοναζί οι οποίοι τρόπον τινά κρύβουν τον αυθεντικό ναζισμό τους υπό χίπστερ προσωπείο. Θυμίζουν με τον τρόπο τους το παράδειγμα που αρέσκεται να φέρνει ο Slavoj Zizek για τους μαύρους στην Αμερική οι οποίοι έκρυβαν ότι είναι μαύροι ακριβώς με το να βάλουν μάσκες μαύρων, όπως δηλαδή έκαναν και οι λευκοί. Βάζοντας δηλαδή μάσκες μαύρων άφηναν τους άλλους να πιστεύουν ότι είναι λευκοί που υποδύονται τους μαύρους κι έτσι περνούσε απαρατήρητο το γεγονός ότι ήταν πραγματικά μαύροι. Κατά παρόμοιο τρόπο, οι Nipster αντί να είναι άσβερκασκίνια, παίρνουν από τη ναζιστική «κουλτούρα» επιμέρους στοιχεία και τα φοράνε δίκην χιπστεράδικων βιντατζιών προκειμένου μέσω του χιπστεράδικου προσωπείου να αποκρύψουν ότι όντως είναι ναζί, τ. ναι, είναι αυτό που νομίζεις. Βέβαια, δεν είναι αδύνατο να πάμε από το 2 στο 1, δηλαδή τα χιπστεράδικα σημαίνοντα να αποκτήσουν επιτελεστική σημασία και οι Nipster όντως να αφομοιωθούν από το εκτζημερωμένο χιπστερικό ό,τι να 'ναι. Πολλοί Νιπστεράδες είναι χιπχοπάδες ή ανήκουν σε ρέγκε συγκροτήματα ή σε Nazi punk κ.ά.

  3. Και ερχόμαστε στην Ελλάδα που κυρίως μας ενδιαφέρει από γλωσσικής άποψης. Στη χώρα μας ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως από αριστερούς για να προωθήσει ένα συγκεκριμένο αφήγημα που είναι το αντίθετο από το αφήγημα του πετάλου. Αν κατά το πέταλο, τα δύο άκρα του ναζισμού και του κομμουνισμού συναντώνται, τότε για το αντίθετο αφήγημα ο ναζισμός (ή γενικότερα ο φασισμός) δεν είναι παρά το μαντρόσκυλο του καπιταλισμού που βγαίνει να γαβγίσει σε καιρούς κρίσης και αφού κάνει τη δουλειά του συμπιέζοντας τους εργαζομένους μετά λουφάζει μέχρι την επόμενη φορά που θα παραστεί ανάγκη. Ειδικότερα ο όρος χιπστεροναζισμός θίγει κάτι το πιο συγκεκριμένο, δηλαδή κάποιους οι οποίοι εμφανίζονται ως και καλούα κουλ τύποι, υπεράνω παρώ ιδεολογιών, μη πολιτικά πρόσωπα κ.ο.κ., ενώ στην ουσία είναι και φασίστες και υποστηρικτές των πιο άγριων μορφών καπιταλισμού. Αυτοί που χρησιμοποιούν τον όρο χιπστεροναζί είναι συνήθως οι ίδιοι με αυτούς που χρησιμοποιούν τους όρους ακραίο κέντρο, ακραιοκεντρικός, ακραιοκεντρώος κ.τ.ό. Πρόκειται δηλαδή για τη θεώρηση ότι το πραγματικό άκρο δεν πρέπει να αναζητηθεί (μόνο) στο πέταλο, αλλά κυρίως στο φιλελέφτ «κέντρο». Αυτοί που κυρίως στιγματίζονται ως χιπστεροναζί είναι οι ανήκοντες στο κόμμα Ποτάμι, και ειδικά ο σεσημασμένος για τη χρήση βιντατζιώνκαι άλλων χιπστεριών Σταύρος Θεοδωράκης, ενώ (κατά την άποψη των χρησιμοποιούντων τον όρο) υποστηρίζει με ακραίο τρόπο τους καπιταληστές του μπομπολιστάν. Ο όρος έπιασε το πικ του κατά τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, όταν το Ποτάμι είδε ελαφρώς την πλάτη της Χρυσής Αυγής οπότε γίνανε σχετικές συγκρίσεις μεταξύ ναζί και χιπστεροναζί. Εκτός από το συγκεκριμένο κόμμα, ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί από αριστερούς για να θίξει κι άλλα κώματα της Υπεύθυνης Αριστεράς ή λαϊφστιλάτες προσπάθειες, όπως λ.χ. τους Ατενίστας, τους γράφοντες ή αναγιγνώσκοντες τα Free Press έντυπα των νεογεωργελέδων, και εν γένει κάθε ανήκοντα στο φιλελευθεράτο.

Ωστόσο, πέρα από την εντόνως πολεμική χρήση του όρου εναντίον συγκεκριμένων πολιτικών χώρων, για να πούμε και του στραβού το δίκιο, χρειαζόταν ένας όρος για να περιγράψει το αίσθημα έκπληξης που δοκιμάζει κανείς στην Ελλάδα (και όχι μόνο) όταν συνομιλεί με ένα φαινομενικώς αλτέρνι στην εμφάνιση και περιμένει να ακούσει κοινωνικώς εναλλακτικές απόψεις, αλλά διαπιστώνει στη συνέχεια ότι έχει να κάνει με εντελώς ξετσίπρωτο άτομο που δεν διαφέρει και πολύ από χάβγουλο σε σκατοψυχία. Ο όρος περιγράφει, λοιπόν, μια ορισμένη αντίφαση μεταξύ εναλλακτικής εμφάνισης και ακροδεξιών πολιτικών πεποιθήσεων ή, σε άλλες περιπτώσεις, μια ενδημική στην Ελλάδα διασταύρωση βλαχοφιλελέ και χιπστεροκάγκουρα.

Θα τελειώσουμε δίνοντας τον λόγο στον Παναγιώτη Χατζηστεφάνου που συνέβαλε στην καθιέρωση του όρου: «Επειδή το φαινόμενο της μεσοαστικής συνέργειας με το τυραννικό καθεστώς είναι εξίσου επικίνδυνο με την πλύση εγκεφάλου της εργατικής τάξης από την ακροδεξιά προπαγάνδα, θα πρέπει να εφευρεθεί μια λέξη που να συνοψίζει, να στοχοποιεί και να στηλιτεύει την δεύτερη φάση της επέκτασης του φασισμού στην Ελλάδα – εκείνη τη φάση που επικεντρώνεται όχι τόσο στην διάδοση και την επιβολή της ιδεολογίας του εμφυλιακού μίσους, αλλά που δημιουργεί τους κατάλληλους παραπλανητικούς μηχανισμούς ώστε να εξουδετερώνεται η πιθανότητα συνειδησιακής αφύπνισης και οργανωμένης αντίστασης των μεσοαστών. Προτείνω τον όρο «χιψτεροναζισμό» ή «χιψτεροναζιστή», εκ του Αγγλικού «hipster», μια λέξη που χαρακτηρίζει εκείνον που αφιερώνει την ζωή του στην εκζήτηση και την καλλιέργεια του μοντέρνου, ενήμερου προφίλ του, ενώ αδιαφορεί για τα κοινά» (δες). Με άλλα λόγια ο χιπστεροναζισμός θεωρείται ως ένα χαρακτηριστικό για τη σύγχρονη Ελλάδα σύμπτωμα αυτού που ο Κάρολος Μαρξ έχει περιγράψει ως ψευδή συνείδηση.

  1. Χιπστεροναζί. Περίμενε να πλέξουν κανά κασκόλ για τις βρύσες στις παιδικές χαρές και θα σου απαντήσουν. (Από σόσιαλ μήντια).

2. Χιπστεροναζι. Ο καλύτερος όρος να περιγραψεις τον Νεοέλληνα (κατά την ταπεινή μου γνώμη πάντα).

  1. Είναι ΟΦΑ το Ποτάμι, ψάχνουν για αποχαυνωμένους από τιβι, άστεγα πασοκια, χιψτεροναζί, νοικοκυραίους, χάι κλας ακροδεξιούς κλπ. (Η συγγραφέας και μπλογοτέχνης Niemands Rose για τους Ποταμίστας στο Τουίτερ).

  2. Στην Ελλάδα μετά από χρόνια επαρχιώτικης λογικής και πελατειακών σχέσεων, ήρθε η νέα “μόδα” του νεοφιλελευθερισμού. Υποτιθέμενοι αστοί και γραβατωμένα καθάρματα βρήκαν το νέο τους αποκούμπι που μάλιστα είναι προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις των καιρών. Δηλαδή, απανθρωπιά, ψυχοπαθολογία που βαφτίζεται άποψη και κυνισμός. Οι θιασώτες του πολλοί. Βουλευτάδες, υπουργοί με πτυχίο, managers που αναλαμβάνουν πόστο σε κόμμα, παπαγάλοι που παριστάνουν τους αντικειμενικούς ενημερωτές-εξημερωτές του κοινού νου, ψευτοδιανοούμενοι, χιπστεροναζί που γράφουν σε δήθεν εναλλακτικά έντυπα, “υπεύθυνοι αριστεροί” που ζέχνουν μασχαλίλα. Ποιο είναι όμως το προφίλ του νεοφιλελεύθερου; Βλέμμα χαιρέκακο, χείλη σφιγμένα με ένα ελαφρύ μειδίαμα που μαρτυρά καταπιεσμένη οργή, ειρωνικό ύφος. (Νεοφιλελέ- bashing εδώ).

  3. Οι λακέδες των αμερικανών, έλληνες χιπστεροναζί προσπαθούν να τρομάξουν τους αετούς της ΛΔΚ με χάρτινες τίγρεις. Ελάτε με την όπισθεν! (Από το Φέισμπουκ).

  4. Απλώς όπως όλοι οι αριστεροί κατηγορούν όποιον διαφωνεί μεταξύ τους για ναζί, έτσι και οι unfollow/χοτ ντοκ κλπ (που κινείστε κυρίως από ψώνιο και όχι από κέρδος) επινοήσατε τον όρο «χιπστεροναζί» για τους εχθρούς σας που είναι οι χίπστερ της lifo. Σπάζοντας φυσικά κάθε κοντέρ γελοιότητας. (Αντίλογος με γενεαλόγηση του όρου εδώ)

  5. Μεγάλη μάχη για την 3η θέση μεταξύ των ναζί της Χρυσής Αυγής και των χιπστεροναζί του Ποταμιού. (Από κοινωνικά μέσα δικτύωσης).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία