Πρόκειται για το πρώτο (γνωστότερο, δημοφιλέστερο και περισσότερο χρησιμοποιούμενο) μέρος της παροιμίας: Του κώλου τα εννιάμερα - του πούτσου τα σαράντα.

Background / παρασκήνιο: Τα «εννιάμερα» και τα «σαράντα» είναι μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι τελετές που γίνονται στην μνήμη νεκρών και αφορούν σε τρισάγια και επιμνημόσυνες δεήσεις. Τρισάγιο γίνεται στο τριήμερο («τριήμερα») και στις εννιά ημέρες («εννιάμερα») από τον θάνατο του νεκρού, ενώ επιμνημόσυνη δέηση ψάλλεται στο «σαρανταήμερο» ή «στα σαράντα» (δηλαδή στις σαράντα ημέρες), στους τρεις μήνες («τρίμηνα»), στους έξι μήνες («εξάμηνα») και στο χρόνο (ετήσιο) από τον θάνατο καθώς και στα τρία χρόνια από την κηδεία.

Στο θέμα μας: Τα «εννιάμερα» γίνονται πριν τα «σαράντα». So, όταν τρώμε κόλλυβα για τα «εννιάμερα» του κώλου, ήδη τρώμε τα κόλλυβα για τα «σαράντα» του πούτσου. Τουτέστιν, πρώτα πεθαίνει ο πούτσος και μετά ο κώλος κι αυτό το ξέρει ο κόσμος όλος.

Επικρατεί, ο πιο θλιβερός θάνατος να είναι ο πρώτος, δηλαδή αυτός του πούτσου. Η θλίψη μας για τα «σαράντα» του πούτσου είναι μεγαλύτερη, κατά πολύ, από αυτή για τα «εννιάμερα» του κώλου.

Συνεπώς, η έκφραση «του κώλου τα εννιάμερα» αναφέρεται σε γεγονότα των οποίων η σημασία κρίνεται ως μικρή σχετικά, δεδομένου ότι υπάρχουν άλλα πολύ πιο σημαντικά για να κλάψει κανείς...

Και εδώ έρχεται και δένει ο παρών ορισμός με τον προηγούμενο (σπεκ στους προλαλήσαντες), όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων:

«Χρησιμοποιείται ... για να δηλώσει κάτι ... ανάξιο λόγου, με μια δόση αγανάκτησης ή επιδεικτικής αδιαφορίας.»

-Αυτός ο Κώστας όλο με gucci και armani τριγυρνάει ρε Ελένη, στάνταρ είναι πολύ φραγκάτος.
-Του κώλου τα εννιάμερα είναι μωρή μαλάκω, φραγκάτος και τρίχες, γιαυτό πηγαίνει στην δουλειά με το παπάκι; Μαϊμούδες είναι τα gucci, ξεκόλλα με τις θεωρίες.

(από Vrastaman, 05/02/09)(από pavleas, 05/02/09)(από Galadriel, 05/02/09)(από pavleas, 09/02/09)

Βλ. και Τ.Κ.9 (ταυ κάπα εννιά)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πολύ πικρός καφές, έτσι όπως συνηθίζουν να τον πίνουν σε κηδείες και μνημόσυνα.

Το άκουσα από κουραδόμαγκα γονέα σε παιδικό πάρτι.

- Πώς προτιμάτε τον καφέ σας;
- Σκέτο, γουλιά και φέρετρο.

προσέξτε την κατευθυνση των προτεταμένων άνω άκρων (από xalikoutis, 15/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αρχικός ορισμός φυσικά αφορά τις τοιχοκολλημένες ανακοινώσεις που αναγγέλλουν την κηδεία κάποιου αποδημήσαντα από τον μάταιο τούτο κόσμο φουκαρά.

Ο μετεξελιγμένος ορισμός είναι απείρως πιο μακάβριος: παραπέμπει στα φρικιαστικά έως σπλατερικά συνθήματα που υποχρεωτικά αναγράφονται στα πακέτα τσιγάρων με σκοπό να κλάνει πετούγιες ο κάθε καπνιστής: τού προαναγγέλλουν έναν βίο αβίωτο εν μέσω μυριάδων ολέθριων παρενεργειών, με αθωότερη την στυτική δυσλειτουργία και τον αργό και βασανιστικό θάνατο τόσο του ιδίου, όσο και των παθητικών εκείνων θυμάτων που έχουν την ατυχία να συγκαταλέγονται στους φίλους και συγγενείς του.

Επίσης αποκαλείται κηδειόσημο.

- Το Υπουργείο Υγείας προειδοποιεί. Εγώ όχι. - Το κάπνισμα προκαλεί καρκίνους, ζυγούς, λέοντες, υδροχόους, ιχθείς, κλπ. - Δεν είμαστε καλά. Σαν νεκρόσημο κάνανε το πακέτο τα υπουργεία υγείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
- Το Υπουργείο Υγείας προειδοποιεί: μην καπνίζετε, μην τρώτε, μην πίνετε, μην πηδάτε. - Το ξέρω αλλά είμαι αδύναμος χαρακτήρας. - Σ' αυτό το χώρο, το Υπουργείο Υγείας προσπαθεί να σας τρομάξει. - Το Υπουργείο Υγείας προειδοποιεί: Οι παθητικοί καπνιστές δεν έχουν άλλη ελπίδα παρά να αρχίσουν να καπνίζουν. - Καπνίζω, άρα ελπίζω. - Σε λίγα χρόνια θα καπνίζουμε μόνο σε γιάφκες.
- Άρχισα το τσιγάρο σαν παθητικός καπνιστής. - Το κάπνισμα προκαλεί ασθένειες κι έτσι είμαι άρρωστος για σένα. - Το Υπουργείο Υγείας προειδοποιεί: καλύτερα μέσα και παθητικοί καπνιστές παρά να βγείτε έξω και να κρυώσετε. - Το κάπνισμα δεν είναι έξη, είναι σέξυ. - Καλύτερα πλούσιος καπνιστής, παρά φτωχός και άρρωστος. - Καπνίζω, άρα είμαι ακόμα υγιής. - Γκόμενα που καπνίζει, είναι σαφώς πιο easy. (Από το μανιφέστο της Καπνιστικής Αντιεξουσιαστικής Προοδευτικής Νέοσοσιαλιστικής Οργάνωσης Κ.Α.Π.Ν.Ο.)

Γιατί να κόψω το τσιγάρο; Υπάρχει λόγος; Γιατί ζω; Οι καπνιστές, λέει, πεθαίνουν πρόωρα, σύμφωνα με το σημερινό κηδειόσημο του Old Holborn. Η κρητικιά γιαγιά μου πως πέθανε με το φουγάρο στο στόμα σε ηλικία 110 ετών από ατύχημα; (από forum)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κανονικά (δλδ στην εκκλησιαστική αργκό) το ψυχοχάρτι είναι το χαρτί στο οποίο γράφονται τα ονόματα των προς μνημόνευση σε λειτουργία, ζωντανών ή συχωρεμένων. Δεν είχα ιδέα. Νταξ, θα πάω στο δγιάλο.

Πριν πάω όμως, να σας πω ότι ο Φώτης Γιαγκούλας ονόμαζε έτσι το χαρτί που -εν είδει προκήρυξης- άφηνε στα πτώματα των θυμάτων του εξηγώντας τους λόγους του φονικού.

Ο συγγραφέας του β' παραδείγματος μεταχειρίζεται σε συνέντευξή του εδώ πληθυντικό αριθμό, καθώς τεκμηριώνει επαρκώς τη μάλλον γενικευμένη χρήση τέτοιων σημειωμάτων από διάφορους λήσταρχους. Όσον αφορά όμως τη λέξη αυτή καθαυτή, δεν μπόρεσα να βρω στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τη χρήση της και από άλλους επαγγελματίες του είδους. Δεν μπορεί λοιπόν με βεβαιότητα να θεωρηθεί ληστρική αργκό και όχι απλώς προσωπική, Γιαγκούλεια ειρωνεία. Την καταγράφω όμως για τον μακάβριο σαρκασμό του πράγματος και γιατί φαντάζομαι ότι κάπως έτσι ξεκινάει την όποια διαδρομή της μια αργκοτική έκφραση.

Ο γούγλης αποκαλύπτει και πιο σύγχρονες έννοιες της λέξης, όπως τρελόχαρτο και κάτι άλλες που περιγράφονται μόνο περιφραστικά αλλά έλεος ρε πστ, μου βγήκε η ψυχή για να το γράψω το ρημάδι.

Να με μνημονεύσετε στην επόμενη προσευχή σας.

Τι είναι το "ψυχοχάρτι"? Μέ τήν λαϊκή αὐτή ὀνοµασία, ὀνοµάζεται συνήθως ὁ πίνακας τῶν ὀνοµάτων, ζώντων καί τεθνεώτων, τόν ὁποῖο συντάσσουν οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί πρός µνηµόνευσιν, κατά τήν τέλεσιν τῆς Θ. Λειτουργίας. Σέ ἕνα ἁπλό φύλλο χαρτιοῦ, στό ἀριστερό µέρος γράφονται τά ὀνόµατα τῶν ζ ώ ν τ ω ν, καί στό δεξιό µέρος, τά ὀνόµατα τῶν κ ε κ ο ι µ η µ έ ν ω ν (γι’ αὐτό καί οἱ πίνακες αὐτοί ὀνοµάζονται «Δίπτυχα»).

Εξηγήσεις από τους πλέον αρμόδιους εδώ. Με την ονομασία ονομάζεται ο πίνακας των ονομάτων. Των ονομάτων των ζωντανών και των ονομάτων των πεθαμένων. Γάμησέ τα.

Ο λήσταρχος Γιαγκούλας και οι σύντροφοί του άφηναν πάνω στο θύμα τους ένα επεξηγηματικό της πράξης τους κείμενο, γραμμένο και σφραγισμένο από τους ίδιους, που το έλεγαν ψυχοχάρτι.

Στη συνέχεια πήρε ένα χαρτί κι έγραψε: "Έτσι πληρώνονται οι προδότες. Καπετάν Γκαντάρας".
[...] "Παλουκώστε το, ορέ! Παλουκώστε το κεφάλι του σ' εκείνο το δίχαλο και κρεμάστε και τούτο το χαρτί μαζί του!".

[...] ο Μπλαντέμης έβαλε μπροστά και το σχέδιο εκδίκησης [...] τον [...] έσφαξε αφήνοντας στο πτώμα του το εξής σημείωμα: "Τόσον αξίζουν οι προδόται μου. Όποιος τολμά ας πάρη τη σφαίρα να έρθη να με συναντήση! Κωνσταντίν Μπλαντέν".

Βασ. Τζανακάρης Οι λήσταρχοι. Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν. Εκδ. Μεταίχμιο.

“Με έστειλε μια φορά στο Τρανόβαλτο για να σκοτώσω δύο, που θεωρούσε ότι τον είχαν προσβάλλει..Πήγα με το βουλωμένο ψυχοχάρτι, τους βρήκα, τους είπα γιατί με έστελνε ο Γιαγκούλας και τους είπα να φύγουν από το χωριό και να κρυφτούν για μήνες…Το έκαναν, τρομοκρατημένοι, εγώ γύρισα πίσω και του είπα, ότι τους σκότωσα.

εδώ

Γιαγκούλας και Τσαμίτας πηδούν μέσα στο σπίτι του Θύμιου. Αφού βάζουν φωτιά, το Θύμιο τον αφήνει ο Γιαγκούλας γιατί κλαίει. Ο Τσαμίτας τον κάνει κομμάτια και γράφει απάνω του:
"Όποιος πειράξει τον Γιαγκούλα αυτά παθαίνει".
Και ενώ φιλεί μάνα και Μαρία αναχωρεί.
Ο Καραγκιόζης καληνυχτεί.

Φινάλε παράστασης του Σωτήρη Σπαθάρη στις 15-7-1926. Ο Καραγκιόζης των Σπαθάρηδων, εκδ. Νεφέλη 1979.

«Πατέρα μου αντίχριστε και οβριέ πρόεδρε, σου γάμησα το μούναρο από τη θυγατέρα σου. Γαμώ τα εφτά σου κέρατα, εμείς είμασθε είκοσι άντρες ζωντανοί και εσείς καρτερείτε να γίνετε, και όπου να σας κυνηγώ τότε θέλω να είστε, αν δεν χαίρομαι να ζείτε την ημέρα του Χριστού, βαστάτε πουτσαράδες την γενναιότητά σας, σφίξετε τα στουρνάρια σας, τα ντουφέκια σας καλά, να μην ντροπιαστείτε και καρτερείτε μας...Τώρα στον πάτο της γραφής θέλομε να μας φιάσητε τρείς χιλιάδες τάλαρα... και αυτά θέλομεν ημείς, ειμή όπως θέλετε, πολλά γράμματα σφουγγίσετάτε από τον κώλον σας, σφουγγάτε και τούτο, ημείς αυτά θέλομεν, τας τρεις χιλιάδες τάλαρα».

Ψυχοβγαλτική επιστολή του λήσταρχου Καραμανώλη, 1868. Κ. Σιμόπουλος Βασανιστήρια και Εξουσία.

απαλάχθηκε από το στρατό και δεν υπηρέτησε, πέρνοντας ψυχοχάρτι (Ι5).

trelokomio!! psixoxarti.

με την «ταυτότητα», υπογραμμένη και σφραγισμένη από αυτά τα αφεντικά, με το «ψυχοχάρτι» «Πιστοποιητικό παραμονής και εργασίας», όπως προαναφέραμε.

3 febrouariou stal8ike to parousiologio stin deuterobatmia kai xreiastike na perasoun (!!!!) 23 meres mexri na stiloun to rimadi to ψυχοχαρτι ston oaed...!!!!

όσοι δεν υπέγραψαν τα ψυχοχάρτια, κόπηκαν.

Από το νέτι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είδος ταινιών τρόμου, συνήθως δευτεροκλασάτων, όπου κυριαρχεί το συνεχές πλατσούρισμα των σκηνικών και της κάμερας από λουτρά αίματος. Εκ του αγγλικού splatter.

Ποοοο, μαλάκα, νοικιάσαμε χτες μια σπλατεριά ... Άλλο να σου λέω και άλλο να βλέπεις. Ο τύπος να της τραβάει το λαρύγγι με τα δόντια και να 'χει γεμίσει ο τόπος κέτσαπ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φέρετρο.

- Μάγκα άραξε, γιατί θα 'ρθει το πρωινό που θα μας φορέσουνε τις ξύλινες πιτζάμες και ύστερις μεδέν εις το πηλίκον, γκεγκε;

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ. ΤΟ ΞΥΛΙΝΟ ΠΑΛΤΟ (από soulto, 13/03/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φέρετρο.

Συνεκδοχικώς φυσικά -ξύλο το ένα, ξύλο και τ' άλλο.

Το έχω ακούσει σε συμφραζόμενα απειλής/τσαμπουκά:

- Θα σε στείλω σπίτι σου σε έπιπλο.

Ενδεχομένως να χρησιμοποιείται και από κηδειάδες και κατασκευαστές όταν αναφέρονται στη δουλειά τους.

- Μάθε αγορίνα μου να μη τσαμπουκαλεύεσαι για ψύλλου πήδημα όταν είσαι με τ' αμάξι στο δρόμο. Δεν ξέρεις ποτέ ποιος είν' ο άλλος και τι έχει κάνει στη ζωή του, αν έχει κάνει δέκα χρόνια φυλακή ή αν είναι κανας μουρλάκιας που μόλις πήρε εξοδόχαρτο απ' το Δαφνί... Στο λέω σε περίπτωση που θες το βράδυ να γυρίσεις σπίτι στη γυναικούλα και τα παιδάκια σου όρθιος, κι όχι μέσα στο έπιπλο...

(από Vrastaman, 22/11/10)Ντελιβεράγγελος ψυχών--Στο δρόμο σου φτιάχνει κι ένα τελευταίο φραπεδάκι (της παρηγοριάς) (από GATZMAN, 22/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σακάκι το οποίο φοριέται σε κηδείες, γάμους, βαφτίσια, λοιπές εκδηλώσεις, αλλά και σε συνεντεύξεις για δουλειά και άλλες επίσημες εμφανίσεις, από άτομο το οποίο συνήθως δεν φοράει τέτοιου είδους ρούχα (γεροντοφρικιό, λέτσος, μπίχλας, άνετος, μοντέρνος κλπ, κλπ, το πιάσατε το νόημα ελπίζω) ή τα φοράει σε συνδυασμό με τελείως φευγάτα ρούχα, χρώματα, αξεσουάρ, κλπ.

Ονομάζεται έτσι, γιατί είναι σαν να το έχει υφαρπάξει ο φορών από το φέρετρο του παππού του λίγο πριν τον παραχώσουν. Όπερ, στραβοχυμένο, τριμμένο, παλιάς μόδας, ψιλο-λερωμένο και χοντρο-τσαλακωμένο, και κάνα δυο νούμερα μικρότερο ή μεγαλύτερο από το δικό του.

- Και εκεί που περίμενα στην σειρά μου για συνέντευξη, σκάει μύτη ρε ένας παίχτης με εμφάνιση γάμησέ τα, λέχρα, αλλά με σακάκι του παππού! Ξεκαρδίστηκα στο γέλιο…
- Και τι έγινε την πήρες την δουλειά;
- Τα αρχίδια μου πήρα… ο τύπος ήταν ο υπεύθυνος Ανθρωπίνου Δυναμικού… Τώρα θα συνδυάσω το δικό μου Armani με γραβάτα του κρεμασμένου…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πεθαίνω. Συνήθως λέμε «τα τίναξε τα πέταλα».

Το τίναγμα προέρχεται από την αποκοπή της σπονδυλικής στήλης. Καθώς σπάει ο νωτιαίος μυελός κατά το κρέμασμα, τα ποδιά τινάζονται σπασμωδικά.

Λέγεται επίσης (ως προς «τα πέταλα») επειδή όταν πεθαίνει το άλογο συμβαίνει το ίδιο και μπορεί να εκσφενδονιστεί κάνα πέταλο.

Στα αμερικλάνικα είναι he kicked the bucket, κλώτσησε τον κουβά.

Τα τίναξε τα πέταλα η καβατζόπουστα, άντε τώρα να καθαρίσουμε τα σκουπίδια του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ειρωνικά, το πολύ έντονο φτηνό ανδρικό άρωμα (το γυναικείο λέγεται πατσουλί / πατσουλιά), όπως ακριβώς το περιγράφει ο Βασίλης στην «Κάντιλακ» (...σπρέι με βαρύ αποσμητικό...).

Η έκφραση προέρχεται απο την ταπεινή κολώνια (κατ’ ευφημισμόν-καμία σχέση με το νερό βορείου αποικίας των Ρωμαίων), με την οποία ξεπλένουν τους μεταστάντες στο φέρετρο πριν την κηδεία, προκειμένου να μη βρωμάνε...

Χαρακτηριστικό της είναι η έλλειψη διακριτικότητας (σου’ ρχεται στη μάπα και σε πνίγει). Την φορούν συνήθως κάτι γερο-τζόβενα, που δεν ξέρουν να διαλέξουν ούτε τις καλές φίρμες, ούτε τα εύοσμα αρώματα-αποσμητικά, αλλοδαποί του ανατολικού μπλoκ (που έχουν ξωμείνει στο βουλγαρικό «ροδόνερο»), καθώς και τα 13-16χρονα έντονα μαλακιζόμενα μειράκια, που την βουτάνε από τους πατεράδες τους και «λούζονται» μ’ αυτά (αφού κανείς δεν τους είπε πως χρησιμοποιούνται).

Συνήθως ευτελούς ποιότητας με βαρύγδουπη λεζάντα (στη συσκευασία), θα τα βρεί κανείς σε πάγκους γύφτων στα γιουσουρούμια, κατάχαμα στρωμένες κουβέρτες μαύρων-Πακιστάνων, που πουλούν όλων των ειδών τα «ορίτζιναλ» κυριλέ προϊόντα σε παραδόξως χαμηλές τιμές, σε κεντρικές λεωφόρους (μέχρι το επόμενο σφύριγμα τσιλιαδόρου), παλιότερα στις βιτρίνες του υπόγειου ηλεκτρικού της Ομόνοιας, σε περίπτερα και εν γένει «στα καλάθια», όπως λέμε.

Συνώνυμα: Μπακουραμπάν, Μυρτώ, Περιπτερέξ, Πάρε-νάεις (Fahrenheit) κ.α.

(Νυχτερινή έξοδος φίλων):

- Καλώστονε κι ας άργησε!
- Λοιπόν, φύγαμε;
- Μπα πανάθεμάσε, τη νεκροκολώνια λούστηκες πάλι; Μας μπάφιασες...
- Ξέρεις πόσο έχει αυτό το άρωμα ρε άσχετε; 30 γιούρο! Παραπάνω απ' το ρολόι σου!
- Να σου δώσω ένα τάληρο να πά’ να την πετάξεις;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία