Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Γκανγκστεροειδής απειλή. Εννοείται ότι το θύμα τους θα γίνει τέτοιο σουρωτήρι με τόσες κουμπότρυπες, ώστε το πτώμα που θα αφήσει στον μάταιο τούτο κόσμο θα είναι τόσο παραμορφωμένο, ώστε κανένας αισθητικός νεκρών να μην μπορέσει να το συνεφέρει και η κηδεία να γίνει εντέλει με κλειστό φέρετρο.

Σημειωτέον ότι η απειλή αφορά κυρίως στην μετά θάνατον υστεροφημία του θύματος και την σχέση του με τα αγαπημένα του πρόσωπα, γι' αυτό και τσούζει περισσότερο. Όπως στην χριστιανική (και όχι μόνο) θεολογία η μετά θάνατον ύπαρξη του νεκρού δεν εξαρτάται μόνο από τα ατομικά ηθικά του επιτεύγματα, αλλά και από την στάση που θα κρατήσει έναντί του η εναπομείνασα αγαπητική κοινότητα που θα κάνει τα μνημόσυνα κ.τ.λ., έτσι εδώ, κατά αντεστραμμένο τρόπο, η απειλή πλήττει την μετά θάνατον υστεροφημία του θύματος, η οποία θα αμαυρωθεί από τη ντροπή, καθώς θα πλανάται το ένοχο ερώτημα «γιατί γίνεται η κηδεία σε κλειστό φέρετρο, τι έφταιξε;», ενώ οι αγαπημένοι του θα στερηθούν τον τελευταίο ασπασμό και την απολίθωση μιας ευνοϊκής εικόνας για τον δικό τους. Σκληρό! Στην εσχατολογική, άλλωστε, θεώρηση της αξίας της ζωής του ανθρώπου, που βλέπουμε ήδη στους αρχαίους Έλληνες, μηδένα προ του τέλους μακάριζε, και τα ρέστα παγωτά, είναι η τελευταία στιγμή που καθορίζει την αξία της ζωής, θα προσθέταμε, κυρίως λίγο μετά τον θάνατο. Ιδιαίτερα δε, αναφέρεται σε παρόμοιες απειλές η μάνα του υποψήφιου θύματος.

- Δεν μου αρέσουν καθόλου τα καμώματα του Κολλυβάτου. Να μου το θυμηθείς! Σε κλειστό φέρετρο θα τον χαιρετίσει η μανούλα του...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ταφόπλακα στη σλανγκ αποκαλείται:

  • η τελειωτική και αμετάκλητη ενέργεια, η οποία «κλειδώνει» την έκβαση ενός γεγονότος, όπως και η πραγματική ταφόπλακα σφραγίζει την τελευταία κατοικία.
  • στους άνω των 40 (όπου και αρχίζει η επικίνδυνη για εμφράγματα και εγκεφαλικά ηλικία), αποκαλείται η μουνάρα. Ο λόγος είναι ότι μια νύχτα μαζί της σε στέλνει στον τάφο.
  1. (σε καφενείο)
    - Ένα έξι και σε έσκισα....
    - Ονειρέψου...
    (φέρνει εξάρες...)
    - Ένα ζήτησα! Το λοιπόν, μία εδώ, δύο εδώ, και δύο που βάζουν την ταφόπλακα. Σφραγισθέντος του λίθου υπό των ιουδαίων... - Μοίρα...

  2. - Ο Τζόρβας κάνει την πρώτη μαλακία και αναμένουμε, μπας και κουνηθεί ο Παναθηναϊκός. Αλλά τότε με μια δεύτερη κίνηση ματ, βάζει ο ίδιος παίκτης την ταφόπλακα, κάνοντας αυτήν την φοβερή έξοδο...

  3. - Πω, πω, κυρ Μήτσο, βγες να δεις τι ταφόπλακα περνάει απέξω...

(από Vrastaman, 07/11/10)...σε μελέταγα το πρωί, είδα μια ταφόπλακα στη Χρυσή Ευκαιρία μούρλια, να στην πάρω για τη γιορτή σου. (από Galadriel, 01/01/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Θέαμα του οποίου θεατής έτυχα μικρός. Στήνεται σε μια αλάνα ένα πελώριο ξύλινο βαρέλι στα εσωτερικά τοιχώματα του οποίου εκτελούνται ακροβατικά πάνω σε μοτοσυκλέτες και μικρά αυτοκίνητα (μου 'παν και για γουρούνες, αλλά δεν έτυχα μάρτυς οπότε κι επιφυλάσσομαι κάργα), εκμεταλλευόμενοι τη φυγόκεντρο που εμφανίζεται λόγω ταχύτητας. Προκαλεί ενθουσιασμό μέσα σε εκκωφαντικά ντεσιμπέλ και μπόχα εξάτμισης. (Δεν το θεωρώ slang).

  2. Όρος-φιγούρα του παραπέντε (του σπορ όχι του σήριαλ). Ο παραπεντίστας διαγράφει κύκλους παράλληλους με το έδαφος και πολύ κοντά σ' αυτό (εδώ κι η μαγκιά).

  3. Το 'χω ακούσει να το λένε και φοιτητές του εξωτερικού (καραεπιφύλαξη λόγω αναξιόπιστης πηγής) για Παρασκευάτικα μπεκρουλιάσματα στυλάκι «ποιος θ' αντέξει μέχρι τέλους», οπότε και αναφέρεται (επιπλέον) στην τελευταία γύρα που 'χουν μείνει δύο κι όλοι οι άλλοι ντίρλα γύρω - γύρω ξερνοβολούν τ' άντερά τους περιμένοντας το νικητή.

Το αφιερώνω με σεβασμό, στον Vrastaman που μου έδωσε την ιδέα του ανεβάσματος.

  1. - Μα πώς το 'παθε; - Πήγε να κάνει το γύρο του θανάτου και σαβουρντίστηκε άσχημα ο μαλάκας. Αφού δεν το κατέχεις το σπορ που πας ρε Καραμήτρο;

  2. Δείτε πως το χρησιμοποιεί η Μάρω Βαμβουνάκη δια λαλιάς Φίλιππου Πλιάτσικα:

«Στα ηλεκτρισμένα ξενυχτάδικα οι γυναίκες μισοκρύβονται πίσω απ' τη λήθη
Στα κολασμένα παζάρια της λεωφόρου οι αστυνόμοι
οι πλούσιοι επαρχιώτες μηχανόβιοι
μάσκες ακάλυπτες μικρές στο γύρο του θανάτου
που τρεμοπαίζουν τον άγγελο ή τον δαίμονα
στις άκρες των δακτύλων τους, ξημέρωμα Σαββάτου»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν αναφερόμαστε στο clopy paste (όπως στον παρόντα ορισμό), αλλά σε όρο κυνικής ιατρικής αργκό, όπου ο γιατρός ανοίγει τον ασθενή, διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα επιβίωσης και τον ξανακλείνει αμέσως. Προφάνουσλυ μεταφορά από την κομπιουτεράδικη αγγλική ορολογία για τις λειτουργίες αποκοπής και επικόλλησης στον υπολογιστήρα.

- Πώς πήγε η εγχείριση του Κολλυβάτου, γιατρέ μου;
- Κλασική περίπτωση cut paste.
- Η χήρα τι λέει, καλή;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στη γλώσσα των πληρωμάτων των ασθενοφόρων του ΕΚΑΒ, R1 (ρο ένα) σημαίνει κωδικοποιημένα «νεκρός».

Έτσι, πολλές φορές το κέντρο καλεί μέσω ασυρμάτου ένα ασθενοφόρο να μεταβεί π.χ. στην οδό «αβύζου και ακώλου (γωνία)», όπου υπάρχει ένα τροχαίο με μηχανάκι, «με ένα τραυματία και ένα R1».

Σε άλλες πάλι περιπτώσεις, η κωδικοποίηση χρησιμοποιείται από το πλήρωμα μπροστά σε συνοδούς του νεκρού ή λοιπούς παρισταμένους, προκειμένου να μεταδώσουν την πληροφορία μεταξύ τους, χωρίς να καταλάβουν κάτι οι υπόλοιποι.

Εύχομαι κανείς από τους αναγνώστες αυτού του λήμματος, να μην ακούσει αυτή την κωδικοποίηση.

Κέντρο καλεί Κ10. Μας ειδοποίησαν για μια πτώση από 4ο όροφο πολυκατοικίας στην Τούμπα. Μη βιάζεστε και πολύ, το περιστατικό είναι R1. Η διεύθυνση είναι ... (δεν ακούγεται καλά επειδή χαλάει το σήμα του ασυρμάτου)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επική απειλή έναντι ενοχλητικά έως επικίνδυνα λαίμαργου τύπου, γαργαντούα, μονοφαγά ή καταπιόνας που ό,τι του σερβίρεις θα το καταπιεί αμάσητο. Επομένως, κρύβεις την επικίνδυνη ουσία στη λουκουμόσκονη, ή του πλασάρεις την ουσία υπό μορφήν λευκής σκόνης, πλανώντας τον ότι πρόκειται περί λουκουμόσκονης, ζάχαρης άχνης, κουτουλού, και πάρ' τονε κάτω, σαν σακί με πεπόνια.

Ακούγεται συνήθως σε χώρους γυμναστηρίων, χέλθ-φίτνες σέντερς, όπου οι αυταρχικοί γυμναστές επιτίθενται στους ανεπίδεκτους μαθήσεως και απροσάρμοστους διατροφής, χτυπώντας τους στο ευαίσθητο τους σημείο! «Τα γλυκάααα (με reverb, delay και συνοδεία γαστροπεπτικων ήχων)».

Στην λογοτεχνική-φιλολογική χρήση της φράσης μπορεί να υπεισέρχεται το κονσέπτο του αργού, γλυκού θανάτου (βλ. Σωκράτης και κώνειο, μπιριμπίρι...).

Εμπνευσμένη από την διάσημη ταινία «Αγκαλίτσας» στην οποία ο διάσημος Έλλην σταρ Παπαναστασίου μετέφερε κόκα, νομίζοντας ότι επρόκειτο περί λουκουμόσκονης...

-Μπούληηηηηη! Πάλι καταβρόχθισες όλο το ταψί της γαλατόπιτας; Ε δεν υποφέρεσαι! θα σε αυτοκτονήσω με λουκουμόσκονη! Δεν θα κάνω απλήρωτες υπερωρίες εγώ επειδή εσύ δεν το ρουμπώνεις! Πε και πα, είπα (whiplash)!

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 14/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν η βλακεία φτάσει στο απροχώρητο και το επόμενο στάδιο είναι η μαμακία!

Μήτσος: - Ρε, να σου πω... Χθες βράδυ που μάμησα την μπαζόλα την Μαριλού,ξ έχασα να βγάλω τη καπότα... Και την θυμήθηκα τώρα!!! Να τη!
Ανδροκλείδωνας: - Καλα... 'Ντάξ... Εσύ λίγο πιο χαζός και πεθαίνεις...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Kυνική φράση. Ακούγεται σε περιβάλλοντα ασφαλιστικών εταιρειών. Λέγεται και από ταρίφες.

Μία θείτσα διασχίζει απρόσεχτα δρόμο με διερχόμενα αυτοκίνητα. Ο οδηγός είναι εξ ίσου μαλάκας, την έχει δει και καλά πιλότος κι έτσι. Το άουτο χτυπάει τη γραία. Η καλή γριούλα βλέπει τα ραδίκια ανάποδα λίγο νωρίτερα από το προβλεπόμενο.

Τώρα αρχίζει το πανηγύρι. Ειδικά άμα η γριά ήτονε κοτσονάτη και είχε πολλά παιδιά, γγόνια και δισέγγονα, κι ας την είχανε όλοι ξεχασμένοι για χρόνια, επανεμφανίζονται τώρα από το πουθενά άπαντες οι πουθενάδες και ζητάνε την αποζημίωση, ψυχικής οδύνης ένεκα.

Ότι δηλαδή πόσο την αγαπούσαμε τη γιαγιά, και τι κακό πάθαμε ώφου ώφου, και έχουμε πάθει ομαδική κατάθλιψη και δεν μπορούμε να το ξεπεράσουμε και αρχίσαμε τα χάπια και πέσαμε στα σκληρά.

Το ύψος της αποζημίωσης ανεβαίνει.

Όταν έρθει η ώρα της καταβολής, ας είναι καλά οι πεθαμενατζήδες - κοράκια - λαμαρινάδες, οι οποίοι αναλαμβάνουν μόνο θανάτους, (άμα είσαι τραυματίας σε διώχνουνε, σε προτιμάνε νεκρό), τότε λοιπόν ο σουμάχερ ή ο ασφαλιστής του ή αμφότεροι, δικαιούνται να εκστομίσουν την φράση του λήμματος.

Δηλαδή πληρώσανε την γριά χρυσάφι, χωρίς ν' αξίζει τα λεφτά της, λόγω ηλικίας, τουλάχιστον να 'τανε νέα κι όμορφη, κάνα τούμπανο, να πεις χαλάλι, όχι όμως και για τη νίντζα μία περιουσία ρε πούστη μου.

Δεν το 'χω ακούσει να λέγεται για αντίστοιχες περιπτώσεις μπάρμπα-Μπρίλιων. Γιατί άραγε ;;

Επιμύθιο: Παιδιά, προσέχουμε με το τιμόνι και τη ρόδα, οι οδηγοί είναι αυτοί που εξουσιάζουν μία πηγή κινδύνου για τους υπόλοιπους και έχουν την ευθύνη της, από τη γιαγιά που διασχίζει το δρόμο ενώ θυμάται το χωριουδάκι της και αναπολεί το ρέμα που διέσχιζε μικρή τι να περιμένεις δηλαδή;;; Μακριά απ' τον κώλο μας κι ας είναι και τρία δάχτυλα και ας με συγχωρήσουν όσοι έχουν χάσει ανθρώπους με αυτό τον τρόπο και ειλικρινά τους πένθησαν. Εγώ το άκουσα και το κατέγραψα.

  1. Υπάλληλος ασφαλιστικής: - Πεντακόσια χιλιάρικα επιδίκασε για το τροχαίο του Κακομοίρογλου που πάτησε την γριά, ογδόντα χρονώ, στη Συγγρού. Την πληρώσαμε για νέα, γαμώ το κέρατό μου. - Aφού είχε τέσσερα παιδιά και οχτώ εγγόνια και ζούσε και ο γέρος της, τι περίμενες;;

  2. Πελάτης: - Ε, τη γριά, τη γριά, φρένο ρε πάτα! Ομάρ Ταρίφ: - Παρά γουρουνότριχα, για νέα θα την πληρώναμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πεθαίνω. Συνήθως λέμε «τα τίναξε τα πέταλα».

Το τίναγμα προέρχεται από την αποκοπή της σπονδυλικής στήλης. Καθώς σπάει ο νωτιαίος μυελός κατά το κρέμασμα, τα ποδιά τινάζονται σπασμωδικά.

Λέγεται επίσης (ως προς «τα πέταλα») επειδή όταν πεθαίνει το άλογο συμβαίνει το ίδιο και μπορεί να εκσφενδονιστεί κάνα πέταλο.

Στα αμερικλάνικα είναι he kicked the bucket, κλώτσησε τον κουβά.

Τα τίναξε τα πέταλα η καβατζόπουστα, άντε τώρα να καθαρίσουμε τα σκουπίδια του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πεθαίνω, χάνομαι, αποδημώ εις Κύριον.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι η λέξη «καλιά» αρχικά σήμαινε τη φωλιά των πτηνών, αλλά αργότερα επικράτησε στη φράση τούτη, λειτουργώντας ως ευφημισμός σε περιπτώσεις που θα θέλαμε να πούμε με τρόπο ότι κάποιος «έφυγε» από τον μάταιο τούτο κόσμο, ότι επέστρεψε «στο σπίτι του», δηλαδή.

Γυναίκα - Νίκος Καββαδίας

Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα.
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ εδώ Μαρία
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.

Από παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλιά μου
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει
Το χέρι σου που χάϊδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου
για μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δε με ορίζει.

Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι
Γεμάτη φύκια και ροδάνθη, αμφίβια Μοίρα
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι
πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα.

Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ που μ' είδες.
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες.

Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα.

Στο 3.10 του ανυπέρβλητου άσματος (από Khan, 27/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία