Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Nτεφορμέ-ντεφορμάρισμα: Όρος κατ' αρχήν ποδοσφαιρικός (που πέρασε και σε όλα τα αθλήματα), που αναφέρεται σε ομάδα ή σε συγκεκριμένο παίκτη ή παίκτρια. Ο όρος προέρχεται από τη γαλλική λέξη «déformé(e)», που σημαίνει παραμορφωμένος, εκτός σχήματος, παραποιημένος, εκτός φόρμας (και με την αθλητική έννοια).

Ας ξεκινήσουμε από το σύνολο. Μία ομάδα είναι ντεφορμέ, όταν πάει σκατά (σε απόδοση), σε σχέση με την εικόνα που είχε στα φόρτε της (στο φορμάρισμα της). Όπως και στη ζωή, έτσι και στα αθλήματα, η ζωή κάνει κύκλους κατά το ο,τι ανεβαίνει κατεβαίνει, ο,τι γυρίζει σταματά. Για να μην κουράζω με άπειρες λεπτομέρειες, φανταστείτε θεωρητικά ότι μια ομάδα έχει τις άλφα δυνατότητες (βάση ρόστερ, προπονητικού τιμ, διοίκησης). Όταν η απόδοση συμβαδίζει με το τέλειο, τότε μιλάμε για φορμάρισμα, δλδ η ομάδα αποδίδει κοντά στο 100%. Όταν αυτό το ποσοστό πέσει κάτω του 50% (για κάποιο εύλογο διάστημα), τότε μιλάμε για ντεφορμάρισμα, δλδ η ομάδα είναι ντεφορμέ. Αυτό πάντα συμβαίνει, και οι λόγοι πολλοί και διάφοροι. Ψυχολογική ή σωματική κούραση, γρίνες, ατυχίες λάθη προπονητικά, και ενίοτε ο αμφίδρομος (δλδ ψιλοπουστράκος) Ερμής. Σε επίπεδο μεμονωμένου παίκτη, επίσης υπάρχει ντεφρομάζ. Εκεί που κάποιος βγάζει μάτια, ξαφνικά τζίφος.

Στα ατομικά αθλήματα ισχύει το ίδιο. Απλά εδώ έχουμε λιγότερους παράγοντες για ντεφορμάρισμα, αφού μιλάμε για έναν αθλητή και άντε το πολύ δύο τρεις προπονητές.

Στη σλανγκ τώρα (ώρα δεν ήταν;) χρησιμοποιούμε τον όρο, όταν δεν έχουμε διάθεση, ή όταν για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, που υπό φυσιολογικές συνθήκες (ή στις μεγάλες φόρμες μας) θα γουστάραμε πολύ.

-Τον τελευταίο μήνα όλο μπακούρης μας εμφανίζεσαι. Γεράσαμε Μουσιού Καζανόβα, και τα πιπίνια μας αγνοούν;
-Σσσσς ρε! Δεν είναι ώρα να κρεμάσω τα παπούτσια μου. Διανύω περίοδο ντεφορμαρίσματος. Θα επανέλθω με πιπίνι κατηγορίας champions' league, και θα προσκυνάτε πάλι, και θα πετάτε δίευρα κάτω σαν το Ζούγα. Λιγούρηδες της κακιάς ώρας.

-Μαράκι μου, να περάσω να σε πάρω να πάμε για ψώνια; Είδα κάτι μοντελάκια στης Μrs Raxevski (ανάθεμα το για όνομα αυτό το μαγαζί), μούρλια.
-Άσε φιλενάδα. Είμαι ντεφορμέ. -Γιατί φιλενάδα;
-Γνώρισα ένα παιδί, άλλο να σου λέω... Έπαθα σοκ. Αλλά μου φάνηκε λίγο αλλόκοτος, λίγο παντρεμένος και πιστός στη γυναίκα του. Φλερτάραμε, με άναψε αλλά δεν.
-Και πως λέγεται ρε φιλενάδα ο θεός που σε έριξε στο καναβάτσο;
-Electron!!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άτεχνος ποδοσφαιριστής, ο αδέξιος, ο άμπαλος. Πολύ συχνός χαρακτηρισμός της κερκίδας για παίκτες που στερούνται κάθε φινέτσας και στηρίζονται αποκλειστικά στη δύναμη.

Συνήθως αναφέρεται σε αμυντικό κριάρι, αλλά ξυλοκόπος μπορεί να είναι και κάποιος ανασταλτικός μέσος ή το βαρύ σέντερ φορ με το κλασικό Βρετανικό στυλ. Συχνά, αλλά όχι απαραίτητα, ο ξυλοκόπος είναι και αντιαθλητικά σκληρός, το γνωστό δρεπανηφόρο άρμα.

Ως ξυλοκόποι, στον πληθυντικό, μπορεί να χαρακτηρισθεί και μια ολόκληρη ομάδα που έχει μεν πάθος και δύναμη αλλά που συλλογικά και από παράδοση ταλαιπωρεί το τόπι - σε επίπεδο εθνικών ομάδων π.χ. Σκανδιναβοί, Βρετανοί κ.ο.κ.

Και γιατί ξυλοκόποι; Ασαφές, αλλά ίσως διότι οι παίκτες αυτού του στυλ μεταχειρίζονται τη μπάλα με την ίδια χάρη που ο γνήσιος ξυλοκόπος πελεκάει το κούτσουρο ...

  1. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλος ο κόσμος θέλει να βλέπει Μέσι και Ρονάλντο στα γήπεδα, αλλά αφ'ενός είναι λίγοι αυτής της ποιότητας οι ποδοσφαιριστές και αφ'ετέρου τους τίτλους τους δίνουν οι νίκες και όχι οι περίτεχνες ενέργειες. Και δυστυχώς το σύγχρονο ποδόσφαιρο, με το πολύ πρέσιγκ, την δύναμη και την ταχύτητα ευνοεί τους ξυλοκόπους παρά τους τεχνίτες. (από το http://www.bluefans.info/)

  2. Δεν μπορώ να παραδεχθώ ότι η Σουηδία είναι κλάσεις ανώτερη από εμάς. Τρεις παικταράδες έχει και τίποτα παραπάνω. Οι υπόλοιποι είναι ξυλοκόποι που χρειάζονται πέντε κοντρόλ για να κατεβάσουν την μπάλα. (από το http://blogs.contra.gr, πίκρα μετά τον αποκλεισμό της Εθνικής από τη Σουηδία στο Euro 08)

  3. O Irwin έπαιζε τόσα χρόνια μπάλα και δε θυμάμαι να έχει χτυπήσει άλλον παίκτη... μια άτυχη στιγμή δε νομίζω να στιγματίζει ως ξυλοκόπο τον φιλότιμο Ιρλανδό μπακ... (από το http://www.fmgreece.gr)

  4. Οι ηρωϊκοί πλην ξυλοκόποι σκωτσέζοι το πάλεψαν όσο μπορούσαν αλλά είναι πολύ μονοδιάστατοι ... ((από το http://www.bluefans.info/, σχόλιο για τον τελικό του κυπέλου ΟΥΕΦΑ Ζενίτ-Ρέιντζερς)

  5. - Κάτσε ρε, πού να τρέχουμε ... έχει και ματς στη δορυφορική ... Φινλανδία - Ελβετία ...
    - Ωραίο ματς ... Ξυλοκόποι εναντίον αγελαδοτρόφων ... ψηφίζω μπυρίτσουαλς

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άτομο το οποίο δεν έχει ιδέα για τι μιλάει, δεν μπορεί να μιλήσει καν. Η γραμματική και η σύνταξη είναι ανύπαρκτες στις προτάσεις του. Μπορεί να μιλάει 3 λεπτά συνεχόμενα χωρίς να εννοεί κάτι και να έχει και το θράσος να κλείνει την διάρροια του λόγου του τοιουτοτρόπως: «Αυτό ακριβώς, τίποτε άλλο».

- Εμείς γιατί κοίταξε στην ετέτοια αρχή, ούτε, ούτε και κοιτάξτε αυτοί, δεν ήθελαν απλώς για να κάν-γίνει αυτό το παιχνίδι, αλλά ύστερα μόλις μόλις όπως είπαμε ότι αυτό εμείς δεν καν-θέλαμε, αυτοί είπανε όχι λέει θέλουμε να γίνει, ε κι εμείς μετά είπαμε όχι λέμε, όχι λέμε, δε θα γίνει... Αυτό ακριβώς, τίποτε άλλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι οπαδοί του Άρη στη Θεσσαλονίκη.

Πάλι θα οργώσουν τα γήπεδα της β΄εθνικής οι βουλγαροεβραίοι.

(από Vrastaman, 10/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικά, τύπος άξεστος και βωμολόχος - η σημασία αυτή έχει καλυφθεί στον ορισμό του krepsinis.

Ειδικότερα, οπαδός του ΠΑΟΚ. Ιστορικά, απαξιωτικός χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούν οπαδοί άλλων ομάδων - κυρίως της Θεσσαλονίκης - για να δείξουν ότι θεωρούν τους Παοκτζήδες άτομα κατώτερης κοινωνικής στάθμης. (Παρ. 1 & 2). Πιο πρόσφατα, αυτοχαρακτηρισμός που έχουν υιοθετήσει κάποιοι χαρκόρ Παοκτζήδες ως τίτλο τιμής, σε ένα κλίμα νοσταλγίας για τα χρόνια 1972 - 1986, για τον καλύτερο ΠΑΟΚ όλων των εποχών και, κυρίως, για την έξαλλη κερκίδα που τον στήριζε.

Παλιότερα, η λαχαναγορά στη Θεσσαλονίκη βρισκόταν σε σχετικά κεντρικό σημείο - στην Αγίου Δημητρίου, δέκα λεπτά με τα πόδια από το Διοικητήριο/Υπουργείο Βορείου Ελλάδος και είκοσι λεπτά από την Τσιμισκή. Οι θόρυβοι, οι μυρωδιές, οι εικόνες της λαχαναγοράς ήταν οικεία για την πόλη. Και οι άνθρωποι της λαχαναγοράς επίσης - και είναι αλήθεια ότι οι Παοκτζήδες μεταξύ τους ήταν πολλοί.

Η χρήση της λέξης λαχαναγορίτης ως βρισιά με στόχο τους οπαδούς του ΠΑΟΚ άρχισε, νομίζω, να ατονεί στις αρχές της δεκαετίας του '80, όταν πια η αγορά είχε μεταφερθεί στην Δυτική Είσοδο της πόλης και οι άνθρωποι της ήταν πλέον αθέατοι. Η επαναφορά του χαρακτηρισμού, αυτή τη φορά με θετική φόρτιση, από τους ίδιους τους Παοκτζήδες συμπίπτει με τα πέτρινα χρόνια του συλλόγου, επί διοικήσεων Βουλινού, Μπατατούδη και Γούμενου, από το '90 και μετά.

Θέτικη φόρτιση, σε κάποιο βαθμό, έχουν η λαχαναγορά και οι μανάβηδες και στην σημειολογία του ρεμπέτικου - Παπάζογλου, Μπίνης, Τσιτσάνης, Σκαρβέλης, Παγιουμτζής, Μπαγιαντέρας και Γιοβάν Τσαούς έχουν όλοι αναφορές. Οι άνθρωποι της λαχαναγοράς μπορεί να είναι άξεστοι αλλά θεωρούνται και τσαμπούκια και μαγκίτες, ζόρικοι και λαρτζ - ιδιότητες με τις οποίες σαφώς θέλει να αυτοπροσδιορίζεται ο πωρωμένος Παοκτζής, ειδικά όταν τα πράματα πάνε στραβά. (Παρ. 3)

Έχει σημασία και το γεγονός ότι όσοι κοιτούσαν αφ' υψηλού τους ανθρώπους της λαχαναγοράς δεν έκαναν διακρίσεις μεταξύ τους - και τον χαμάλη που δούλευε μέχρι να βγάλει τη ρετσίνα και τον πατσά και τον μεγαλοφρουτέμπορα με το κλασικό μασούρι τα χιλιάρικα που έκαιγε (κυριολεκτικά) τα μπουζουκομάγαζα, και τους δυο λαχαναγορίτες τους έβριζαν. Η ισοπέδωση αυτή λειτουργεί ως επιβεβαίωση ενός καίριου Παοκτζήδικου μύθου, ότι δηλαδή η αγάπη για τον ΠΑΟΚ ενώνει και καταργεί τις διαφορές - εξ ου και ο ΠΑΟΚ είναι θρησκεία/ιδεολογία/πάνω απ' όλα (Αθήνα καριόλα). (Παρ. 4)

Εμβληματική φυσιογνωμία για τον σύγχρονο Παοκτζή που γουστάρει να αυτοχαρακτηρίζεται ως λαχαναγορίτης είναι, εννοείται, ο Μάκης ο Μανάβης. Κατά κόσμον Θωμάς Μαυρομιχάλης, ήταν ο αναμφισβήτητος αρχηγός του σκληρού πυρήνα της Θύρας 4 στις δεκαετίες '70 και '80. Ήταν όντως μανάβης - δεν δούλευε, όμως, στη λαχαναγορά αλλά είχε δικό του μαγαζί στην πόλη. Οι φανατικοί πιτσιρικάδες που τον ακολουθούσαν ήταν γνωστοί και ως μαναβόσκυλα. (Παρ. 5, 6 & 7 και μήδια - αν θέλει κανείς να δει περισσότερα για τον Μάκη τον Μανάβη, ας πάει εδώ).

Άλλοι χαρακτηρισμοί για τους οπαδούς του ΠΑΟΚ: γύφτοι, Τούρκοι, Τουρκάκια, Τουρκόγυφτοι, μωαμεθανοί, κοτόπουλα (ως σαρκασμός του δικέφαλου αετού) και βούλγαροι (αυτό σε χρήση μόνον από Νότιους).

  1. Γύφτοι - αλήτες - λαχαναγορίτες! (Ιστορικό σύνθημα των οπαδών του Άρη)

  2. Γιατί χωρίς τον Ντιόγκο μας, πάμε στην Τούμπα και μας κερδίζουν αυτοί οι αλήτες, οι άξεστοι, οι βάναυσοι οι Παοκτζήδες. Ας είχαμε τον Ντιόγκο μας και θα βλέπατε εσείς, ρεμάλια λαχαναγορίτες. Από εδώ

  3. Όσο για το «χωριάτικο»... φιλαράκι να σε πω δυό πράγματα γιατί με τσάτισες; Εμείς είμαστε λαχαναγορίτες απ' τη Σαλονίκη, δεν είμαστε φλώροι και ας έχουμε τελειώσει και πανεπιστήμια. 'ντάξει τ' αγόριμ; ;ο) (Από εδώ)

  4. Θυμάστε τότε που βγαίναμε στην αυλή του σχολείου και τραγουδούσαμε το «ήρθαμε από τη Βουλγαρία και μαμάμε Αθήνα Πειραιά»; Θυμάστε κάποτε που πηγαίναμε στο σταθμό και ζητάγαμε διαβατήρια από τους Αθηναίους; Θυμάστε πριν από χρόνια που μπαίναμε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς και τα κάναμε γυαλιά καρφιά επειδή λέγανε διάφορα για τον ΠΑΟΚ; Θυμάστε κάποτε που λαχαναγορίτες, μορφωμένοι, αμόρφωτοι, κάθε καρυδιάς καρύδι ήμασταν ένα και το αυτό μέσα και έξω απ' την Τούμπα; (Από εδώ).

  5. Ναι, ο Μάκης ο Μανάβης ήταν και η πρώτη μούρη των Ελληνικών γηπέδων. Κάθονταν προσοχή μπροστά του όλη η αλητεία της 4. (Σχόλιο στο You Tube)

  6. Βλέποντας ότι θα φτάσουμε νωρίς, ο αρχηγός (Μάκης Μανάβης) πήρε το μικρόφωνο και κοντά στις 12 το βράδυ είπε: «Ακούστε λίγο ρε, να πούμε. Επειδn να πούμε, είναι πολύ νωρίς για να φτάσουμε στηv Αθnνα, θα κάνουμε μια στάση να πούμε, στη Λαμία, τρεις ωρίτσες. Ακούστε, να είστε, να πούμε, προσεκτικοί στις κινnσεις σας και να μn δώσουμε δικαίωμα μέσα στη Λαμία. Δε θα συγχωρέσω κανένα παρατράγουδο,…λέω,... με καταλάβατε να πούμε; . ..» (Από εδώ).

  7. Γιατί δεν βγήκε κανένας από τα μαναβόσκυλα που τότε κάνανε πόλεμο στον Παντελάκη να πούνε κάτι αυτές τις μέρες; Για εσάς που γουστάρετε τον μάκη το λέω... αυτά τα ξέρετε η μόνο για τα ντου σας έχουν μιλήσει; (Από εδώ)

Μια σπάνια εμφάνιση του Μάκη του Μανάβη on camera (από poniroskylo, 10/02/10)Ο Μάκης ο Μανάβης στα κάγκελα (από poniroskylo, 10/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

«Ο μηδέν βαθμοί»: Εντελώς απαξιωτικός χαρακτηρισμός προσώπου, εκφράζει κατά κύριο λόγο τον τελευταίο, τον ζίρο, τον μπιλοζίρο, τον απόλυτο λούζερ, τον μυθικό παθέτικ.

Ιστορική φράση, που είπε ο Άκης στον Τάκη (αναλυτικά στο παράδειγμα και ακουστικά στο μήδι). Ευρύτερα και εναλλακτικά, ο μηδέν βαθμοί αναφέρεται δυνητικά στα εξής:

  1. Ο μηδέν βαθμοί στην θερμοκρασία: θερμοκρασία που παγώνει το νερό. Είναι η θερμοκρασία που ρίχνει κανείς έναν κρύο, που την τρώει κανείς και είναι κρύα. Επειδή το κρύο δεν το θέλει κανείς και επιβάλλονται τα προκαταρκτικά, πρόκειται για χάλια σεξουαλικό υπονοούμενο (το αντικείμενο πρέπει να εξετάσει το θέμα της αυτοκτονίας). Το ίδιο χάλια υπονοούμενο είναι, όταν αναφέρεται και σε κάποιον που μόλις είπε ανέκδοτο.

  2. Ο μηδέν βαθμοί στο ποδόσφαιρο: ο τελευταίος στην κατηγορία του, εννοείται ότι είναι για υποβιβασμό, αλλά όχι μόνο αυτό, το άτομο δεν έχει ούτε μια νίκη, ούτε καν μια ισοπαλία, ο εντελώς αξιοθρήνητος που δεν την παλεύει μία λέμετε.

Λίγο ευνοϊκότερος χαρακτηρισμός είναι ο «μηδέν βαθμοί εκτός έδρας», οπότε αφήνει και μια ελπίδα για τους αγώνες εντός έδρας, κάτι είναι κι αυτό για να πιαστεί ο πνιγμένος από τα μαλλιά του, τουλάχιστον το ξεφτιλίκι δεν είναι απόλυτο.

  1. Ο μηδέν βαθμοί στην Eurovision: Η Eurovision είναι η περίπτωση όπου ο βαθμός είναι συνώνυμος του πόντου (δεν ισχύει πάντα, δεν μπορείς να πεις π.χ. μου ‘φυγε ένας βαθμός από το καλσόν) και η επιδίωξη των συμμετεχόντων είναι να βουτήξουν τους douze points!!!. Ο μηδέν βαθμοί, που θα πει ο «nul points», αναφέρεται μόνο όταν συνοψίζονται τα αποτελέσματα μιας χώρας. Πίκρα.

Κατ’ εξαίρεση, ο χαρακτηρισμός μηδέν βαθμοί μπορεί να θεωρείται πλεονεκτικός σε μερικές περιπτώσεις όπως:
1. στην μυωπία (όπου όσο πιο πολλοί βαθμοί τόσο πιο μεγάλη η στραβομάρα), ή 2. στην ιππασία (όπου οι βαθμοί αφορούν ποινή, σο, όσο πιο πολλοί βαθμοί τόσο πιο πολλή η ποινή, δεν το θέλουμε αυτό, δεν το θέλουμε α-α, θέλουμε να είμαστε ο μηδέν βαθμοί).

Αντί παραδείγματος, ο διάσημος διάλογος (ακουστικό πειστήριο στο μήδι 1):

Εδώ: Εκπομπή : Τηλεόραση TV MAGIC Θύρα 7

Πρωταγωνιστές : Τάκης Τσουκαλάς - Άκης - Τηλεθεατής
Θέμα : Απόδοση Καρεμπέ Κριστιάν και η αιτία της κακής απόδοσης του...

Τηλεθεατής (Τ) : Στο πρώτο ημίχρονο, αυτό θέλω να μου απαντήσεις, ο Καρεμπέ ήταν άρχοντας στο κέντρο;
Τάκης Τσουκάλας (Τ.Σ.) : Ναι
(Τ) : Εεε;
(ΤΣ) : Ναι.
(Τ) : Στο δεύτερο ημίχρονο γιατί έπεσε ο Καρεμπέ;
(ΤΣ) : Εσύ την ξέρεις την απάντηση;
(T) : Ναι.
(ΤΣ) : Για πες την.
(Τ) : Γιατί έβαλε τον Τζοβάννι μέσα.
(ΤΣ) : Α και δεν τα πάνε καλά ε;
(Τ) : Δεν ξέρω, μήπως έχουν κόντρα;
(ΤΣ) : Ναι έχουν κόντρα...
(Τ) : Άντε γεια!
(ΤΣ) :Ρε ... καραγκιοζάκο...
Άκης (Α) : Τι είπε;
(ΤΣ) : Μαλακία είπε... ρε καραγκιόζη...
(Α) : Ρε συ άστο ρε Τάκη, άστο μην βρίζεις ρε...
(ΤΣ) : Τι να μην βρίζω μωρέ τον καραγκιόζη άκουσες τι μαλακία είπε τώρα!
(Α) : Άστο μην βρίζεις.
(ΤΣ) : Ρε Άκη άκουσες τι είπε τώρα;
(Α) : Αν ξαναβρίσεις δεν ξανάρχομαι στον λόγο μου τώρα μην βρίζεις τον κάθε γελοίο.
(ΤΣ) : Βρε καραγκιόζης είναι...
(Α) : Μα είναι μόνος του είναι ανάγκη να τόνε βρίσεις εσύ μωρέ τώρα. Μάγκα τόνε κάνεις. Μιλάμε για έναν άνθρωπο, ο οποίος πρέπει να είναι πάνω από σαράντα χρονών και πήρε τηλέφωνο ποιος; Ο μηδέν βαθμοί πρέπει να είναι. Τι να σου πει ρε Τάκη τώρα. Σε κουρδίζει ο κάθε καραγκιόζης.
(ΤΣ) : Τι να κουρδίσει μωρέ ο μαλάκας τώρα.
(Α): Έλα μην βρίζεις ρε Τάκη σου λέω τώρα μην την κάνουμε την εκπομπή τώρα σου λέω μην βρίζεις στον λόγο μου τώρα.
(ΤΣ): Ρε να σου πω κάτι εε μάγκες εγώ επειδή τώρα είμαι και αλλού γιατί έχω ξεφύγει τώρα όχι ξέρετε από τα σημερινά δεν ξανάρχομαι για να έρθει ο καραγκιόζης εδώ να την κάνει αυτός... εντάξει... άντε παλιομαλάκα... Γιατί είχε κόντρα...

Μη βρίζεις ρε Τάκη! (από Galadriel, 19/04/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ατημελήτως ξυρισμένη ή παντελώς αξύριστη θήλεια γάμπα, ως σλανγκιστί εκαλείτο κατά την των 90αζ δεκατίαν, ήτις καθίσταται εμφανής υπό του αδυνάτου ίνα κρύψει τις λεπτομέρειες καλσόνιου, ιδίως δε του λευκού.

(2 φίλοι στο Άλσος σχολιάζουν τον 3ο φίλο για το νέο του αμόρε)

1ος: Ωραίο το μικρό του Τόλη... Λίγο το δοντάκι το πεταχτό, λίγο το μαλλάκι αφανέ, αλλά θα το στρώσει, αυτός. Θα το σουλουπώσει...
2ος: Δεν είδες χαμηλά τι παίζει, φίλε, όμως! Δεν είδες τον καραπιάλη, να σε σκιάξει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

α. Στις πορείες:

Μπάχαλος /-οι είναι τα άτομα που συνήθως κατεβαίνουν στις πορείες για τις υλικές ζημιές. Συνήθως δεν πιστεύουν σε κάποια συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία και ούτε έχουν κάποιο συγκεκριμένο (πολιτικό) σκοπό για τις καταστροφές που προκαλούν. Γι αυτό και συνήθως οι στόχοι στους οποίους επιτίθενται δεν είναι συγκεκριμένοι.

β. Στα γήπεδα:

Μπάχαλος /-οι είναι τα άτομα που είναι πολύ φανατισμένα με μια ομάδα και συχνά επιτίθενται κατά άλλων (αστυνομικών, διαιτητών, αντίπαλων ποδοσφαιριστών / οπαδών κτλ). Οι τελευταίοι ονομάζονται επίσης και χούλιγκανς, φανατικοί.

α) Χθες έγινε χαμός στην πορεία. Ξαφνικά κάτι μπάχαλοι την άρχισαν να σπάνε μαγαζιά και μας την πέσανε οι Ματάδες.

β) Κάτι οπαδικοί μπάχαλοι επιτέθηκαν σε οπαδούς της αντίπαλης ομάδας καθώς προσπαθούσαν να βγουν από το γήπεδο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο Pedro Munitis είναι Ισπανός ποδοσφαιριστής, που έχει μείνει στην Ιστορία κυρίως για το όνομά του, παρά για τις αθλητικές του ικανότητες.

Η έκφραση αποτελεί συνώνυμο όλων των μειωτικών χαρακτηρισμών του μουνιού για άντρες ή καταστάσεις, όπως μουνί καπέλο, Μουνιόθ, Μουνιόθ Καπέλο κ.ο.κ.

Η ειδική σημασία του Munitis έγκειται στο ότι: α) χρησιμοποιείται με ειρωνεία για κάποιον λούζερ, που αποτελεί τραγικό πρόσωπο, καθώς κανείς δεν του δίνει σημασία. Αν θυμάμαι καλά, ο Munitis είχε φύγει απ' την Ρεάλ στα πλαίσια ανακατατάξεων, προκειμένου να έρθει ο Ρονάλντο. β) Έχει δώσει λαβές για τις πλέον αστείες ποδοσφαιρικές/αθλητικές ανταποκρίσεις και συζητήσεις φιλάθλων. Βλέπε στα παραδείγματα.

Αντώνυμο: Πουλίτου

(Από αναμετάδοση αγώνα της Ρεάλ): Ζιντάν, Ζιντάν, πάντα Ζιντάν, Ζιντάν, ο Ζιντάν ψάχνει το Munitis, ψάχνει το Munitis ο Ζιντάν, δεν μπορεί να βρει το Munitis, και ναι, τελικά βρίσκει το Munitis ο Ζιντάν, κυρίες και κύριοι...

(Από φίλαθλη κουβέντα λίγο μετά τις μεταγραφικές ανακατατάξεις): -Τά μαθες; Μέχρι και το Munitis έδωσε η Ρεάλ για να πάρει τον Ρονάλντο! -Και πόσα λεφτά πήρε για το Munitis;
-Η Ρεάλ πήρε το Ρονάλντο κι η Ρασίγκ έμεινε να παίζει με το Munitis!

(Λίγες μέρες μετά:)
-Σήμερα η Ρασίγκ θα παρουσιάσει επίσημα το Munitis στους φιλάθλους!
-Είμαι σίγουρος ότι οι φίλαθλοι θα αγαπήσουν πολύ το Munitis!
-Και σε ποια θέση λες να βάλει το Munitis η Ρασίγκ;
-Μάλλον θα παίζει το Munitis μεταξύ μικρής και μεγάλης περιοχής!..

(Λίγες μέρες μετά, όταν τραυματίστηκε ο Ρονάλντο στην πρώτη προπόνηση):
-Βλέπει το Munitis η Ρασίγκ και δοξάζει την τύχη της! Ο Ρονάλντο τραυματίστηκε απ' την πρώτη προπόνηση ο γκαντέμης! Ενώ, η Ρασίγκ κατάφερε να κρατήσει το Munitis ανέπαφο! (Και σε εξαιρετική φυσική κατάσταση)!
Κ.ο.κ.

Ο Munitis με τη φανέλα της Εθνικής Ισπανίας (από poniroskylo, 22/12/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο Παναθηναϊκός.
Ο οπαδός της ομάδας του Παναθηναϊκού (ή αλλιώς: βαζελάκι)

Γαύρος: Πότε είναι το ντέρμπι με τον βάζελο;

Θέλει προσοχή το πράμα για να καταλάβεις την συνάφεια χε χε (homework) (από Galadriel, 13/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία