Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ειρωνική Σκαρίμπεια έκφραση (κλασσική πλέον), που αναφέρεται στους κουραδόμαγκες και στους βλάχους, που μόλις πιούνε κανα ποτήρι παραπάνω, σερνικώνουνε ευθύς και απαιτούν να χορέψουν ζεϊμπέκικο (δικής τους χορευτικής εμπνεύσεως), χαζοπηδώντας σα να πατάνε σταφύλια, παρά τα θυμηδή χαμόγελα των μουσικών.

Είπαμε. Η κοινωνική αναμόχλευση στην Ελλάδα (ιδίως μετά τη Χούντα), απέβη μοιραία για την ορατότητα των κοινωνικών τάξεων. Αυτά τα «εργάτες-αγρότες-φοιτητές», μας αποτέλειωσαν. Ο Κοεμτζής μπορεί να καθάρισε καμπόσους για μια παραγγελιά (λέει), αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Η αρετή μπορεί να είναι διδακτή, μπορεί και όχι. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον χορό.

Οι περισσότεροι σημερινοί άνδρες θεωρούν καθήκον των να παραλληλισθούν προς τους ασίκηδες ανατολίταις (κι ας φοράνε εβροπαηκό κουστούμι κι ας πιθηκίζουνε τα θέσφατα του Ζαμπούνη), όμοια όπως οι περισσότερες γυναίκες παρασταίνουν το εντεψίζικο νταρντανοθήλυκο της παλιάς (σκατά!) γειτονιάς, λικνιζόμενες σε μελάτα νησιωτο-τσιφτετέλια, χωρίς να τα γνωρίζουν -ενώ πληρώνουν αδρά για μαθήματα ταγκό (sic)- (κι ας φοράνε Ντιορ κι ας έχουν διδακτορικό φιλοσοφίας).

Για την ιστορία, τα κατά τόπους ζεϊμπέκικα, ούτε αποκλειστικά κατά μόνας χορεύονται (βλ. το χορικό στον «Δράκο» του Ν. Κούνδουρου), ούτε ανδρικό προνόμιο είναι (π.χ. Στο τούρκικο ζεϊμπέκικο χορεύει κι η γυναίκα, που όμως κάνει διαφορετικές κινήσεις π.χ. σαν να φέρνει νερό με τη στάμνα κλπ).

Δυστυχώς, ο παραδοσιακός χορός κι η μουσική στην (όποια) Ελλάδα, έχουν κακοποιηθεί βάναυσα και οποιαδήποτε ρετροβασία (κατά το κτηνοβασία) αποβαίνει άκαρπη.

Υφίσταται μια μυθολογία (και παπαρα-φιλολογία) γύρω απ’ το τρίπτυχο ρεμπέτικο-μαγκιά-ζεϊμπέκικο, αλλά δεν προτίθεμαι να ρίξω το άπλυτο φως, γιατί θα σεντονιάσει ο ορισμός.

Άλλωστε, περί τα «βαριά πεπόνια» και τα σεντόνια, υπάρχει και το σκωπτικόν:
«Αντώνη-Αντώνη-μην τρώς πολύ πεπόνι-ο κώλος σου τεντώνει-θα χέσεις το σεντόνι».

- Πώ ρε σύ, κοίτα τί φιγούρες κάνει ο τύπος!
- Χαρά στον κύριο με μί κεφαλαίο! Σα να πατάει σταφύλια κάνει...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ήχος πλήκτρων που εμφανίζεται συχνότατα σε β' διαλογής / καλτ λαϊκά / σκυλάδικα. Συνηθέστερα και προφανέστατα προέρχεται από εξίσου β' διαλογής keyboard, το οποίο ενώ μπορεί να ακούγεται ως συνοδεία στο υπόλοιπο κομμάτι, σε ένα μέρος του κλέβει την παράσταση.

Τι γυφταρμόνιο είναι αυτό που παίζει στο «Για τα μάτια του κόσμου»! (βλ. και μήδι)

Δες και ψησταριά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το κλαμπ που παίζει ελληνικά κομμάτια. Είναι μία μέση λύση (για άλλους χρυσή, για άλλους όχι the real thing) ανάμεσα αφενός στα κλαμπάκια με ξένα και αφεδύο στα μπουζούκια, που είναι ακριβά και ενίοτε ασύμφορα. Ένα άρθρο εδώ εξηγεί πολύ καλά την ανάπτυξη, εξέλιξη και το ρόλο που βαράει το ελληνάδικο, και θα παραθέσω κάποια κομμάτια για να μπούμε στο κλίμα.

Τα ελληνάδικα κρατάνε το clubbing ζωντανό. Η χρυσή τομή ανάμεσα στα club και τα μπουζούκια βρέθηκε και αρέσει και σε πάρα πολύ κόσμο απ’ ό,τι φαίνεται. Προσπάθησε να θυμηθείς λίγο την εξέλιξη των ελληνικών τραγουδιών στα club της πόλης. Το πώς δηλαδή έφτασαν τα ελληνικά από μία μικρή παρανυχίδα στο πρόγραμμα των club να φτάσουν να αποτελούν το ίδιο το club. Με τα μπουζούκια και τις μεγάλες πίστες σε ύφεση, υπήρχε ένα κενό που έπρεπε να καλυφθεί. Και φαίνεται ότι τα ελληνάδικα έχουν βαλθεί να πάρουν την πίτα της νύχτας μπροστά τους και να την μοιραστούν μεταξύ τους. Εν αρχή ην το 15λεπτο. Αυτό ήταν και τίποτα παραπάνω στα club των 90ς. Μια δεκαπεντάλεπτη σφήνα ήταν τα ελληνικά στο πρόγραμμα των club και μάλιστα όχι όλων των club, εκεί γύρω στις 3-4 η ώρα και με τον κόσμο να χρειάζεται αυτή την έκλαμψη τσιφτετελιού για να ξεδώσει λίγο. Στα mainstream club το δεκαπεντάλεπτο δεν άργησε να γίνει μισάωρο και ύστερα δύο μισάωρα με πολλούς από τους θαμώνες που στοιβάζονταν αδιάφορα στα τραπέζια κουνώντας το πολύ λίγο τα γόνατά τους στα house ακούσματα, να τινάζονται κραδαίνοντας χέρια στον αέρα ως άλλοι πολεμοχαρείς σε κάθε σουξέ. Δεν θα άκουγες πολλά ελληνικά. Ή τουλάχιστον αυτά που θα άκουγες θα ήταν κάποια remix σε λαϊκά τραγούδια ώστε να μην ξεφεύγουν πολύ από το πρόγραμμα. Λες και η αλλαγή από Moloko σε Γονίδη θα ήταν ομαλή επειδή το Καταιγίδα είχε γίνει remix. Αλλά ο Έλληνας το ήθελε το λαϊκό του εκεί ανάμεσα στον Spiller και τους Masters at Work. Ήθελε να χορέψει το «Κάτι» της Γαρμπή, να τραγουδήσει το «Σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο» της Βανδή, να μερακλώσει και λίγο με μια uptempo εκδοχή του «Φεύγω» του Γιώργου Μαζωνάκη. [...] Τα ελληνάδικα που ήρθαν για να μείνουν. [...] Γιατί το ελληνάδικο προσφέρει ακριβώς αυτό. Το «μεράκλωμα» ενός μμπουζουκτζίδικου χωρίς την υψηλή ταρίφα και τις μαρτυρικές καρέκλες στα τραπέζια. Πλέον έχεις τον καναπέ σου. Και την μπάρα σου αν είσαι τύπος που θα κάτσει στην μπάρα. Ναι, οκ, το δέχομαι ότι είναι μεγάλο πλήγμα να μην βλέπεις τον καλλιτέχνη επί σκηνής. Αλλά δεν πειράζει. Τον έχει δει μια φορά και φτάνει. Κι άλλωστε ακόμα και στα μπουζούκια πόση ώρα έχεις πια το βλέμμα σου στην σκηνή; Τα ελληνάδικα σού δίνουν αυτό το ποτ πουρί που θες από τα ελληνικά τραγούδια. Γιατί ναι, η καλύτερή σου φάση ακόμα και σε live εμφανίσεις δεν είναι όταν ο καλλιτέχνης επί σκηνής τραγουδάει τις μεγάλες δικές του επιτυχίες. Η καλύτερή σου φάση είναι εκεί στις 4 το πρωί όταν αρχίζει να λέει τραγούδια άλλων, πιο λαϊκά, πιο διασκεδαστικά. Το ελληνάδικο σου επιτρέπει να τα σπάσεις με όλους σου τους αγαπημένους καλλιτέχνες. Να το γυρίσεις από Πάολα σε Ρέμο κι από Μαζωνάκη σε Παντελίδη. [...] Την θέλει την τέχνη του να είσαι dj ελληνικών κομματιών με την τόση ασυμφωνία μελωδιών και χαρακτηριστικών. Κι αυτά τα remix που τώρα αποθεώνεις στα ελληνάδικα κάθε βράδυ, όταν τα έφτιαχνε εδώ και τόσα μα τόσα χρόνια ο Νίκος Χαλκούσης, τα θεωρούσες απλά και δεδομένα. Τα ελληνάδικα ανθίζουν. Και φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Σε όποια περιοχή κι αν είσαι έχεις την επιλογή σου. Β’ Παθολογική στο κέντρο, το Boutique Ελληνάδικο στη Φιλελλήνων, το Φροντιστήριο στη Δάφνη, το Ola Ελληνικά, το Απλά Ελληνικά και το Συνεργείο στα Νότια, το El Greco στο Κολωνάκι και το Έντεκα και Κάτι στο Μαρούσι. [...] Όχι, δεν θα πεθάνουν τα μπουζούκια. Δεν γίνεται να πεθάνουν τελείως. Και νομίζω ότι η τωρινή τους κατάσταση είναι το χείριστο σημείο. Κάτι σαν τις αθλητικές εφημερίδες που νιώθεις ότι είναι απλά πάρα πολλές και πρέπει κάποιες να κλείσουν για να υπάρξει υγεία. Έτσι και με τα μπουζούκια. Δεν με νοιάζει. Ας μαζευτούν όλοι σε ένα πρόγραμμα. Ας μείνουν ανοιχτά τα πολύ μεγάλα μαγαζιά κι ας έχουν μια dream team να τραγουδάει. Να νιώθεις ότι τα 30 σου ευρώ θα πιάσουν τόπο γιατί το πάρτι θα έχει πολλούς οικοδεσπότες επί σκηνής. Μέχρι τότε ο κόσμος θα είναι στα ελληνάδικα. (Εδώ).

Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  1. καλημέρααα φίλη μου!! Πήγα βέβαια.. είμαι με 3 ώρες ύπνο, άστα πήγαμε σε ελληνάδικο μετά, 20 ώρες στο πόδι!! Ήταν τέλεια! (Από το Ινσταγκράμι).
  2. Πήγαμε σε Ελληνάδικο "ΑΣΤΕΡΙΑ" στο οποίο δεν κάτσαμε καθόλου στις καρέκλες!!! Όλη την ώρα στην πίστα ήμασταν!! (Εδώ).
  3. Σάββατο βράδυ πήγαμε την πήραμε και πήγαμε σε ένα ελληνάδικο. Εκεί γινόταν ο χαμός από κόσμο. Χορεύαμε και κάποια στιγμή ένιωσα ένα χέρι να χουφτώνει τον πούτσο μου. Γύρισα και είδα την Βάσω να μου πιάνει τον πούτσο ενώ η Σοφία είχε πάει τουαλέτα. -«Τι κάνεις εκεί ρε Βάσω;» (Η συνέχεια στο X-stream).

Πολύ δευτερευόντως, μπορεί να χαρακτηρίσει εστιατόριο με ελληνική κουζίνα ή ό,τι ελληνικό, λ.χ. ραδιοφωνικό σταθμό με ελληνικά τραγούδια, αλλά είναι τριτοτέταρτες σημασίες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαγαζί τύπου κλαμπ ή μπαρ που εξειδικεύεται στην διοργάνωση και πραγματοποίηση συναυλιών (live < λάιβ στο ελληνικότερο).

Η διαφορά του κατ' εξοχήν λαϊβάδικου σε σχέση με τα διάφορα μπαράκια ή κλαμπάκια που διοργανώνουν περιστασιακές εμφανίσεις μουσικών ή συγκροτημάτων, έγκειται στην ειδική διαμόρφωση του χώρου (ύπαρξη σκηνής, υπερυψωμένης ή στο επίπεδο του πατώματος) έναντι της δημιουργίας χώρου μέσω της αφαίρεσης τραπεζιών, πάγκων, καναπέδων στα δεύτερα, καθώς και στον ιδιόκτητο ηχητικό και μουσικό εξοπλισμό (π.χ. ολοκληρωμένο σετ ντραμς, ενισχυτές, κονσόλες, P.A. κλπ συναφή), αν και το δεύτερο δεν αποτελεί πάντα κανόνα. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι τ' ότι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν στάνταρ εβδομαδιαίο πρόγραμμα εμφανίσεων, αλλά φιλοξενούν διάφορες διοργανώσεις, συχνά με συνεχή ροή διαφορετικών συναυλιών.

Τα λαϊβάδικα δεν περιορίζονται σε συναυλίες συγκεκριμένων μουσικών ιδιωμάτων, αν και στα καθ' ημάς ασχολούνται περισσότερο με ροκ / μέταλ και έντεχνη ελληνική μουσική. Πρέπει επίσης να αναφερθεί τ' ότι όσον αφορά το σκέλος της παροχής αλκοολούχων, τα λαϊβάδικα δεν διαφέρουν σχεδόν σε τίποτα απ' τα παραδοσιακά κλαμπάκια-μπαράκια-ελληνάδικα, είτε ως προς τις τιμές και την ακρίβεια, είτε ως προς την ποιότητα - η μπόμπα πάει σύννεφο και στα μεν και στα δε.

Οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών αυτών λέγονται λαϊβάδες.

  1. Τον θυμάμαι στις αρχές τις δεκαετίας του 80 να παίζει συχνά-πυκνά σε ένα λαιβάδικο στην Μεσογείων στο ύψος της Αγ.Παρασκευής . «Ρόδα» το λέγανε το μαγαζί αν θυμάμαι καλά και μάζευε 50-100 άτομα.Όταν δεν έπαιζε ο Nick,παίζανε οι «Μουσικές Ταξιαρχίες».Τέλειο line up για τότε.Ιδανικό. (Εδώ)

  2. Το ΑΝ είναι για το πολύ 350 άτομα. Παραπάνω χωράει μεν, αλλά δεν φχαριστιέσαι συναυλία, εκτός εάν είσαι στις 5 πρώτες σειρές. Βασικά πιο πολύ κοντά σε προβάδικο πάει παρά σε λαιβάδικο. (Εκεί)

  3. Εδω θα ηθελα να αναφερω ενα μαγαζι το οποιο δεν ηταν μεταλ, αλλα αποτελουσε μια πολυ καλη προσπαθεια προς την κατευθυνση αυτου που λεω ''σωστο ροκ κλαμπ''. Τελη 90 και το μαγαζι ηταν το Bug στο Γκαζι. Αρκετα μεγαλος χωρος, industrial σκηνικο με σωληνες τεραστιους ανεμιστηρες κτλ. Η μουσικη ηταν αυστηρα ξενη και κινουνταν απο το mainstream rock της εποχης, στο ανερχομενο crossover (μετεπειτα numetal), industrial και στο τσακιρ κεφι επιλεγμενα μεταλ κομματια. Μπορει μουσικα να μην με καλυπτε 100% αλλα ηταν ενας πολυ ωραιος χωρος, προπαντως με καλο κοσμο και οχι καμμενους και πρεζακια. Σωστος ηχος και πολλες ωραιες παρουσιες χεχε, μιας και ηταν παντα τιγκα. Μετα εγινε αποτυχημενο λαιβαδικο και τελικα απ οτι εμαθα gay bar (ε ρε νηλες που θα επαιξαν τις πρωτες μερες) (Λίγο πιο πέρα)

(από Khan, 25/02/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για το ειρωνικό σχόλιο, που μπορεί να πέσει για άτομα που δε διαθέτουν μουσική παιδεία, είναι εντελώς ατάλαντα στο τραγούδι, εντούτοις όμως είναι ψωνισμένα με το τραγούδι και επιμένουν να αγριογκαρίζουν.

Έτσι ο όρος παραπέμπει στο κακής ποιότητας τραγούδι και αναφέρεται σε τύπους που διαθέτουν λαρύγγι Κακοφωνίξ ή Μαρία Καβλας. Η Μαρία Κάβλας βέβαια, μπορεί να μην είναι αοιδός (Αιδοιός οπωσδήποτε), ωστόσο διαθέτει άλλα τάλαντα.

Είναι γεγονός πως η τύπισσα έχει από φωνή μουνί, κι από μουνί φωνάρα. Μπορεί να μην έχει μεν καλλιτεχνικό λαρύγγι, έχει όμως βαθύ λαρύγγι. Κι ο τρόπος ακόμα, που κρατάει το μικρόφωνο παραπέμπει σε άλλα κρατήματα. Δεν έχει ακούσει ποτέ της Λίστ (η μουσική παιδεία που λέγαμε), αλλά έχει σίγουρα αδιαμφισβήτητο ταλέντο ως ψωλίστ.

Τέτοια ψώνια ψαρεύονται από εκπομπές τύπου Αννίτας και πολύ συχνά τους/τις βλέπεις να συνοδεύουν κάποια αγριόσκυλα σε σκυλάδικα του αισχίστου είδους.

-Τι άναρθρες κραυγές είναι αυτές που ακούς στην τηλεόραση;
-Δεν έχει τίποτα σοβαρό η τηλεόραση, εκτός απο αυτό που βλέπω.
-Τι βλέπεις;
-Aκούω τον Κάτμαν στην εκπομπή της Αννίτας. Σε λίγο θα 'ρθει κι ο τύπος που τραγουδάει το «σχιζοφρενή με το πριόνι». Κάτσε λίγο... Θα σ' αρέσει.
-Κοίτα, ή χαμήλωσέ το, ή ψάξε μπας και πιάσεις Λιακόπουλο. Κάπου θα τον βρεις. Χίλιες φορές να ακούω τις φωνές του, από αυτή τη γαργάρα με ξυλόπροκες που μου 'χει τρυπήσει τ' αυτιά μου. Λίγο ακόμα και με βλέπω για ωριλά αύριο. Και αν πάω εκεί... γάμησε τα.
-Σουτ. Μπήκε ο σχιζοφρενής.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μπουζούκι είναι ένα έγχορδο μουσικό όργανο, με ρίζες από την Αρχαία Ελλάδα (θεωρείται απόγονος της πανδούρας –πληροφορίες εδώ) και πολλά ερεθίσματα από την ανατολή (κυρίως από την περίοδο της τουρκοκρατίας). Βέβαια, είναι αυτονόητο ότι το συγκεκριμένο λήμμα δεν αναφέρεται στο όργανο αυτό στον πληθυντικό αριθμό.

Κι αυτό γιατί, η λέξη αυτή ζει ανάμεσά μας για να περιγράψει λιτά, λακωνικά και εύστοχα τα νυχτερινά κέντρα στα οποία –και όσον αφορά τα μουσικά όργανα– κύριος πρωταγωνιστής είναι το μπουζούκι.

Κάθε κλασσικός Ελληναράς (καθώς και e-λληνάρας ή e-λληναράς τολμώ να πω, εφόσον κάποια πράγματα είναι αναλλοίωτα στο πέρασμα των ετών), που σέβεται τον εαυτό του, επισκέπτεται αυτού του είδους μουσικές στέγες προκειμένου, αφενός να διασκεδάσει (όχι τόσο με τα μουσικά ακούσματα, όσο με το τρίπτυχο ποτό-γυναίκες-χαβαλές) και αφεδύο για να πουλήσει μούρη στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του.

Από την λέξη αυτή προκύπτουν αρκετοί παράγωγοι slang όροι, όπως οι παρακάτω ήδη υπάρχοντες ορισμοί: μπουζουκλερί, μπουζουκοδάνειο, μπουζουκομάγαζα, μπουζουκομούνι κ.ά.

Σε καμία περίπτωση ο παραπάνω ορισμός δεν υποτιμά το μπουζούκι ως όργανο. Είναι δεδομένο ότι είναι ένα από τα πλέον εκφραστικά όργανα και μία κύρια πηγή έμπνευσης και ψυχισμού των Ελλήνων. Είδη όπως το γνήσιο λαϊκό και το ρεμπέτικο (που χρησιμοποιείται κυρίως αυτό το όργανο) είναι κάτι παραπάνω από αξιοσέβαστα για όλους μας.

Επίσης, όπως τόνισα και παραπάνω, το μπουζούκι είναι ναι μεν το πρώτο από τα όργανα σε τέτοιου είδους κέντρα, αλλά σε καμία περίπτωση ο κεντρικός πρωταγωνιστής. Γιατί πολύ απλά, βασικός πρωταγωνιστής ή πρωταγωνίστρια για να γίνω πιο συγκεκριμένος, είναι η τουλάχιστον μία αοιδός (τις περισσότερες φορές και πολλές περισσότερες) που έχουν από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα. Οι συγκεκριμένες αποτελούν πόλο έλξης για μεγάλο αριθμό των ανδρών παρευρισκομένων σε τέτοια κέντρα. (Βλέπε φώτος).

  1. Από συνεργάτες του υπουργού επισημαίνεται ότι τα σχετικά δημοσιεύματα και η διάδοση της πληροφορίας για την παρουσία του στα μπουζούκια προέρχονται από οργανωμένη προβοκάτσια, που ως στόχο έχει να βλάψει την πολιτική εικόνα του υπουργού, ιδιαίτερα τώρα που το υπουργείο του βρίσκεται στο επίκεντρο των εξελίξεων. (εδώ)

  2. Τα μαγαζιά που φιλοξενούν “τα μπουζούκια” έχουν γίνει για να “τα οικονομίσουν χοντρά” κάποιοι, μαγαζάτορες της νύχτας ή “καλλιτέχνες” και όχι για να διασκεδάσουν τον κόσμο με την προσφορά πραγματικά λαϊκής μουσικής. (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καθυστερημένος.

Αυτός που συχνάζει στα μπουζούκια μπας και του κάτσει καμιά χαζογκόμενα.

Συνήθως ο μπουζουκάγκουρας-μπουζουκοπίθηκος είναι ιδίας καταγωγής με τον αυστραλοπίθηκο. Αφού καθίσει σε ένα τραπέζι που χωράνε άνθρωποι στις διαστάσεις του Τζον Κόρφα και δώσει 150 ευρώ για μια φιάλη νοθευμένο τσόνι η κατεσάρ, σηκώνεται να κάνει το κομμάτι του χορεύοντας ποζεροζεϊμπέκικο, με το τσιγάρο στο στόμα και τον νταλγκά να τρέχει απ' τα μπατζάκια.

- ... Μετά την εξεταστική, μαλάκες θα το κάψουμε! Θα πάρουμε τα καλύτερα νιαμού της σχολής και θα πάμε στον πούσταρχο.
- Τι λες ρε μαλάκα μπουζουκοκάγκουρα, τράβα μόνος σου!
- Ταγάρι...

(από kapetank, 09/03/10)(από kapetank, 09/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για φυλές φίλων τση χιπχόπ, άκα χιπχοπάκια.

Η αποδελτίωση των φυλώνε είναι πέρα από τους σκοπούς του ορισμού αυτούνου, ωσεκτουτού περιοριζόμεθα στα απολύτως βασικά: οι χιπχοπάδες είναι συμπαθείς κατά τα λοιπά μαδαφάκες που όταν δεν ακούν ή / και χώνουν ρίμες, κάνουν γκράφιτι και μπρέικντανς. Η ενδυματολογικές τους επιλογές ξεκινάνε από διακριτικό γκαντζ και καταλήγουν στο λουκ του Ali G και τα αγαπημένα τους επιφώνημα είναι γιο! και ρησπέκτ!

Disclaimer: στην Ελλάδα υπάρχουν πάμπολλες φυλές χιπχοπάδων, γουαναμπήδων και μη. Χάριν οικονομίας, θα αρκεστώ στο τσουβάλιασμα δυο μεγάλων σκηνών, οι οποίες σιχαίνονται αλλήλους:

  • Οι Διονυσιακοί: ραπερόνια ελαφρών βαρών που δεν παίρνουν τον εαυτό τους και πολύ στα σοβαρά με αποτέλεσμα να κατηγορούνται από άλλες φυλές για μεϊνστριμίλα. Πιονέροι της σκηνής τα χαβαλεδιάρικα ΗΜΙΖ, που εξακολουθούν να πραγματεύονται και τα πιο «σοβαρά» θέματα λολαδερώ τω τρόπω. Έτεροι εταίροι οι Goin' Through, οι Stavento, ο Υποχθόνιος.
  • Οι Απολλώνιοι: οργισμένοι βαρυψώληδες σταυροφόροι κατά πάσης κοινωνικής αδικίας που παίρνουν τον εαυτό πάρα πολύ στα σοβαρά. Στέκι τους το www.hiphop.gr. Μια σημαντική συνομοταξία αποκηρύσσει την χιπχόπ μετά βδελυγμίας δίκην εναλλακτικίλας και αυτοπροσδιορίζεται λοουμπαπάδες. Προεξέχων ο B.D. Foxmoor των Active Burger. Βλ. επίσης Totem, Βαβυλώνα, Non Grata, Βrigade αλλά και την πα μαλ, πα μαλ Sadahzinia.

Η μόνη αφορμή που προκάλεσε σχεδόν όλες οι φυλές των χιπχοπάδων να συνευρεθούν ειρηνικάήταν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ίσως απειδή ο ακομπλεξάριστος Killah P υποδήλωνε στοιχεία κι από τα δύο ρεύματα (συγκρίνατε την Κρίση και το Ρούμι Τεκίλα με τα Εκτός Ελέγχου και [Σιγά μη Κλάψω](Σιγά μην κλάψω)).

Τέλος, λίγα λόγια για την ετυμολογία του όρου. Ο χιπχοπάς, όπως και τα συναφή χιπστεράς, χίπης, χιπ, καθώς και η ζητωκραυγή χιπ, χιπ, ουρά! (και ταλιμπάν) είναι εκ του «hep», παμπάλαιας σλανγκιάς για ψαγμένα άτομα (βλ. εδώ). Πρώιμο παράγωγο από τον χώρο τση τζαζ: hepcat.

Οι θεωρίες διίστανται για την πρωθύστερη προέλευση του hep:

Διαλέγετε και παίρνετε.

1.
- Στα Δυτικά οι Χιπχοπάδες Συζητούν για τον Σεξισμό Μέσα μας. Μια ανοιχτή συζήτηση με αφορμή το στίχο που δίχασε τον κόσμο στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ.

2.
-Συνέντευξη τύπου Χιπχοπάδων για τον δολοφονηθέντα Killah P (Βίντεο) - #KillahP

3.
- Η συντριπτική πλειονότητα των χιπχοπάδων έχει i.q. μικρότερο του μέσου.
1)Αδυνατούν να διαβάσουν ένα κείμενο πάνω από 5 γραμμές
2)Αδυνατούν να συνθέσουν ένα κείμενο πάνω από 2 γραμμές.
3)Το λεξιλόγιό τους περιορίζεται σε 100 λέξεις.
4)Μιλάνε για πράγματα που δεν ξέρουν και έχουν και φανατική άποψη κιόλας

4.
- Λοιπον, οπως εχω ηδη πει, πιστευω οτι ενα σοβαρο πληγμα για την ελληνικη χιπ χοπ σκηνη ηταν (και δυστυχως ειναι) ο διχασμος του κοινου σε «χιπχοπαδες» και «λοουμπαπαδες». Προσωπικα δεν βαζω ταμπελες στην μουσικη, δηλαδη ακουω οτι μ αρεσει, αλλα προτυμω ο καλλιτεχνης που ακουω να ειναι παραδειγμα προς μιμηση σε μενα.

(από Khan, 10/07/14)Μεταξύ των διονυσιακών στιγμών μπορεί να συγκαταλεγεί και η πανούσειος στροφή του πρώην λοουμπαπά Νικήτα Κλιντ. (από Khan, 15/07/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πεταχτός κώλος, ο κώλος που αψηφά την βαρύτητα, η καμπύλη του είναι ίδια με του μπουζουκιού. Συναντιέται κυρίως σε παραλίες ή σε εξόδους σε νυχτερινά κέντρα.

- Τι λε ρε παιδί μου, κοίτα τι περνάει απέναντι.
- Άσε ρε φίλε, μπουζουκόκωλος να σου βγάλει το μάτι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που κάνει το μουσικό πρόγραμμα σε μπαρ, κλαμπ ή παρόμοιο κέντρο, καθώς και σε πάρτι· ο ντιτζέι. Από το αγγλικό dj < disc jockey.

Το ντι-τζέι είναι καταχωρισμένο και στον Μπάμπη, αλλά εδώ μας ενδιαφέρει ο προσαρμοσμένος τύπος.

Ακουμπάω στον τοίχο και απολαμβάνω με χαρακτηριστική άνεση το ποτό μου. Η μουσική κάνει μια παύση και, στο δευτερόλεπτο που ακολουθεί μέχρι να χώσει ο Ντιτζέης το επόμενο, ο χώρος δονείται αφύσικα δυνατά και καθαρά από τις λέξεις «γιατί το βασικό μου ελάττωμα είναι ότι, ρε παιδί μου...» και ο Ντιτζέης στέλνει μια γλυκιά πλαστική αύρα να συνταράξει τα σωθικά μου, απομακρύνομαι χωρίς δικαιολογία, τι μου έλεγε αυτή η κοπέλα;

Λένος Χρηστίδης, «Μόνολογκ» (2008) (εδώ)

Να σε κάμω ντιτζέισσα? τέχνη που αποδίδει είναι και αυτή. Και ότι συμφωνήσεις τα πληρώνεσαι.Χωρίς μπλοκάκι.! Ντούκου.

σχόλιο σε ιστολόι

Τα μαγαζά εστίασης και τα μπαρς κάνουν τους μεγαλύτερους τζίρους της χρονιάς και τίποτα δεν θυμίζει ότι δεν έχουμε την μεγάλη ΠΑΣΟΚάρα στην εξουσία να δίνει στον λαό ψωμάκι (και σουβλάκι, ναι σουβλάκι μην αρχίσουμε τώρα τα μπαμπινιώτικα) να φάει. Εξού ίσως σημειολογικά και το γεγονός ότι τα 80ς ως σάουντρακ δεσπόζουν στις σχετικές επιλογές των απανταχού ντιτζέηδων ανά την επικράτεια.

από εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία