Πρόκειται για φυλές φίλων τση χιπχόπ, άκα χιπχοπάκια.

Η αποδελτίωση των φυλώνε είναι πέρα από τους σκοπούς του ορισμού αυτούνου, ωσεκτουτού περιοριζόμεθα στα απολύτως βασικά: οι χιπχοπάδες είναι συμπαθείς κατά τα λοιπά μαδαφάκες που όταν δεν ακούν ή / και χώνουν ρίμες, κάνουν γκράφιτι και μπρέικντανς. Η ενδυματολογικές τους επιλογές ξεκινάνε από διακριτικό γκαντζ και καταλήγουν στο λουκ του Ali G και τα αγαπημένα τους επιφώνημα είναι γιο! και ρησπέκτ!

Disclaimer: στην Ελλάδα υπάρχουν πάμπολλες φυλές χιπχοπάδων, γουαναμπήδων και μη. Χάριν οικονομίας, θα αρκεστώ στο τσουβάλιασμα δυο μεγάλων σκηνών, οι οποίες σιχαίνονται αλλήλους:

  • Οι Διονυσιακοί: ραπερόνια ελαφρών βαρών που δεν παίρνουν τον εαυτό τους και πολύ στα σοβαρά με αποτέλεσμα να κατηγορούνται από άλλες φυλές για μεϊνστριμίλα. Πιονέροι της σκηνής τα χαβαλεδιάρικα ΗΜΙΖ, που εξακολουθούν να πραγματεύονται και τα πιο «σοβαρά» θέματα λολαδερώ τω τρόπω. Έτεροι εταίροι οι Goin' Through, οι Stavento, ο Υποχθόνιος.
  • Οι Απολλώνιοι: οργισμένοι βαρυψώληδες σταυροφόροι κατά πάσης κοινωνικής αδικίας που παίρνουν τον εαυτό πάρα πολύ στα σοβαρά. Στέκι τους το www.hiphop.gr. Μια σημαντική συνομοταξία αποκηρύσσει την χιπχόπ μετά βδελυγμίας δίκην εναλλακτικίλας και αυτοπροσδιορίζεται λοουμπαπάδες. Προεξέχων ο B.D. Foxmoor των Active Burger. Βλ. επίσης Totem, Βαβυλώνα, Non Grata, Βrigade αλλά και την πα μαλ, πα μαλ Sadahzinia.

Η μόνη αφορμή που προκάλεσε σχεδόν όλες οι φυλές των χιπχοπάδων να συνευρεθούν ειρηνικάήταν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ίσως απειδή ο ακομπλεξάριστος Killah P υποδήλωνε στοιχεία κι από τα δύο ρεύματα (συγκρίνατε την Κρίση και το Ρούμι Τεκίλα με τα Εκτός Ελέγχου και [Σιγά μη Κλάψω](Σιγά μην κλάψω)).

Τέλος, λίγα λόγια για την ετυμολογία του όρου. Ο χιπχοπάς, όπως και τα συναφή χιπστεράς, χίπης, χιπ, καθώς και η ζητωκραυγή χιπ, χιπ, ουρά! (και ταλιμπάν) είναι εκ του «hep», παμπάλαιας σλανγκιάς για ψαγμένα άτομα (βλ. εδώ). Πρώιμο παράγωγο από τον χώρο τση τζαζ: hepcat.

Οι θεωρίες διίστανται για την πρωθύστερη προέλευση του hep:

Διαλέγετε και παίρνετε.

1.
- Στα Δυτικά οι Χιπχοπάδες Συζητούν για τον Σεξισμό Μέσα μας. Μια ανοιχτή συζήτηση με αφορμή το στίχο που δίχασε τον κόσμο στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ.

2.
-Συνέντευξη τύπου Χιπχοπάδων για τον δολοφονηθέντα Killah P (Βίντεο) - #KillahP

3.
- Η συντριπτική πλειονότητα των χιπχοπάδων έχει i.q. μικρότερο του μέσου.
1)Αδυνατούν να διαβάσουν ένα κείμενο πάνω από 5 γραμμές
2)Αδυνατούν να συνθέσουν ένα κείμενο πάνω από 2 γραμμές.
3)Το λεξιλόγιό τους περιορίζεται σε 100 λέξεις.
4)Μιλάνε για πράγματα που δεν ξέρουν και έχουν και φανατική άποψη κιόλας

4.
- Λοιπον, οπως εχω ηδη πει, πιστευω οτι ενα σοβαρο πληγμα για την ελληνικη χιπ χοπ σκηνη ηταν (και δυστυχως ειναι) ο διχασμος του κοινου σε «χιπχοπαδες» και «λοουμπαπαδες». Προσωπικα δεν βαζω ταμπελες στην μουσικη, δηλαδη ακουω οτι μ αρεσει, αλλα προτυμω ο καλλιτεχνης που ακουω να ειναι παραδειγμα προς μιμηση σε μενα.

(από Khan, 10/07/14)Μεταξύ των διονυσιακών στιγμών μπορεί να συγκαταλεγεί και η πανούσειος στροφή του πρώην λοουμπαπά Νικήτα Κλιντ. (από Khan, 15/07/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σύνολο των μουσικών επιλογών σε σχεδόν όλα τα βραδινά κέντρα διασκέδασης και μπαράκια, το οποίο εξαντλείται σε χορευτικά τραγούδια με βαρετά beat και Ελληνικά νερόβραστα τραγούδια τύπου Χατζηγιάννη.

- Χθες το βράδυ καταλήξαμε σε ένα καινούριο μπαρ που άνοιξε κοντά στη γειτονιά μου και τα πίναμε.
- Καινούριο ε; Τί φάση, τί μουσική έπαιζε;
- Τα γνωστά φίλε, χατζημπίτια και κανα δυό ροκιές σούπα. Τίποτε ιδιαίτερο.

omorfa matia mple kai 8anai h <3 komple (από Khan, 11/07/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα Friskies (προφανώς απ’ το εγγλέζικο frisk: χοροπηδώ παιχνιδιάρικα, frisky: ζωηρός/ πεταχτός) της εταιρείας Purina που αποτελεί παρακλάδι της πολυεθνικής Nestlé, το ξέρουν κι οι κότες, είναι μάρκα ζωοτροφών για σκύλους και γάτες.

Ο όρος όμως χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά μεν, πλην περισσότερο χαριτωμένα παρά συγκαλυμμένα:

● μια συγκεκριμένη ράτσα σκύλων – αοιδών (αλλά και των θαυμαστών τους), που σνομπάρουν οι εγχώριες καλλιτεχνικές ελίτ και τα Μέγαρα Μουσικής, αν και τα προϊόντα του ταλέντου τους χαρακτηρίζουν αδιαμφισβήτητα την πολιτιστική ζωή των νεοελλήνων,

● τους χώρους διασκέδασης κοινώς γνωστά ως σκυλάδικα, όπου πραγματοποιούνται διονυσιακά η εκτόνωση αλλά κι η εκδήλωση κάθε νταλκά, παρέα με την επίδειξη του μοναδικού ταπεραμέντου της φυλής στον τομέα δημόσια διασκέδαση και

● τα ομώνυμα άσματα με τους απαράμιλλους σε πρόκληση πλείστων συναισθημάτων στίχους, που αργά ή γρήγορα θα βρουν μια κάποια θέση στη λαογραφία.

Η εκτόξευση λουλουδιών στον τραγουδιστή αποτελεί μια καθόλα ευγενή συνήθεια που όμως στα σκυλάδικα η επιδεικτική κατάχρησή της και στους ενθουσιασμένους χορευτές και δη χορεύτριες, αποτελεί θεσμό εκ των ουκ άνευ.

Εξού κυκλοφορεί η δηλωτική του ποιού του τραγουδιστή αλλά και του γούστου κάποιου ατόμου υποτιμητική έκφραση «του/της πετάνε φρίσκις».

Ιδιαίτερη κατηγορία σκύλου αποτελεί ο πιστός κομματόσκυλος.
Υπονοώντας, πάντα υποτιμητικά και απαξιωτικά, τόσο αυτόν όσο και την ενίοτε γκουρμέ ανταμοιβή του, κυκλοφορεί η έκφραση «τον ταΐζουν φρίσκις».

Παρεμπιπτόντως: ελλείψει άλλων κονσερβών στα ράφια των σουπερμάρκετ και μπροστά στο φάσμα του εξ ασιτίας θανάτου λόγω κάποιας ντεμέκ επικείμενης καταστροφής, προνοητικοί ή πανικόβλητοι Έλληνες καταναλωτές (όπως το δει καθείς) που παίρνουν το ζήτημα επιβίωση πολύ σοβαρά, καβαντζώνουν τις εν λόγω αλλά και ομοειδείς κονσέρβες καλού - κακού.

Λόγω γαστριμαργικού ταμπού, κόντρα στις Αρχές μου, αδυνατώ να επιβεβαιώσω τις φήμες για το απολύτως ανεκτό της γεύσης και τη διατροφική αξία τους.

  1. Το δεύτερο ημιχρόνιο διαδραματίστηκε στο bar estilo ιδέα του Τάσου και όπως καταλαβαίνετε ένα κομβόι από τζιπ κατηφόριζε για να πούμε και ένα τραγουδάκι. Και όπως πολύ καλά μυριστήκατε οι περισσότεροι χάθηκε η μπάλα εκεί (…). Σαμπάνιες, ουίσκι, σφηνάκια, ζεϊμπεκιές, χαρτοπετσέτες, ποτήρια ιπτάμενα που λόγο της βαρύτητας έσκαγαν στο πάτωμα, ένας τύπος με μια άσπρη τούφα εκεί που χόρευε ξαφνικά τον έβλεπες σαν τον Peter Pan να εκτοξεύεται πάνω στο μπαρ και να τραβάει φωτογραφίες, ρεπερτόριο από Καζαντζίδη και Χρηστάκη μέχρι Γονίδη και Τερζή. Δεν περιγράφω άλλο. Και λέμε κατά τις 5, δεν πάμε γιατί τα φρίσκις δεν τα γλυτώνουμε απόψε; Και όλοι με μια φωνή αναφώνησαν ναιιιιιιιιιιιιιι! Έλα όμως που ο Τάσος είχε άλλη άποψη και εγώ είμαι και λίγο επιρρεπής…

  2. - Στο μαγαζί πώς πάνε τα πράγματα από άποψη κίνησης; Κακά τα ψέματα, Βασίλη, είναι ακριβές οι τιμές, γενικά.
    - Ο κόσμος έρχεται γιατί για ένα τέτοιο σχήμα δεν είναι ακριβές οι τιμές. Έχουμε ανεβεί 36 άτομα από την Αθήνα, δεν είναι καθόλου ακριβές. Ακριβά είναι τα άλλα, τα φρίσκις, που άλλωστε είναι και χώροι επίδειξης κομπλεξισμού, χλιδής κτλ.

(09/05/10. Ρωτά η Έλσα Σπυριδοπούλου - Απαντά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου)

  1. Στη δισκογραφία της Πάολας, φρίσκις ό,τι τραγούδι θες.

  2. Ρε άντε από ‘κει ρε λούληδες φλώροι που θα μιλήσετε για τη Μαντώ και το αν είναι διασκευή ή όχι. Στα παπάρια μου κιόλας. Τέτοια φωνή δεν έχει ξαναβγεί στην Ελλάδα. Επειδή δεν έκανε καριέρα με το μουνί της σαν κάτι σκυλούδες μπάολες θα τη βγάλετε και άχρηστη. Μπαγλαμάδες. Αυτή φταίει που δε γεννήθηκε σε καμιά χώρα της προκοπής να κάνει διεθνή καριέρα. Τραβάτε στα σκυλοτροφεία που μεγαλώσατε ν' ακούσετε την παγώνα την Kαραμήτσου και να της πετάτε φρίσκις στην πίστα. Βλαχαδερά, άμουσα υποκείμενα.

  3. … γράφεις ότι όλος ο θόρυβος για υποβρύχια που γέρνουν ήταν για κλάματα. Για ψάξε λίγο το ιστορικό της υπόθεσης, όχι μόνο πασοκικές θεωρίες που σε βολεύουν. Τελικά τα κομματόσκυλα σάς ταΐζουν με φρίσκις; Με αυτά που γράφεις είσαι εσύ για κλάματα.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Πορνοστάρ- σκυλί ατάιστο με το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό όνομα W(h)iska. Εδώ σε ακτιβιστικό στιγμιότυπο με τις Femen, καθώς διώκεται για πολιτικούς λόγους στην Ουκρανία. (από Khan, 25/12/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σαπόρτ (αγγλ. support) καλείται το συγκρότημα που εμφανίζεται πριν από την κύρια μπάντα της βραδιάς, η οποία και αποτελεί το μεγάλο όνομα της συνολικής διοργάνωσης. Ή, όπως λέγεται σε αυτές τις περιπτώσεις, το σαπόρτ συγκρότημα είναι αυτό που ανοίγει τη συναυλία.

Σκοπός του σαπόρτ είναι τυπικά να προλογίσει την μπάντα, να αποτελέσει δηλαδή την εισαγωγή της εκδήλωσης πριν από την μεγάλη ατραξιόν της βραδιάς, εξυπηρετώντας έτσι διάφορους σκοπούς: αφενός γεμίζει ικανοποιητικά το ευρύτερο πρόγραμμα της βραδιάς, δίνοντας στον θεατή την αίσθηση και την ικανοποίηση ότι έχει παρακολουθήσει ένα ολοκληρωμένο θέαμα, αφετέρου προσφέρει στα συγκροτήματα την ευκαιρία να παρουσιάσουν το υλικό τους σ' ένα ευρύτερο κοινό, παρέχοντας έτσι στους θεατές την ευκαιρία να γνωρίσουν νέες μπάντες, και να ακούσουν νέους ήχους και νέους θορύβους.

Βέβαια, η παραπάνω παράγραφος αποτελεί την πολιτικώς ορθή άποψη περί των σαπόρτ σχημάτων. Υπάρχει και μία άλλη άποψη που υποστηρίζει ότι οι σαπόρτ μπάντες βρίσκονται στο πρόγραμμα προκειμένου να αναδεικνύεται η υπεροχή του κυρίου ονόματος της διοργάνωσης. Μ' άλλα λόγια, η παρουσία του σαπόρτ υφίσταται ως μέτρο σύγκρισης, ανάλογα πάντα με την περίσταση: ερασιτέχνες και επαγγελματίες, ανερχόμενοι και καταξιωμένοι, ντόπιοι και ξένοι, παιχταράδες και wannabes, κ.ο.κ. Η αντίληψη αυτή πολλές φορές ενισχύεται από την συμπεριφορά των διοργανωτών απέναντι στα σαπόρτ σχήματα: λιγότερος χρόνος για soundcheck ή και καθόλου soundcheck, απουσία βασικών παροχών (το καμαρίνι το διαγράφουμε στο 90% των περιπτώσεων), γενικότερη αδιαφορία και απαξίωση και πάει λέγοντας. Πολλές φορές βέβαια αυτό δεν έχει να κάνει με εμπάθεια εκ μέρους των διοργανωτών. Οι λαϊβάδες, όντας επιχειρηματίες, ενδιαφέρονται κατά κύριο λόγο να κόψουν εισιτήρια και αυτό το έχουνε ήδη πετύχει με το μεγάλο όνομα. Ως εκ τούτου, τα υπόλοιπα δεν είναι παρά μικρολεπτομέρειες. Το σωστό βέβαια να λέγεται: υπάρχουν και λαϊβάδες που συμπεριφέρονται εξίσου ισότιμα (βλέπε: επαγγελματικά) σε όλα τα σχήματα της βραδιάς. Το ίδιο, ευτυχώς, ισχύει και για αρκετούς ηχολήπτες.

Υπάρχουν ωστόσο και περιπτώσεις όπου, παρά τις αντιξοότητες, τα σαπόρτ σχήματα φέρνουν τούμπα τα μπιφτέκια και αποδεικνύονται όχι μόνο άξια της περίστασης, όχι μόνο κερδίζουν τις εντυπώσεις και την εκτίμηση του κόσμου, αλλά αποδεικνύονται και πολύ καλύτερα από τους κράχτες της βραδιάς. Δυστυχώς όμως, αυτό δεν συνεπάγεται πάντα ενίσχυση του κύρους τους ως μπάντα, παρά μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις. Τα αταβιστικά αντανακλαστικά του κοινού απέναντι στους «διάσημους» της βραδιάς συνήθως υπερισχύουν, ακόμη και μετά το πέρας της συναυλίας.

Η απήχηση και η προσέλευση των σαπόρτ σχημάτων σε περιπτώσεις συναυλιών που δεν περιλαμβάνουν σχήματα του εξωτερικού ή διάσημες μπάντες του εσωτερικού (βλέπε: μεγάλα ονόματα) είναι αντιστρόφως ανάλογη της σειράς με την οποία θα εμφανιστούν. Επειδή στις περισσότερες συναυλίες τέτοιου τύπου το κοινό απαρτίζεται από φίλους / συγγενείς / γκόμενες των σχημάτων που εμφανίζονται και λιγότερο από μουσικόφιλους (οι οποίοι εξ ορισμού θα κάτσουν να παρακολουθήσουν τη συναυλία μέχρι τέλους), το αν το σχήμα που εμφανίζεται θα έχει κοινό ή όχι (πέραν των προαναφερθέντων σταντέθεατών) εξαρτάται από την ώρα που θα βγει: αν βγει πρώτο η τελευταίο τότε πούλο, είτε γιατί στην πρώτη περίπτωση γενικά ελάχιστοι πάνε από την αρχή της συναυλίας, είτε επειδή η ώρα εμφάνισης στη δεύτερη περίπτωση είναι περασμένη, οπότε και οι περισσότεροι έχουν ήδη φύγει ή για άφτερ, ή για να προλάβουν τα τελευταία δρομολόγια των μέσων συγκοινωνίας. Συνήθως, η καλύτερη θέση, συχνά με αναπρογραμματισμό της όλης διοργάνωσης, πλειστάκις αυθαίρετο και της τελευταίας στιγμής, και έπειτα από γερούς (έως ακραίους) καυγάδες, είναι στη μέση του line-up της βραδιάς, δηλαδή δεύτερο ή τρίτο συγκρότημα σε σειρά εμφάνισης, ανάλογα με το πόσα συγκροτήματα παίζουν. Οι θέσεις αυτές είναι συνήθως σιγουράντζες και με εγγυημένη προσέλευση -το αν βέβαια γενικά μετράει η μπάντα βάσει αντικειμενικών (ή ό,τι) κριτηρίων είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι τα παραπάνω τίθενται σε πολύ γενικά πλαίσια. Οι συναυλίες, όντας κοινωνικά (πρωτίστως) και πολιτιστικά (δευτερευόντως) συμβάντα, πού και πού δεν ακολουθούν καμία πεπατημένη. Αυτό σημαίνει ότι όντως υπάρχουν, καθόλου σπάνια μάλιστα, εκείνες οι μαγικές βραδιές όπου ο κόσμος είναι πολύς, καλός, και γουστάρει, ο ήχος είναι εξαιρετικός, και η μπάντα βρίσκεται σε μεγάλα κέφια, τα δίνει όλα και με το παραπάνω και όλοι επιστρέφουν στα σπίτια τους ευχαριστημένοι και με όμορφες αναμνήσεις από τη βραδιά. Το μυστικό, εν τέλει, είναι ένα: καλή συναυλία σημαίνει να παίζεις με την ίδια ενέργεια και ενθουσιασμό. είτε εμφανίζεσαι στο μπαράκι της γειτονιάς σου, είτε στο πιο άρτιο και διάσημο λαϊβάδικο της χώρας σου. Τίποτε άλλο.

Βλ. και σαπορτάρω.

  1. γιατι αραγε ολα τα μικρα group που παιζουν support σε super-bands, εχουν χαλια ηχο;γιατι αραγε; (Από εδώ)

  2. υπόψιν, αυτός ο alec empire που ήτανε στους atari teenage riot παίζει σαπόρτ στους nin, εδώ το βιντεάκι δεν μπορώ να το ανοίξω καααάποτε μου΄χε δώσει μια κασέτα τους ο hindu (από εδώ)

3.Πήγα Αμύνταιο παρ'όλο που είμαι απο Θεσσαλονίκη για 2 λόγους ...
1)Φοβήθηκα μήν ακυρωθούνε οι Σέρρες λόγω καιρού και με βόλευε και η κυριακή για μία βολτίτσα.
2)Στο Αμύνταιο παίζανε σαπόρτ και μία από τις αγαπημένες μου undeground μπάντες οι Overgarven.
Δυστηχώς δεν είμαι αρμόδιος να κάνω ρεπορτ αλλά έριχνε καρεκλοπόδαρα!!! και δεν παίξανε και oi Overgarven γαμώτο! (Από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τουρκογενές επιφώνημα κυρίως προτρεπτικό κινήσεως, με θετικό ή αρνητικό περιεχόμενο. Προέρχεται από το τούρκικο Ya Allah (παλιότερα στρατιωτικό πρόσταγμα εφόδου στο όνομα του Μεγαλοδύναμου, όπως γιουρούσι-γιούρου-γιάγμα κ.λπ. και νεωστί: Για τ’ όνομα του Θεού, άντε στην ευχή του Θεού κ.α. αντίστοιχα στα εγκλέζικα Jesus Christ, by Jove, Godspeed, κέλτικα Begorrah, ιταλικά Dio Santo, ισπανικά por Dios, γερμανικά zum Donnawetter/um Gotteswillen κ.λπ.). Οι Τούρκοι σταμπουλούδες ταρίφες (που οδηγούσαν τα Μουράτ=Φίατ ταξί αυτοκίνητα), το χρησιμοποιούν κατά κόρον, εν είδει «άιντε, κουνήσου μαλάκα ξημερώσαμε!» (δηλ. ντούρ!/γκίτ!).

Όπως και με πολλές άλλες τούρκικες λέξεις, συμβαίνει να συμφύρεται η έννοια της με αντίστοιχη εν μέρει ομόηχη ελληνική δηλ. γιάλα - για έλα < έρχομαι (όπως π.χ. μέραμπα - καλημέρα, μπρε - μωρέ / βρε / ρε / ορέ Ρούμελη-Μοριάς / βορέ Κεφαλλονιά κ.λπ)., ώστε συχνά να αλλοιώνεται τεχνηέντως η ετυμολογία τους. Ομοίως, οι απόψεις για την προέλευση του προτρεπτικού μορίου ά(ι)ντε διίστανται: Προέρχεται από το ιταλο-ισπανικό andar(e) (προστακτική: anda!=περπάτα, προχώρα) ή από το τούρκικο hayti = άντε / μπρος (π.χ. hayti bacalum = άντε να δούμε); Μάλλον το δεύτερο.

Στην Ελλάδα σχετίζεται περισσότερο με τα τσακίσματα του ρεμπέτικου, δηλαδή είτε ως επιφώνημα επιδοκιμασίας για τις τσαλκάντζες του τραγουδιάρη (π.χ. Έλα, άντε, δώσ' του, αμάν-αμάν τα βεραμάν, ωχαμάνα άλα της, ολούρμι, γιαχαμπίμπι, έτσι, γκιουζελίμ, αυτά είναι, ώπα, γειά σου, ντιριντάχτα, να μου ζήσεις, μπιραλλάχ, σσσσσ... κ.λπ.), είτε ως προτροπή προς χορευτή, να φέρει τις βόλτες του με όμορφες (αλλά απέριττες) φιγούρες. Αξιοσημείωτο είναι, ότι παλιότερα σφύριζαν χαρούμενα οι θαμώνες των καφωδείων κι ακόμη παλιότερα έριχναν και πιστολιές στον αέρα (ή στο ταβάνι), σαν την Άγρια Δύση!

Εκτός της συνηθισμένης χρήσης του, το νατουραλιζέ ελληνικό πλέον «γιάλα» (εκ του υποτιθέμενου «έλα»), συνέχισε και μετά το ’50 να προσφωνεί ειρωνικά τους βλαχόμαγκες, που σηκώνονταν να τσουρο-χορέψουν (βλ. γιέλλλα!). Συγκεκριμένα, ο Τσιτσάνης το’ λεγε συχνά είτε κοροϊδευτικά, είτε γιατί έτσι του 'βγαινε αφού ήταν από τα Τρίκαλα κι οι Πειραιώτες ρεμπέτες τον αποκαλούσαν υποτιμητικά «Βλάχο» ή «Πονηρό» ή «Τσίλα» (=Βασίλης στα βλάχικα), καθώς έσκωπταν όσους έμπαιναν στο ταράφι και δεν προέρχονταν από 3-4 πόλεις (λιμάνια) που διέθεταν βιομηχανικό υποπρολεταριάτο.

Τέλος, σημειωτέον ότι υφίσταται και νεο-κουτούκι με τη λογοπαιγνιώδη επωνυμία «Πάμε γι’ άλλα», στα Εξάρχεια.

- Μαέστρο παίξε ένα απ’ τα δικά μου!
- Έγινε Γιώργο μου! (Ακολουθεί ταξίμι)
- Γιάλααααααα! Αυτός είσαι!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπιτάκια είναι τα beats (χτύποι), που ακούγονται σε τραγούδια.

Οι κοινοί άσχετοι με την μουσική χρησιμοποιούν αυτή τη λέξη για τα τραγούδια ηλεκτρονικής μουσικής. Οι «έμπειροι» στην ηλεκτρονική μουσική σιχαίνονται αυτόν τον όρο και προτιμούν να χρησιμοποιούν το ακριβές όνομα του είδους της ηλεκτρονικής μουσικής που ακούν. Μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν τόσα παρακλάδια ηλεκτρονικής μουσικής, όσα και τα περιστέρια στο Σύνταγμα. Minimal electro, tech house, psychedelic trance και άλλα τέτοια περίεργα ονόματα ειδών μουσικής υπάρχουν στην ηλεκτρονική σκηνή. Απο το 10ο ποτό, ή από το 3ο ecstasy και μετά, δεν έχει καμία σημασία το είδος, όλα γίνονται ένα και οι οπαδοί του εν λόγω μουσικού είδους, χτυπιούνται ασταμάτητα ακόμα και αν το «μπιτάκι» προέρχεται από το χτύπημα του κεφαλιού τους στον τοίχο.

Σημασία όμως θα δώσουμε στους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι αποκαλούν αυτά τα τραγούδια «μπιτάκια»:

Νεοέλληνες που προσπαθούν να διώξουν τη ρετσινιά του μπουζουκόβιου, ενώ ταυτόχρονα τον τοίχο πάνω από το κρεβάτι τους τον κοσμεί μια αφίσα του Τερλέγκα, έρχονται στα clubs να διασκεδάσουν να ούμε και αυτοί σαν ευρωπαίοι.

Στην αρχή είναι μαζεμένοι και ντροπαλοί, προσποιούμενοι ότι τους αρέσει αυτή η νέα μουσική και σιγολικνίζονται άχαρα, επειδή έτσι είπε ο Κωστόπουλος στο Nitro. Όταν κατεβάσουν όμως το 2ο μπουκάλι «Τζώνη Ρεντ» (έτσι θα το έγραφαν αυτοί), αρχίζουν και μπαίνουν στο κέφι, χορεύοντας πάνω στο τραπέζι (άντρες-γυναίκες), χαλαρώνοντας την φούξια-γραβάτα-σκέτη-παλαμίδα, κάνοντας σε, κλείνοντας τα αυτιά σου και βλέποντας τους, να νομίζεις ότι βρίσκεσαι στο skyladiko vip.

Ιδρωμένες καράφλες και μασχάλες, λικνίζονται με έναν ρυθμό μητσοτακίστικου τικ, που στη συνέχεια αγγίζει το τσιφτετέλι, ακόμα και αν εκείνη την ώρα παίζει house. Γκρινιάζουν για το «πότε θα βάλει ελληνικά επιτέλους» και φωνάζουν τον «μάστορα» να φέρει άλλο ένα «Τζώνη».

Ωραία τα μπιτάκια τελικά… Έλα ρε αρχηγέ David guetta!! Άλα!

...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το γαλλικικοφανές bouzouklerie, όπως λέμε «pâtisserie» (φούρνος), boucherie« (χασάπικο), »pêcherie« (ψαράδικο),»bijouterie« (κοσμηματοπωλείο), κτλ. Αυτονόητο ότι η λέξη είναι ελληνικής εμπνεύσεως, μεταφράζοντας τη λέξη μπουζουξίδικο σε μπουζουκλερί. Επειδή κάθε τι γαλλικό έχει μία φινέτσα ξεχωριστή, πιστεύω ότι ο ποιητής είχε ειρωνική διάθεση, εννοώντας το παρακμιακό μπουζουξίδικο που συναντά κανείς μόνο στην εθνική οδό, έξω από την Αθήνα, σε επαρχιακούς δρόμους έξω από μεγάλες πόλεις της επαρχίας, και φυσικά σε όλες τις μεγάλες πόλεις του εξωτερικού (βλέπε παράδειγμα). Τα ονόματα των μπουζουκλερί δεν περιλαμβάνουν λέξεις όπως studio, live, arena και palace, τα συνηθέστερα ονόματα είναι του στυλ Χάραμα, το Χρυσό φεγγάρι, Σκορπιός, Αριζόνα, Elise κτλ. Εννοείται ότι όλα τα ποτά είναι μπόμπα, οι λαϊκοί βάρδοι τις περισσότερες φορές είναι παράφωνοι, οι τραγουδιάρα απαραίτητα είναιαπό φωνή μουνί, αλλά από μουνί φωνάρα (Ζαμπέτας). Τα οχήματα που βλέπει κανείς αραγμένα έξω από το μαγαζί είναι τύπου Navara, Hilux, (αγρότες πελάτες), αλλά πού και πού Skania, Daf και Volvo (νταληκιέρηδες πελάτες), ενώ, αν το μαγαζί είναι στο εξωτερικό, οι περισσότεροι πελάτες είναι φοιτητές που διασκεδάζουν, όχι για την πάρτη τους, αλλά να...για τη φουκαριάρα τη μάνα τους..., που δεν βγαίνει ποτέ για να σπουδάζουν αυτοί στις Ευρώπες και τις Αμερικές.

Όσοι Έλληνες πέρασαν από το Λίβερπουλ για σπουδές ή άλλους λόγους και είχαν την τύχη να επισκεφτούν το θρυλικό σκυλάδικο χωρίς όνομα που λειτουργούσε στο υπόγειο του Κυπριακού εστιατορίου «The kebab», θα συμφωνήσουν ότι είναι η απόλυτη μπουζουκλερί. Το κεμπάπ, (έτσι το έλεγαν όλοι) ήταν σε ένα σκοτεινό υπόγειο, που για μοναδικό φωτισμό είχε 2 μπλε λάμπες, και ένα black light πάνω από την ορχήστρα. Όλοι οι μουσικοί με μουλέτι, και μαλλί δαχτυλίδι όπως ο Βαμβακούλας, με τζινάκι, μυτερή καουμπόικη μπότα και σατέν πουκάμισα (ο μπουζουξής κόκκινο, ο πληκτράς μπλε ηλεκτρίκ, ο ντραμίστας χρυσαφί), με μαύρο δερμάτινο γιλέκο από πάνω. Ο βάρδος φόραγε ψάθινο παπουτσάκι χωρίς κάλτσα, λευκό παντελόνι και χαβανέζικο πουκάμισο. Παραγγείλαμε ένα μπουκάλι Bells, ο σερβιτόρος μας έφερε (ανοιγμένο) ένα μπουκάλι Grants, και όταν του είπαμε ότι παραγγείλαμε Bells μας είπε μην ανησυχείτε Bells έχει μέσα... Θέλω άλλες 100 σελίδες για να περιγράψω όσα είδα εκείνο το βράδυ, νομίζω ότι μπήκατε στο κλίμα....

(από slangprof, 17/01/09)(από slangprof, 17/01/09)Η πύλη της κολάσεως... (από slangprof, 17/01/09)Σε συνεχεια του σχολιου του Προφεσορα για το ξυλο. Να φυγει το βιντεο... (από acg, 18/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Nτιτζέι (DJ), ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσανατολισμού, που παίζει υπερβολικά πολλές φορές το «I Will Survive». Mία φορά είναι ήδη υπερβολικά πολλές.

Μωρέ καλό μπαράκι, καλή ατμόσφαιρα... αλλά κάτι δεν πήγαινε καλά... πολλοί άντρες, καθόλου γυναίκες. Άσε που είχε και ντιγκέι...

Πηγή: Πλαθολόγιο - H απουστειρωμένη έκδοση, εκδ. Intro 2008, του Λύο Καλοβυρνά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρώτη σκέψη 90's, δεύτερη τα χάπατα, τρίτη Οινόφυτα parties και battery club, τέταρτη σκέψη οι εναπομείναντες που χορεύουν κάνοντας κουτάκια με τα χέρια τους και άλλα 90's χορευτικά σε πάρτυ που θα ήθελαν να τους θυμίζουν τα δικά τους. Φοράνε πολύχρωμα πουκάμισα, περίεργα παντελόνια συνήθως και οι πιο hardcore πολύχρωμα κορδόνια και down town παπουτσάκια όσοι το πάνε προς trance..

- Ψηλέ άραγκον και χώσε μπίου, παίζει rave εδώ! Κοίτα το χάπατο πώς κουνιέται!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία