Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

(αγγλ. metal)
Είδος ροκ μουσικής που αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 60. Χαρακτηρίζεται από τον παραμορφωμένο ήχο της κιθάρας, τα γρήγορα σόλο και τύμπανα και τα κακά φωνητικά.

Τα παρακάτω σενάρια με ήρωες τον πρωταγωνιστή, τη φυλακισμένη σε κάστρο πριγκίπισσα και τον δράκο που τη φυλάει, αποδίδουν μερικές απ' τις γεύσεις του μέταλ:

  • Heavy Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει με μια harley, σκοτώνει τον δράκο, πίνει μερικές μπύρες και πηδάει την πριγκίπισσα.
  • Power Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει καβάλα σ' ένα λευκό μονόκερω, ξεφεύγει απ' τον δράκο, σώζει την πριγκίπισσα και της κάνει έρωτα σ' ένα μαγεμένο δάσος.
  • Thrash Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει, πολεμάει τον δράκο, σώζει την πριγκίπισσα και την πηδάει.
  • Folk Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει με μερικούς φίλους του που παίζουν ακορντεόν, βιολιά, φλάουτα κι άλλα περίεργα όργανα, ο δράκος την πέφτει για ύπνο (απ' τον χορό κτλ). Μετά φεύγουν όλοι... χωρίς την πριγκίπισσα.
  • Viking Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει με πλοίο, σκοτώνει τον δράκο με το επιβλητικό τσεκούρι του και τον τρώει, βιάζει την πριγκίπισσα μέχρι θανάτου, κλέβει τα υπάρχοντά της και βάζει φωτιά στο κάστρο πριν φύγει.
  • Death Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει, σκοτώνει τον δράκο, πηδάει την πριγκίπισσα και τη σκοτώνει, μετά φεύγει.
  • Black Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει τα μεσάνυχτα, σκοτώνει τον δράκο και τον παλουκώνει μπροστά στο κάστρο. Μετά σοδομίζει την πριγκίπισσα και πριν τη σκοτώσει, πίνει το αίμα της σε τελετή. Μετά παλουκώνει και την πριγκίπισσα δίπλα στον δράκο.
  • Gore Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει, σκοτώνει τον δράκο και σκορπίζει τα σωθικά του μπροστά στο κάστρο, πηδάει την πριγκίπισσα και τη σκοτώνει. Μετά πηδάει πάλι το πτώμα, σχίζει το στομάχι και τρώει τα σωθικά της. Μετά πηδάει το κουφάρι για τρίτη φορά, το καίει και το πηδάει για τελευταία φορά.
  • Grind Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει, ουρλιάζει κάτι εντελώς ανεπίδεκτο αποκρυπτογράφησης για περίπου 2 λεπτά και φεύγει...
  • Doom Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει, διαπιστώνει το μέγεθος του δράκου και σκέφτεται ότι δεν θα μπορούσε να τον νικήσει ποτέ, έτσι του προκαλείται κατάθλιψη κι αυτοκτονεί. Ο δράκος τρώει το πτώμα του και την πριγκίπισσα για επιδόρπιο. Κι αυτό είναι το τέλος μιας λυπητερής ιστορίας.
  • Gothic Metal: Η πριγκίπισσα με βελούδινη αμφίεση τραγουδάει σοπράνο. Ο πρωταγωνιστής συμπληρώνει το ντουέτο, ως το «τέρας», ενώ ο δράκος παίζει φλάουτο. Ξαφνικά το καταπίνει και κατά λάθος καίει με φλόγα την πεντάμορφη και το τέρας και πεθαίνει από ασφυξία. Οι τρεις ψυχές καταδικάζονται εις το πυρ το εξώτερο αιώνια.
  • Progressive Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει με μια κιθάρα και σολάρει για 26 λεπτά. Ο δράκος αυτοκτονεί από τη βαρεμάρα. Ο πρωταγωνιστής μπαίνει στην κρεβατοκάμαρα της πριγκίπισσας, παίζει άλλο ένα σόλο με όλες τις τεχνικές που έμαθε τον τελευταίο χρόνο στο ωδείο. Η προγκίπισσα το σκάει ψάχνοντας για τον Heavy Metal πρωταγωνιστή.
  • Industrial Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει φορώντας ένα λιγδιασμένο παλτό, χειρονομεί άσεμνα κατά του δράκου και οι σεκιουριτάδες τον πετάνε έξω απ' τη νεραϊδοχώρα.
  • Speed Metal: Πολύ ξαφνικά, μικρό σόλο, ο δράκος μπερδεύεται, κάποιος στριγκλίζει περίεργα πράγματα, η πριγκίπισσα αντιλαμβάνεται ότι ξεπαρθενεύτηκε, ο δράκος και η πριγκίπισσα ακόμα ψάχνουν αυτόν που τα έκανε.
  • Christian Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει γυρίζοντας απ' την ενορία της περιοχής του και τραγουδάει μια σαχλή power μπαλάντα στον δράκο, λέγοντας πόσο πολύ τον αγαπάει ο Χριστός και ότι ο δράκος θα πρέπει να πάει κοντά Του. Ο δράκος ασπάζεται αμέσως τον Χριστιανισμό και όταν η πριγκίπισσα προσπαθεί να ευχαριστήσει τον πρωταγωνιστή, αυτός της απαντάει ότι είναι κατά της ερωτικής πράξης πριν το γάμο.
  • Glam Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει, ο δράκος σκάει στα γέλια με την εμφάνιση του τύπου και τον αφήνει να μπει. Ο πρωταγωνιστής κλέβει το μέικ απ της πριγκίπισσας και προσπαθεί να βάψει το κάστρο ένα υπέροχο ροζάκι.
  • Battle Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει με μια λεγεώνα εκατό γενναίων πεζικάριων, άρματα και μια ντουζίνα εκλεκτών μαχητών. Ως μέγας ειδικός στην τακτική, πολιορκεί το δράκο επί 6 ώρες και τελικά τον πλευροκοπά. Η πριγκίπισσα πλήττει.
  • Tech Metal: Ο Πρωταγωνιστής παίζει ένα ολόκληρο τονικό riff αλλάζοντας ανάμεσα στα 11/16 και 13/16 με το αριστερό του χέρι καθώς χτυπάει μία αυξανόμενη χρωματική σειρά με το δεξί. Ο Δράκος παθαίνει ένα μαζικό εγκεφαλικό ανεύρυσμα και πεθαίνει. Η πριγκίπισσα πάει σε μουσική σχολή για να καταλάβει τι στο διάολο έπαιζε ο πρωταγωνιστής.
  • Nu Metal: Ο πρωταγωνιστής καταφτάνει μ' ένα κατεστραμμένο Honda Civic κι επιχειρεί να πολεμήσει τον δράκο αλλά καίγεται μέχρι θανάτου όταν τα γελοία φαρδιά ρούχα του πιάνουν φωτιά.
  • Emo Metal: Ο πρωταγωνιστής βλέπει τον δράκο, κάτι ψελλίζει εκεί για το πόσο δύσκολο θα είναι να καταφέρει την πριγκίπισσα να τον ερωτευτεί, και τον τρώει ο δράκος. Η πριγκίπισσα είναι πολύ χαρούμενη, γιατί στην τελική ο πρωταγωνιστής δεν ήταν παρά μια κλαψιάρα αδερφή.

(Ελεύθερη απόδοση από αγγλικό κέιμενο άγνωστης πηγής)

- Τι μουσική ακούς φίλε;
- Ε... μέταλ κυρίως...
- Ακούτε μάγκες, μέταλ ακούει το παιδί. Λοιπόν για πες μας ρε «μεταλλά» όλους τους δίσκους των Μέιντεν μαζί με τα έτη κυκλοφορίας, αλλιώς δεν φεύγεις από δω μέσα όρθιος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τουρκογενές επιφώνημα κυρίως προτρεπτικό κινήσεως, με θετικό ή αρνητικό περιεχόμενο. Προέρχεται από το τούρκικο Ya Allah (παλιότερα στρατιωτικό πρόσταγμα εφόδου στο όνομα του Μεγαλοδύναμου, όπως γιουρούσι-γιούρου-γιάγμα κ.λπ. και νεωστί: Για τ’ όνομα του Θεού, άντε στην ευχή του Θεού κ.α. αντίστοιχα στα εγκλέζικα Jesus Christ, by Jove, Godspeed, κέλτικα Begorrah, ιταλικά Dio Santo, ισπανικά por Dios, γερμανικά zum Donnawetter/um Gotteswillen κ.λπ.). Οι Τούρκοι σταμπουλούδες ταρίφες (που οδηγούσαν τα Μουράτ=Φίατ ταξί αυτοκίνητα), το χρησιμοποιούν κατά κόρον, εν είδει «άιντε, κουνήσου μαλάκα ξημερώσαμε!» (δηλ. ντούρ!/γκίτ!).

Όπως και με πολλές άλλες τούρκικες λέξεις, συμβαίνει να συμφύρεται η έννοια της με αντίστοιχη εν μέρει ομόηχη ελληνική δηλ. γιάλα - για έλα < έρχομαι (όπως π.χ. μέραμπα - καλημέρα, μπρε - μωρέ / βρε / ρε / ορέ Ρούμελη-Μοριάς / βορέ Κεφαλλονιά κ.λπ)., ώστε συχνά να αλλοιώνεται τεχνηέντως η ετυμολογία τους. Ομοίως, οι απόψεις για την προέλευση του προτρεπτικού μορίου ά(ι)ντε διίστανται: Προέρχεται από το ιταλο-ισπανικό andar(e) (προστακτική: anda!=περπάτα, προχώρα) ή από το τούρκικο hayti = άντε / μπρος (π.χ. hayti bacalum = άντε να δούμε); Μάλλον το δεύτερο.

Στην Ελλάδα σχετίζεται περισσότερο με τα τσακίσματα του ρεμπέτικου, δηλαδή είτε ως επιφώνημα επιδοκιμασίας για τις τσαλκάντζες του τραγουδιάρη (π.χ. Έλα, άντε, δώσ' του, αμάν-αμάν τα βεραμάν, ωχαμάνα άλα της, ολούρμι, γιαχαμπίμπι, έτσι, γκιουζελίμ, αυτά είναι, ώπα, γειά σου, ντιριντάχτα, να μου ζήσεις, μπιραλλάχ, σσσσσ... κ.λπ.), είτε ως προτροπή προς χορευτή, να φέρει τις βόλτες του με όμορφες (αλλά απέριττες) φιγούρες. Αξιοσημείωτο είναι, ότι παλιότερα σφύριζαν χαρούμενα οι θαμώνες των καφωδείων κι ακόμη παλιότερα έριχναν και πιστολιές στον αέρα (ή στο ταβάνι), σαν την Άγρια Δύση!

Εκτός της συνηθισμένης χρήσης του, το νατουραλιζέ ελληνικό πλέον «γιάλα» (εκ του υποτιθέμενου «έλα»), συνέχισε και μετά το ’50 να προσφωνεί ειρωνικά τους βλαχόμαγκες, που σηκώνονταν να τσουρο-χορέψουν (βλ. γιέλλλα!). Συγκεκριμένα, ο Τσιτσάνης το’ λεγε συχνά είτε κοροϊδευτικά, είτε γιατί έτσι του 'βγαινε αφού ήταν από τα Τρίκαλα κι οι Πειραιώτες ρεμπέτες τον αποκαλούσαν υποτιμητικά «Βλάχο» ή «Πονηρό» ή «Τσίλα» (=Βασίλης στα βλάχικα), καθώς έσκωπταν όσους έμπαιναν στο ταράφι και δεν προέρχονταν από 3-4 πόλεις (λιμάνια) που διέθεταν βιομηχανικό υποπρολεταριάτο.

Τέλος, σημειωτέον ότι υφίσταται και νεο-κουτούκι με τη λογοπαιγνιώδη επωνυμία «Πάμε γι’ άλλα», στα Εξάρχεια.

- Μαέστρο παίξε ένα απ’ τα δικά μου!
- Έγινε Γιώργο μου! (Ακολουθεί ταξίμι)
- Γιάλααααααα! Αυτός είσαι!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φίλτατοι συσσλανγκισταί,

Είναι μήνες που έχω στο πρόχειρό μου προς επεξεργασία, εμπλουτισμό κλπ κάποια λήμματα, όλα παρμένα από το Βιβλιοδρόμιο 7-8 Ιαν. 2006,
άρθρο Μαρίας Μαρκουλή.

Αποφάσισα ότι δεν έχω καμία έμπνευση ή περαιτέρω γνώσεις να τα επεξεργαστώ. Ούτε και έχει νόημα να τα αντιγράψω απλά, όπως έκανα με κανα δυο άλλα από τη λίστα αυτή (δεν τα θυμάμαι τώρα). Επίσης δεν χωράει να τοποθετήσω όλο αυτό το κατεβατό στο ΔΠ.

Σκέφτηκα λοιπόν να τα χώσω όλα μαζεμένα εδώ ώστε, όποιος θέλει, να τσιμπήσει ό,τι θέλει, να το δουλέψει και να το αναρτήσει ως αυτόνομο λήμμα, αναφέροντας πάντα την δημοσιογράφο ως πηγή.

Αν περάσει κανα μηνάκι και ουδείς έχει ενδιαφερθεί, τότε θα τα κοπιάρω απλά ένα-ένα και θα τα αναρτήσω ξεχωριστά.

Τα παραθέτω ως εκ τούτου στο Παράδειγμα. Πιθανόν κάποια να τα έχουμε ήδη ή κάποια να μην ευσταθούν και τόσο.

Όποιος διαλέξει κάποιο, ας το δηλώσει στα Σχόλια ώστε να ξέρουμε ότι το λήμμα είναι υπό επεξεργασία.

Α, και δεν βαθμολογείτε εδώ, εννοείται.

Σαμπλάρω. Από το σαμπλ - δείγμα. Παίρνω κομματάκια από άλλες μουσικές και τα προσθέτω στο καινούργιο μουσικό κομμάτι που δουλεύω. Π.χ.: Ωραία ιδέα είχε η Μαντόνα να σαμπλάρει Abba, ε;

Μιξάρω. Ανακατεύω τα μουσικά συστατικά ενός κομματιού. Για να τα βάλω σε τάξη ή σε αταξία. Να φτιάξω από αυτά καινούργιο κομμάτι ή ριμίξ. Π.χ.: ωραίο των U2; Και πού να το ακούσεις σε ριμίξ του Όκενφολντ!

Βαράω. Παίζω (ως ντιτζέι) δυνατά ή απλώς παίζω μουσικές ως ντιτζέι. Π.χ. Ο Βαρέλα βάραγε πολύ. Τι να σου πω; - εγώ έφυγα, αλλά μου είπαν ότι βάραγε ώς το πρωί.

Κατεβάζω. Όχι από κάπου ψηλά, αλλά από κάπου εκεί έξω. Από τη μεγάλη ανοιχτή αγορά του Ίντερνετ μπορείς να «αγοράσεις» κομμάτια και να τα ακούς στον υπολογιστήι, στο i-pod, στο CD-player. Παράδειγμα: Κατέβασα System Of Α Down χθες βράδυ. Καμία σχέση με το: σας παρακαλώ μού κατεβάζετε εκείνο το βινύλιο από το πάνω ράφι;

Ψήνω (αλλά και... κόβω). Αντιγράφω. Από ένα CD στον υπολογιστή και από εκεί όπου με βολεύει. Παράδειγμα: να σου ψήσω Depeche Mode; Κόψε μου και μένα μία Μαντόνα. Και η μουσική μια μεγάλη κουζίνα είναι.

Ραπάρω. Απαγγέλλω σαν ράπερ, χωρίζοντας τις συλλαβές πάνω στον ρυθμό. Παράδειγμα: μη μου πεις ότι ραπάρει και ο Μαζωνάκης; Εμ τι;

Ουσιαστικά

Εμ Σι (MC), ο. Από το Master (of) Ceremony. Αρχικά εκείνος που ενώ έπαιζε ο ντιτζέι (ή οι μουσικοί) έπαιρνε το μικρόφωνο και χαιρετούσε κόσμο ή παρακινούσε το κοινό να διασκεδάσει και τις κοπέλες να χορέψουν. Μετά πήρε όλο το παιχνίδι επάνω του. Και όλα λόγια και όλα τα κορίτσια.

Λάπτοπ, το. Ο φορητός υπολογιστής ως μουσικό όργανο, στο στούντιο, αλλά και στις συναυλίες. Παράδειγμα. Στην κιθάρα ο Τζόνι Κρεμίδης, στα ντραμς η Μαίρη Αλατίδου και στα λάπτοπ ο Μίστερ Πέπερ (χειροκρότημα).

Μαύρο, το. Συνήθως σε πληθυντικό - μαύρα. Παίζει πολλά μαύρα ο ντιτζέι. Δηλαδή σόουλ, χιπ χοπ, r'n'b. Π.χ.: τι ακούς; αυτόν τον καιρό πολλά μαύρα.

Μαύρος, ο. Ο από τη Νιγηρία, την Γκάνα και τις άλλες αφρικανικές χώρες πωλητής CD, τον οποίο κυνηγούν οι δισκογραφικές εταιρείες γιατί «σκοτώνει τη μουσική». Παράδειγμα: μπα, τι βλέπω; Πετρέλη; Ναι, το πήρα στο καφέ από τον μαύρο (άνευ ρατσιστικής χροιάς).

Μιξτέιπ (mixtapes), οι. Κάποτε κασέτες με κομμάτια ραπ σπάνια ή ακυκλοφόρητα. Σήμερα έχουν φανατικό κοινό και τρελές πωλήσεις. «Αν κάνεις σουξέ σε μιξτέιπ (λέει ο Σνουπ Ντογκ) σημαίνει πως σκοράρεις στα κλαμπ!».

Σούστα, η. Ούτε κρητική ούτε ποντιακή ούτε Χρήστος Δάντης. Το κομμάτι που χορεύεται, που θα «πάει» καλά στα κλαμπ. Π.χ. Αυτό; Σούστα, σου λέω, θα με θυμηθείς!

Φράσεις-κλειδιά

Πανικός στην έξοδο: Όταν ο dj αδειάζει το κλαμπ. Παράδειγμα: Πώς έπαιξε; Τι να σου πω, πανικός στην έξοδο.

Απόψε παίζει μακαρονάδες: Παίζει (ο τζόκεϊ) χάουζ με πολλά φωνητικά και γλυκά, μελωδικά, ρυθμικά κομμάτια.

Χθες, πάντως, έπαιζε παπάδες: Έπαιζε πάρα πολύ καλά (και όχι εκκλησιαστικά τροπάρια).

βλ. και άπενος, σιδηρόδρομος, πληκτράς, ξυλοκόπος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοροϊδευτικά το black metal, επειδή τα περισσότερα συγκροτήματα του είδους το παρακάνουν με το μακάβριο βάψιμο (corpsepaint), τις βίαιες ενέργειες στα live τους και τους «σατανιστικούς» στίχους, τόσο που να δείχνει πια βλακώδες.

- Ρε συ πώς μπορείς να ακούς Χατζηγιάννη; Εγώ τον απεχθάνομαι, παραείναι μαλακός και εμπορικός για τα γούστα μου.
- Ε τι θα ακούσω, βλακ μέταλ και τις άλλες καφρίλες που ακούς εσύ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Νεωτεριστικός επιθετικός προσδιορισμός επηρεασμένος από τα αγγλικάνικα και συνώνυμος με την ωλ τάϊμ κλάσικ λέξη καφρομεταλλάς.

Η γέννηση της λέξεως οφείλεται στο γεγονός ότι σε κάποια μέταλ τραγούδια οι αοιδοί, είτε υπάρχει στους στίχους ή στο ξεκούδουνο, φωνάζουν πολλές φορές «DIE DIE DIE!!!»

Είθισται να χρησιμοποιείται από ξεπεσμένους εντεχνindies ή λατερνατίβους (με φανερά υποτιμητικό ή ενίοτε χιουμοριστικό τρόπο) που η συνήθης και αγαπημένη τους ασχολία είναι να ακολουθούν με θρησκευτική ευλάβεια το εκάστοτε ευαγές ίδρυμα που έχει ψωladies night.

- Tο βράδυ είπαμε να βγούμε να τα σπάσουμε σε κάνα Καρδαμίλη. Θα' χει λέιντις νάιτ με είπαν. Ψήνεσαι;
- Τι, σήμερα; Δεν παίζει. Κανόνισα να βγω με μια σειρά μου.
- Ε ας έρθει κ αυτός ρε, δεν τρέχει κάστανο.
- Όχι ρε συ αυτός είναι νταϊντάης, δεν παίζει να την παλέψει με τους σκύλους.

(από euripidisk, 14/03/10)(από euripidisk, 14/03/10)(από euripidisk, 14/03/10)(από euripidisk, 14/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η παρτούζα με τη συμμετοχή 3 ατόμων μόνο, εξού και η ρίζα τρι-. Το -ολέ πιθανώς από την πανηγυρική κραυγή «όλε!», εκφράζοντας τη χαρά του παρτουζάκια για τη συμμετοχή του σε αυτή. Αλάνικη έκφραση.

- Ρε Θόδωρα σε ζηλεύω! Τί 'ναι αυτά πάλι;! Έκανες τριολέ με Σόνια και Λαμπρινή; Ζαγοραίος!!
- Τι να κάνουμε αγορίνα μου! Δεν είμαστε όλοι σας Μπραντ Πιτ!

Βλέπε και φάση πολυφασική.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το στρίψιμο ανδρικής ρώγας. Πονάει...

- Τι είναι ροζ και γυρίζει; (πλησιάζοντας τον άλλον χαλαρά).
- Τι; (αφηρημένος)
- ΓΙΟΥΡΟΒYΖΙΟΝ!!

(από Vrastaman, 14/03/12)Η κατάρρευση της Ευρώπης. Πονάει; (από xalikoutis, 11/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αργκό από τον χώρο της τζαζ.
Λέγεται αποκλειστικά από τύπους που χτυπάνε με ύφος τα δάχτυλα σε αντιχρονισμό με το που ακουστεί άναρθρο σαξόφωνο και αναφέρεται σε οποιοδήποτε κομμάτι ξέρουν οι ίδιοι, πιθανώς και μόνον αυτοί. Πολλάκις ημερησίως, για να το παίξουν κάποιοι βαφτίζουν στανταράκια κομμάτια που μάλλον χαρακτηρίζονται ως τζαζζζ.
Στη μη εκφυλισμένη εκδοχή (που δεν μας ενδιαφέρει και πολύ), αναφέρεται στα όντως στάνταρ κομμάτια που πρέπει να ξέρει όποιος διατείνεται ότι έχει επαφή με τζαζ. Ε, δεν γίνεται να μην ξέρεις και το Τέηκ Φάιβ ρε θείο...

- Ωραίο κομματάκι αυτό, δεν το είχα ξανακούσει.
- Έλα ρε, στανταράκι είναι, από το τρίο Πούτσεμπεργκ. Το έχει κάνει διασκευή και ο Άκης Πάνου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι Γιουρούκοι (Yörük στα τούρκικα, юруци στα Βουλγάρικα, Јуруци στα σκοπιανά), ήταν νομαδική φυλή που μερικοί την θεωρούν ελληνική (εξισλαμισμένοι ειδωλολάτρες), άλλοι φρυγική, άλλοι τουρκική (ειδικότερα, τουρκομανική) του κλάδου των Ογκούζων, ενώ άλλοι τους θεωρούν κράμα Ρωμιών και Τουρκμενίων και κάποιοι άλλοι Καυκάσιους.

Άτακτοι πεζικάριοι, συνόδευαν υποβοηθώντας τις εκάστοτε εκστρατείες του οθωμανικού στρατού, διαπράττοντας διαβόητες αγριότητες με κέρδος το πλιάτσικο.

Αν και πολλοί επέστρεψαν με την ανταλλαγή πληθυσμών στη Μικρά Ασία μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, σήμερα, απόγονοί τους υπάρχουν και σε πολλά μέρη των Βαλκανίων. Εξού και τα συχνά επώνυμα Γιουρούκης, -ας πολλών συμπολιτών μας. Κάποιοι συσχετίζουν τους εκχριστιανισμένους απ' αυτούς, με τους Σαρακατσάνους.

Στα τούρκικα yörük / yürük σημαίνει νομάς, γρήγορος, ταχύς, γοργοπόδαρος και κάποιοι το ετυμολογούν απ’ το παλαιοτουρκικό yori: περπατώ, βαδίζω σε πορεία που συναντάται στις τουρκικές γλώσσες με φωνηεντικές παραλλαγές.

Παρεμπιπτόντως, το τόσο κοντινό τούρκικο yürüyüş: προχωρώ, περπατώ, βαδίζω σε δύσκολη πορεία, μας έδωσε το πασίγνωστο γιούργια: έφοδος, επίθεση που μας προίκισε με το γνωστό μα πάντα επίκαιρο γιούρια στον ταβά με τα κουλούρια! που αναφέρει o Jonas, αλλά κι ο acg εδώ.

Στα ελληνικά εμφανίζονται, συχνότερα στο ουδέτερο, τα υποτιμητικά:

  • γιουρούκος / γιουρούκης, γιουρούκα, γιουρούκι: άξεστος, αγροίκος, βάρβαρος, απολίτιστος, βρομερός, άγαρμπος, ατσούμπαλος, μονοκόμματος, χοντροφτιαγμένος, αλήτης, ρεμάλι, γύφτος,
  • γιουρούκια: (επιπλέον) ρεμπέτ-ασκέρι, χύμα, φασαρτζήδες, πλιατσικολόγοι, λεηλατητές, τομαριστές και
  • γιουρούκικο / γιουρούτικο: ειδικό, στακάτο ζεϊμπέκικο, που σαν επίθετο το χρησιμοποιούσαν, κατά τον Πετρόπουλο, στα μπουζουξίδικα σινάφια. Οι μάγκες δε, το χόρευαν σχεδόν ακίνητοι.
  1. Πόσες θες να δουλεύει κάποιος εργαζόμενος; 40 ώρες την εβδομάδα είναι με το πενθήμερο, άντε να δουλέψει κανείς σύμφωνα με τη «διορία» 50. Άντε και άλλες 20 αν δεν πάρει αναπαύσεις ή Σ-Κ, σύνολο 70. Από 'κει και πάνω μιλάμε για γιουρούκι, δεν έχει τίποτα: σπίτι να τον περιμένει, παιδιά, σκυλιά, γατιά, κάθεται στο γραφείο γιατί δεν αντέχει τον/την σύζυγο,….

  2. Ούτε αναρχικός είμαι ούτε διανοούμενος, ούτε ορθογραφία ξέρω, ούτε θέλω να μάθω! Ένα ξέρω Α…: Κάτι απόψεις σαν τις δικές σου δείχνουν ένα πρόσωπο για την χώρα μας στο εξωτερικό τουλάχιστον τριτοκοσμικό. Αλλά γιουρούκια υπήρξαμε τόσους αιώνες, έτσι και θα παραμείνουμε! Τελικά μας αξίζει!!! Χάιλ!

  3. Κλασσικό πρόβλημα με το rds. Έχεις ενεργοποιήσει το AF δηλαδή alternative frequency και ψάχνει να βρει καλύτερη συχνότητα χωρίς παράσιτα. Αλλά τα γιουρούκια, τα λαμόγια, οι ψυχοτεχνικοί που τα περνάνε δεν ξέρουν τη τύφλα τους και ο κόσμος δε ξέρει τι να κάνει. Άσε που κάτι σταθμοί σαν τον ράδιο 1 εδώ στη Θεσσαλονίκη έχουν ενεργοποιημένο το RDS στο ΤΑ (Traffic Announcement) και σε μεταφέρουν στη συχνότητα τους δήθεν για να ακούσεις επείγουσα ανακοίνωση για την κίνηση και ανταυτού ακούς Ζαφείρη Μελλά

(όλα απ' το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για εκ L.A. ορμώμενη αμερικλανιά που θέλει αυθόρμητα πλήθη και συγκεντρώνονται αστραπιαία σε δημόσιους χώρους (συνήθως μετά από ιντερνετικό κάλεσμα), να κάνουν κάποιο κουλαριστό χορογραφικό ή άλλο εικαστικό μπροστά σε ανυποψίαστους περαστικούς και στη συνέχεια να τιγκανά σε χρόνο ντετέ. Το βινδεάκι θα αναρτηθεί στο συσιφόνι με την ελπίδα να γίνει βάιραλ. Εκ του αγγλικάνικου flash mob (αστραπόχλος ή μπακαλοφλασιά). Συγγενικό με τα smart mob, τα οποία όμως προβάλουν κάποιο κοινωνικό, πολιτικό ή επιχειρηματικό χάπενινγκ.

Στο ημέτερο L.A., τα φλάσμομπ δουλεύονται σχεδόν αποκλειστικά από διαφημιστές (σμαρτ μομπ) καθώς είμεθα ξύπνιοι και ουχί αμερικλανάκια. Ο Ε.Ο.Τ. πρόσφατα λάνσαρε σε παγκόσμια πρώτη και μια εγχώρια παραλλαγή, το στούπιντ μομπ (μπακαλοφλασιά): πρόκειται για κακογυρισμένη και στερούμενη κάθε καλτίλας ντεμεκιά με πληρωμένους κομπάρσους και πανάκριβη παραγωγή στο Λονδίνο που προβάλει την κατά τα λοιπά ευειδέστατη Όλγα Κεφαλογιάννη και χρεώνεται στον ήδη κουρεμένο εγχώριο φορολογούμενο.

- Οσο για την «επιτυχια». Ναι, ειμαστε πολυ ευχαριστημενοι. Δωσαμε 75,000 για 1,000 views στο Youtube, δλδ 75 ευρω / view. Λες και μετα τις σκηνες πολεμου στο Συνταγμα, θα δουν οι ξενοι το «φλασμομπ» (τρομαρα σας) και ενα απροσδιοριστο τσουρμο να τους καλωσοριζει...απο τον Ταμεση (ελεος) και θα κανουν ουρα να ερθουν στην Ελλαδα. Ελα μπορεις, δεν θελει πολυ μυαλο..
(αναφορά στο στούπιντμομπ τση Όλγας, εδώ)

- Η τραγωδία του φλας-μομπ στην ελλάδα είναι ότι το δουλέυουν μόνο διαφημιστές. (εκεί)

- Στο τέλος ο Κωστής καταλάβει το λάθος του, τζιαι λείπει του τζιαι ποχεί την τζιαι οργανώνει ξανά ένα φλασμομπ τζιαι παίρνει την τζιαμέ τζιαι λαλεί της ότι εν κάμνει δίχα της........Φιλιούνται αγκαλιάζουνται!
(τζειαχαμαί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία