Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ο μπαφιάρης που ακούει ρέγγε... συνήθως και αυτός που έχει ράστα τα μαλλιά του...

Επίσης μπορούμε να αποκαλέσουμε έτσι κ έναν τζαμαϊκανό (ασχέτως με το στυλ μαλλιού του).

- Σου αρέσει καθόλου ο Bob Marley;
- Ναι τρελαίνομαι... Θα ήθελα πολύ να του μοιάσω...!!!
- Τι, να γίνεις δηλαδή ράσταμαν;;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιά ονομασία των drum machines ιαπωνικής κατασκευής και προέλευσης, που κυκλοφορούν ακόμη και σήμερα στα καταστήματα μουσικών οργάνων. Η έκφραση χρησιμοποιήθηκε αρκετά από μουσικούς και ακροατές της εγχώριας μέταλ και ροκ σκηνής στα '90'ς, τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στα άρθρα του μουσικού τύπου.

Αν και εν τέλει κατέληξαν ανέκδοτο, οι διάφοροι γιαπωνέζοι ντράμερ είχαν μεγάλη παρουσία στις αντεργκράουντ μουσικές σκηνές, στήριξαν πολλές δουλειές κανονικών συγκροτημάτων ενώ υπήρξαν βασικά -ενίοτε δε και και ιδρυτικά- μέλη σε μονομελείς ή ολιγομελείς μπάντες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Αρκετοί γιαπωνέζοι ντράμερ έφτασαν μάλιστα να σχηματίσουν μεγάλη δισκογραφία προτού τραβήξουν το δρόμο της εθελούσιας συνταξιοδότησης λόγω των εξελίξεων στο πεδίο της μουσικής τεχνολογίας. Στην Ελλάδα, οι γιαπωνέζοι ντράμερ έχτισαν καριέρες σε ουκ ολίγα συγκροτήματα των '90ς, κυρίως στουντιακά (αρκετά του μπλακμεταλλάδικου και βλακμεταλλάδικου ιδιώματος, χωρίς όμως να περιορίζονται αποκλειστικά σε αυτά, αλλά ούτε και αποκλειστικά στο μέταλ) εμφανιζόμενοι σε πολλά ντέμο, αλλά και σε ολοκληρωμένες δισκογραφικές δουλειές εκείνης της δεκαετίας.

Η ίδια η έκφραση τείνει πλέον να έχει μία νοσταλγική χροιά, όταν πολλά συγκροτήματα έχουν πλέον ενεργό μέλος -και μάλιστα σε ζωντανές εμφανίσεις!- τον Κο Vaio και άλλους εκλεκτούς απογόνους της ευγενούς οικογενείας των λαπιτοπίων.

Πάσα: Πάτσης

1.Αφρικανικά λικνίσματα στην ταράτσα, «ευτυχία είναι...», κάτω μαγνήτες, κιθάρες στον ενισχυτή μπάσου, μπάσο σαν κιθάρα, κουβέρτα στο ταμπούρο, φωνή ταμπουρωμένη, «ευτυχία είναι να παίζεις μουσική και να μη σε ακούει κανένας», γιαπωνέζος ντράμερ... βζζζ, βζζζζτττ κούρδισε λίγο τα ποτενσιόμετρα γιατί πιάνω ακαταλαβίστικα. Δεν πειράζει. Έτσι ήτανε πάντα μόνο που κάποτε ήμασταν παιδιά μα τώρα δες πως γίναμε παιχνίδια. (Εδώ)

2.Εμείς είχαμε έναν ντράμερ στο μαγαζί ο οποίος έφαγε πόδι γιατί, απ'τα λεγόμενα των υπολοίπων καλλιτεχνών, αυτός έφταιγε που η ορχήστρα έπαιζε οτι να΄ναι. Τελικά πήραν ενα γιαπωνέζο ντράμερ, ενα KORG, και πάλι η ορχήστρα παίζει οτι να'ναι. εγω πάντως ποτέ δεν κατάφερα να βρω ποιός φταίει. (Εκεί)

(από electron, 15/12/10)(από electron, 15/12/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στρατιωτικό καψώνι, όπου ο νέωψ κλείνεται στην ντουλάπα, του βάζουν ένα κέρμα στο στόμα, και τον υποχρεώνουν να τραγουδάει (Δες). Κατά άλλη εκδοχή πετάνε τα κέρματα από τις γρίλιες του φοριαμού (Δες).

Πάσα: Κνάσος.

Μακαρι γιατι τωρα υπηρετει φιλος μου απο Περθ Αυστραλια ανυποτακτος που θελει να ξεμπερδευει 36 χρονων και εφαγε τζουκ μποξ στη μοναδα απο δυο ντουλαπες. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαϊδευτικά ο ράπερ. Από το Αγγλικό rapper = ο μουσικός της μουσικής rap.

Ραπερόνια σαν εμένα δε μασάνε ρε! Εγώ κάτι Νίβο και κάτι Τους τούς τρώω για πρωινό! Τύφλα νά' χει ο Έμινεμ!

Α α αρχίδια (από Khan, 24/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται από το τούρκιοκο düzen που είναι πολυσήμαντο και σημαίνει κανόνας, αρμονία, οργάνωση, κανονικότητα, ακόρντο, συμφωνία και άλλα.

Σημαίνει το κατά διάφορους τρόπους κούρντισμα (χόρδισμα) του τρίχορδου μπουζουκιού (αλλά και άλλων εγχόρδων).

Γνωστά ντουζένια είναι: το Ανοιχτό, το Αραμπιέν, το Ίσο, το Καραντουζένι (μαύρο κούρντισμα - το πλέον φαμόζο), το Συριανό.

Οι εκφράσεις Είμαι στα ντουζένια μου και Είμαι πάνω στα ντουζένια μου αναφέρονται, σε συντριπτικό ποσοστό, σε νέους άντρες, είτε μάστορες σε κάτι, είτε μερακλωμένους από κάτι (συνήθως τα νιάτα τους).

Σημαίνουν πως ο εν λόγω:

  • βρίσκεται σε μεγάλα κέφια (υπονοείται - με καμάρι κι ελαφρά ζήλια - πως γουστάρει γαμήσι/έχει καύλες/είναι πάνω στα μεράκια του),
  • είναι στα καλυτερότερά του από πλευράς απόδοσης, (γαμάει και δέρνει, βρίσκεται στην πιο ακμαία φάση του),
  • δεν υπάρχει κάποιος/κάτι που να μπορεί να τον περιορίσει/ σταματήσει/εμποδίσει.
  1. Ακούστε το «Καραντουζένι» του Μάρκου Βαμβακάρη

  2. - Η Άιντραχτ με τον Γκέκα πάνω στα ντουζένια του ξεσκίζει!
    - Πόσα έχωσε μέχρι τώρα;
    - Έντεκα. Όλα ένα κι ένα.
    - Λες ο Γερμανός να θέλει τον Έλληνά του τελικά;

(από sstteffannoss, 14/11/10)(από sstteffannoss, 14/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται ως επιφώνημα καημού και πόνου σε ρεμπέτικα η λαϊκά τραγούδια, χορούς, γλέντια κλπ. Προέρχεται από το τούρκικο παραπονιάρικο και νταλκαδιασμένο επιφώνημα «yalan-dünya», που σημαίνει ψεύτικε κόσμε, ψεύτη ντουνιά. Οι 2 τελευταίοι εξελληνισμένοι τύποι μάλιστα, απαντώνται αυτούσιοι σε ρεμπέτικα τραγούδια. Εξελικτικά, παραλείπεται η δεύτερη λέξη και παραμένει μόνο το πρώτο yalan = γιάλα.

Συνδυάζεται συχνά με το συνηθέστερο «αμάν».

... Ένα μαυρομάνικο μαχαίρι είναι η αγάπη σου, αμάν-γιάλα, όταν το πετάς και δε με πιάνει, αμολάς το δάκρυ σου ...
(τραγ. Στέλιου Καζαντζίδη)

(από iwn, 22/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ντραμίστας ή ντράμερ, drummer. Ο μουσικός που παίζει τα κρουστά σε ένα τυπικό ελληνικό παραδοσιακό λαϊκό ή δημοτικό μουσικό συγκρότημα. Προφανώς από το Jazz Band.

O όρος εμπεριέχει περιπαικτική διάθεση μιας και δημιουργήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν, από λαϊκούς μουσικούς για να προσδιορίσει τους συναδέλφους τους μουσικούς, εκτελεστές των κρουστών, με δεδομένη την καχυποψία και ειρωνική διάθεση προς την ξενόφερτη τότε μουσική rock jazz latin pop κλπ και τους έλληνες θιασώτες της μουσικούς.

Συχνά ο τζαζμπανίστας ήταν ντραμίστας με ανησυχίες διεθνούς μουσικής καριέρας που ... κατέληγε σε λαϊκό ή δημοτικό συγκρότημα για βιοπορισμό.

Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι ... τζαζμπανίστες που έπαιξαν σε πάρα πολλές παλιές λαϊκές ελληνικές επιτυχίες, και τους απολαμβάνουμε στα τραγούδια μέχρι σήμερα, είναι ανεπανάληπτοι.

Επίσης το σύνολο των κρουστών μουσικών οργάνων (ντραμς, τύμπανα, πιατίνια κλπ) που στήνονταν στο «λαϊκό» πάλκο αναφέρεται και ως (η) τζαζ.

Μήτσο για το πανηγύρι στο χωριό μεθαύριο, θα πάρουμε για τζαζμπανίστα τον Γιώργο, που έχει και το αγροτικό τζιπάκι, για να μεταφέρουμε τη μικροφωνική, τους ενισχυτές και τη τζαζ.

(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)(από iwn, 16/10/10)

Βλέπε και ντηλέυ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην στρατιωτική αργκό, είναι το βαρύ κράνος παλαιάς κοπής.

- Καλά, θα κάνουμε πορεία με χέβι μέταλ; - Έεεετσετσέτσι!, θα πήξει η μούνα σου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Κάθομαι με τις ώρες στο YouTube, συνήθως μέσω της αέναης ακολουθίας των related videos, με ή χωρίς τη συνοδεία τσιγάρου/καφέ/αλκοόλ/ναρκωτικών.

Βλ. και youtube poop

- Πώς είσαι έτσι, ρε μαλάκα; Δεν κοιμήθηκες καθόλου;
- Μπα... Γιουτιουμπάριζα όλη νύχτα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το αγγλικό ουσιαστικό relic (= λείψανο, αντικείμενο πολύ παλιό και μεγάλης θρησκευτικής ή ιστορικής αξίας). Το ρήμα relic, ελληνοποιημένο ως ρελικάρω, είναι νεότερο και δηλώνει κάτι εξειδικευμένο:

Ρελικάρω σημαίνει παλαιώνω τεχνητά ένα μουσικό όργανο, κυρίως ηλεκτρικό και ιδίως ηλεκτρική κιθάρα, ώστε να αποκτήσει ένα ταλαιπωρημένο και αξιοσέβαστο λουκ. Υπάρχουν και έτοιμες προ-ρελικαρισμένες ηλεκτρικές κιθάρες, κάτι σαν τα έτοιμα ταλαιπωρημένα και φθαρμένα μπλουτζήν ένα πράμα. Αν το κάνεις μόνος σου θα χρειαστείς γυαλόχαρτα, εργαλεία, χημικά, στόκο (!) και άλλα τέτοια - υπάρχουν και κατατοπιστικά βιντεάκια στο youtube.

Τώρα γιατί κάποιος θα προτιμήσει να ρελικάρει την κιθάρα του για να πουλήσει μούρη, παρά να την λιώσει στο παίξιμο και να γίνει και καλύτερος μουσικός ταυτόχρονα είναι ένα ζήτημα.

Στα ακουστικά όργανα κατά κανόνα δεν γίνεται ρελικάρισμα γιατί η φυσική κατάσταση των υλικών επηρεάζει τον ήχο τους. Εκτός κι αν κάποιοι επιλέξουν να υποβαθμίσουν και τον ήχο για χάρη του φαίνεσθαι, άβυσσος η ψυχή τους, τι να πω.

Λιγότερο χρησιμοποιούμενος είναι ο τύπος ρελικιάζω > ρελίκιασμα.

Προσοχή στην αντιδιαστολή: Βίντατζ (vintage) όργανο είναι το πραγματικά παλιό, π.χ. μια κιθάρα, που έχει αξία για διάφορους λόγους, ή, καταχρηστικά, αυτό που είναι μεν καινούριο αλλά χρησιμοποιεί μια παλαιότερη και γενικά ξεπερασμένη τεχνολογία από άποψη, π.χ. ενισχυτές με λυχνίες. Η λέξη βίντατζ χρησιμοποιείται και εκτός μουσικής, π.χ. στον κινηματογράφο: vintage porn.

  1. Από εδώ:

- Όχι όχι δεν επηρέασαν τον ήχο...αλλά βασικά ποιον ήχο;;;πριν δεν είχε ήχο... είχε σκατούλες (με τους μαμίσιους epiphone καταλαβαίνεις...)
Θα βάλω και το πίσω μέρος μόλις μπορέσω.
- Ωραίος!! τέτοια projects χρειάζονται να γίνονται κ ας είναι «καγκούρικα», κακόγουστα ή οτιδήποτε... εμένα πάντως μ' αρέσει το αποτέλεσμα...
- Πάντως για να είναι ολοκληρωμένο το αποτέλεσμα θα έπρεπε να ρελικάρεις και το hardware... γέφυρες, κλειδιά κλπ πρέπει να φαίνονται κι αυτά ''ταλαιπωρημένα'' ;)

  1. Από εδώ:

Οι κιθάρες που πραγματικά σιχαίνομαι είναι αυτές που έρχονται από το εργοστάσιο προ-ρελικιασμένες. Πρέπει να είσαι πραγματικά πολύ ΦΛΩΡΟΣ για να πάρεις μια τέτοια κιθάρα. Η αγορά μιας τέτοιας κιθάρας συνεπάγεται πολύ απλά ότι είσαι ΑΝΙΚΑΝΟΣ να πάρεις μια ολοκαίνουργια κιθάρα και να την καταντήσεις σαν τα μούτρα σου. Οι άνθρωποι ( ; ) που ψωνίζουν ΤΕΤΟΙΕΣ κιθάρες, εκτός από υπερβολικά χαζοί (μιας και είναι πανάκριβες και χαλασμένες) είναι επικίνδυνοι για το κοινωνικό σύνολο, θα πρέπει να απομονώνονται και να εξαναγκάζονται σε ακρόαση country και demo blackmetal συγκροτημάτων ΕΝΑΛΛΑΞ. Αν επιζήσουν από αυτήν την διαδικασία (η πιθανότητα αυτή τείνει στο μηδέν) θα υποχρεώνονται να κάνουν ΔΩΡΕΑΝ τηλεφωνική υποστήριξη σε πελάτες καμένους από τα προϊόντα της μικρομαλακής αε για το υπόλοιπο της θλιβερής τους ύπαρξης.

Επίσης δεν μου αρέσουν οι φέντερ.

  1. Από εδώ:

- Σε κάποιους αρέσει και για το χρησιμοποιημένο / broken-in feel.
- Στο παίξιμο εννοείς; Τι αλλαγές περιλαμβάνει το ρελικάρισμα σε αυτό;
- Ναι. Συνήθως όσο πιο απογυμνωμένο είναι το μανίκι από το βερνίκι και φθαρμένο / φαγωμένο το ξύλο, τόσο πιο «εύκολο / ευχάριστο / γρήγορο» θεωρείται στο παίξιμο.
- Ναι κατάλαβα, αν και αυτό γίνεται και ανεξαρτήτως υπόλοιπης εμφάνισης.

Απίστευτα εγκλήματα σε μια αθώα, γέρικη κιθάρα. (από patsis, 06/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία