Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Το αρμόνιο, ιδίως σε σκυλοδημοτικά, σκυλονησιώτικα, σκυλολαϊκά και καθαρά σκυλάδικα συμφραζόμενα. Η λέξη χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε σχέση με λάιβ - ποτέ για ηχογραφήσεις, αφού η (όποια) ομοιότητα είναι μόνο οπτική.

Ειδικότερα, για την περίπτωση όπου ο ψήστης δεν παίζει κανονικά αλλά βάζει μόνο τα έτοιμα ακομπανιαμέντα, οπότε κάθε ενάμισι λεπτό απλώς πατάει ένα πλήκτρο για να αλλάξει ακόρντο ενώ όλη την υπόλοιπη ώρα είναι ελεύθερος να στρίβει τσιγάρο, να γράφει μηνύματα ή να κατεβαίνει για κατούρημα, εκεί λοιπόν χρησιμοποιείται και η έκφραση «Γύρνα τα σουβλάκια»!

-Πώς πήγε το φρη κάμπινγκ στη Χιλιαδού;

-Μια φρικαλεότητα! Εκτός ότι ήμασταν μιλιούνια κόσμος, πέσαμε και στη Γιορτή Σαρδέλας. Ένα τύπου πανηγύρι, με ορχήστρα, πυροτεχνήματα, διαγωνισμό ψαρέματος και ό,τι σουρεάλ μπορείς να φανταστείς.

-Τουλάχιστον η μουσική δεν έλεγε τίποτα;

-Μια ελεεινιά σου λέω! Άθλια σκυλοκιεγωδεγξερωτί, μπουζούκι - βιολί - ψησταριά, ξεκουρδιστάν, εκατομμύρια ντεσιμπέλια, ένα γεροντοξέκωλο κακοφωνίξ, άσε, να μη σου τύχει! Κι όλα αυτά μες στη μέση της παραλίας, όλη νύχτα!

Στο 3.15 περίπου ο απίστευτος αρμονίστας (από Hank, 04/07/09)

Δες και γυφταρμόνιο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένα από τα φωνητικά σφάλματα στο τραγούδι αλλά και τον προφορικό λόγο. Η φωνή αυτού που τραγουδά ή μιλά κάνει μια απότομη και αθέλητη μετατόπιση σε ψηλότερες συχνότητες, μοιάζοντας έτσι με την χροιά του κόκορα όταν κράζει.

Μουσικές πηγές μου με διαβεβαίωσαν ότι δεν πρόκειται, τεχνικά, για φάλτσο, παραφωνία, υποφωνία, ή άλλης μορφής εκτέλεση του κομματιού από τον εκάστοτε Κακοφωνίξ.

Εγκυκλοπαιδικά τώρα, όσον αφορά το τραγούδι, το κοκοράκι οφείλεται κυρίως στην έλλειψη εγρήγορσης του τραγουδιστή αλλά και στις τυχόν ταλαιπωρημένες φωνητικές του χορδές από καταχρήσεις ή δημιουργημένες κύστες κλπ κλπ.

  1. - Τον θεολόγο στο Λύκειο τον θυμάσαι;
    - Ναι τον καημένο, τρεις λέξεις έλεγε, πέντε κοκοράκια έκανε. Κι εμείς από κάτω να γελάμε.
    - Έφυγε στο Άγιο Όρος...

  2. - Μα τι πράμα είναι αυτός ρε πούστη μου. Ντεμέκ κυριλέ μαγαζί.
    - Αυτοί είναι οι δευτεράντζες ρε. Σε λίγο θα σκάσει ο κανονικός ο σκυλάς και θα γουστάρουμε.
    - Άντε, γιατί κάνει πιο πολλά κοκόρια κι από τον Γιώργο Κωνσταντίνου. Μαύρα κοράκια, κόκκινα κοράκια... Κικιρίκου!

To krasaki tou Tsou. Επική ταινία. (από patsis, 06/09/09)Το φάλτσο κοκοράκι (από Vrastaman, 30/11/09)

Δες και τζαλκάντζες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παγιωμένος όρος της ιδιολέκτου των μουσικών που παίζουν κάποιο όργανο. Δηλώνει την βασική περιποίηση και συντήρηση του οργάνου που πρέπει να γίνεται μετά από κάθε παράσταση ή και περιοδικά.

Για παράδειγμα, το μπάνιο-ξύρισμα μιας κιθάρας περιλαμβάνει γενικό καθάρισμα από σκόνες, στάχτες τσιγάρων, λουλούδια και άμμο που χώθηκαν στο ηχείο της (ανάλογα με το που θα κληθεί ο φουκαράς καλλιτέχνης να βγάλει το νυχτοκάματο του τρόμου), γυάλισμα των τάστων και προσεκτικό πέρασμα με ειδικά λάδια. Η αφοσίωση του μουσικού την ώρα της διαδικασίας έχει κάτι το ερωτικό για όποιον είχε την τύχη να την παρακολουθήσει. Η τυχόν αλλαγή ταλαιπωρημένων χορδών μάλλον δεν εντάσσεται στην αναλυόμενη έκφραση.

Διακρίνεται από το σέρβις του οργάνου το οποίο γίνεται μετά από πολλά μουσικά «χιλιόμετρα» προς αποκατάσταση του σχήματος του σκαριού και των υλικών.

- Πόση ώρα σου παίρνει αυτή η συντήρηση;
- Καμιά ωρίτσα αν δεν βιάζομαι - δεν κρατάς τον καφέ λίγο πιο μακριά από την Lakewood;
- Εεε, οκ, μην αγχώνεσαι. Έτσι που το περνάς λάδι μου θυμίζεις τη συντήρηση του G3 στο στρατό...
- Μου φάνηκε ή συνέκρινες το μπάνιο-ξύρισμα της κιθάρας που μας κάνει να ταξιδεύουμε με τη συντήρηση μιας μηχανής θανάτου;
- Μου φάνηκε ή με είπες αναίσθητο στρατόκαυλο;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Όρος της ιδιολέκτου των μουσικών. Σημαίνει παίζουμε χωρίς παρτιτούρα, από μνήμης. Τώρα γιατί Γαλλία και όχι κάτι άλλο δεν είναι σαφές αλλά, καλλιτέχνες είναι αυτοί, κάτι θα βλέπουν που εμείς όχι...

Το σχετικό πρόσταγμα του επικεφαλής είναι: «Πάμε Γαλλία».

- Μαέστρο! Το ξεμουνιάσαμε το πρόγραμμα, τα παστάκια που χορεύουν στο πατάρι μας ρίχνουν συνέχεια τα τρίποδα. Help, τι παίζουμε τώρα;
- Πάμε Γαλλία παιδιά, μπαίνω πρώτος και μ' ακολουθείτε. Άντε να πάμε σπίτια μας και καμιά φορά...

(από Hank, 12/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυστριακοποντιακός όρος που περιγράφει τον ρυθμικό ασυγχρονισμό μεταξύ των μελών ενός μουσικού συνόλου.

Άμαζι, φάλτσο και κακόηχο... Ντα κάπο κύριοι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ποίκιλμα στην μουσική μπαρόκ. (Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε...).

Πολύ άδεια μου ακούγεται αυτή η σαραμπάντα ρε Χρυσικόπουλε. Χώσε κανά τζιβιτζιλίκι να 'ουμ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τρόπος παιξίματος του κακού ντράμερ (συνήθως αυτοδίδακτου και ημιμαθούς). Γνωστό επίσης και ως μπαστουνιές. Συνεπώς, χασάπης ο ανωτέρω ντράμερ, δεν γνωρίζω όμως αν ο χασάπης προέκυψε από τις χασαπιές ή το αντίστροφο. Ετυμολογικά από τις κινήσεις των χεριών μάλλον: οι ντράμερ κάνουν απίστευτη οικονομία κινήσεων, παίζοντας κυρίως με τους καρπούς. Ο χασάπης θυμίζει κρεοπώλη με μπαλτά, που παίζει με μεγάλες κινήσεις, ανεβοκατεβάζοντας τις χερούκλες του.

- Καλή η συναυλία χτες;
- Καλή ήταν, αλλά ο ντράμερ, ρε πούστη μου... Τι χασαπιές ήταν αυτές!
- Ξεκόλλα, ρε Βαγγέλη. Όλους τους ντράμερ σκάρτους τους βγάζεις. Τι κόλλημα είν' αυτό;

(από BuBis, 20/05/09)

βλ.και χασάπηηη!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

«Παίζω μουσακά» σημαίνει προσποιούμαι ότι παίζω κάποιο μουσικό όργανο, ή τραγουδώ, συνοδεία playback.

Η έκφραση χρησιμοποιείτο από συντελεστές του παλαιού Ελληνικού κινηματογράφου, όπου πολλοί μουσικά αστοιχείωτοι ηθοποιοί συχνά πρωταγωνιστούσαν σε μιούζικαλ.

Νεοσλανγκικά, η έκφραση ισχύει και για ερζάτς ερωτικές σκηνές του κινηματόγραφου με άλλου είδους όργανα.

Λίλιαν: Προσέξεις τους δακτυλισμούς του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στο σόλο μπουζούκι; Είναι πασιφανές ότι παίζει μουσακά!

Λάουρα: παρεμπίπταμπλυ, το ήξερες ότι η Ζωή Λάσκαρη τραγούδησε το Crazy Girl μουσακά, δανειζόμενη την φωνή της Αλέκας Κανελλίδου;

Λίλιαν: Υπάρχουν και χειρότερα! Στο In the Cut το τσιμπούκι που μπανίζει η Meg Ryan ήταν μουσακά! Η Jane Campion αποκάλυξε ότι ο πέων ήτο λαστιχένιος!

Λάουρα: Υπάρχουν όμως και καλύτερα, φιλεναδα! Δεν χρειάζεται να δεις Μέγα Μπερτό για να απολαύσεις Μέγα Λούτσο! Νάναι καλά ο Berto-lucci που μας δείχνει φραπέ στέρεο με DeNiro και Depardieu σε πραγματικά live εκτέλεση!

Λίλιαν: Μα και το ποδοφραπέ του Winterbottom στα 9 Τραγούδια ΔΕΝ ήτανι μουσακα!

(Συζήτηση σινεφίλ που γρήγορα εκφυλίζεται)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Για τους μαραγκούς και τους μηχανικούς, η σφήνα έχει μια καθωσπρέπει έννοια, την οποία όλοι γνωρίζουμε και γω βαριέμαι να αναπτύξω εδώ. Θα ασχοληθώ με τις σλανγκ σφήνες, τουτέστιν:

  1. Το να φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν, το να χώνεσαι ανάμεσα στο νταραβέρι δύο ανθρώπων μπλοκάροντάς τους, ακριβώς όπως μια σφήνα χώνεται πχ κάτω από ένα παραθυρόφυλλο και το ακινητοποιεί, παρόλο τον αέρα.

  2. Στο οδήγημα, το να κάνεις σφήνες είναι το να χώνεσαι με ευελιξία και ταχύτητα ανάμεσα στα άλλα εν κινήσει αυτοκίνητα. Ακόμα καλύτερα είναι να το καταφέρνεις ήσυχα (όσο και γοργά), χωρίς να αναβοσβήνεις τα φλας ή τα προβόλια. Κάνοντας σφήνες ελίσσεσαι πολύ γρηγορότερα απ' όλους που πήζουν στην κίνηση. Βρίσκεσαι σε κατάσταση μόνιμου στοιχήματος με τον εαυτό σου και με τους άλλους: βάζεις σημάδι κάποιο ευδιάκριτο όχημα και κοιτάς αν πράγματι προχωράς μες τον χάος ή αν ο μύθος με τον λαγό και τη χελώνα έχει βάση (και έχει, πολλές φορές).

Το οδήγημα αυτό χαρακτηρίζει τους καυλοτίμονους εν γένει, αλλά δεν είναι πάντα γοητευτικό. Είναι καταστροφικό αν είσαι άπειρος οδηγός ή ηλίθιο καυλόγκαζο. Είναι επίσης εκνευριστικότατο όταν γίνεται από ταξιτζή. Ο καλός οδηγός δεν είναι ντε και καλά ο καυλιάρης, είναι αυτός που με το γάντι υπερέχει όλων, χωρίς να έχει προκαλέσει ατύχημα σε ανθρώπους ή ζώα και χωρίς να το κάνει σκόπιμα ώστε να εκνευρίσει τους άλλους. Ανάλογα με το ποιον της σφήνας κρίνεται και ο οδηγός.

  1. Εξάρτημα που χρησιμοποιούν οι κιθαρίστες (pin)

  2. Αξεσουάρ σεξουαλικής διέγερσης για πρωκτικό σεξ.

  1. - Και μετά;
    - Ε τι και μετά, μετά μπήκε σφήνα στη συζήτηση η μάνα της και τα γάμησε όλα. Πάνω που είχαμε ηρεμήσει, ξαναπήρε ο καυγάς.

  2. - Ρε μαλάκα, κοφ' τις μαλακίες, σου έχω πει ότι όταν οδηγείς το αμάξι μου δε γουστάρω σφήνες και καγκουριλίκια...
    - Ε όχι και γκάγκουρας εγώ, δεν το σπάω το αμάξι, το πάω μαλακά, βελούδο... όχι και γκάγκουρας...

  3. Πέρασε την καινούρια χορδή μέσα στον καβαλάρη και τράβηξέ την μέχρι το μεταλλικό τερματικό να «πιάσει» πάνω στο ξύλο. (και ενοείται ότι εφόσον «πιάσει» το μεταλικό τερματικό στο ξύλο, τότε βάζουμε την «σφήνα». Εάν μπεί η σφήνα (ή pin ή πέστε το όπως επιθυμείτε) , ενώ το μεταλλικό τερματικό δεν έχει «πιάσει» στην κάτω οπή του καβαλάρη, τότε κατά το κούρδισμα «τραβιέται» πρός τα πάνω, με αποτέλεσμα πα σπάει ή χορδή...).

  4. - Ρε συ το έμαθες ότι η Σταματία και ο Λάκης χώρισαν;
    - Ναι ρε, πώς έγινε αυτό τόσο ξαφνικά;
    - Καλά, πέθανα στα γέλια όταν τό 'μαθα... Χώρισαν γιατί αυτός της χάρισε για τα πέντε τους χρόνια μια σφήνα που αγόρασε από ένα σεξομάγαζο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ρομαντζούρα. Ευτελές και ψευτοσυγκινητικό μουσικό κομμάτι ή τραγούδι.

Επειδή είναι εύπεπτο και (συνήθως) περιέχει τα απολύτως βασικά συστατικά (πιανάκι ή κιθαρίτσα, βιολάκι, αργό ρυθμό, παθιάρικη φωνή, βασικές συγχορδίες -I,IV,V,I- και καμιά ξεγελαστική καραμπανάλ μετατροπία), θυμίζει άνοστη και ελαφριά σούπα που επίσης περιλαμβάνει τα απαραίτητα (νερό, άρωμα, ελάχιστο αλάτι) με την οποία νομίζεις πως τρως κάτι εκλεπτυσμένο, ενώ μόνο την αφυδάτωση μπορείς να προλάβεις τρεφόμενος /-η με κάτι τέτοιο.

Είναι κυριολεκτικά χιλιάδες τα παραδείγματα που θα μπορούσα να αναφέρω, τύφλα να' χει ο πούστης, γι' αυτό θα περιοριστώ σε πολύ λίγα και χτυπητά. Σούπες λοιπόν μπορεί να είναι ρομαντικά χιτάκια τύπου «Total eclipse of the heart», «Miss you like crazy», κλπ και γενικά κομμάτια που παίζει ο Γκάλαξυ, τα τραγούδια τύπου Κότσιρα, μπορεί επίσης να είναι και ευτελή κομμάτια new age μουσικής, η γαμωτζάζ, τα σπανιολοειδή και οτιδήποτε άλλο ξεσηκώνει ευτελή συναισθήματα μέσα μας, δηλ. μας κάνει να θέλουμε να δακρύσουμε ή να μεθύσουμε ή να χαζολαβλώσουμε, ενθυμούμενοι κάτι από το τρομερό μας παρελθόν που έφυγε, σνιφ, ανεπιστρεπτί. Εκεί πάνω είναι που ανάβουμε μέσα στο σκοτάδι τον αναπτήρα και τον πηγαινοφέρνουμε πέρα-δώθε με λαγνεία... εκεί πάνω είναι που Τον ή Την αγκαλιάζουμε κοιτάζοντας με απόγνωση πίσω από την πλάτη του/της τον τοίχο, σκεπτόμενοι κάποια προηγούμενη αδικοχαμένη -λυγμ- αγάπη... εκεί πάνω είναι που θέλουμε να μας παρατήσουν ήσυχους -αλλά και να παρακολουθούν ανελλιπώς το προσωπικό μας δράμα... εκεί πάνω χαράσσεται ο δρόμος προς την απόλυτη κλαψομουνίαση.

Κοντολογίς, είναι η μουσική που έχει διαστρεβλώσει πλήρως τον ρομαντισμό και, δυστυχώς, την άποψή μας γι' αυτόν. Ό,τι ζημιά έχουν κάνει δηλαδή τα Βίπερ στην πραγματική λογοτεχνία του ρομαντισμού.

Τα μουσικά χαλιά, είναι πολύ συχνά σούπες.

- Φέρε και καμιά μουσική να ντύσουμε τον Χ., δεν υποφέρεται να μιλάει α καπέλα.
- Δεν δίνω τις καλές μου μουσικές γι' αυτόν τον μαλάκα. Σουπίτσες θα σου δώσω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία