Καταλήγω να βρίσκομαι σε κατάσταση απόλυτης νωθρότητας.

Προέρχεται από τη συνειρμική εικόνα του τρεμάμενου κομματιού ζαμπόν (κατακερματισμένο, επεξεργασμένο κρέας) και όχι όπως λανθασμένα αναφέρεται σε ορισμένες περιπτώσεις στη βιβλιογραφία, από την πρέζα.

Μαλάκα, ζαμπονιάστηκα. (Μετά από εκτενή ηλιοθεραπεία)

Μαλάκα, ζαμπονιάστηκα. (Μετά από εκτενή σεξουαλική δραστηριότητα)

Μαλάκα, ζαμπονιάστηκα. (Μετά από εκτενή Ανίτα Πάνια)

βλ. όλες τις σημασίες και στα παρακάτω λήμματα: ζαμπόν, ζαμπονιάζω, ΤΕΙ Ζαμπονοκοπτικής

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.

Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)

- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία