Επιπλέον ετικέτες

Προέρχεται απο τις ηλικιωμένες ανύπαντρες γυναίκες. Μεταφορικά, οι οπαδοί του Ηρακλή Θεσσαλονίκης, αφού είναι ο παλιότερος ποδοσφαιρικός σύλλογος στην Ελλάδα. Εξού και «γηραιός».

- Το φανταστήκαμε πως θα μας περιμένουν οι γεροντοκόρες στο σταθμό, γι' αυτό και είχαμε κρύψει τα κασκόλ και τις σημαίες. Ούτε που μας πήρανε χαμπάρι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ρόλος στην ταινία Carlito's Way, ενσαρκωμένος από τον ηθοποιό Luis Guzmán. Χρησιμοποιείται υποτιμητικά για την πολύ άσχημη γυναίκα, ή αλλιώς το μπάζο.

- Τι είναι αυτή που μας έφερες βρε παιδί μου! Σκέτος Πατσάνγκα!

Ο ηθοποιός Luis Guzmán ως Pachanga. (από patsis, 27/05/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλαίμαχος κροάτης φορ ο οποίος μύριζε το γκολ. Χαρακτηρίζει μια κατηγορία γυναικών με ανάλογες ικανότητες. Φαινομενικά δεν τις παίρνει ούτε ο χάρος και είναι ποιο άσχημες απ' το χρέος αλλά πάντα τα κουτσοβολεύουν. Συναντιώνται σε διάφορα bar μετά τις 4 το βράδυ και έχουν ως έμφυτο ταλέντο να μυρίζονται ποιοι άντρες έχουν πιεί αρκετά ώστε να μην καταλαβαίνουν με τι έχουν να κάνουν και το κυριότερο τι παν να κάνουν, αλλά το αλκοόλ δεν τους έχει φτάσει ακόμα στο σημείο που η στύση γι' αυτους θα ήταν κάτι ακατόρθωτο. Φέρονται δε ως η κύρια αιτία των τραγικών/αλησμόνητων αντρικών πρωινών ξυπνημάτων.

- Τι έπαθες ρε μαλάκα γιατι είσαι άσπρος;
- Άσε ρε μαλάκα βγήκα χθες και ήπια και το πρωί ξύπνησα μ' ένα Σούκερ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός για τις γυναίκες που βάφονται τόσο πολύ, ώστε γίνονται σαν ανάποδο γαμώτο.

- Χάχα! Κοίτα την γκόμενα ρε. 5 κιλά στόκο έβαλε στην μάπα της! Σκέτος Πικάσσο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το λήμμα προέρχεται από τον συμπαθή αλλά κακάσχημο Ρώσο διεθνή μπασκετμπολίστα Μπαζάρεβιτς (έπαιξε ένα φεγγάρι και στον ΠΑΟΚ) με το χαρακτηριστικό ακριδομούστακο.

Υποσύνολο του μπάζου. Προσδιορίζει την έννοια μπάζο ως την ασχήμια η οποία εστιάζεται στο πρόσωπο κυρίως και λιγότερο στο σώμα. Ενδείκνυται σε περιπτώσεις εμφανούς τριχοφυΐας στο πρόσωπο.

Στο γραφείο!
(Βρασίδας με υψηλές προσδοκίες): - Είναι καλή η καινούρια γραμματέας;
(Στέλιος γειώνοντας εν τη γενέσει): - Σωματικώς κάτι λέει, αλλά κατά τα άλλα ο Μπαζάρεβιτς ο ίδιος!

Σύγκρινε με γκόμενα-γαρίδα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μεγάλο καβούρι. Ο αρχιτσιγκούναρος. Η μητέρα όλων των καβουρομαχών. Ο δεν πληρώνω-δεν πληρώνω. Αυτός που έχει καβουροπολυκατοικία στην τσέπη.

Καβουρομάνα ο πεθερός του Τάκη. Σε σαντουιτσάδικο του έκανε το γαμήλιο τραπέζι.

Τώρα που σε πιάσαμε, θα πληρώσεις... (από Marco De Sade, 01/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οφθαλμοφανώς θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι ακριβώς το ίδιο με τον καριόλη. Δεν είναι όμως! Ο καριόλας είναι κάτι ανάμεσα σε καριόλη και καριόλα. Είναι ο ομοφυλόφιλος καριόλης άντρας με θηλυκή συμπεριφορά / εμφάνιση.

Κάποιος τηλεθεατής κάποτε σε παλαιότερη εκπομπή του Ευαγγελόπουλου / Εθνικού Σταρ αποκάλεσε έτσι έναν θηλυπρεπέστατο ομοφυλόφιλο καλεσμένο (βλ. σχετικό μήδι).

- Κοίτα φάτσα ο καριόλας!

(από Remedios Varo, 03/04/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι οπαδοι του Ηρακλή αποκαλούνται έτσι από Αρειανούς και ΠΑΟΚτσήδες, διότι το υποκοριστικό της ομάδας είναι Γηραιός, γεγονός που οφείλεται στο ότι είναι η παλαιότερη ομάδα στην Α Εθνική από το 1907.

Μεταξύ λοιπόν «γύφτων» και «σκουληκιών» κινούνται οι «γριές» με λίγους σχετικά οπαδούς και μία διαφορετική μενταλιτέ περί τα αθλητικά. Χαρακτηριστικά λέγεται ότι ο καλύτερος οπαδός του ΠΑΟΚ έχει σκοτώσει τη μάνα του, ενώ ο χειρότερος οπαδός του Ηρακλή έχει δύο μεταπτυχιακά.

Κατά τη λογική της χρήσης του λήμματος «γύφτοι» (βλ. σχετικά), πολλές φορές χρησιμοποιείται στον ενικό (η γριά) για να χαρακτηρίσει όλη την ομάδα.

1
- Ου ρε κωλόγριες που μου θέλετε να κάνετε και κερκίδα. Όλοι μαζί σε τηλεφωνικό θάλαμο χωράτε ρε!

2
- Τι τα θες, τι τα θες, πάλι πίπες οι γριές. (σ.σ. αηδίες...)

Βλέπε και γριά, στρουμφάκια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μπάζο, καθώς και η αξύριστη.

Κόψε ρε μαγκίτη τον βαμβακούλα;! Μαλωμένη με το ξυράφι, κουμούνα και φεμινίστρια!

(από Khan, 23/09/10)Πνίχτε Λούγκρες τα Κουνέλια - Βαμβακούλας (από Cunning Linguist, 23/03/12)

Από τον υπερ-cult 80s ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Βαμβακούλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πολιτικός ή γενικότερα στέλεχος που θυσιάζεται για να διατηρηθεί ένα καθεστώς, λ.χ. σε έναν ανασχηματισμό, μια αυτοκάθαρση, ένα mea colpa κ.ο.κ.

Ο όρος χρησιμοποιείται ακόμη περισσότερο, άμα το εν λόγω στέλεχος έχει το όνομα, έχει και την χάρη.

Ο Άρης ήταν κάποτε η Ιφιγένεια του Καραμανλή. Φαίνεται ότι ήταν η εν Αυλίδι Ιφιγένεια, γιατί τώρα έχουμε την δεύτερη πράξη του δράματος, την Ιφιγένεια εν Ταύροις, όπου Κωστάκης και Αρούλης ξαναβρίσκονται μετά από τόσο χωρισμό!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία