Η υπερβολικά ανδροπρεπής και αρρενωπή λεσβία τύπου μπουτς, η βαρυ-μπουτς, το μπουτς το ασήκωτο, τύπου νταλικιέρης, λαχαναγορίτης. Επίσης, το λαϊκό λεσβιάδικο όπου συχνάζουν. Η έκφραση είναι παλαιακή.

  1. Η Οδύσσεια ήταν το βαρύ πυροβολικό. [...] Η Οδύσσεια ήταν βαρύ, ήταν ελληνικό βαρύ κι ασήκωτο μπουτς. [...] Δηλαδή κλασικό τότε για την Ελλάδα, φανελένιο πουκάμισο καρό, καψούρα, κι έτσι λίγο πιο βαρύ. [...] Η Ελλάδα γενικώς δεν νομίζω ότι πέρασε ποτέ το ευμενώς μπουτς, το στυλάτο, κάτι. Εννοώ το old fashion butch, ας πούμε. Ήταν όλες έτσι, δεν ήταν ότι έμπαινες και έβλεπες γυναίκες με κουστούμια να ήταν πιο stylish ας πούμε. (Σόνια, 48 χρονών).
  2. Η Σόνια, όπως η ίδια έχει περιγράψει, ήταν πάντα κοντά στην αμερικάνικη μουσική κουλτούρα, δεν άκουγε ελληνική μουσική, αγαπούσε και ταυτιζόταν με τον ανδρόγυνο καλλιτέχνη David Bowie. Σχετιζόμενη με τον λεσβιακό φεμινισμό της Ελλάδας αλλά και των ΗΠΑ των αρχών του 2000, όπου έζησε, σπούδασε και εργάστηκε για μια δεκαετία, βλέπει σύμφωνα με αυτά τα κριτήρια τις θαμώνες του μαγαζιού. Συγκρίνοντάς τες με την εαυτή της, μία από τις λεσβίες-δανδήδες της εποχής, που θα έλεγε και η Νίνα Ράπη (1998), δεν μπορεί να βρει κοινά σημεία μαζί τους, και γι’ αυτήν είναι όλες «βαρύ πυροβολικό». Η Λένα, εργατικής καταγωγής, η οποία ζει σε λαϊκή γειτονιά στη νότια Αθήνα, παρ’ όλο που 186διαχωρίζει την εαυτή της από τις νταλίκες και τα γυναικάκια τους, βλέπει τις θηλυκές γυναίκες σε αντίθεση με τη Σόνια. Η ίδια βέβαια σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί stylish μπουτς με τις καθημερινές φόρμες τις οποίες φορούσε παντού, πιο πιθανόν είναι να χανόταν και αυτή στο ομογενοποιημένο πλήθος των λαϊκών γυναικών.
  3. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πολιτισμικά διαμεσολαβημένου βλέμματος και της αναγνώρισης μιας λεσβίας ως μπουτς ως «βαρύ πυροβολικό» αποτελεί και μια βραδιά στη Μαγική αυλή. Για αρκετό καιρό πριν βρεθώ εκεί ως dj σύχναζα με φίλες, και ένα βράδυ ρώτησα τρεις από την παρέα μου ποιες είναι οι μπουτς μέσα στον χώρο. Μία από αυτές μου αποκρίθηκε πως όλες είναι μπουτς, μια άλλη δεν είδε καμία ως μπουτς, ενώ μια τρίτη μου κατέδειξε μία γυναίκα που έμπαινε εκείνη την ώρα στο μαγαζί, περίπου 45 χρονών, ντυμένη με τζιν παντελόνι και τίσερτ και μακριά μαλλιά. Υποθέτω το περπάτημά της και το μη μοντέρνο ντύσιμο ήταν ένα από τα φαινομενικά μπουτς χαρακτηριστικά της, όπως και η παρουσία της στο συγκεκριμένο λαϊκό μαγαζί βέβαια.
  4. Αλλά και τότε είναι που συνειδητοποιώ ότι εγώ πια είμαι ομοφοβική. [...] Ενώ δεν είχαμε πρόβλημα να μπούμε μέσα κτλπ, ότι θα μας δούνε και, σκεφτόμουν πάντα, είχα ένα μικρό άγχος να, άντε τώρα, να κατεβαίνω το δρόμο με τη μάνα μου και να δω μια από αυτές, το ξαναλέω ήταν πολύ βαρύ πυροβολικό, και να με χαιρετήσει, τι θα πω στη μάνα μου; Α, πάω το αυτοκίνητο και μου αλλάζει τα λάστιχα. Χαριτολογώντας το λέω στον εαυτό μου αλλά τώρα συνειδητοποίησα ότι ζούσα, είχα μια ενόχληση, γιατί έλεγα μα δεν γίνεται εγώ κι αυτές.
  5. Η αφήγηση που θέλει τις λεσβίες στο παρελθόν περισσότερο αρρενωπές σε σύγκριση με τις σύγχρονες γκέι γυναίκες δεν προέκυψε πρώτη φορά από την Νικάνδρα. Η Ευγενία, όταν μου περιέγραφε τη ζωή στο μπαρ Mexico, μου μιλούσε για τις ελάχιστες θηλυκές γυναίκες που εμφανίζονταν εκεί και για την ερωτική δίψα των μπουτς που περίμεναν πώς και πώς κάποια από αυτές να εμφανιστεί. Η Μάγδα λέει «παλιά ήταν όλες νταλίκες» και η Σόνια βλέπει μέσα στην Οδύσσεια το «βαρύ πυροβολικό» και όχι τα «γυναικάκια» που αναφέρει η Λένα. Αυτή η τάση, να θεωρείται η λεσβιακή ανδροπρέπεια ξεπερασμένη, οδήγησε τη μπαργούμαν και τη φίλη της ένα βράδυ σε ένα μικρό λεσβιακό μπαρ στο Γκάζι, να μην αναγνωρίσουν τη συνοδό μου ως νεαρό αγόρι. Αυτό συνέβη όσο εγώ μιλούσα με την ιδιοκτήτρια του μαγαζιού η οποία σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί θηλυπρεπής, εκτός, ίσως, από το γεγονός των μακριών μαλλιών της. (Όλα τα παραδείγματα από το βιβλίο: Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο μπούλης που το παίζει και πολύ άντρας, μάγκας και νταής, γαμιάς της γειτονιάς, και γενικά έχει πάααααααρα πολύ καιρό να κατουρήσει.

Θεωρείται σλανγκ της φυλακής, αλλά και της νύχτας με το caveat ότι ό,τι έχει φτάσει να καταγραφεί ευρέως πιθανόν να μην είναι η τελευταία λέξη της σλανγκ αυτών των χώρων. Από την άλλη, χρησιμοποιείται και σε ιντερνετικές φοράδες, λίγα χτυπήματα.

  1. Ειρωνείες προς φωνακλά εδώ:

- ρε συ, μιλα λιγο πιο δυνατα! Δεν ακουγεσαι! ρε ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ... - Ρε συ, εσυ που εισαι και μαγκας κι αλανι και ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ, μπορεις να μας πεις τι δουλεια εχεις με κατι ελεεινους χλεχλεδες;

  1. Το χαρτί όμως που πιστοποιούσε τον τραυματισμό του είχε πάει και το είχε παραλάβει κάποιος “Γκλίτσας”, που τελικά αποδείχτηκε ότι ήταν ο δεύτερος καταζητούμενος με παραφρασμένο όνομα, τον οποίο οι αρχές θεωρούν σκληρό ποινικό και “σπαθόλουρο” της νύχτας, κατά το κοινώς λεγόμενο, μπράβος, πρωτοπαλλήκαρο δύο άλλων ποινικών που βρίσκονται στη φυλακή.
    (εδώ).

  2. Σπαθόλουρο μας προέκυψες...
    I like you more now :-) (εκεί).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία