Ο χορταστικός φραπέ (χτυπητός / τραβηχτός) καφές, που σερβίρεται σε μεγάλο αναπαυτικό καναπέ με πολλά στριγκάκια και που πίνουν με μανία πολλοί Έλληνες, ιδίως από τις 12 τη νύχτα ως τις 8 το άλλο πρωί.

Για να χαρακτηριστεί έτσι ένας καφέ θα πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 5 λεπτά και να μη διακόπτεται για κανέναν λόγο (μόνο για (πουτσο)κατούρημα). Πάντα συνδυάζεται και με το αγαπημένο άθλημα του οφθαλμόλουτρου.

Ευχαριστώ τον χρήστη Μπαμπινιώτη, που μου έδωσε αφορμή για παρωδία.

- Πω πω δικέ μου είσαι να αράξουμε στην «Ανατολή» για καμιά φραπεδούμπα σήμερα τη νύχτα;
- Και δεν πάμε καλύτερα κανά Λίντο δούμε και κάνα ξέκωλο...

Εδώ πίνουν φραπέ οι Ναζιάρηδες! (από Vrastaman, 15/02/09)

Δες και -ούμπα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αφενός είναι ο καναπές, όπου κάθεται ο κώλος μας αναπαυτικά, ή η πράξη ή συνήθεια του καθισιού, της ραστώνης, νωθρότητας, απάθειας, ή ο ίδιος ο καναπεδάκιας.

  1. Κατέβηκα στην προκυμαία και περπάτησα μέχρι το λιμάνι, διαδρομή που κάναμε παλιά για να ξεμουδιάσει ο κώλος μας από την κωλοκαθίστρα. (Εδώ).
  2. Το σημαντικότερο εδώ να σημειώσω, είναι ότι θα ξελακουβιάσει η καρέκλα που από την κωλοκαθίστρα έχει αλλάξει χρώμα. (Εδώ).

Αφεδύο είναι η γυναίκα ή κόρη που προσφέρεται για πρωκτογάμευση, που κάθεται με τον κώλο. Και κατά μεταφορική επέκταση ο κάθε ηττημένος, διασυρμένος, συντετριμμένος, ξεφτιλισμένος.

Έβαλε δυο γκολ στην Κ20 και την κωλοκαθίστρα Ιτάνζ. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία