Τροπικό επίρρημα που προέρχεται από το ρήμα πετάω κατά το παρεμφερές τροχάδην και σημαίνει την τάχιστη εκτέλεση εργασιών ή την κίνηση προς έναν προορισμό με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα.

Απαντάται στο στρατό όπου οι τρεις βαθμοί κίνησης του στρατιώτη είναι:

  1. Περπατάμε (απαράδεκτος)
  2. Τρέχουμε (ανεκτός)
  3. Πετάμε (κομάντο άγρια χήνα)

- Δεν είσαι ζωηρός στρατιώτη. Πετάδην είπαμε αγόρι μου!
- Αδύνατον. Έχω βγει ελεύθερος πτήσεων κύριε Λοχαγέ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η προσπέραση πολλών οχημάτων με μία κίνηση.

Μαλάκα ο Μπούστας την Κυριακή στις Σέρρες, έχασε τα φρένα της ένα στην εκκίνηση και έμεινε τελευταίος και μετά άρχισε τα σουβλάκια πριν τη 13 και στην ευθεία μέχρι να φτάσει τον Κοντομάρο. Τρεις τρεις τους περνούσε.

Ενα σουβλάκι ή σάντουιτς ή καλαμάκι με κρέας (από perkins, 04/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία