Ο Δαμίγος ο ανθοπώλης, είναι ένα φανταστικό πρόσωπο, βγαλμένο όχι από την δραματουργία (όπως ο Θείος Βάνιας, για παράδειγμα), αλλά από την διαφήμιση της Εθνικής τράπεζας (που να πέσει φωτιά να τις κάψει όλες, όπως έλεγε και ο Μαρξ στην πτυχιακή του). Είναι εγγονός του Σιορ Τάπα, τον αστυνόμου Μπέκα, και γιος του Αλέκου, της ηλεκτρονικής, και πατέρας του funny bear. Ο Δαμίγος, θα ζήσει και αυτός την προσωρινή δημοσιότητα που χαρίζει η τηλεόραση στα δημιουργήματά της, και θα δώσει τη θέση του σε κάποιον καινούριο ήρωα.

Στα δικά μας τώρα. Επικαλούμαστε τον Δαμίγο τον ανθοπώλη όταν:

  • κάποιος μας τα πρήζει με την πολυλογία του (ή με τις μαλακίες του) και του σπάμε τον ειρμό, μπας και σκάσει
  • όταν κάνουμε λάθος, και παραγνωρίζουμε κάποιον, και το γυρίζουμε στο χούμορ
  • όταν κάποιος φίλος αρχίζει μια κουβέντα που δεν μας κάνει να αισθανόμαστε άνετα
  • όταν θέλουμε να γαμήσουμε τη συζήτηση, γιατί έχει παρασοβαρέψει

    Άγνωστο παραμένει ακόμα αν ο Δαμίγος ο ανθοπώλης αποπληρώνει κανονικά το δάνειο, ή οι τράπεζες του έχουν πάρει ήδη το σπίτι, ένεκα που το λελουδικό δεν επωλείτο, λόγω κρίσης...

  1. - Τι γίνεσαι Τάκη;
    - Καλά, αλλά με λένε Δημήτρη...
    - Σίγουρα;
    - Σίγουρα, σίγουρα..
    - Ε τότε, τον Δαμίγο τον ανθοπώλη, τι τον έχεις;
    - Μπουαχαχάαααα (κρύο αστείο, οπότε ψεύτικα γέλια)

  2. - Και που λες, με την οικονομική κρίση όπως προείπα, θα τον πιούμε όλοι. Και ακόμα δεν είδες τίποτα... Θα μας βγάλουν από την Ευρωπαϊκή Ενωση, γιατί τα σκατώσαμε, και δεν μπορούμε να ορθοποδήσουμε. Είναι συνομωσία των εβραίων και τον Ελοχίμ. Το είπαν και οι Μάγια! Διανύουμε το δεύτερο πακτούν. Είναι ξεκάθαρο σου λέω. Αλλά εσύ δεν διαβάζεις, δεν ψάχνεσαι...
    - Ρε συ, τον Δαμίγο τον ανθοπώλη, τι τον έχεις;
    - Γιατί ρωτάς;
    - Γιατί και αυτός, το ίδιο ψωλοπαίκτης με σένα είναι....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση απορίας που χρησιμοποιούμε για να δείξουμε την αγανάκτησή μας σε άτομο που καθυστερεί χαρακτηριστικά να ολοκληρώσει κάποια ενέργεια.

Έγινε γνωστή χάρη στην εμβληματική φυσιογνωμία του μεγάλου πρωταγωνιστή του ελληνικού κινηματογράφου, Μπόκολη.

  1. - Τι θα γίνει Μπόκολη; Θά 'ρθεις καμία φορά; Μισή ώρα σε περιμένω στην πλατεία και... ψιχαλίζει!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος αναφέρεται σε ποδοσφαιριστή, του οποίου το πλήρες όνομα είναι Antônio Augusto Ribeiro Reis Junio, ή απλά Ζουνίνιο Περναμπουκάνο. Το όνομα του χρησιμοποιείται όπως παλιότερα του Πελέ ή του Μαραντόνα. Δηλαδή ποιος είσαι ρε μεγάλε; Ο ζουνίνιο; Ο οποίος Ζουνίνιο έχει μετατρέψει τα χτυπήματα φάουλ σε χτυπήματα πέναλτι. Το έχει το παλουκάρι. Επίσης όπως όλοι οι Βραζιλιάνοι είναι θρήσκοι, έτσι και αυτός προτού χτυπήσει τα φάουλ πέναλτι, φιλάει την μπάλα, κάνει το σταυρό του, και εκτελεί.

Η σλανγκιά χρησιμοποιείται από γνώστες του σπορ, αλλά το ωραίο είναι ότι χρησιμοποιείται και σαν έκφραση για να χαρακτηρίσει κάποιον ως γαμαωδέρνουλα σε όλους τους τομείς. Όπως παλιότερα ο Λοσάντα (στη μπάντα στη μπάντα, περνάει ο Λοσάντα, ένα πράμα). Σε αυτό συντελεί το κωμικό της λέξης. Για την ιστορία, το όνομα φανερώνει καταγωγή από το Περναμπούκο, επαρχία της Βραζιλίας.

  1. - Τι έγινε με το δάνειο;
    - Πού να σου τα λέω... Μπαίνω στην τράπεζα, στο γραφείο του υποδιευθυντή, με το σεις και με το σας, με είχανε. Πόσα θέλετε ρωτάνε, ντάκα ντάκα...
    - Ίσα ρε... ο περναμπουκάνο είσαι; Μας δουλεύεις; Εδώ έχουν κλείσει οι στρόφιγγες, κι εσύ μας λες ότι σε ρώτησαν κιόλας;
    - Ναι σου λέω, περιμένουμε την έγκριση.
    - Έτσι πες μου, όχι ότι σου τα μετρήσανε κιόλας!

  2. - Και που λες, χθες με το που μπήκα στο μπαράκι μου την πέφτουν δυο μουνάκια. Ένα 22 χρονών και το άλλο 23, το σύνολο 45. Και τους λέω, ήρεμα ρε παιδιά. Θα με φάτε....
    - Ο περναμπουκάνο είσαι ρε μπούστη; Έλειπα δηλαδή μια μέρα κι έπιασες το ποτιστήρι; Την άδεια μου την πήρες ρε τελειωμένε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Γουστάρεις ρε άρρωστη;
  2. Καλά να πάθεις.

(προφανώς πορνογραφικής προέλευσης.)

  1. - Κι άλλο μωρή. Τσούζει τώρα Σούζη, τσούζει;

  2. - Τσούζει Σούζη; Σ' τά 'λεγα εγώ. Δεν θες να μ' ακούσεις...

Η προέλευση της φράσης είναι μάλλον το παλιό (αντιγραφή, κλασικά) rock'n'roll τραγούδι του Καρβέλα Σούζη τσούζει, από τον δίσκο «Τσούζει»... Ιδού και το link για τους στίχους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία