Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Είναι γνωστή η ταυτοποίηση του άνδρα με τους γεννητικούς του αδένες σε πάρα πολλά παραδείγματα στη γλώσσα, κάτι που φαντάζει λογικό και στέκει ακόμα και βιολογικά, αφού είναι η μόνη πηγή τεστοστερόνης που ξεχωρίζει τον άντρα από το αγόρι, για να ξέρεις να μην στείλεις το δεύτερο να κάνει τη δουλειά του πρώτου. Αν φανταστούμε τα αρχίδια ως δύο μπουμπούκια που μετατρέπονται σε άνθη (του καλού, κατά κανόνα, εκτός από τα αρχίδια του μπαμπά του Χίτλερ), τότε η έκφραση αυτή αφορά τα συναισθήματα εκείνα που τα επηρεάζουν αρνητικά με τέτοιο τρόπο, ώστε, αντί να ανθίσουν, να μαραθούν και να μαραζώσουν, μαζί με τους ιδιοκτήτες τους.

Στην κατάσταση που η φράση περιγράφει, ο ατυχής ιδιοκτήτης των αρχιδιών είναι ψυχολογικά σε αδιέξοδο, ανίκανος να δει από μόνος του φως στο τούνελ, συχνά σε κάποιας μορφής σοκ, αφού αυτό που προκάλεσε την περί ης ο λόγος κατάσταση, προέκυψε ξαφνικά και απροειδοποίητα, συνήθως ανατρέποντας status quo και παραβιάζοντας ολοκληρωτικά δικλείδες συναισθηματικής ασφαλείας που θεωρούνταν μέχρι τότε απαραβίαστες. Ο παθών χάνει κάθε ενδιαφέρον για οτιδήποτε θετικό και ουσιαστικά παραδίδει την πρωτοβουλία των κινήσεων στη Μοίρα. Παραδείγματα, δυστυχώς, πολλά: σε παρατάει η γκόμενα, στο γλέντι του γάμου σου πιάνεις τη γυναίκα σου στην τουαλέτα με τον κουμπάρο (έχει γίνει), ο γκόμενός σου γίνεται στρέιτ, η κόρη σου παντρεύεται μαύρο Νεοδημοκράτη, το τεστ DNA δείχνει ότι είσαι εκ γενετής στείρος ενώ έχεις ήδη τρία παιδιά (έχει γίνει), σκίζεσαι στη δουλειά αλλά την καλή τη θέση την παίρνει άλλος (αυτό κι' αν έχει γίνει ... ) κ.α.

Συνελόντι ειπείν, είναι η κατάσταση που, από την πίκρα και την απογοήτευση, καταρρακώνει τον ανδρισμό του φορέα των μαραμένων όρχεων και μηδενίζει την ενεργητικότητά του, γιατί, ως γνωστόν, αν δε δρας δεν είσαι άνδρας.

Παραδείγματα στη παρ.2

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για ψευδώνυμο με το οποίο έγινε πασίγνωστος ο Bill Cardille, κυρίως στις ΗΠΑ, κατά την 20ετία 1963-1983, μέσω της Σαββατοβραδινής τηλεοπτικής εκπομπής «Chiller Theatre» απ' όπου του βγήκε και το παρατσούκλι. Ο Cardille ήταν άνθρωπος της τηλεόρασης και του θεάματος γενικότερα και έκανε αμέτρητες παραγωγές ποικίλου περιεχομένου (από πρωινάδικα μέχρι αθλητικά), ενώ ταυτόχρονα παρουσίαζε ο ίδιος αρκετές από αυτές.

Σημαίνει τον άνθρωπο που κάνει τα πάντα, τον ακούραστο, αυτόν που καταγίνεται ταυτόχρονα με πολλά και ποικίλα αντικείμενα.

  1. - Μήτσο, θα κάνεις και έναν καφέ, ρε συ;
    - Κάτσε, ρε μαλάκα, ποιος είμαι, ο Χίλι Μπίλι;

  2. Τον Αντρέα τον έχουνε σκίσει στην εφημερίδα. Επειδή ξέρει κομπιούτερ, τον βάλανε τώρα να κάνει και τη σελιδοποίηση. Χίλι Μπίλι!

  3. Χίλι Μπίλι, μαλάκα. Δεν προλαβαίνω να κατουρήσω. Τρέχω σαν τον πούστη!

Bill Cardille  (από panos1962, 30/10/09)Ο Αντρέας (από panos1962, 30/10/09)Τρέχω σαν πούστης! (από panos1962, 30/10/09)Ο Chilli-μίδης! (από BuBis, 30/10/09)To εξώφυλλο του LP των Kinks "Muswell Hillbillies" (1971) (από allivegp, 30/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο οιονεί υπερθετικός του καμένου από τις καταχρήσεις, ο καρακαμένος ένα πράμα.

Συνώνυμα:

Καψούλι, το επί το λογιότερον καψύλλιο, είναι κανονικά ο πυροκροτητής, μια μικρή δηλαδή ποσότητα εκρηκτικής ύλης, τοποθετημένη σε ειδικό μεταλλικό περίβλημα / θήκη, η έκρηξη της οποίας προκαλεί την ανάφλεξη πυρίτιδας ή άλλης εκρηκτικής / προωθητικής ύλης.

Καψούλια χρησιμοποιούν και τα παιδικά (ψεύτικα) πιστόλια, με τα οποία καυλώναμε μικροί παίζοντας κλέφτες-αστυνόμους και λοιπά φαλλοκρατικά παίγνια. Εδώ η (ελάστιχη) εκρηκτική ύλη, με την οποία επιτυγχάνεται η πολυπόθητος απομίμησις εκπυρσοκροτήσεως, τοποθετείται εντός μικρής πλαστικής θήκης, συνήθως στρόγγυλης. Προφάνουσλυ, αυτά τα παιδικά καψούλια είχαν στο μυαλό τους κι αυτοί που πρωτοχρησιμοποίησαν σλανγκικώς τον όρο.

Διότι το καψούλι είναι προορισμένο να καεί, να καταναλωθεί, να λάμψει διαμιάς και να σβήσει ως διάττων αστέρας, χαρίζοντας στο μπόμπιρα που την έχει δει πιστολέρο και σερίφης μια πολύ πρόσκαιρη χαρά... Ας θυμηθούμε μόνο την αγωνία μας στα αποκριάτικα πάρτι «μήπως μας τελειώσουν τα καψούλια» και «αν θα βρούμε να αγοράσουμε»... Την ίδια σύντομη ευχαρίστηση προσφέρουν - σε λίγο μεγαλύτερα παιδιά - τα καργιόλια που καταπίνουν στα ρεϊβάδικα και λοιπά νταπαντουπάδικα: χορεύεις σαν πούστης για λίγες ώρες και την επόμενη μέρα - ίσως και την επόμενη ζωή σου αν το έχεις παραξηλώσει - είσαι φυτό, κλασμένο μαρούλι...

Τέλος, πολύ ενδιαφέρον είναι και το gender neutral της έκφρασης. Ένα καψούλι έχει στερηθεί την πολύτιμη ιδιότητα του γένους, είναι απλά ένα άφυλο αξιολύπητο πλάσμα. Είναι άλλωστε γνωστό πως η κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών ευθύνεται για σεξουαλικά προβλήματα (στυτική δυσλειτουργία, πρόωρη εκσπερμάτιση, διαταραχές της libido και μειωμένη επιθυμία κλπ). Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως όταν θέλουμε να εκφράσουμε συγκαλυμμένα την περιφρόνησή μας για κάποιον, τον αποκαλούμε συγκαταβατικά «παιδί», ασκώντας ένα είδος λεκτικής βίας (π.χ. τα παιδιά στη φυλακή = τρόφιμοι, τα παιδιά με τα μηχανάκια = καμπαλέρος, τα παιδιά με τα γυάλινα μάτια = πρεζάκηδες κ.ο.κ.)

(μαμά και κορασίς)

- Καλά βρε Αγγελικούλα μου, τι πήγες κι έκανες, έβαψες τα μαλλιά σου ροζ κι έκανες τρύπα στον αφαλό; Τι θα πει ο πατέρας σου άμα σε δει;
- Έλα ρε μαμά, ξεκόλλα! Ο Μάκης μου έτσι με θέλει, καγκουρογκόμενα, για να ταιριάζω μ' αυτόν που είναι καγκούρι, όταν πάμε βόλτα με το κωλοφτιαγμένο αυτοκίνητό του!
- Αλίμονό μας... Μήπως πηγαίνετε και σ' αυτά τα ρέιβ πάρτι και παίρνετε χάπια;
-Χαλάρωσε, κάγκουρες είπα πως είμαστε, όχι τίποτα καψούλια...

(από Vrastaman, 06/09/09)

Σχετικό: έχω κάψει RAM

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ρήμα «βελάζω» στον αόριστο κυρίως (και μερικές φορές στους παρακείμενο / υπερσυντέλικο: «έχω / είχα βελάξει») χρησιμοποιείται:

- με την έννοια του «ξεροσταλιάζω» (μένω δηλαδή πολύ ώρα στον ήλιο ή στη ζέστη χωρίς νερό) και γενικά ταλαιπωρούμαι αφάνταστα, τα φτύνω, βαράω μπιέλα, μου φεύγει ο κώλος, μου φεύγει ο πάτος, γαμιέμαι στην κούραση, κλάνω από την κούραση,

- με την έννοια του φοβάμαι, χέζομαι, κλάνω πατάτες, μου φεύγει η μαγκιά ή ο τσαμπουκάς.

Οι δύο έννοιες, αν επιταθούν, τέμνονται στο σημείο της απελπισίας, εξ ου και η σχετική επικάλυψη.

Δεν έχει να κάνει με τον ήχο του βελάγματος, αλλά μάλλον με το ότι όταν ταλαιπωρείται ή φοβάται ή και τα δυο, το πρόβατο βελάζει παίρνοντας αυτήν την κακόμοιρη και πανικοβλαμμένη γκριμάτσα με τη γλώσσα να πλαταγίζει έξω από το στόμα, παραπονούμενο ουσιαστικά για την τρέχουσα ενσάρκωσή του.

Στην περίπτωση του νοήματος του «φοβάμαι», ωστόσο, ενδεχομένως έχει να κάνει και με την κραυγή του προβάτου καθώς μια ακόμα έννοια του «βέλαξα» στην καθομιλουμένη όσων τουλάχιστον έχουν καταγωγή και γλωσσικές μνήμες από Ήπειρο / Δυτική Στερεά (ίσως και από αλλού;) είναι το «έβγαλα κραυγή» (από τον πόνο) ή ίσως πόνεσα τόσο πολύ ώστε έμεινα με ανοιχτό το στόμα χωρίς καν να μπορώ να βγάλω φωνή (άρα και εδώ σημασία έχει η γκριμάτσα τόσο όσο και ο ήχος).

Γενικά η φθογγική δύναμη της -ηχοποιητής έτσι κι αλλιώς- λέξης και η αρχική έννοια του «πονάω», ευθύνονται μάλλον για τις επεκτάσεις στις δυο πρώτες, περισσότερο σλανγκικές έννοιες.

  1. Ε μα πού στον πούτσο είναι αυτή η καβάτζα ρε δικέ μου, βέλαξα τόση ώρα περπάτημα!

  2. Πήγα ΙΚΑ για ακτινογραφία... βέλαξα!

  3. Ο overboost με έβαλε στο Nissan χθές και με έστριψε στο δεύτερο πέταλο (μετά την καντίνα το μεγάλο) με 145km/h!!!!!!!!
    Βέλαξα!!! Τρελό το Ντάτσουν...
    (πηγή: βλ. εδώ).

  4. Κόβω με το μαχαίρι λίγα «μάτια» της απόχης και πάω να βγάλω την σαλλαγκιά* από το στόμα της παλαμίδας. Με εκδικήθηκε ! Μου έπαιξε μία δαγκωνιά που βέλαξα!
    (πηγή: βλ. εδώ).


  • το ψάρι / δόλωμα (;) που (δεν) απαντά και στο ερώτημα «τι είναι το σαλάνγκρι» που είχε τεθεί εδώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Yπερβολικά κουρασμένος, λιωμένος από αλκοόλ ή ναρκωτικά.

«Mαλάκες είμαι χέσμα, δε θα βγω σήμερα»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τυχαία βίντεο χωρίς λογική σειρά. Το τελικό στάδιο της κατανάλωσης και του λιωσίματος.

- Ρε μαλάκα πότε θα βγεις από το σπίτι;
- Ποτέ. Τώρα που βρήκα τα Youtube Poop. χιχιχιχιιχ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η συνήθεια αρκετών κατεστραμμένων παρεών ολκής να πηγαίνουν το βράδυ έπειτα από διαρκές κάψιμο με ξύδια και χόρτα στο σπίτι αυτού που του χουν μείνει αλκοόλ και φούντες, ώστε να λάβει η ανεπίσημη αυτή γιορτή ένα τέλος, πιθανότατα όντας όλοι αλοιφή σε καναπέ κρεβάτια, καρέκλες και πατώματα (λες και δεν τα χουν ήδη χορτάσει αυτά, όλοι οι ρούκουνες!)

- Έλα πάμε στον Στελάρα να φάμε, και μετά τελετή λήξης στου Μήτσου.
- Καλά ρε δράκε, κι άλλο θες; Δεν χόρτασες κραιπάλες για σήμερα;
- Μόνο με την τελετή λήξης σταματάει, αφότου παραδώσουμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Κρεμάω, χαλαρώνω
  2. Βάζω μέσα σε σακκούλα
  3. Είμαι φυτό, ζαμπόν, αλοιφή
  1. Εσύ που γυμνάζεσαι πολύ, να ξέρεις ότι δεν πρέπει ποτέ να σταματήσεις γιατί οι μυς μετά σακκουλιάζουν και δεν θα βλέπεσαι...

  2. - Τι να τα κάνω τώρα όλ' αυτά τα φαγητά, κρίμα είναι να τα πετάξω...
    - Σακκούλιασέ τα και ρίχ' τα στις γάτες.

  3. Χθες ήπιαμε τόσους μπάφους που μέχρι τα ξημερώματα ήμουν σακκουλιασμένος σε έναν καναπέ και δεν ένιωθα τίποτα.

βλ. και σα(κ)κουλέας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βρίσκομαι σε μία ανεκδιήγητη κατάσταση, την οποία δεν μπορώ να διαχειριστώ. Είμαι στα πρόθυρα της κατάρρευσης, βλ. επίσης δεν την παλεύω.

Έκφραση που προέρχεται από το δυσάρεστο και λυπηρό θέαμα εξαρτημένων ατόμων, τα οποία μόλις έχουν πάρει τη δόση τους.

  1. Διαδικτυακό σχόλιο:

    Το πρόβλημα εντοπίζεται στις 14 Φεβρουαρίου και ακούει στο όνομα Άγιος Βαλεντίνος. Ναι, ναι, καλά διαβάσατε. Ο άγιος του Έρωτα. Αυτός φταίει για όλα! Τώρα μάλιστα… Έτσι εξηγούνται τα «βαράω ένεση» τραγούδια και οι αφιερώσεις του τύπου «ζουζουνοστρουμφιτάκι μου, σ’ αγαπώ», «μωρουλίνι μου, θα είμαι δικός σου για πάντα» κ.ο.κ.

  2. - Ρε μαλάκα, θα έρθεις Μέγαρο; Κονόμησα τζαμπέ εισιτήρια!
    - Φύγε ρε από 'δω, όποτε πάω σε συναυλίες κλασσική μουσικής βαράω ένεση...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο Υπερθετικός του σέξι. Σύμφωνα και με το άσμα του Τάσου Μπουγά:

«In. Out. Μέσα. Έξω.
Όσο αντέξεις, κι όσο αντέξω.»

(Από το «Έθνος»):
Οι Ηλίας Ψινάκης, Ηλίας Πανταζόπουλος και Νίκη Κάρτσωνα, αλλά και οι τηλεθεατές με την ψήφο τους, θα αναδείξουν τα δύο νέα σεξ σίμπολ της χώρας (λες κι έχουμε έλλειψη), τα οποία θα γίνουν και πλουσιότερα κατά 50.000 ευρώ αφού θα μοιραστούν το χρηματικό έπαθλο.

Σέξι λοιπόν κι όποιος αντέξει... Ο παρουσιαστής του σόου Κώστας Σόμμερ, ένα ανδρικό σεξ σίμπολ, μας αποκαλύπτει το μυστικό τού να είσαι... σέξι, αλλά και τι συμβαίνει στις οντισιόν της εκπομπής όπου αγόρια και κορίτσια προσπαθούν πολύ ή... καθόλου να δείξουν το σεξαπίλ τους.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία